Η λιτότητα βλάπτει σοβαρά την υγεία… | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η λιτότητα βλάπτει σοβαρά την υγεία…

Υγεία, σύστημα υγείας και κοινωνική ευημερία: Mια αποσιωπημένη σχέση με μοιραία αποτελέσματα

Πρώτιστο μέλημα των επιχειρούμενων παρεμβάσεων είναι ο περιορισμός των δημόσιων ελλειμμάτων. Συνεπώς, τους κατευθυντήριους άξονες της όλης δραστηριότητας αποτελούν οι στόχοι που έχουν τεθεί στα Μνημόνια Συνεννόησης σχετικά με τον περιορισμό των δημόσιων δαπανών υγείας. Σύμφωνα, λοιπόν, με τα Μνημόνια Συνεννόησης, μέχρι το 2012, η δημόσια δαπάνη για την υγεία δεν θα πρέπει να ξεπερνά το 6% του ΑΕΠ και η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη δεν θα πρέπει να ξεπερνά το 1% του ΑΕΠ. Κατά τη διετία 2011-12 θα πρέπει να επιτευχθεί μείωση των δημόσιων φαρμακευτικών δαπανών κατά 2 δισ. ευρώ σε σχέση με τα επίπεδα του 2010, εκ των οποίων, το 1 δισ. θα πρέπει να έχει εξοικονομηθεί μέχρι το τέλος του 2011, ενώ η η εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη δεν θα πρέπει να υπερβεί τα 2.88 δισ. ευρώ το 2012. Από την αγορά ιατρικών υπηρεσιών και υλικών προβλέπεται η μείωση των δαπανών κατά τουλάχιστον 25% στο τέλος του 2011 σε σύγκριση με το 2010. Ένας ακόμα στόχος είναι να μειωθεί το κόστος των νοσοκομείων τουλάχιστον κατά 10% το 2011 και κατά 5% το 2012 πλέον του προηγούμενου έτους. Στα επιπρόσθετα μέτρα για το 2011 και τη μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική στρατηγική μέχρι το 2015, περιλαμβάνονται και περικοπές στις φαρμακευτικές δαπάνες και τις δαπάνες υγείας κατά τουλάχιστον 310 εκατ. ευρώ το 2011 και επιπλέον 697 εκατ. ευρώ το 2012, 349 εκατ. ευρώ το 2013, 303 εκατ. ευρώ το 2014 και 463 εκατ. ευρώ το 2015 (Υπουργείο Οικονομικών 2011).

Το ερώτημα που προκύπτει είναι με ποιο τρόπο προσδιορίστηκαν τα παραπάνω μεγέθη, εάν προέκυψαν ως αποτέλεσμα υπολογισμών με πραγματικά δεδομένα ή απλά πρόκειται για εκτιμήσεις. Οι αμφιβολίες αυτές εκφράζονται, δεδομένου ότι κοινή παραδοχή όλων ήταν η μέχρι πρόσφατα απουσία αξιόπιστων στοιχείων ως προς τις δαπάνες υγείας και τη σύνθεση αυτών κατά είδος υπηρεσίας, κατά φορέα χρηματοδότησης και κατά κατηγορία παρόχου. Το κενό αυτό μόνο πρόσφατα καλύφθηκε με την ανάπτυξη του συστήματος Εθνικών Λογαριασμών Υγείας με βάση τη μεθοδολογία του ΟΟΣΑ (Εργαστήριο οργάνωσης και Αξιολόγησης Υπηρεσιών Υγείας 2013). Ο προβληματισμός εντείνεται εάν αναλογιστεί κανείς ότι ως επιδίωξη έχει τεθεί η διατήρηση των δημόσιων δαπανών υγείας κάτω από ένα ορισμένο ποσοστό του ΑΕΠ (6%), ως de facto μνημονιακή δέσμευση που συνδέεται με την πορεία του ΑΕΠ και όχι με την επίτευξη αποδοτικότερης και αποτελεσματικότερης λειτουργίας του συστήματος υγείας. Δεδομένης της τάσης μείωσης που παρατηρείται συνεχώς στο παραγόμενο προϊόν της χώρας από το 2008 μέχρι σήμερα, αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη συνεχή συρρίκνωση των δαπανών υγείας, με άμεσο κίνδυνο την απαξίωση του δημόσιου χαρακτήρα του συστήματος υγείας και την υποβάθμιση της επάρκειας και της ποιότητας των παρεχομένων από αυτό υπηρεσιών.

