Η στιγμή τής αλήθειας για την ουκρανική αντιπολίτευση | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η στιγμή τής αλήθειας για την ουκρανική αντιπολίτευση

Τι σημαίνει η παραίτηση του Μίκολα Αζάροφ για την Euromaidan
Περίληψη: 

Ο πρωθυπουργός τής Ουκρανίας παραιτήθηκε την Τρίτη. Μπορεί να φαινόταν σαν μια τέλεια ευκαιρία για τους τρεις ηγέτες τής αντιπολίτευσης στην Ουκρανία να παρέμβουν και να πάρουν την θέση του. Αντ’ αυτού, τους έβαλε σε δύσκολη θέση.

Η ANNABELLE CHAPMAN είναι δημοσιογράφος που γράφει από την Πολωνία και την Ουκρανία. Ακολουθείστε την στο Twitter @AB_Chapman.

Μετά από μακρές ημέρες συγκρούσεων στους δρόμους, που οδήγησαν στους πρώτους θανάτους από τότε που ξεκίνησαν οι αντικυβερνητικές διαδηλώσεις τον Νοέμβριο (αφότου ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βίκτορ Γιανουκόβιτς αρνήθηκε να υπογράψει μια συμφωνία σύνδεσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση), ο Γιανουκόβιτς έστειλε το σήμα αυτή την εβδομάδα ότι ίσως είναι έτοιμος να αναγνωρίσει μερικές από τις απαιτήσεις τής αντιπολίτευσης. Την Δευτέρα, ανακοίνωσε ο ίδιος ότι οι νόμοι κατά των διαδηλώσεων που είχε περάσει η κυβέρνησή του στις 16 Νοεμβρίου θα καταργηθούν. Στη συνέχεια, την Τρίτη, ο πρωθυπουργός Mykola Azarov παραιτήθηκε. Εκ πρώτης όψεως, αυτό μπορεί να φαινόταν σαν μια τέλεια ευκαιρία για τους τρεις ηγέτες τής αντιπολίτευσης στην Ουκρανία - Vitali Klitschko, Oleh Tyahnybok και Arseniy Yatsenyuk - να παρέμβουν και να πάρουν την θέση του. Αντ’ αυτού, η παραίτηση τους έβαλε σε δύσκολη θέση και υπογράμμισε τις εντάσεις μεταξύ αυτών και των διαδηλωτών.

Θα μπορούσε να είναι ακριβώς αυτό που ήθελε ο Γιανουκόβιτς το προηγούμενο Σάββατο, όταν πρόσφερε την θέση τού Αζάροφ στην αντιπολίτευση. Κατέδειξε τον Γιάτσενιουκ, ο οποίος ηγείται του κόμματος «Πατρίδα» τής φυλακισμένης Γιούλια Τιμοσένκο, ως δυνητικό πρωθυπουργό, και τον Κλίτσκο, τον παγκόσμιο πρωταθλητή πυγμαχίας και ηγέτη τού UDAR (της Ουκρανικής Δημοκρατικής Συμμαχίας για τη Μεταρρύθμιση, με αρχικά που αν διαβαστούν ως λέξη σημαίνουν «γροθιά»), ως αναπληρωτή πρωθυπουργό για τις ανθρωπιστικές υποθέσεις. Η ανακοίνωση δεν έγινε δεκτή με μεγάλο ενθουσιασμό στην πλατεία Ανεξαρτησίας τού Κιέβου, που είναι γνωστή ως Μαϊντάν. Όταν οι ηγέτες τής αντιπολίτευσης βγήκαν μετά από τρεις ώρες συνομιλιών με τον Γιανουκόβιτς, και φάνηκε ότι απορρίπτουν την προσφορά, προέκυψε ένας στεναγμός ανακούφισης. «Δεν υπάρχει συμφωνία @ua_yanukovych [1], θα τελειώσουμε αυτό που ξεκινήσαμε», έγραψε στο Tweeter ο Γιάτσενιουκ [2], αργότερα εκείνο το βράδυ, στa αγγλικά. «Ο λαός αποφασίζει ποιοι θα είναι οι ηγέτες μας, όχι εσύ».

Παρ’ όλη την παλικαροσύνη, όμως, ο Γιάτσενιουκ και ο Κλίτσκο είναι σε δύσκολη θέση. Η απόρριψη της συμφωνίας με τον Γιανουκόβιτς θα τους κάνει να φαίνονται απρόθυμοι να διαπραγματευτούν. Στο κάτω-κάτω, για κάποιους Ουκρανούς, η προσφορά μπορεί να φαίνεται σαν μια ευπρόσδεκτη ευκαιρία να μειωθούν οι εντάσεις μετά την χειρότερη εβδομάδα συγκρούσεων από τότε που άρχισαν οι διαδηλώσεις. Αλλά, η αποδοχή τής συμφωνίας θα στιγμάτιζε τους Γιάτσενιουκ και Κλίτσκο ως προδότες στα μάτια των διαδηλωτών, πολλοί από τους οποίους έχουν μείνει έξω στο κρύο για εβδομάδες. Επίσης, θα έβλαπτε τις πιθανότητές τους να νικήσουν τον Γιανουκόβιτς στις προεδρικές εκλογές τού επόμενου έτους.

