Κερδίζοντας ακόμα στο Ιράκ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Κερδίζοντας ακόμα στο Ιράκ

Ο σωστός τρόπος για την καταπολέμηση του ISIS

Πριν από δύο μήνες, ο συνάδελφός μου και εγώ δημοσιεύσαμε ένα κείμενο στο Foreign Affairs προειδοποιώντας για τις επικείμενες πολιτικές προκλήσεις στην Σουνιτική ενδοχώρα του Ιράκ [1], όπου η κυβέρνηση και οι δυνάμεις ασφαλείας της, με την υποστήριξη των ΗΠΑ και της διεθνούς κοινότητας, επεδίωκαν να κατατροπώσουν το αυτοαποκαλούμενο Ισλαμικό Κράτος (επίσης γνωστό ως ISIS). Επισημάναμε τρία βασικά σημεία. Πρώτον, η ιρακινή κυβέρνηση δεν θα μπορούσε απλά να επαναλάβει τον τρόπο που αντιμετώπισε την «Σουνιτική Αφύπνιση», κυρίως επειδή οι «Γιοι του Ιράκ» και άλλοι Σουνίτες ηγέτες, που είχαν ενωθεί με το στρατό των ΗΠΑ για την καταπολέμηση της Αλ Κάιντα κατά την περίοδο 2006-07 έχασαν πλέον την τοπική τους αξιοπιστία.

Δεύτερον, η Βαγδάτη πρέπει να θέσει πολιτικές βάσεις, κατά προτίμηση πριν προσπαθήσει να ανακαταλάβει στρατιωτικά τις περιοχές που βρίσκονται υπό τον έλεγχο του ISIS, συμπεριλαμβανομένης της μετρίασης των αποδεδειγμένων κοινωνικοοικονομικών αδικιών στην συγκεκριμένη περιοχή. Μόνο μια δίκαιη και υπεύθυνη διακυβέρνηση -και η παροχή υπηρεσιών από την Βαγδάτη- θα μπορούσε να διασφαλίσει την ανθεκτικότητα των κερδών των τακτικών ιρακινών δυνάμεων ασφαλείας (ISF).

Τρίτον, η Ουάσιγκτον δεν θα πρέπει να χαλαρώσει τις πιέσεις που άρχισε να ασκεί στην Βαγδάτη το περασμένο φθινόπωρο. Αντ’ αυτού, θα πρέπει να προσπαθήσει περισσότερο να ωθήσει τα σιιτικά πολιτικά κόμματα που κυβερνούν ακόμα το Ιράκ να ενσωματώσουν διάφορους Σουνίτες που δεν ανήκουν σε ελίτ και φυλές στο πολιτικό σύστημα, το ISF και τις τοπικές υποδομές ασφαλείας στις επαρχίες του Ανμπάρ, της Νινευή και του Salah ad Din. Οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν ακόμη ένα σημαντικό, αν και μειωμένο, πλεονέκτημα απέναντι στους Ιρακινούς αξιωματούχους, ιδιαίτερα μετά τις αεροπορικές επιθέσεις που έγιναν εναντίον του ISIS από τον συνασπισμό με επικεφαλής τις ΗΠΑ, ενώ οι προσπάθειες εκπαίδευσης εξακολουθούν να προστατεύουν την κυβέρνηση της Βαγδάτης και τις στρατιωτικές της δυνάμεις.

09062015-1.jpg

Ένας μαχητής σιιτικής παραστρατιωτικής οργάνωσης αναρτά ιρακινές σημαίες σε τοίχο ζωγραφισμένο με την μαύρη σημαία που χρησιμοποιείται ευρέως από τους μαχητές του Ισλαμικού Κράτους στο Τικρίτ, στις 31 Μαρτίου 2015. REUTERS
-----------------

