Ο χαρακτήρας της διαφωνίας για το όνομα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο χαρακτήρας της διαφωνίας για το όνομα

Πώς Αθήνα και Σκόπια θα προχωρήσουν στο μέλλον

Αυτή η διαφορά, με άλλα λόγια, είναι ριζικά ανισόρροπη. Στο ζήτημα της ονομασίας, η Ελλάδα έχει αγνοήσει από την αρχή την ύπαρξη διεθνών ζητημάτων στο χαρακτήρα του κράτους που ονομάζεται Μακεδονία, με το οποίο η Ελλάδα θα πρέπει τελικά να διαπραγματευθεί. Δημιουργώντας σκάνδαλο, κατά την Ελλάδα επειδή ο άλλος «κλέβει την ιστορία» (όπως στις ταινίες με τον Ιντιάνα Τζόουνς), η Ελλάδα απευθυνόταν πάντα σε κάποιον πέρα από την Μακεδονία για το θέμα της Μακεδονίας: τα κράτη μέλη της ΕΕ, τις ΗΠΑ, τη Βουλγαρία, την Αλβανία, τη Σερβία, τη Ρωσία, τον εγχώριο πληθυσμό, αλλά ποτέ το κράτος με το οποίο έχει τη διαμάχη για το όνομα. Πράγματι, αυτό είναι μέρος του ιστορικού συμπλέγματος των Βαλκανίων των αυτοκρατορικών τοπικών πολιτισμών (ο σερβικός και ο ελληνικός πολιτισμός είχαν τέτοιους ρόλους), των πελατειακών σχέσεων, της αλαζονείας και της δυσαρέσκειας. Ωστόσο παίρνουν συμπαγή διπλωματική μορφή σε αυτή τη διαφωνία επί του ονόματος.

Έτσι, το χαρακτηριστικό της διαφοράς για το όνομα είναι σημαντικό για την κατάληξη, δεδομένου ότι καθορίζει το σύνολο των διπλωματικών τεχνικών της διαμεσολάβησης που δεν θα απαιτούντο σε τέτοιο βαθμό, εφόσον αυτό το χαρακτηριστικό της έλλειψης ισορροπίας δεν ήταν παρόν.

Από την έναρξή της, η διαφορά έχει εξελιχθεί στο εξής τρίπτυχο: οι δύο πλευρές που εμπλέκονται και ένας ισχυρός μεσολαβητής. Το πλαίσιο του διαμεσολαβητή μερικές φορές ήταν «διπλό»: ο μεσολαβητής που καθορίζεται από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, Σάιρους Βανς, και, αργότερα, ο Μάθιου Νίμιτς (σύμφωνα με το ψήφισμα 917) με τους Αμερικανούς στο παρασκήνιο.

Οι θέσεις των δύο πλευρών σχετικά με τη διαμεσολάβηση, είναι επίσης διαφορετικές. Ωστόσο, με το χρόνο, η θέση της «διπλής διαμεσολάβησης» έγινε αποδεκτή ως αναπόφευκτη. Για παράδειγμα, η Ελλάδα πάντα νιώθει άβολα όταν οι Αμερικανοί είναι μεσολαβητές. Η Ελλάδα έχει φτάσει να θεωρήσει τους Αμερικανούς προκατειλημμένους υπέρ της μακεδονικής πλευράς, ενώ σε ευρύτερο πλαίσιο, θα ήθελε να δει τους Αμερικανούς έξω από την περιοχή, και ως εκ τούτου να θέσει την περιοχή στη διάθεση της ΕΕ και, φυσικά, σε μια τέτοια περίπτωση, με την Ελλάδα στην καίρια θέση.
Τούτο επηρεαζόταν επίσης από το ισχυρό αντι-αμερικανικό αίσθημα στην Ελλάδα, η οποία αισθάνεται πολύ πιο άνετα με τη Ρωσία στην περιοχή, από το να έχει τις ΗΠΑ στην περιοχή.

3. Το τρίτο χαρακτηριστικό της διαφωνίας μεταξύ Ελλάδας - Μακεδονίας αφορά στον χαρακτήρα των δύο κρατών και των κοινωνιών τους. Θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε αυτό μια διαφωνία διαφορετικών «αφηγήσεων».

Με άλλα λόγια, η διαφορά μεταξύ των κρατών που εμπλέκονται σε μια διαμάχη δίνει πρόσθετη συγκρουσιακή ενέργεια, ή το αντίστροφο, η ομοιότητα μεταξύ τους κάνει τη διαφωνία να εξελίσσεται με λιγότερο σκληρή μορφή. Στην περίπτωσή μας, έχουμε μια συνεχή διαμάχη ανάμεσα σε δύο χώρες που έχουν πολύ διαφορετικές, ή, ακόμη, συγκρουσιακά αποκλίνουσες κοινωνίες και κράτη.

Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι και οι δύο χώρες είναι δημοκρατίες, στην περίπτωση της Ελλάδας, περιλαμβάνει σχεδόν μια σχιζοφρενική εμμονή στην κατασκευή εθνικά ομοιογενούς ελληνικής κοινωνίας που θα έχει ένα ενιαίο και μοναδικό πολιτισμό. Αυτή η εμμονή συνεπάγεται επίσης σκληρή πίεση εναντίον της ποικιλομορφίας και των μειονοτήτων, στο απόλυτο όριο της παρανομίας. Αντιπροσωπεύει στην Ευρώπη μια άτυπη σκληρότητα και ακαμψία έναντι της πολιτιστικής πολυμορφίας και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, επιμένοντας παράλληλα στην εθνική ομοιογένεια που θεωρείται ως η απόλυτη προϋπόθεση για τη σταθερότητα και τη λειτουργικότητα του κράτους.

Από την άλλη πλευρά, η Μακεδονία είναι το αντίθετο σε κάθε λεπτομέρεια αυτής της εικόνας. Η Μακεδονία είναι μια πολυ-πολιτισμική κοινωνία των πολιτών, που έχει υψηλό επίπεδο ενσωμάτωσης των διαφόρων πολιτισμών στο πολιτικό σύστημα και όλων των προβλημάτων που αυτή φέρνει. Για παράδειγμα, αυτό θα ήταν το μάλλον αργό, διαπραγματευτικό πολιτικό σύστημα λήψης αποφάσεων που μπλοκάρει από μόνο του μερικές φορές και έτσι χρειάζεται διεθνή υποστήριξη και διαμεσολάβηση. Η Μακεδονία αποτελεί μια ανοιχτή κοινωνία ως τα άκρα, έτσι συμπεριλαμβάνει τη συμμετοχή διεθνών εμπειρογνωμόνων του Συμβουλίου της Ευρώπης, της ΕΕ και των ΗΠΑ σε ορισμένες τοπικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Η Μακεδονία έχει, με μεγάλη διαφορά, τα υψηλότερα πρότυπα για τα δικαιώματα των μειονοτήτων στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, δικαιώματα που ξεπερνούν κατά πολύ το σύνηθες πλαίσιο της μειονότητας. Αυτό με τη σειρά του συμβάλλει στη δημιουργία μιας σπάνιας πολυ-πολιτισμικής κοινωνίας και ενός δημοκρατικού πολιτικού συστήματος. Από αυτή την άποψη, η Μακεδονία είναι μια μοναδική περίπτωση στην σκληρή πραγματικότητα του περιβάλλοντος των Βαλκανίων.

Όταν η Ελλάδα βλέπει τη Μακεδονία, βλέπει τον δικό της ελληνικό «εφιάλτη»! Η Ελλάδα βλέπει όλα αυτά που δεν θέλει να είναι και το μόνο που φοβάται να γίνει. Στη συνέχεια, αυτός ο φόβος προβάλλεται και μεταφέρεται με υπέρβαση επιθετικότητας και μισαλλοδοξίας εναντίον της Μακεδονίας.

Πράγματι, οι ξένοι εμπειρογνώμονες δεν μπορούν να καταλάβουν την βασική προέλευση αυτών των Ελλήνων φόβων έναντι μιας μικρής, φιλειρηνικής χώρας όπως η Μακεδονία, αν δεν πετύχουν πλήρως και με σαφήνεια να κατανοήσουν αυτή την προοπτική.

Η Ελλάδα αντιλαμβάνεται τη Μακεδονία ως ένα είδος «πανούκλας ή μόλυνσης» ανεξέλεγκτων εθνικών απαιτήσεων που θα μπορούσαν να διαχυθούν και να εξαπλωθούν στην Ελλάδα, με εύκολο και προβλέψιμο τρόπο. Εάν η Μακεδονία πετυχαίνει και κατασκευάζει ένα λειτουργικό δημοκρατικό σύστημα με τέτοια πλουραλιστική κοινωνία, τότε αυτό θα αποτελέσει μια μεγάλη πρόκληση για εθνοτικά κλειστές κοινωνίες, όπως η ελληνική.

Για την Ελλάδα, η καλύτερη λύση θα ήταν να αποδείξει ότι τέτοια συστήματα, όπως το μακεδονικό, είναι μη λειτουργικά, αδύναμα, εκτεθειμένα σε εκβιασμούς και συνεχώς στα πρόθυρα της εσωτερικής εμπλοκής και της διάλυσης. Το να έχουν μια τέτοια, αδύναμη Μακεδονία στα βόρεια ελληνικά σύνορα, είναι πιθανώς η επιθυμητή ή/και κρυφά, η καλύτερη λύση για την Ελλάδα.