Οι Αιγύπτιοι δικαστές εφορμούν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι Αιγύπτιοι δικαστές εφορμούν

Η καταστολή τής Μουσουλμανικής Αδελφότητας εισέρχεται σε μια νέα φάση
Περίληψη: 

Το δικαστικό σώμα κάποτε ενεργούσε ως τροχοπέδη απέναντι στις πιο καταπιεστικές ορμές των καθεστώτων. Τώρα, όμως, ηγείται της καταστολής τής Μουσουλμανικής Αδελφότητας.

Ο NATHAN J. BROWN είναι καθηγητής Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Υποθέσεων στο Πανεπιστήμιο George Washington University και εξωτερικός βασικός συνεργάτης στο Carnegie Endowment for International Peace.
Η MICHELE DUNNE είναι βασική συνεργάτις στο Carnegie Endowment for International Peace.

Μετά από μια αστραπιαία δίκη στην πόλη al-Minya, η αγχόνη απειλεί 529 Αιγύπτιους. Οι άνδρες, φερόμενοι ως μέλη τής Μουσουλμανικής Αδελφότητας, είχαν καταδικαστεί για την δολοφονία ενός αστυνομικού τον περασμένο Αύγουστο σε ταραχές που ξέσπασαν αφότου οι αιγυπτιακές δυνάμεις ασφαλείας διέλυσαν βίαια δύο καθιστικές διαμαρτυρίες στο Κάιρο από υποστηρικτές τού ανατραπέντος προέδρου Μοχάμεντ Μόρσι, σκοτώνοντας πάνω από 800 άτομα. Η δίκη και καταδίκη, που πραγματοποιήθηκαν σε σύντομες συνεδρίες, με τους συνηγόρους υπεράσπισης να μην είναι σε θέση να παρουσιάσουν τα επιχειρήματά τους, μπορεί να μοιάζουν με μια απλή επιστροφή στο είδος τής καταπίεσης που υπήρχε πριν από την εξέγερση της Αιγύπτου το 2011. Αλλά στην πραγματικότητα σηματοδοτούν μια νέα φάση στον αγώνα δεκαετιών μεταξύ του αιγυπτιακού κράτους και της παλαιότερης και μεγαλύτερης ισλαμικής ομάδας τής χώρας. Στο τέλος, τόσο η κυβέρνηση όσο και η Μουσουλμανική Αδελφότητα - μαζί με τον αιγυπτιακό λαό τον οποίο η κάθε πλευρά θεωρεί ότι εκπροσωπεί - θα είναι οι χαμένοι.

Για πάνω από μισό αιώνα, οι κυβερνήτες τής Αιγύπτου προσπάθησαν πότε να συντρίψουν και πότε να χρησιμοποιήσουν τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Εκείνοι που ευνοούσαν την καταστολή μερικές φορές χρησιμοποιούσαν νομικά μέσα: έβγαλαν εκτός νόμου την ομάδα, έθεσαν τα κηρύγματα στο τζαμί υπό κρατικό έλεγχο, συμπεριλαμβανομένων των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με το ποιοί θα μπορούσαν να κηρύττουν και τι θα μπορούσαν να λένε, και παρακολούθησαν στενά την φιλανθρωπική δραστηριότητα. Αλλά τις περισσότερες φορές, διαδοχικά αιγυπτιακά καθεστώτα είχαν την τάση να χρησιμοποιούν σκληρά μέτρα, σε μεγάλο βαθμό κατά παράβασιν του νόμου. Ο ιδρυτής τού κινήματος, Χασάν αλ-Μπάνα, δεν συνελήφθη ούτε δικάστηκε. Πυροβολήθηκε κι έπεσε νεκρός το 1949, πιθανόν από την αιγυπτιακή αστυνομία ως εκδίκηση για τις βίαιες δραστηριότητες της Αδελφότητας εκείνη την περίοδο. Η κορύφωση τής καταστολής ήρθε στην δεκαετία τού 1950 και του 1960, υπό την προεδρία τού Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ, ο οποίος έστησε ψευτο-δικαστήρια για να στείλει κάποιους ηγέτες τής Αδελφότητας στην αγχόνη και χιλιάδες άλλους στις φυλακές.