Η πτώση της επαρχιακής πρωτεύουσας του Ανμπάρ, Ραμάντι, από το ISIS πριν δύο εβδομάδες, το μόνο που καταφέρνει είναι να υπογραμμίσει αυτά τα σημεία. Στην πραγματικότητα, η κατάρρευση των ιρακινών κυβερνητικών δυνάμεων στο Ραμάντι ήταν ένα άμεσο αποτέλεσμα των παρατεταμένων σουνιτικών παραπόνων για κυβερνητική αμέλεια εκεί, συμπεριλαμβανομένης της πολύμηνη αδυναμίας της Βαγδάτης να πληρώσει τις τοπικές αστυνομικές δυνάμεις. Επιπλέον, το ιρακινό κοινοβούλιο έχει καθυστερήσει τα σχέδια επισημοποίησης των μονάδων της Σουνιτικής Εθνικής Φρουράς στην συγκεκριμένη περιοχή, λόγω των σιιτικών ανησυχιών ότι το σχέδιο αυτό, που πρότεινε αρχικά ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Haider al-Abadi, ίσως αυξήσει την δύναμη των Σουνιτών στο Ανμπάρ και σε άλλες επαρχίες.

Αν μη τι άλλο, η συντριπτική ήττα του ISF από το ISIS στο Ραμάντι λειτουργεί απλά ως μια υπενθύμιση ότι η οργάνωση λειτουργεί με πραγματική στρατιωτική ανδρεία και επιχειρησιακό σχεδιασμό. Το ISIS είχε στραμμένη την προσοχή του στην στρατηγική πόλη Ραμάντι σχεδόν για έναν χρόνο. Προετοίμασε προσεκτικά τις επιθέσεις του εναντίον του ISF εκεί με επί μήνες εκρήξεις βομβών σε αυτοκίνητα και αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών και αναπτύσσοντας ένα δίκτυο κατασκόπων του ISIS για να μαλακώσει κάποια μέρη της πόλης. Πράγματι, η πτώση του Ραμάντι δείχνει ότι το ISIS, όπως κάθε έξυπνος στρατός, καταλαβαίνει την αξία της προπαγάνδας σε ό, τι αφορά την κατάληψη μεγάλων αστικών κέντρων και θα συνεχίσει να κινητοποιεί τους πόρους του, ακόμη και αν μειώνονται, για να στραφεί στην επίθεση, όταν προκύψει η κατάλληλη ευκαιρία. Η κατάληψη της Παλμύρας, που βρισκόταν στην κατοχή των συριακών δυνάμεων, από το ISIS πριν από 15 ημέρες χρησίμευσε για ένα παρόμοιο «σοκ και δέος», δεδομένης της ιστορικής της σημασίας.

ΟΡΓΗ ΣΤΟ ΡΑΜΑΝΤΙ

Στον απόηχο της πτώσης του Ραμάντι, κάποιοι εξέφρασαν παράπονα για τις αποτυχίες της στρατηγικής των ΗΠΑ στο Ιράκ, περιμένοντας προφανώς ότι οι αεροπορικές επιδρομές των ΗΠΑ και της συμμαχίας, σε συνδυασμό με τις νέες μορφές εκπαίδευσης των δυνάμεων εδάφους, θα επέτρεπαν στις ιρακινές δυνάμεις να ανακτήσουν ένα σημαντικό ποσοστό των ιρακινών εδαφών που βρίσκονται ακόμα υπό τον έλεγχο του ISIS. Και είναι αλήθεια ότι, παρά τα πραγματικά κέρδη που αποκόμισαν οι ιρακινές και κουρδικές δυνάμεις και οι σύμμαχοί τους εναντίον του ISIS σε ορισμένες περιοχές του βόρειου και δυτικού Ιράκ κατά την διάρκεια του προηγουμένου έτους, το ISIS έχει υπό τον έλεγχό του πολλές ακόμη μεγάλες πόλεις, συμπεριλαμβανομένης της Μοσούλης.

Είναι πρόωρο, ωστόσο, να χαρακτηρίσει κανείς ως αποτυχία την συνολική στρατηγική κατά του ISIS, εξαιτίας των γεγονότων των τελευταίων τριών εβδομάδων. Πράγματι, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να κάνουν τακτικές αναπροσαρμογές στο τμήμα της στρατηγικής που αφορά το Ιράκ -συμπεριλαμβανομένης, ενδεχομένως, της εξέτασης νέων τρόπων στήριξης των μονάδων του ISF στις μάχες τους στην εχθρική περιοχή του Ανμπάρ. Μετά τις επιθέσεις, ο Άστον Κάρτερ, υπουργός Αμύνης των ΗΠΑ, σημείωσε ότι οι μονάδες του ISF στο Ραμάντι έδειξαν έλλειψη μαχητικής βούλησης, αλλά στην συνέχεια υποστήριξε ότι με μεγαλύτερη τακτική στήριξη, όπως την παροχή ειδικού στρατιωτικού εξοπλισμού για την αντιμετώπιση των αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών του ISIS, το ISF θα μπορούσε ακόμη να ανακαταλάβει την πόλη αυτήν, η οποία απέχει μόλις 120 μίλια από την Βαγδάτη.

