Πέρα από το ΑΕΠ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πέρα από το ΑΕΠ

Τι παραβλέπει η μέτρηση των οικονομικών επιδόσεων σχετικά με τις… οικονομικές επιδόσεις

Η παραγωγικότητα, με τη σειρά της, μπορεί να μην είναι τόσο σημαντικό μέτρο όπως φαινόταν κάποτε. Όπως έχει γράψει ο γκουρού τής τεχνολογίας, Kevin Kelly, «Γενικά κάθε εργασία που μπορεί να μετρηθεί με τις μετρήσεις τής παραγωγικότητας - παραγωγή ανά ώρα - είναι ένα έργο που θέλουμε αυτοματοποίηση για να το κάνουμε. Με λίγα λόγια, η παραγωγικότητα είναι για τα ρομπότ. Οι άνθρωποι υπερέχουν σε σπατάλη χρόνου, πειραματισμό, παιχνίδι, δημιουργία και εξερεύνηση». Ο Kelly είναι άνετος με την ιδέα των ρομπότ που θα κάνουν περισσότερη δουλειά για μας. Άλλοι δεν είναι. Ως απάντηση στο Race Against the Machine του Erik Brynjolfsson, ενός καθηγητή Οικονομικών στο ΜΙΤ, και του Andrew McAfee, του βασικού ερευνητή στο Κέντρο για τις Digital Business στο MIT, ο Paul Krugman στην στήλη του στους New York Times έγραψε, «Αυτό που είναι εντυπωσιακό στα παραδείγματά τους είναι ότι πολλές από τις θέσεις εργασίας που έχουν εκτοπιστεί είναι υψηλής ειδίκευσης και υψηλών μισθών. Η αρνητική πλευρά τής τεχνολογίας δεν περιορίζεται στους ταπεινούς εργαζομένους. Ωστοσο, μπορεί η καινοτομία και η πρόοδος να βλάψουν πραγματικά μεγάλο αριθμό εργαζομένων, ίσως ακόμη και τους εργαζομένους γενικά; Μου συμβαίνει συχνά να αντιμετωπίζω ισχυρισμούς ότι αυτό δεν μπορεί να συμβεί. Αλλά, η αλήθεια είναι ότι μπορεί, και σοβαροί οικονομολόγοι έχουν επίγνωση αυτής της δυνατότητας για σχεδόν δύο αιώνες». Ο Krugman έχει δίκιο. Κατά την διάρκεια της βιομηχανικής επανάστασης, οι νέοι αργαλειοί και τα ελαιοτριβεία έβαλαν σε μειονεκτική θέση εξειδικευμένους τεχνίτες.

Όταν πρόκειται για την αυτοματοποίηση και τον εκτοπισμό από την εργασία, έχουμε την τάση να αντιπαθούμε την αύξηση της παραγωγικότητας. Ωστόσο, τα robots σήμερα θα έχουν τελικά τα ίδια αποτελέσματα για την οικονομία, όπως τα ατμοκίνητα ελαιοτριβεία το 19ο αιώνα. Τα ρομπότ είναι ένα νέο είδος κεφαλαιουχικού εξοπλισμού, και η αξία τους θα πηγαίνει αρχικά στους κατόχους τού εν λόγω κεφαλαίου. Με την πάροδο του χρόνου, ωστόσο, κάθε πρόσωπο που εργάζεται θα επωφεληθεί από το περισσότερο κεφάλαιο με το οποίο θα κάνει την δουλειά του, ακριβώς όπως ένας υφαντής θα μπορούσε να παράγει περισσότερα με μηχανικό αργαλειό από ό, τι με έναν χειροκίνητο στο σπίτι του. Και αυτό θα μεταφραστεί άμεσα σε υψηλότερη παραγωγικότητα της εργασίας και - αν οι εργαζόμενοι αποκτήσουν τις απαραίτητες δεξιότητες και η κοινωνία μπορέσει να διαχειριστεί την εισοδηματική ανισότητα – σε υψηλότερους μισθούς για όλους. Προς το παρόν, η αύξηση της εισοδηματικής ανισότητας έχει συνοδεύσει τις αυξήσεις της παραγωγικότητας που συνδέονται με τις ψηφιακές τεχνολογίες, υποδεικνύοντας ότι τα κέρδη δεν είναι ευρέως διαμοιρασμένα, αλλά δεν υπάρχει κανένας λόγος να πιστεύουμε ότι οπωσδήποτε δεν θα μπορούσε να γίνει έτσι.

