Ο Μόρσι έκανε την κίνησή του | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο Μόρσι έκανε την κίνησή του

Τι σημαίνει η εδραίωση στην εξουσία για το Κάιρο και την Ουάσιγκτον
Περίληψη: 

Η αποστράτευση κορυφαίων στρατιωτικών αξιωματούχων της Αιγύπτου από τν νέο πρόεδρο Μόρσι ακολουθεί ένα γνωστό μονοπάτι. Ο Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ και ο Ανουάρ αλ Σαντάτ έκαναν παρόμοιες κινήσεις για να εδραιώσουν τον έλεγχό τους, όταν ανέβηκαν για πρώτη φορά στην εξουσία. Και όπως εξελίχθηκαν οι κινήσεις του Νάσερ και του Σαντάτ, ο Μόρσι μάλλον θα οδηγήσει σε μια αναπροσαρμογή της εξωτερικής πολιτικής.

Ο STEVEN A. COOK είναι βασικός συνεργάτης στην έδρα Hasib J. Sabbagh για Σπουδές επί της Μέσης Ανατολής στο Council on Foreign Relations.

Στα μέσα Αυγούστου, ο πρόεδρος της Αιγύπτου Μοχάμεντ Μόρσι απέλυσε τον Μοχάμεντ Χουσεΐν Ταντάουι, τον υπουργό Άμυνας, και τον αρχιστράτηγο Σάμι Χαφέζ Ενάν, τον αρχηγό του επιτελείου των ενόπλων δυνάμεων. Ακύρωσε επίσης το συνταγματικό διάταγμα του στρατού της 17ης Ιουνίου, το οποίο αφαιρούσε σημαντικά προνόμια εθνικής ασφάλειας και άμυνας από την προεδρία. Η κίνησή του αποτέλεσε ένα σοκ. Ωστόσο, ο Μόρσι κάνει ό,τι ο οποιοσδήποτε συνετός εθνικός ηγέτης θα έκανε με την ανάληψη των καθηκόντων του – εδραιώνει την εξουσία του.

Το επόμενο διάστημα, ένα μεγάλο μέρος των σχολίων σχετικά με το παιχνίδι του Μόρσι θα επικεντρωθεί στο τι αυτό σημαίνει για τη μετάβαση της Αιγύπτου, ιδιαίτερα την πορεία των πολιτικο-στρατιωτικών σχέσεων, οι οποίες ευνόησαν τις ένοπλες δυνάμεις τα τελευταία 60 χρόνια. Εξίσου σημαντικό, όμως, είναι το πώς οι αλλαγές στην ανώτατη στρατιωτική διοίκηση της Αιγύπτου θα μεταβάλλουν τους δεσμούς της χώρας του με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αν κάποιο ιστορικό προηγούμενο αποτελεί οδηγό, το ταρακούνημα της κορυφής του αιγυπτιακού Υπουργείου Άμυνας από τον Μόρσι θα ακολουθηθεί από έναν στρατηγικό αναπροσανατολισμό μεταξύ Καΐρου και Ουάσιγκτον.

Όταν ανέλαβαν την εξουσία τον Ιούλιο του 1952, ο Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ και οι συνάδελφοί του Ελεύθεροι Αξιωματικοί (με μερικές αξιοσημείωτες εξαιρέσεις) ήταν πρόθυμοι να συμμετάσχουν σε μια δυτική συμμαχία ασφαλείας. Και από την πλευρά της, η κυβέρνηση Αϊζενχάουερ θεώρησε τους νέους ηγέτες της Αιγύπτου ως δυνητικά σημαντικούς συμμάχους στην αντιμετώπιση της Σοβιετικής Ένωσης. Η αμερικανική πρεσβεία στο Κάιρο βοήθησε τόσο τον Νάσερ όσο και τον Μοχάμαντ Ναγκίμπ που ήταν η βιτρίνα των Ελεύθερων Αξιωματικών. Παράλληλα, η Ουάσιγκτον άρχισε να βοηθά το Κάιρο να αναπτύξει τη δική του μυστική υπηρεσία πληροφοριών. Το καλοκαίρι του 1954, ο Νάσερ ζήτησε 100 εκατομμύρια δολάρια στρατιωτικής και οικονομικής βοήθειας από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Ουάσιγκτον δίστασε, προσφέροντας αντ' αυτού 40 εκατομμύρια δολάρια. Η κίνηση έσπειρε δυσπιστία και θυμό μεταξύ των Αιγυπτίων, αλλά δεν οδήγησε σε μια ολοκληρωτική προσβολή των σχέσεων.

