Η ρωσική διπλωματία της ατομικής ενέργειας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ρωσική διπλωματία της ατομικής ενέργειας

Ο αυξανόμενος ρόλος της ROSATOM στον παγκόσμιο χάρτη

Ο Zuma προσέγγισε την Μόσχα σε επίπεδο στρατηγικής εταιρικής σχέσης και η χώρα του προσχώρησε επισήμως στην ομάδα των BRICS στις 24/12/2010. Ο ίδιος έχει αναγάγει σε πρότζεκτ θεμελιώδους σημασίας την αναβίωση του πυρηνικού προγράμματος της χώρας, με στόχο την πολυπόθητη «ενεργειακή της ανεξαρτησία». Υπενθυμίζεται ότι το 1984 και το 1985, αντίστοιχα, αποπερατώθηκαν από τους Γάλλους δύο αντιδραστήρες στο Koeberg (οι μοναδικοί σε ολόκληρη την ήπειρο), που παράγουν σήμερα το 5% των νοτιοαφρικανικών αναγκών σε ηλεκτρισμό, ενώ την ίδια ακριβώς εποχή το καθεστώς του απαρντχάιντ ανέπτυξε με άκρα μυστικότητα και έξι πυρηνικές κεφαλές (!), τις οποίες τελικά διέλυσε περί το 1989/90. Μολονότι δεν έχει υπογραφεί ακόμη κανένα επίσημο συμβόλαιο για νέους αντιδραστήρες, αποτελεί κοινό μυστικό ότι κύριος ανάδοχος του πρότζεκτ, εάν και εφόσον αυτό υλοποιηθεί, θα είναι ο όμιλος ROSATOM. Το συνολικό κεφαλαιουχικό και λειτουργικό κόστος, στο βάθος της ωφέλιμης ζωής των σταθμών, εκτιμάται από την αντιπολίτευση σε πάνω από ένα τρισ. ραντ (άνω των 75 δισ. δολαρίων ) για οκτώ αντιδραστήρες των 1.200 MW έκαστος, αποτελώντας έτσι το ακριβότερο έργο υποδομής στην ιστορία της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας.

Επισήμως, το ρωσικό ενδιαφέρον για τους αντιδραστήρες του Ακρωτηρίου εκφράστηκε μόλις στις αρχές του 2013 και προξένησε μεγάλη αίσθηση, καθώς τυχόν ευθυγράμμιση Μόσχας-Πρετόριας σε αυτό το τόσο κρίσιμο θέμα θα μετακινήσει τις τεκτονικές πλάκες της γεωπολιτικής σε ολόκληρη την «Μαύρη Ήπειρο». Στο τέλος της ίδιας χρονιάς, η 100% κρατική εταιρεία NECSA (Nuclear Energy Corporation of South Africa), η οποία διαχειρίζεται και τους υφιστάμενους αντιδραστήρες, υπέγραψε μια μάλλον ασαφή συμφωνία «στρατηγικής συνεργασίας» με την Atomstroyexport, παρακάμπτοντας τις συνομιλίες όλων των προηγούμενων ετών με την γαλλική Areva και την αμερικανική Westinghouse. Τον Σεπτέμβριο του 2014, ακολούθησε στη Βιέννη και μια -μη δεσμευτική- διακρατική συμφωνία πυρηνικής συνεργασίας, που επικρίθηκε έντονα από την αντιπολίτευση και την Greenpeace (ανάλογες συμφωνίες έχει υπογράψει η Μόσχα τα τελευταία χρόνια με Γκάνα, Κένυα, Νιγηρία και Ζάμπια). Η αποκάλυψη της διακρατικής συμφωνίας του 2014 πυροδότησε πολιτική θύελλα, όταν αυτή δημοσιεύθηκε ολόκληρη στην ιστοσελίδα του… ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών (το νοτιοαφρικανικό ΥΠΕΞ τηρούσε έως τότε σιγή ιχθύος).