Η ανακούφιση των διαδηλωτών υπογραμμίζει την έλλειψη εμπιστοσύνης στους ηγέτες τής αντιπολίτευσης, για τους οποίους φοβούνταν ότι θα μπορούσαν να υποκύψουν στο παζάρι τού Γιανουκόβιτς και στη συνέχεια να αφομοιωθούν από αυτόν. Δεν βρίσκονται στο Μαϊντάν επειδή είναι υπέρ τού Κλίτσκο ή υπέρ τού Γιάτσενιουκ, αλλά επειδή είναι εναντίον τού Γιανουκόβιτς και θέλουν πρόωρες εκλογές. Είναι αλήθεια ότι το Μαϊντάν δεν θα πεθυμήσει τον Αζάροφ, καθώς είναι ο στόχος πολλών αστείων και έχει εξοργίσει περαιτέρω τον κόσμο με τους ισχυρισμούς του ότι οι Αρχές δεν είχαν καμία σχέση με τους θανάτους την περασμένη εβδομάδα. Αλλά, η οργή των διαδηλωτών επικεντρώνεται στον Γιανουκόβιτς, και είναι πιθανό ότι πολλοί δεν θα πάνε στο σπίτι τους μέχρι να ανατραπεί.

Η προσφορά τού Γιανουκόβιτς θα μπορούσε επίσης να ανακινήσει αντιπαλότητες μεταξύ των τριών ηγετών τής αντιπολίτευσης, οι οποίοι συνασπίστηκαν μετά τις βουλευτικές εκλογές τού 2012. Ακόμη και πριν από την συμφωνία, διασπάστηκαν για το ποιος θα κατέβει στις εκλογές το 2015: θα υπάρχει ένας κοινός υποψήφιος της αντιπολίτευσης ή και οι τρεις; Στον Κλίτσκο, τον οποίο οι αρχικές δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι έχει την καλύτερη ευκαιρία να νικήσει τον Γιανουκόβιτς σε μια προεδρική αντιπαράθεση, προσφέρθηκε μόνο η μέτρια θέση τού αναπληρωτή πρωθυπουργού για τις ανθρωπιστικές υποθέσεις. Η ανώτερη θέση προσφέρθηκε στον πιο έμπειρο αλλά και λιγότερο δημοφιλή, Γιάτσενιουκ.

Εν τω μεταξύ, ο Τιάνιμποκ, ο ηγέτης τού εθνικιστικού κόμματος Svoboda («Ελευθερία»), έμεινε απ’ έξω. Αντί να επιτρέψει στον Κλίτσκο και στον Γιάτσενιουκ να αποστασιοποιηθούν από τον ακροδεξιό ηγέτη, η συμφωνία θα έδινε την δυνατότητα στον Τιάνιμποκ να ανακηρύξει τον εαυτό του ως τον μοναδικό ηγέτη τής αντιπολίτευσης που εξακολουθεί να είναι πιστός στους διαδηλωτές. Οι ακραίες δεξιές απόψεις περιορίζονται σε μια μειονότητα των διαδηλωτών. Ωστόσο, η αποχώρηση των μετριοπαθών πολιτικών, όπως ο Κλίτσκο και ο Γιάτσενιουκ θα μπορούσε να καταστήσει ευκολότερο για τον Τιάνιμποκ και σε ακόμη πιο ριζοσπαστικές δυνάμεις, όπως το Pravyy Sektor (Δεξιός Τομέας), μια χαλαρή συμμαχία εθνικιστικών οργανώσεων που κέρδισε την προσοχή κατά την διάρκεια των συγκρούσεων την περασμένη εβδομάδα, να προσπαθήσει και τελικά να κυριαρχήσει στις διαδηλώσεις.

Στην κορυφή αυτών των κινδύνων, η αποδοχή τής προσφοράς τού Γιανουκόβιτς δεν θα έδινε στην αντιπολίτευση πολλά περιθώρια για δράση ούτως ή άλλως, δεδομένου ότι το σημερινό σύνταγμα της Ουκρανίας δίνει περιορισμένη εξουσία στον πρωθυπουργό. Κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, ο Γιανούκοβιτς δήλωσε ότι θα ήταν πρόθυμος να επιστρέψει στο ουκρανικό σύνταγμα του 2004, το οποίο καταργήθηκε το 2010. Αυτό ήταν ένα από τα αιτήματα της αντιπολίτευσης, καθώς θα ενισχύσει τον πρωθυπουργό σε βάρος τού προέδρου. (Ο Τιάνιμποκ [3] λέει ότι το κόμμα του, Svoboda, αντιτίθεται σε αυτή την κίνηση). Ο Γιάτσενιουκ έχει δηλώσει ότι προτιμά τον σχηματισμό μιας συνταγματικής επιτροπής που θα εξετάσει αναθεωρήσεις στο σημερινό σύνταγμα.