Μέτρα προκειμένου να αυξηθούν οι πόροι για τη χρηματοδότηση του συστήματος υγείας αποτέλεσαν επίσης η αύξηση των φόρων «υπέρ υγείας», όπως ο φόρος στην κατανάλωση αλκοόλ και τσιγάρων, ο οποίος κατά την τελευταία τριετία, για το αλκοόλ αυξήθηκε 3 φορές και για τα τσιγάρα 4 φορές. Δεν έλειψαν και οι περιπτώσεις αύξησης των ασφαλιστικών εισφορών για την υγεία όπως έγινε στην περίπτωση των ασφαλισμένων του ΟΓΑ. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι οι επιβαρύνσεις αυτές συντελέστηκαν σε ένα πλαίσιο γενικότερης φορολογικής επιβάρυνσης, ιδιαίτερα των μισθωτών. Ενδεικτικά, κατά την τριετία 2010-12, η αύξηση του συνολικού φορολογικού βάρους των μισθωτών (εισφορών και φόρων επί του εισοδήματος) ήταν 2,8 ποσοστιαίες μονάδες, εκ των οποίων οι 2,15 προήλθαν από την αύξηση της φορολογίας εισοδήματος και το υπόλοιπο από την αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών που βαρύνουν τους εργαζόμενους (0,35 μονάδες) και τους εργοδότες (0,3 μονάδες). Η αύξηση του φορολογικού βάρους οφείλεται κατά κύριο λόγο στην μείωση του αφορολόγητου ορίου από τα 12.000 στα 5.000 ευρώ καθώς και στην θέσπιση της έκτακτης εισφοράς αλληλεγγύης 1% έως 4% επί του εισοδήματος (OECD 2013).

Εκτός των παραπάνω, τα μέτρα τα οποία επιβάρυναν ιδιαίτερα τον πληθυσμό της χώρας και επέδρασαν αρνητικά στην πρόσβαση των υπηρεσιών υγείας, καταστρατηγώντας έτσι έναν από τους βασικούς στόχους κάθε συστήματος υγείας που θέλει να αποκαλείται «εθνικό», ήταν αυτά που οδήγησαν στην αύξηση της συμμετοχής των πολιτών στο κόστος χρήσης των υπηρεσιών υγείας. Εδώ εντάσσεται η θεσμοθέτηση καταβολής 5 ευρώ για κάθε επίσκεψη σε Κέντρα Υγείας και εξωτερικά ιατρεία δημόσιων νοσοκομείων. Εντάσσεται επίσης η επέκταση των ρυθμίσεων του Ν. 2889/2001 για τα απογευματινά ιατρεία των νοσοκομείων με το Ν.3868/2010 και η καθιέρωση της ολοήμερης λειτουργίας των νοσοκομείων που ανήκουν στο ΕΣΥ, μέσω της επέκτασης των εξωτερικών ιατρείων και τη διενέργεια διαγνωστικών, θεραπευτικών και επεμβατικών πράξεων πέραν του τακτικού ωραρίου. Η σκοπιμότητα αυτού του μέτρου σχετίζεται με το ότι εξασφαλίζει τη δυνατότητα επιλογής από τους πολίτες του ιατρού της αρεσκείας τους, μειώνει τις λίστες αναμονής, αξιοποιείται καλύτερα ο ιατρικός εξοπλισμός και αυξάνονται τα έσοδα των νοσοκομείων.