Η ιστορία των δύο Σαντάτ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ιστορία των δύο Σαντάτ

Τί μπορούν να διδαχθούν το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία από την Αίγυπτο

Τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, ο Σαντάτ ξαφνικά και με συνοπτικές διαδικασίες εκδίωξε τους 15.000 Σοβιετικούς συμβούλους στην Αίγυπτο. Παρά το γεγονός ότι η Μόσχα εξοργίστηκε από την κίνηση αυτή, προσπάθησε να περιορίσει την πιθανή ζημία και συνέχισε να παρέχει στρατιωτική στήριξη. Το ναυτικό της εξακολούθησε να χρησιμοποιεί τις αιγυπτιακές βάσεις, ενώ παρέδωσε περισσότερα όπλα στην Αίγυπτο κατά την διάρκεια των πρώτων έξι μηνών του 1973 από όσα τα δύο προηγούμενα χρόνια μαζί. Τον επόμενο Οκτώβριο, ο Σαντάτ ξεκίνησε τον πόλεμο του Γιόμ Κιπούρ, μια επίθεση-έκπληξη ενάντια στο Ισραήλ. Για ακόμα μια φορά, η Μόσχα δεν είχε άλλη επιλογή από το να υποστηρίξει τον πληρεξούσιό της φοβούμενη μήπως φανερώσει δημοσίως πως έχει χάσει τον έλεγχο. Λίγες μέρες αφότου ξεκίνησε ο πόλεμος, οι Σοβιετικοί άρχισαν μια ναυτική και εναέρια επιχείρηση ανεφοδιασμού. Στα σοβιετικά στρατεύματα επιτρεπόταν ακόμα και να εμπλακούν σε ένοπλες συγκρούσεις στο αιγυπτιακό έδαφος.

18052015-2.jpg

Φορτηγά του αιγυπτιακού στρατού διασχίζουν γέφυρα που περνά πάνω από την διώρυγα του Σουέζ, στις 7 Οκτωβρίου του 1973. CIA

Ο πόλεμος, παρά την περιορισμένη του φύση, έφερε την περιοχή στο όριο του χάους και τις υπερδυνάμεις στο χείλος του πυρηνικού πολέμου. Εν όψει των σοβαρών ζημιών στα δύο μέτωπα, το υπουργικό συμβούλιο του Ισραήλ συζήτησε την πιθανότητα να χρησιμοποιήσει την πυρηνική εναλλακτική του [3]. Ως απάντηση στον στρατιωτικό ανεφοδιασμό των ισραηλινών δυνάμεων από τις ΗΠΑ, ο ΟΠΕΚ συνέστησε πετρελαϊκό εμπάργκο, που είχε σαν αποτέλεσμα την μόνιμη αύξηση των τιμών του πετρελαίου και την τοποθέτηση της αμερικανικής οικονομίας σε κατάσταση ύφεσης για 16 μήνες. Η κατάσταση έγινε ακόμα χειρότερη: Αφότου οι Ισραηλινοί συνήλθαν από το αρχικό σοκ και άρχισαν να ανατρέπουν τα αιγυπτιακά κέρδη, η Μόσχα απείλησε με μονομερή στρατιωτικά μέτρα, ωθώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες να εφαρμόσουν το DEFCON 3 και να θέσουν σε παγκόσμια επιφυλακή τις πυρηνικές τους δυνάμεις.

Παρά το γεγονός ότι ηττήθηκε στον πόλεμο και σχεδόν πυροδότησε μια περιφερειακή ανάφλεξη, ο Σαντάτ κατάφερε να μετριάσει τις χειρότερες (για εκείνον) συνέπειες της ύφεσης. Χρησιμοποίησε την περιορισμένη του νίκη για να δημιουργήσει μια πολλά υποσχόμενη στρατηγική σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Λίγο μετά τον πόλεμο, η Αίγυπτος και οι Ηνωμένες Πολιτείες αποκατέστησαν τις διπλωματικές τους σχέσεις, οι οποίες είχαν διακοπεί το 1967. Δόθηκε στις αιγυπτιακές δυνάμεις μια μόνιμη παρουσία στην ανατολική πλευρά του καναλιού λόγω της μερικής αποχώρησης των Ισραηλινών, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν να παρέχουν στην χώρα σημαντική οικονομική βοήθεια. Το στοίχημα της Μόσχας αναφορικά με την ύφεση είχε αποτύχει. Δεν ήταν μόνο ότι η Σοβιετική Ένωση είχε εγκλωβιστεί στην πιο οξεία αντιπαράθεση υπερδυνάμεων στην Μέση Ανατολή αλλά, παράλληλα, έχασε και την Αίγυπτο. Η θέση της στην Μέση Ανατολή δεν ανακτήθηκε ποτέ.

Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΡΟΔΟΣΊΑ

Όταν η κυβέρνηση του Jimmy Carter ανήλθε στην εξουσία, τον Ιανουάριο του 1977, η Αίγυπτος βρισκόταν σταθερά στην τροχιά των ΗΠΑ. Το 1976, ο Σαντάτ τερμάτισε επίσημα την συμμαχία του με την Σοβιετική Ένωση και η Αίγυπτος θα αποκτούσε το διπλάσιο ποσό αμερικανικής βοήθειας από εκείνο που είχε λάβει το προηγούμενο έτος. Η κυβέρνηση του Τζέραλντ Φορντ μέχρι που είχε πουλήσει στην Αίγυπτο έξι μεταγωγικά αεροπλάνα C-130, τερματίζοντας το εμπάργκο των όπλων της. Αν κι ο Κάρτερ υποσχέθηκε μια απρόσκοπτη συνέχιση των πολιτικών ύφεσης που είχαν τόσο απογοητεύσει τον Σαντάτ, ο Αιγύπτιος πρόεδρος τον επαίνεσε ως «διορατικό και οξυδερκή» ηγέτη κατά την διάρκεια επίσκεψής του τον Απρίλιο στην Ουάσιγκτον. Έξι μήνες αργότερα, ο Σαντάτ θα λυπόταν για το πόσο «διορατικός» ήταν στην πραγματικότητα ο Κάρτερ.

Απορρίπτοντας την διπλωματική προσέγγιση του προκατόχου του, ο Κάρτερ ξεκίνησε αμέσως μια ολοκληρωμένη προσέγγιση, η οποία θα επεδίωκε να επιλύσει όλα τα εκκρεμή ζητήματα μεταξύ της Αιγύπτου και του Ισραήλ και στην οποία θα συμμετείχαν όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Αναβίωσε την από κοινού διαδικασία σύγκλησης της Γενεύης, ένα πλαίσιο μεταξύ ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης που εφαρμόστηκε μετά το 1973 και είχε ουσιαστικά απορριφθεί. Σε κοινό ανακοινωθέν που προέκυψε από την σύνοδο που έγινε την 1η Οκτωβρίου του 1977, οι δύο υπερδυνάμεις επέμειναν ότι «ο μόνος σωστός και αποτελεσματικός τρόπος για την επίτευξη μια θεμελιώδους λύσης για όλες τις πτυχές του προβλήματος της Μέσης Ανατολής στο σύνολό του» θα έπρεπε να βρίσκεται υπό την αιγίδα τους. Επιπλέον, μέχρι που πρότεινε την πιθανότητα να χρησιμοποιήσει τα σοβιετικά ή τα αμερικανικά στρατεύματα ως ειρηνευτές στην περιοχή για να εξασφαλίσει τα σύνορα των χωρών.

Ο Σαντάτ ήταν εξοργισμένος. Είχε εκδιώξει με επιτυχία την Μόσχα -με μεγάλο κόστος- από τις συναλλαγές της Αιγύπτου, και τώρα ο «διορατικός» πρόεδρος των ΗΠΑ όχι μόνο είχε εκμαιεύσει την διπλωματική επανείσοδο του Κρεμλίνου, αλλά άνοιξε και την πόρτα για πιθανή νέα ανάπτυξη των σοβιετικών δυνάμεων στο αιγυπτιακό έδαφος. Η διαδικασία της Γενεύης, κατά την γνώμη του, θα διασφάλιζε ότι τα πιο ριζοσπαστικά αραβικά κράτη όπως η Συρία -παρακινούμενα από την Μόσχα- θα επισκίαζαν τα εθνικά συμφέροντα της Αιγύπτου. Οι μαξιμαλιστικές αραβικές θέσεις και η λαϊκή στήριξη προς την παλαιστινιακή τρομοκρατία θα εμπόδιζαν την ικανότητά του να διαπραγματευτεί τις όποιες περαιτέρω τμηματικές ισραηλινές παραχωρήσεις υπό τον φόβο της διπλωματικής απομόνωσης. Εν ολίγοις, ο Σαντάτ βρέθηκε πίσω στην μέγγενη που είχε διακινδυνεύσει τόσο πολύ για να ξεφύγει.