Το υψηλό τίμημα της κυριαρχίας του δολαρίου | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το υψηλό τίμημα της κυριαρχίας του δολαρίου

Το δολάριο είναι το χειρότερο αποθεματικό νόμισμα -με εξαίρεση όλα τα άλλα

Το σημερινό σύστημα με βάση το δολάριο είναι πολύ διαφορετικό. Σε αυτό το σύστημα, οι ανισορροπίες περιορίζονται κυρίως από την προθυμία και την ικανότητα των Ηνωμένων Πολιτειών να εισάγουν ή να εξάγουν απαιτήσεις επί των εγχώριων περιουσιακών τους στοιχείων -δηλαδή να επιτρέπουν στους κατόχους ξένων κεφαλαίων να είναι καθαροί πωλητές ή καθαροί αγοραστές αμερικανικών ακινήτων και τίτλων. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι χώρες μπορούν να εμφανίζουν μεγάλα, επίμονα πλεονάσματα ή ελλείμματα μόνο επειδή οι ανισορροπίες αυτές διευθετούνται από αντίθετες ανισορροπίες στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ακόμα χειρότερα, η συσταλτική επίδραση των ελλειμμάτων στην παγκόσμια οικονομία δεν αντισταθμίζεται από την επέκταση στις πλεονασματικές χώρες, όπως συνέβαινε στα συστήματα πριν από το δολάριο. Στην διάσκεψη του Bretton Woods, το 1944, ο Βρετανός οικονομολόγος John Maynard Keynes αντιτάχθηκε σθεναρά σε ένα παγκόσμιο εμπορικό σύστημα στο οποίο θα επιτρεπόταν να διατηρούνται πλεονάσματα ή ελλείμματα, αλλά αναιρέθηκε από τον ανώτερο Αμερικανό αξιωματούχο της διάσκεψης, τον Harry Dexter White. Ως αποτέλεσμα, οι ελλειμματικές χώρες πρέπει να απορροφήσουν την ελλειμματική εγχώρια ζήτηση των πλεονασματικών χωρών, ενώ οι πλεονασματικές χώρες αποφεύγουν την προσαρμογή -η οποία θα συνεπαγόταν είτε μείωση της παραγωγής είτε αναδιανομή του πλούτου στους εργαζομένους- με το να συσσωρεύουν ξένα περιουσιακά στοιχεία και ασκώντας μόνιμη καθοδική πίεση στην παγκόσμια ζήτηση.

Αυτή η διαδικασία προσαρμογής δεν είναι επαρκώς κατανοητή, ακόμη και μεταξύ των καθιερωμένων οικονομολόγων. Οι πλεονασματικές χώρες εμφανίζουν πλεονάσματα όχι επειδή είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές στη μεταποίηση, αλλά επειδή οι κατασκευαστές τους απολαμβάνουν σιωπηρές και ρητές επιδοτήσεις που τελικά πληρώνονται από τους εργαζόμενους και τα νοικοκυριά και έτσι αποβαίνουν εις βάρος της εγχώριας ζήτησης. Αυτό, όπως εξήγησε ο Keynes, είναι ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούν οι μερκαντιλιστικές πολιτικές -βελτιώνοντας την διεθνή ανταγωνιστικότητα με την καταστολή της εγχώριας ζήτησης- και είναι ο λόγος για τον οποίο αναφέρονται ως τακτικές [που οδηγούν σε] «επαιτεία τον γείτονα» (beggar thy neighbor). Αντί να μετατρέπουν τις αυξανόμενες εξαγωγές σε αυξανόμενες εισαγωγές, οδηγούν σε επίμονα εμπορικά πλεονάσματα.

Αλλά τα πλεονάσματα σε μια χώρα πρέπει να καλύπτονται από τα ελλείμματα σε μια άλλη χώρα. Από την δεκαετία του 1980, οι Ηνωμένες Πολιτείες υποδέχθηκαν τα πλεονάσματα άλλων χωρών επιτρέποντας την εύκολη μετατροπή τους σε απαιτήσεις επί αμερικανικών περιουσιακών στοιχείων. Ως αποτέλεσμα, το αμερικανικό δολάριο κυριαρχεί στο διεθνές εμπόριο, αλλά η αμερικανική οικονομία αναγκάζεται να απορροφήσει την αδύναμη ζήτηση από το εξωτερικό, είτε με το να αυξάνει την εγχώρια ανεργία είτε, το πιθανότερο, με το να ενθαρρύνει την αύξηση του χρέους της αμερικανικής κυβέρνησης και των νοικοκυριών.