Στην πραγματικότητα, η σημερινή στρατηγική αποτέλεσε πρόοδο εναντίον των μαχητών του ISIS και μείωσε τις προμήθειες της οργάνωσης, τις δυνατότητες και τους πόρους, συμπεριλαμβανομένων των εσόδων της από το πετρέλαιο. Όταν πρόκειται για την καταπολέμηση του ISIS στο Ιράκ, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν παρουσίασε υπερβολικά τις επιτυχίες της συμμαχίας, αλλά μάλλον τους έδωσε λιγότερη έμφαση -και απέτυχε να εξηγήσει επαρκώς- το ευρύτερο χρονικό πλαίσιο που θα χρειαζόταν για να επιτευχθεί η επιθυμητή κατάληξη: Θα χρειαστούν χρόνια, αν όχι δεκαετίες, για την ανοικοδόμηση των ιρακινών δυνάμεων ασφαλείας και την δημιουργία μιας κάποιας σταθερότητας στην σουνιτική ενδοχώρα. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου, η ιρακινή κυβέρνηση θα συνεχίσει να είναι αδύναμη, διχασμένη εσωτερικά και ευάλωτη στην ιρανική επιρροή.

Αντί όμως να εγκαταλείψουν την τρέχουσα στρατηγική των ΗΠΑ για την καταπολέμηση του ISIS στο Ιράκ, οι πολιτικοί και οι αξιωματούχοι θα πρέπει να αφιερώσουν περισσότερο χρόνο στην επεξήγηση της πιθανής διάρκειας της σύγκρουσης και της φύσης των στόχων στην περιοχή. Και θα πρέπει επίσης να προσπαθήσουν σε δημόσιο και ιδιωτικό επίπεδο να βρουν τρόπους να ανυψώσουν τον παράγοντα της Συρίας στην συγκεκριμένη στρατηγική. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό δεδομένου ότι οι γραμμές τροφοδοσίας που έχουν αποδειχθεί βοηθητικές για την διατήρηση των ικανοτήτων των μαχητών του ISIS στο Ιράκ επιστρέφουν απευθείας στην Συρία. Οι σχεδιαστές της πολιτικής και των στρατιωτικών επιχειρήσεων των ΗΠΑ πρέπει να αναγνωρίσουν ότι μόνο αν επιταχύνουν στις προσπάθειες καταπολέμησης του ISIS στην Συρία θα μπορέσει ο συνασπισμός να αλλάξει οριστικά την ροή των γεγονότων εναντίον του ISIS στο Ιράκ. Εν ολίγοις, οποιαδήποτε προσέγγιση που θα θέτει το «Ιράκ πρώτο» με σκοπό την νίκη κατά του ISIS είναι απατηλή.

Αυτό δημιουργεί ένα επιπλέον ερώτημα: Ποιοι είναι οι Σύριοι εταίροι που μπορούν να πολεμήσουν το ISIS στην Συρία; Ο συριακός στρατός και οι πληρεξούσιοί του χάνουν σταδιακά τον αγώνα κατά του ISIS. Πέραν του ότι μια συνεργασία με τις δυνάμεις του προέδρου της Συρίας, Μπασάρ αλ-Άσαντ, αποτελεί ηθικό λάθος, θα ήταν και αντιπαραγωγική, δεδομένης της άμεσης συνέργειας του καθεστώτος στην δημιουργία του προβλήματος του ISIS πριν από κάποια χρόνια. Η ισχυρότερη ομάδα μαχητών της αντιπολίτευσης που βρίσκεται σήμερα στην Συρία, ο συνασπισμός Jaish al Fatah, αντλεί κέρδη σε βάρος του καθεστώτος της βορειοδυτικής Συρίας, ενώ απειλεί ακόμη και τις γραμμές ανεφοδιασμού του καθεστώτος στο Χαλέπι και βασικές περιοχές του καθεστώτος στις ακτές της Συρίας. Ο Jaish al Fatah, όμως, δεν έχει δείξει προθυμία ή επιθυμία να πολεμήσει κατά του ISIS. Επιπλέον, θα ήταν κοντόφθαλμο αν η διεθνής κοινότητα υποστήριζε αυτήν την συμμαχία ή άλλους τζιχαντιστές, επειδή οι τελικοί στόχοι των οργανώσεων αυτών για την Συρία αποκλίνουν σημαντικά από τον στόχο που έχει συμφωνηθεί μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών, των συμμάχων τους και του μεγαλύτερου μέρους της διεθνούς κοινότητας: την επιδίωξη μιας κυβερνητικής μετάβασης από τον Assad προς ένα σταθερό, πολυσεχταριστικό και χωρίς αποκλεισμούς κράτος.

