Βουβά κόμματα σε μια Ευρώπη που βράζει | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Βουβά κόμματα σε μια Ευρώπη που βράζει

Τα μεγάλα διακυβεύματα και η κοντόφθαλμη προεκλογική ρητορική

Η ΕΕ ήδη κινείται σε τροχιά πολυεπίπεδων ανισοτήτων. Τόσο σε επίπεδο εθνικών κρατών όσο και εθνικών οικονομικών, η διευρυνόμενη ανισότητα αποτελεί εστία κινδύνων καθώς το ευρωπαϊκό διευθυντήριο φαίνεται ότι έχει αποδεχθεί το γεγονός ότι για την Ευρώπη τού 21ου αιώνα η ανισότητα θα πρέπει να γίνει ο πυλώνας τής ανάπτυξης, τόσο σε κεντρικό όσο και σε περιφερειακό επίπεδο. Αυτό άλλωστε που γίνεται φανερό είναι ότι σε κεντρικό επίπεδο, η μοναδική πολιτική που έχει εφαρμοστεί προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ανισότητα είναι αυτή της πολιτικής διαχείρισής της. Η Ιρλανδία, η Ισπανία και η Πορτογαλία, αλλά και ο δανεισμός τής Ελλάδας από τις διεθνείς αγορές, αποδείχθηκαν ότι το μόνο που πρόσφεραν ήταν η διαχείριση τόσο της κοινής γνώμης σε εθνικό επίπεδο όσο και ο εξωραϊσμός τού ορθόδοξου γερμανικού οικονομικού δόγματος, που αποτελεί τον συνδυασμό της δημοσιονομικής σταθερότητας με τον οικονομικό εθνικό καταμερισμό.

Όσο και αν προσπαθούν να αλλοιώσουν την ιστορία, η γηραιά ήπειρος ήταν η κοιτίδα όλων των μεγάλων κοινωνικών εξεγέρσεων από τον 18ο αιώνα έως και σήμερα, καθώς οι Ευρωπαίοι στην πορεία τριών αιώνων προσπάθησαν να διεκδικήσουν όχι μόνο τα ατομικά δικαιώματά τους, αλλά και την κοινωνική ταυτότητα της ηπείρου. Στην συγκεκριμένη χρονική συγκυρία όπου γίνεται συνειδητή προσπάθεια ανατροπής των δεδομένων αυτών, θα περίμενε κανείς ότι οι ευρωεκλογές θα ήταν μια καλή ευκαιρία για όλες τις πολιτικές ομάδες να αναδείξουν την δική τους πρόταση σε αυτό το νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται και να πείσουν το εκλογικό τους κοινό ότι η πρόταση που διακονούν είναι κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά ορθή. Αντ΄ αυτού, η σιωπή και ο αποπροσανατολισμός αποτελούν τις βασικές τους επιλογές, καθώς στρέφουν το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων σε θέματα αναλογικά ήσσονος σημασίας σε σχέση με το κεντρικό θέμα αυτής της εκλογικής αναμέτρησης. Το ελληνικό μοντέλο θα πρέπει να χαρακτηριστεί ως τυπικό τής αντίληψης αυτής, καθώς έχει ανάγει τα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας σε κεντρικό θέμα τής ευρωπαϊκής εκλογικής αναμέτρησης, με αποτέλεσμα ο Έλληνας ψηφοφόρος να θεωρεί τον εαυτό του αλλά και την χώρα του ως μια ιδιάζουσα περίπτωση και όχι ως ένα –ακραίο μεν-αλλά σημαντικό κομμάτι τής πολιτικής τού ευρωπαϊκού διευθυντηρίου.