Οι διάδοχοί του, ο Ανουάρ Σαντάτ και ο Χόσνι Μουμπάρακ, ακολούθησαν μια διαφορετική προσέγγιση, προτιμώντας να περιορίσουν την Αδελφότητα, αντί να προσπαθήσουν να την εξαλείψουν. Για αμφότερους τους ηγέτες, ο στόχος ήταν να κρατήσουν τους ισλαμιστές στην επιφάνεια, όπου θα μπορούσαν να παρακολουθούνται και να αποστραγγίζονται από την στήριξη σκοτεινών ριζοσπαστικών ομάδων που επικροτούν την χρήση βίας, την οποία η Αδελφότητα απέφευγε από την δεκαετία τού 1960. Τα καθεστώτα Σαντάτ και Μουμπάρακ επέτρεψαν στην Αδελφότητα να ανοίξει κεντρικά γραφεία και σε ορισμένους από τους ιθύνοντές της να προβούν σε κοινωνικές, οικονομικές και φιλανθρωπικές δραστηριότητες. Τους επέτρεψαν ακόμη και βάλουν υποψηφιότητα για το κοινοβούλιο ως ανεξάρτητοι ή μέσα σε κοσμικά πολιτικά κόμματα, εφόσον συμφωνούσαν να χάσουν τις περισσότερες εκλογικές μάχες. Αλλά, την ίδια στιγμή, και τα δύο καθεστώτα παρενοχλούσαν τους ηγέτες τής Αδελφότητα, ερευνούσαν τις επιχειρηματικές συναλλαγές τους, συγκέντρωναν τους οπαδούς τους και διέλυαν τις συνεδριάσεις τους, αν γίνονταν πολυπληθείς.

Και, ακριβώς όπως και ο προκάτοχός τους, συχνά λειτουργούσαν εκτός των κανονικών νομικών διαύλων και των θεσμών. Ο Σαντάτ, ο οποίος ήταν ένας από τους δικαστές στα ψευτο-δικαστήρια του Νάσερ, ανέπτυξε μια νέα ομάδα ειδικών δικαστηρίων για την ασφάλεια και την προστασία τής κοινωνίας από την «επαίσχυντη συμπεριφορά», όπως την καθόριζε το καθεστώς. Υπό τον Μουμπάρακ, η νασερική καταπάτηση του νόμου έδωσε την θέση της σε ένα πιο τακτοποιημένο σύνολο διαδικασιών και δομών: δικαστήρια κρατικής ασφάλειας, στρατοδικεία και φυλακίσεις που κρατούσαν το γράμμα αλλά όχι το πνεύμα τού νόμου. Για παράδειγμα, αν οι συγγενείς μπορούσαν να ανακαλύψουν το πού κρατείται το μέλος τής οικογένειάς τους, μπορούσαν να προσφύγουν στα δικαστήρια για μια εντολή απελευθέρωσης. Αν κέρδιζαν την υπόθεση, ο κατηγορούμενος αφηνόταν ελεύθερος - και στη συνέχεια αμέσως συλλαμβανόταν εκ νέου από άλλον οργανισμό ασφάλειας.

Οι πιο πρόσφατες κινήσεις τής αιγυπτιακής κυβέρνησης κατά της Αδελφότητας μπορεί λοιπόν να φαίνονται σαν μια επανάληψη των ιστορικών προτύπων, αλλά από την ανάποδη. Η Αδελφότητα για μικρό χρονικό διάστημα απέκτησε νομική υπόσταση μετά την εξέγερση το 2011 – της δόθηκε η δυνατότητα μέχρι και να σχηματίσει ένα πολιτικό κόμμα. Στη συνέχεια, το δικαστήριο της έκλεψε την εν λόγω υπόσταση για άλλη μια φορά. Το υπουργικό συμβούλιο την χαρακτήρισε τρομοκρατική οργάνωση τον περασμένο Δεκέμβριο, παρ’ όλο που η κυβέρνηση δεν έχει ακόμη αποδείξει την διασύνδεσή της με βίαιες επιθέσεις. Η απλή συμμετοχή στην Αδελφότητα είναι παράνομη, και οι δυνάμεις ασφαλείας αποφασίζουν το ποιος ακριβώς ανήκει στην ομάδα. Στην πρόσφατη ετυμηγορία στην al-Minya, υπήρξαν αναφορές ότι κάποιοι από αυτούς που καταδικάστηκαν σε κρεμάλα είχαν ήδη αποβιώσει όταν διεπράχθη το έγκλημα.