Κάτι τέτοιο αφήνει τελικά μόνο το πρόγραμμα «εκπαίδευσης και εξοπλισμού» των ΗΠΑ, το οποίο ξεκίνησε νωρίτερα αυτόν τον χρόνο με σκοπό την εκπαίδευση μετριοπαθών αλλά ικανών μαχητών της αντιπολίτευσης της Συρίας. Οι επικριτές έχουν χαρακτηρίσει το πρόγραμμα ως απέλπιδα προσπάθεια και προέβλεψαν την αποτυχία του, ίσως, όμως, να αποτελεί την μόνη βιώσιμη επιλογή. Ορισμένες μεταβλητές μπορεί να αυξήσουν τις πιθανότητες νίκης των μαχητών αυτών που υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ από την στιγμή που θα σταλούν πίσω στην Συρία, όπου ο αριθμός των μαχητών στον εμφύλιο πόλεμο αυξάνεται. Κατ’ αρχάς, έχει μεγάλη σημασία το μέρος της Συρίας στο οποίο θα εισαχθούν οι νέες μονάδες αυτό το φθινόπωρο ή το 2016. Θα πρέπει να αποσταλούν σε περιοχές όπου θα έχουν μέγιστη τοπική αξιοπιστία. Αν τοποθετηθούν στρατηγικά και έχουν επαρκή εφόδια, ίσως οι άλλες τοπικές πολιτοφυλακές και οι αγωνιστές της αντιπολίτευσης να συσπειρωθούν γύρω τους, αντί να τους ανταγωνιστούν. Οι πιθανοί σύμμαχοι αυτών των νέων μαχητών στην περιοχή μπορεί να περιλαμβάνουν συριακές σουνιτικές φυλές, μερικές από τις οποίες έχουν δείξει πρόσφατα μια προθυμία να πολεμήσουν εναντίον του ISIS. Σε ορισμένες περιοχές, κουρδικές μονάδες που έχουν αποδειχθεί επιτυχημένες στον αγώνα τους κατά του ISIS ίσως αποτελέσουν χρήσιμους τοπικούς εταίρους.

Δεύτερον, οι μαχητές του προγράμματος «εκπαίδευσης και εξοπλισμού» πρέπει να προστατεύονται επαρκώς από τις δυνάμεις του συριακού καθεστώτος, συμπεριλαμβανομένων των μισθοφόρων της Χεζμπολάχ, που θα δουν αμέσως την συμβολική σημασία μιας νίκης τους εναντίον των υποστηριζόμενων από την Δύση μαχητών. Κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων με την Τουρκία για την φιλοξενία ενός μέρους του προγράμματος «εκπαίδευσης και εξοπλισμού» εκεί, σύμφωνα με πληροφορίες, οι Ηνωμένες Πολιτείες συμφώνησαν να παρέχουν «προστασία από αέρος» σε αυτούς τους μαχητές από την στιγμή που θα σταλούν στην Συρία. Οι πρόσφατα εκπαιδευμένοι αντάρτες ενδέχεται να χρειαστούν και αεροπορική κάλυψη και προστασία από στρατιωτικές δυνάμεις. Παρά το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν χρειάζονται να παρέχουν τον συγκεκριμένο στρατό στην Συρία, αυτό είναι κάτι που ίσως χρειαστεί να κάνουν άλλοι σύμμαχοι τους.