Ένα συναφές ζήτημα είναι το πώς να μετρηθεί η αξία ενός άυλου προϊόντος ή υπηρεσίας, ενός καθαρά ψηφιακού αντικειμένου, όπως οι μηχανές αναζήτησης, οι εφαρμογές, οι ηλεκτρονικές «ανοικτές» εγκυκλοπαίδειες, και ούτω καθ’ εξής. Αυτά έχουν συχνά μια μηδενική τιμή και, χωρίς τιμή αγοράς, δεν καταγράφονται στα στατιστικά στοιχεία τού ΑΕΠ. Όπως οι Brynjolfsson και Adam Saunders, της Σχολής Wharton, στο Πανεπιστήμιο της Pennsylvania, το έθεσαν σε μια πρόσφατη έκθεση που απηχεί τον Solow, «Βλέπουμε την επιρροή τής εποχής τής πληροφορίας παντού, εκτός από τα στατιστικά στοιχεία του ΑΕΠ». Έτσι, για παράδειγμα, τα στοιχεία των πωλήσεων της βιομηχανίας τής μουσικής έχουν μειωθεί σε όρους δολαρίου, αλλά υπάρχουν σχεδόν σίγουρα περισσότεροι άνθρωποι, όχι λιγότεροι, που ακούνε μουσική. Το χάσμα ανάμεσα σε αυτό που ο καταναλωτής πληρώνει και στην αξία που αυτός ή αυτή λαμβάνει από την αγορά ονομάζεται «πλεόνασμα του καταναλωτή», και η αυξανόμενη επικράτηση των αγαθών και υπηρεσιών που δεν έχουν τιμή φαίνεται να αυξάνει το πλεόνασμα του καταναλωτή.

Όλα αυτά οδηγούν στην αίσθηση ότι διευρύνεται ανησυχητικά πολύ το χάσμα μεταξύ αυτών που μετρά το ΑΕΠ και της συνολικής οικονομικής ευημερίας. Ο Brynjolfsson και ο JooHee Oh, ένας μεταδιδακτορικός συνεργάτης στο MIT, εκτιμούν ότι υπήρξε ένα μη καταγεγραμμένο «πλεόνασμα του καταναλωτή» περίπου 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων το χρόνο για μια δεκαετία, που προέκυψε από την πρόσβαση σε δωρεάν online υπηρεσίες, όπως το Facebook, το Wikipedia, το Craigslist και το Google. Ο Hal Varian, ο επικεφαλής οικονομολόγος τής Google, εκτιμά ότι η δωρεάν υπηρεσία αναζήτησης της Google αξίζει 150 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο για τους χρήστες. Φυσικά θα έλεγε κάτι τέτοιο, αλλά οι υπολογισμοί του φαίνονται λογικοί. Ο οικονομολόγος Michael Mandel ισχυρίστηκε ότι τα δεδομένα ή οι πληροφορίες, θα πρέπει να προστεθούν ως μια τρίτη κατηγορία στα αγαθά και τις υπηρεσίες. Ο ίδιος εκτιμά ότι η τρίτη κατηγορία θα προσθέσει 0,6 ποσοστιαίες μονάδες στην αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ των ΗΠΑ το 2012 - μια σημαντική διαφορά.

Οι στατιστικολόγοι πρέπει να αρχίσουν να σκέπτονται πώς να μετρήσουν καλύτερα την παραγωγή και την κατανάλωση πληροφοριών, ψηφιακών προϊόντων, που προσφέρουν αξία στους καταναλωτές. Επειδή το ΑΕΠ μετρά μόνο νομισματικές συναλλαγές, τα νέα δωρεάν επιχειρηματικά μοντέλα δεν έχουν μετρηθεί τόσο καλά. Υπήρξαν πάντοτε δωρεάν αλλά και πολύτιμες δραστηριότητες, από τις δημόσιες βιβλιοθήκες μέχρι τους περιπάτους στην εξοχή. Η διαφορά τώρα είναι η κλίμακα και το πόσο αλληλένδετες είναι οι μη χρηματικές δραστηριότητες με τις παραδοσιακές επιχειρήσεις, όπως υπολογίζονται στο ΑΕΠ.

ΚΡΑΤΗΣΕ ΚΑΤΙ ΓΙΑ ΑΡΓΟΤΕΡΑ

Το ΑΕΠ μετρά την αύξηση της παραγωγής των αγαθών και υπηρεσιών στην πάροδο του χρόνου, χωρίς να εξηγεί πλήρως κατά πόσον η αύξηση έρχεται σήμερα σε βάρος τής ανάπτυξης στο μέλλον.