ΤΟ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ ΔΟΛΑΡΙΟ

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει πάντα να έχουν ελλείμματα για να αγκυρώσουν το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα στο δολάριο, όπως πολλοί έχουν υποστηρίξει. Σημαίνει όμως ότι όταν ο κόσμος χρειάζεται αποταμιεύσεις, οι Ηνωμένες Πολιτείες εξάγουν αποταμιεύσεις και πραγματοποιούν εμπορικά πλεονάσματα, και όταν ο κόσμος έχει πλεονάζουσες αποταμιεύσεις, οι Ηνωμένες Πολιτείες εισάγουν αποταμιεύσεις και πραγματοποιούν εμπορικά ελλείμματα.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν το πρώτο από την δεκαετία του 1920 έως την δεκαετία του 1970, μια περίοδο πέντε δεκαετιών, κατά την οποία πολλές χώρες έπρεπε επειγόντως να ανοικοδομήσουν την παραγωγική ικανότητα και τις υποδομές που καταστράφηκαν στους δύο παγκόσμιους πολέμους. Με τα ευρωπαϊκά και ασιατικά εισοδήματα να έχουν καταστραφεί από τις συγκρούσεις, οι χώρες αυτών των περιοχών χρειάζονταν ξένες αποταμιεύσεις για να βοηθήσουν στην ανοικοδόμηση των οικονομιών τους. Επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν το έθνος με το μεγαλύτερο εμπορικό πλεόνασμα στον κόσμο κατά την περίοδο εκείνη, κινήθηκαν γρήγορα για να καλύψουν την ανάγκη αυτή εξάγοντας τις πλεονάζουσες αποταμιεύσεις, καθιερώνοντας το δολάριο ως το κυρίαρχο παγκόσμιο νόμισμα κατά την διαδικασία.

Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970, ωστόσο, οι περισσότερες από τις κορυφαίες οικονομίες του κόσμου είχαν ανασυγκροτηθεί από τις καταστροφές του πολέμου. Τώρα, είχαν τις δικές τους αποταμιεύσεις που έπρεπε να εξάγουν για να ωθήσουν τις οικονομίες τους ακόμη πιο ψηλά. Για άλλη μια φορά, οι Ηνωμένες Πολιτείες τους έκαναν την χάρη: η ανοικτότητά τους σε ξένα κεφάλαια, οι ευέλικτες χρηματοπιστωτικές αγορές τους, και η υψηλής ποιότητας διακυβέρνησή τους σήμαιναν ότι απορρόφησαν μεγάλο μέρος της πλεονάζουσας αποταμίευσης του υπόλοιπου κόσμου. Δεν είναι τυχαίο ότι την δεκαετία του 1970 άρχισαν να μειώνονται τα μεγάλα και επίμονα πλεονάσματα των Ηνωμένων Πολιτειών, τα οποία έδωσαν την θέση τους μέχρι την δεκαετία του 1980 σε μεγάλα και επίμονα ελλείμματα που συνεχίζονται μέχρι σήμερα.

Αυτή η προθυμία να αφήνουν τα κεφάλαια να ρέουν ελεύθερα και να απορροφούν τις ανισορροπίες αποταμίευσης και ζήτησης του υπόλοιπου κόσμου είναι αυτό που στηρίζει τον κυρίαρχο ρόλο του δολαρίου ΗΠΑ. Καμία άλλη χώρα πριν από τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν διαδραμάτισε αυτόν τον ρόλο ούτε καν κοντά στον ίδιο βαθμό, και γι' αυτό κανένα άλλο νόμισμα δεν κυριάρχησε στο διεθνές εμπόριο και στις ροές κεφαλαίων με τον τρόπο που κυριαρχεί σήμερα το δολάριο. Επιπλέον, καμία άλλη χώρα ή ομάδα χωρών -ούτε η Κίνα, η Ιαπωνία, οι BRICS, ή η Ευρωπαϊκή Ένωση- δεν είναι διατεθειμένη να παίξει αυτόν τον ρόλο ή δεν θα μπορούσε να το κάνει χωρίς να αναθεωρήσει δραματικά το χρηματοπιστωτικό της σύστημα, να αναδιανείμει το εγχώριο εισόδημα, να καταργήσει τους κεφαλαιακούς ελέγχους, και να υπονομεύσει τις εξαγωγές -όλα αυτά θα ήταν πιθανότατα εξαιρετικά αποδιοργανωτικά.