Κατά τη διάρκεια των επόμενων έξι μηνών, όμως, τα πράγματα ξίνισαν. Οι Ελεύθεροι Αξιωματικοί αποτίναξαν τα τελευταία προβλήματα που ενοχλούσαν το νέο καθεστώς τους, κυρίως τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, και ο Νάσερ εδραίωσε την προσωπική του δύναμη. Ως μέρος αυτής της πίεσης, το Κάιρο έγινε ολοένα και μεγαλύτερης επιρροής μέλος του Κινήματος των Αδεσμεύτων και ακολούθησε μια εξωτερική πολιτική «θετικής ουδετερότητας». Το σχέδιο περιελάμβανε το να βάζουν τις μεγάλες δυνάμεις να ανταγωνίζονται μεταξύ τους προς όφελος της Αιγύπτου. Ένα μέρος αυτού του παιχνιδιού ήταν να μαζεύουν όπλα από χώρες εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών, κάτι το οποίο οδήγησε στην «συμφωνία των τσέχικων όπλων» το 1955 - τη μεγαλύτερη μεταφορά οπλισμού σε οποιαδήποτε χώρα της Μέσης Ανατολής εκείνη την εποχή, που σηματοδότησε την μετατόπιση του Νάσερ στη σοβιετική τροχιά.

Μετά το θάνατο του Νάσερ, η εδραίωση της εξουσίας και η γεω-στρατηγική στροφή από τον Ανουάρ Σαντάτ ήταν ακόμη πιο έντονη από ό, τι είχε κάνει ο προκάτοχός του. Ως προϋπόθεση για να είναι υποψήφιος πρόεδρος το 1970, οι κατέχοντες πολιτική επιρροή στην Αραβική Σοσιαλιστική Ένωση (ASU) - το κόμμα που δημιουργήθηκε το 1962 για να διαχειριστεί την κατάσταση και να χρησιμεύσει ως πηγή ενέργειας για τον Νάσερ – ανάγκασαν τον Σαντάτ να αποδεχθεί κάποια όρια στη δική του προεδρική εξουσία. Το πιο σημαντικό από αυτά ήταν ένας όρος ότι θα κυβερνά συλλογικά, πράγμα που σήμαινε ότι θα έπρεπε να εξασφαλίζει τη συμφωνία της Ανώτατης Εκτελεστικής Επιτροπής της ASU και της Κεντρικής Επιτροπής για όλες τις σημαντικές πολιτικές πρωτοβουλίες.

Μέχρι το Μάιο του 1971, ωστόσο, ο Σαντάτ είχε βρει αρκετή υποστήριξη, ιδίως μεταξύ των στρατιωτικών και των αξιωματικών της αστυνομίας, για να εκδιώξει τους τέσσερις άνδρες που είχαν προσπαθήσει να περιορίσουν τη δύναμή του: τον στρατηγό Sharawi Guma, υπουργό Εσωτερικών, τον Sami Sharaf, υπουργό για τις προεδρικές υποθέσεις, τον Ali Sabri, επικεφαλής της ASU και τον στρατηγό Fawzi Mohamed, υπουργό Πολέμου. Οι αξιωματικοί τους οποίους προώθησε ο Σαντάτ για την πλήρωση των κενών θέσεων ήταν όλοι σεβαστοί επαγγελματίες επικεντρωμένοι στην επικείμενη μάχη με το Ισραήλ, το οποίο εκείνη την εποχή κατέλαβε την χερσόνησο του Σινά. Σίγουρα, ο Σαντάτ αντιμετώπισε προκλήσεις - δηλαδή, από τον υπουργό Πολέμου που διάλεξε, τον στρατηγό Muhammad Sadiq, λόγω διαφορών στον σχεδιασμό του πολέμου. Όμως, μετά την απόλυση του Sadiq και την επιτυχή διέλευση της διώρυγας του Σουέζ το 1973, ο Σαντάτ έγινε αυτεξούσιος. Από τότε, ήταν σε θέση να ξεκινήσει ριζικές αλλαγές στην εξωτερική πολιτική του Καΐρου. Στον απόηχο του πολέμου του Οκτωβρίου, ο Σαντάτ έφυγε από τη σφαίρα επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης - η οποία, με πολλούς τρόπους, είχε βοηθήσει να γίνει δυνατή η επιτυχία της Αιγύπτου στον εναρκτήριο γύρο της σύγκρουσης - υπέρ της στρατηγικής ευθυγράμμισης με τις Ηνωμένες Πολιτείες.