Δυο λίαν επαχθή -σχεδόν πρωτοφανή σε παγκόσμιο επίπεδο- σημεία της εν λόγω συμφωνίας ήταν, πρώτον, η απαλλαγή της ρωσικής πλευράς από οποιαδήποτε νομική ευθύνη σε περίπτωση ατυχήματος και, δεύτερον, η απαγόρευση στη Νότια Αφρική όπως συνεργαστεί στο πυρηνικό πεδίο με οποιαδήποτε άλλη χώρα, χωρίς την προηγούμενη έγκριση της Ρωσίας. Φανατικά εναντίον της κατασκευής των οκτώ αντιδραστήρων είναι και η NUM (Εθνική Οργάνωση Εργαζομένων σε Ορυχεία), η οποία υποστηρίζει, για ευνόητους λόγους, την εξακολούθηση της εξόρυξης άνθρακα και, μάλιστα, έχει χαρακτηρίσει μια πιθανή συνεργασία της χώρας με την ROSATOM ως «εθνική αυτοκτονία». Από την άλλη, η πλευρά των υπέρμαχων της κατασκευής των νέων αντιδραστήρων τονίζει ότι η χώρα δεν θα κερδίσει μόνο την ενεργειακή της ασφάλεια, αλλά και πολλά ακόμη οφέλη: Ένα ποσοστό 40-60% του κατασκευαστικού και υποκατασκευαστικού έργου θα ανατεθεί σε εγχώριες εταιρείες, δημιουργώντας έως 30.000 θέσεις εργασίας. Και εδώ, όμως, οι επικριτές διαβλέπουν μια πιθανή εστία αδιαφάνειας και διαφθοράς.

Το Νοέμβριο του 2016, πάντως, το χρονοδιάγραμμα αποπεράτωσης των νέων αντιδραστήρων μετακινήθηκε για πολλά χρόνια στο μέλλον: Από το 2023-25 πήγε πλέον στο 2037-41, λόγω προβλημάτων χρηματοδότησης. Εικάζεται ότι οι ίδιοι οι Νοτιοαφρικάνοι προτιμούν το προαναφερθέν μοντέλο BOO (όπως στο Ακούγιου), μόνο που η ROSATOM δεν είναι εύκολο να τους το παράσχει. Και επειδή οι διαφωνίες για το κόστος συνεχίζονταν, στο σαρωτικό ανασχηματισμό της 30/3/2017, γνωστό από ορισμένους κύκλους της αντιπολίτευσης ως …«το πυρηνικό πραξικόπημα της ROSATOM» («ROSATOM’s nuclear coup»), ο πρόεδρος Zuma απέπεμψε από υπουργό Οικονομικών τον ικανό τεχνοκράτη Pravin Gordhan, πρωτοκλασάτο μέλος όλων των κυβερνήσεών του κατά την τελευταία οκταετία (2009-2017). Ως βασικός λόγος της απομάκρυνσης του Gordhan φέρεται να ήταν η εκπεφρασμένη αντίθεσή του στο πανάκριβο πρόγραμμα των νέων πυρηνικών αντιδραστήρων (εντός του 2015, είχε καρατομηθεί κι άλλος ένας υπουργός Οικονομικών, ο N.Nene, που επίσης διαφωνούσε με το πυρηνικό πρόγραμμα). Ομοίως την ίδια ημέρα (30/3/2017) απομακρύνθηκε η υπουργός Ενέργειας, Tina Joemat-Pettersson, στην οποία λέγεται ότι καταλογίστηκε από τον Πρόεδρο Zuma έλλειψη αποφασιστικότητας, ικανότητας και ταχύτητας ως προς την υλοποίηση των συμπεφωνηθέντων με τους Ρώσους. Εντούτοις, ακριβώς ένα μήνα μετά τον ανασχηματισμό, στα τέλη Απριλίου 2017, ένα δικαστήριο της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας (Western Cape High Court) κήρυξε ως παράνομη και αντισυνταγματική -συνεπώς άκυρη- την συμφωνία της NECSA με τους Ρώσους, καθώς παραβίαζε τις αρχές του ελεύθερου ανταγωνισμού. Αυτό σημαίνει στην πράξη ότι θα χρειαστεί να λάβει χώρα διεθνής διαγωνισμός για τους νέους αντιδραστήρες, στον οποίο, εκτός από την ROSATOM, θα συμμετάσχουν και όλοι οι άλλοι «παίκτες».