ΟΙ ΕΥΡΩΣΚΕΠΤΙΚΙΣΤΕΣ

Υπό το πρίσμα αυτό, η άνοδος της απήχησης των ευρωσκεπτικιστών είναι φυσικό επακόλουθο, καθώς εμφανίζονται -και πείθουν αρκετούς Ευρωπαίους– ότι είναι οι μοναδικοί οι οποίοι διατυπώνουν συγκεκριμένες απόψεις τόσο για τα αίτια της κρίσης όσο και για τον τρόπο αντιμετώπισής της. Δεν είναι τυχαίες οι εκτιμήσεις σύμφωνα με τις οποίες τα ευρωσκεπτικιστικά κόμματα θα έχουν απήχηση στα επίπεδα του 30%. Οι υπόλοιπες κοινοβουλευτικές ομάδες, ακολουθώντας είτε τον δρόμο τής αλαζονείας τού ιδεολογικά κυρίαρχου (χριστιανοδημοκράτες) είτε τον δρόμο τής νόθας πολιτικής πρότασης (σοσιαλδημοκράτες και αριστερά), αποδεικνύονται ανεπαρκείς στο να εκφράσουν την δυσαρέσκεια της πλειοψηφίας των Ευρωπαίων ψηφοφόρων, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να επιλέγουν την αδιαφορία και την άρνηση, ως την δική τους πολιτική απάντηση στην ανεπάρκεια του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος. Το να στέκεσαι με σκεπτικισμό απέναντι σε μια Ευρώπη η οποία απέχει πολύ από τις διακηρύξεις τής ιδρυτικής διακήρυξης της συνθήκης τής Ρώμης, δεν είναι εξ ορισμού κατακριτέο. Άλλωστε, στην παγκόσμια ιστορία δεν θα είναι ούτε η πρώτη αλλά ούτε και η τελευταία φορά που διεθνείς συμμαχίες ή συνασπισμοί κρατών διαλύονται. Το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι η συγκεκριμένη πολιτική πρόταση αποτελεί πλέον σήμα κατατεθέν των ακροδεξιών πολιτικών οργανισμών στις χώρες τής ΕΕ και στις περισσότερες περιπτώσεις συνοδεύεται από συγκεκριμένες πολιτικές οι οποίες ενισχύουν τον ρατσισμό και υποβαθμίζουν τις ατομικές ελευθερίες στο όνομα της εθνικής καθαρότητας και της προστασίας των «πατροπαράδοτων αξιών» και της ευνομίας.

ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΑΥΤΩΝ ΤΩΝ ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΩΝ

Όλα αυτά δεν είναι ούτε αποκυήματα της φαντασίας αλλά ούτε και σενάρια επιστημονικής φαντασίας. Αποτελούν την σημερινή πραγματικότητα της ΕΕ, η οποία με γοργά πλέον βήματα -και ερήμην των πολιτών της- μετασχηματίζεται σε μια ομοσπονδία, υποβαθμίζοντας μεθοδικά τα εθνικά κράτη τα οποία αποτελούν τα συστατικά της, καθώς στο όνομα ενός ιδιόμορφου φεντεραλισμού υποτάσσει τους αδύναμους στους ισχυρούς. Όλα δείχνουν ότι ακόμα βρισκόμαστε στα μέσα τής παράστασης, η οποία, όταν θα ολοκληρωθεί, πολύ φοβάμαι ότι θα έχει διαμορφώσει μη αναστρέψιμες καταστάσεις σε ολόκληρη την Ευρώπη. Εμπρός σε αυτή την πραγματικότητα, η οποία ήδη βρίσκεται στην φάση τής ωριμότητας, ο κάθε Ευρωπαίος πολίτης δεν μπορεί να στέκεται αδιάφορος. Και δυστυχώς, το μοναδικό μέσο που έχει για να καταγραφεί η βούλησή του είναι η συμμετοχή του στις κάλπες. Το δυστύχημα είναι ότι όλα τα πολιτικά κόμματα έχουν εκτρέψει την προσοχή των Ευρωπαίων πολιτών –και πολύ περισσότερων των Ελλήνων- από το πραγματικό στοίχημα σε επιμέρους πολιτικές, οι οποίες είτε έχουν καιροσκοπικό είτε μικροπολιτικό χαρακτήρα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η αδιαφορία που πολιτικά εκδηλώνεται κυρίως με την αποχή, σίγουρα θα ερμηνευτεί από τους ισχυρούς ως αποδοχή. Και αυτό θα βοηθήσει τους Ευρωπαίους ηγέτες να σφετεριστούν την άρνηση, χαρακτηρίζοντάς την ως λαϊκή νομιμοποίηση των επιλογών τους. Και αυτό σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να συμβεί.