Τρίτον, το δυσκολότερο πολιτικό μέρος του προγράμματος «εκπαίδευσης και εξοπλισμού» είναι ότι ορισμένες από τις χώρες που συμμετέχουν στην φιλοξενία της εκπαίδευσης υποστηρίζουν τις τζιχαντιστικές ισλαμιστικές παρατάξεις, οι οποίες μπορούν κάλλιστα να στραφούν εναντίον αυτών των μετριοπαθών. Ακόμα κι αν οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούν ότι το Κατάρ, η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία οφείλουν να φιλοξενήσουν τα εκπαιδευτικά προγράμματα, δεν πρέπει να ξεγελαστούν και να σκεφτούν ότι αυτοί οι γείτονες κρατούν όλα τα χαρτιά ή έχουν όλες τις απαντήσεις αναφορικά με τον τρόπο αποστολής των νέων μονάδων, την τοποθεσία στην οποία θα τις στείλουν και τον τρόπο ανάπτυξης μιας στρατιωτικής στρατηγικής για την καταπολέμηση του ISIS, ως μέρος των συνολικών προσπαθειών για τον τερματισμό της εμφύλιας διαμάχης.

Τέλος, οι πιθανότητες επιτυχίας του προγράμματος «εκπαίδευσης και εξοπλισμού» θα μπορούσαν να αυξηθούν εάν συνδεθεί με την επανάληψη μιας πολιτικής διαδικασίας ή τουλάχιστον με την προοπτική έναρξης διαπραγματεύσεων με σκοπό κάποια πολιτική διευθέτηση. Εδώ, πρέπει να συμμετάσχει η Ρωσία και ίσως φανεί πιο πρόθυμη να το κάνει δεδομένης της πραγματικότητας ότι, επί του παρόντος, το καθεστώς του Άσαντ δεν είναι σε θέση να ανακτήσει κάτι περισσότερο από έναν πυρήνα της Συρίας και ότι οι δυνάμεις της αντιμετώπισαν πρόσφατα σημαντικές στρατιωτικές ήττες στις επαρχίες Idlib και Homs. Η απόφαση της ρωσικής κυβέρνησης να φιλοξενήσει δύο συναντήσεις στην Μόσχα φέτος με σκοπό να φέρει σε επαφή το καθεστώς και κάποιες μορφές της συριακής αντιπολίτευσης ίσως επίσης να υπονοεί την αυξανόμενη δυσαρέσκειά της από την αδιέξοδη σύγκρουση. Τέλος, παρ’όλο που η Ρωσία δεν στήριξε τον διεθνή συνασπισμό κατά του ISIS, φαίνεται τουλάχιστον να συνειδητοποιεί πόσο άμεση είναι η απειλή του πολλαπλασιασμού των τζιχαντιστών μαχητών στο Ιράκ και την Συρία για την ρωσική ασφάλεια και πως η διαιώνιση της κατεστημένης σύγκρουσης καταφέρνει μόνο να συμβάλλει σε αυτή την απειλή.

Εν ολίγοις, αν και ο συνδυασμός των χτυπημάτων από το ISIS στο Ραμάντι και την Παλμύρα τις περασμένες εβδομάδες δεν προκάλεσε ιδιαίτερη έκπληξη, προσφέρει μια ευκαιρία να εξετάσει κανείς πόσο βαθιά και άρρηκτα είναι συνυφασμένη η απειλή του ISIS με την μακροπρόθεσμη επίλυση των υποκείμενων πολιτικών συγκρούσεων στο Ιράκ και την Συρία. Η στρατιωτική στρατηγική κατά του ISIS θα συνεχίσει να έχει τις νίκες και τα εμπόδιά της. Εν τω μεταξύ, υπάρχει περισσότερη δουλειά που πρέπει να γίνει σε ό, τι αφορά τον σχεδιασμό του ρόλου της Συρίας στην [συνολική] στρατηγική, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα, με ταπεινότητα, ότι οι συγκρούσεις και στις δύο πλευρές των συνόρων θα είναι μακρές και αιματηρές.

Copyright © 2015 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/syria/2015-06-01/still-winning-iraq

Σύνδεσμοι
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/iraq/2015-03-16/iraqs-sunni-reaw...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στη διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στη διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition