Ο μύθος του παραφουσκωμένου ελληνικού κράτους | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο μύθος του παραφουσκωμένου ελληνικού κράτους

Το πραγματικό πρόβλημα είναι ο ιδιωτικός τομέας

Αυτές οι δύο συνθήκες παράγουν ένα τοξικό μίγμα. Οι ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων και οι αυτοαπασχολούμενοι αγωνίζονται για να επιβιώσουν. Κάθε μέρα, πρέπει να ασχοληθούν με δημόσιες Υπηρεσίες που μαστίζονται από τον νεποτισμό και την αναποτελεσματικότητα. Και η απογοήτευση μορφώνεται σε μέγα μίσος κατά των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα και συγχωνεύεται σε μια έντονα αντι-κρατικιστική ιδεολογία. Μια τέτοια ιδεολογία καθιστά επίσης εύκολο το να αποφευχθεί η σκληρή δουλειά της μεταρρύθμισης. Τέτοια συναισθήματα μόνο επιδεινώνουν το πρόβλημα με το να εδραιώνουν δύο βασικές παρανοήσεις σχετικά με το κράτος που αναστέλλουν την πρόοδο.

ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ ΠΑΡΑΦΟΥΣΚΩΜΕΝΟ ΚΑΙ ΑΚΡΙΒΟΠΛΗΡΩΜΕΝΟ;

Η πιο σημαντική παρανόηση είναι ότι το ελληνικό κράτος είναι «πολύ μεγάλο». Αυτό θεωρείται ότι σημαίνει ότι είτε ξοδεύει πάρα πολλά είτε ότι απασχολεί πάρα πολλούς είτε και τα δύο. Αυτά τα προβλήματα μάστιζαν την Ελλάδα στην δεκαετία του 1980, αλλά όχι σήμερα. Η επιμονή σε αυτά τώρα απλώς επιδεινώνει την κατάσταση.

Παρ’ όλες τις αντεγκλήσεις, οι δημόσιες δαπάνες στην Ελλάδα ήταν κάτω από το μέσο όρο της ΕΕ [15] κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 2000, ευρισκόμενες πάνω από το μέσο όρο μόνο για λίγα χρόνια. Η απότομη πτώση του ελληνικού ΑΕΠ το 2008 και μετά, φυσικά, αύξησε το ποσοστό. Αλλά σήμερα, το ποσοστό είναι στο 49,3% [16] του ΑΕΠ ή περίπου στον μέσο όρο της ευρωζώνης. Μερικοί μισθοί, ειδικά σε δημόσιες επιχειρήσεις, ήταν, πράγματι, σκανδαλώδεις. Οι συντάξεις αποτελούν επίσης μια μεγάλη δαπάνη, κάτι που οφείλεται περισσότερο στην δημογραφία και τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις από όσο στις συστηματικά γενναιόδωρες δαπάνες. Η υγειονομική περίθαλψη είναι μια σημαντική επιβάρυνση. Αλλά οι αριθμοί δείχνουν ότι το πρόβλημα δεν είναι ότι το κράτος είναι «μεγάλο». Είναι ότι κυβερνούν ο νεποτισμός και η διαφθορά, δημιουργώντας διανεμητικές ανισότητες και οικονομική αναποτελεσματικότητα.

Περαιτέρω, τα ελληνικά έσοδα δεν συμβαδίζουν με τις δαπάνες [17]. Οι Έλληνες νομίζουν ότι είναι υπερφορολογημένοι˙ Πράγματι, πολλοί είναι, αλλά ως κράτος, η Ελλάδα ποτέ δεν υπερφορολόγησε –μέχρι την τρέχουσα ύφεση- απλά φορολόγησε πάρα πολύ άσχημα, και τώρα ακόμη περισσότερο. Τέλος, η Ελλάδα απλώς εισήγαγε περισσότερο από όσο εξήγαγε: Τα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών έτρεχαν στο περίπου 9% [18] καθ’όλη την δεκαετία (αλλά όχι πια). Όλα αυτά προσέθεταν στο υψηλό χρέος από την δεκαετία του 1980, καθιστώντας το ελληνικό χρέος το δεύτερο υψηλότερο [19] στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ το 2008, στο 117% του ΑΕΠ.

Αλλά κανένα από αυτά τα προβλήματα δεν είναι αποτέλεσμα του ότι ο δημόσιος τομέας είναι πολύ μεγάλος σήμερα. Το να επιβεβαιώνονται τα νούμερα εξακολουθεί να αποτελεί πρόβλημα, αλλά το 2008, ακόμη και πριν από την κρίση, η κυβέρνηση απασχολούσε περίπου το 19% του εργατικού δυναμικού, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων επιχειρήσεων, κάτι που ήταν περίπου στον μέσο όρο του ΟΟΣΑ [16] (το Ηνωμένο Βασίλειο είχε 23%). Εάν δεν είχαν προσληφθεί 300.000 υπάλληλοι στην δεκαετία του 2000, το ποσοστό αυτό θα παρέμενε πολύ κάτω από τον μέσο όρο.

Στην πραγματικότητα, σήμερα, μετά τις μεταρρυθμίσεις, περίπου 300.000 εργαζόμενοι έχουν φύγει [20] (συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτών συμβασιούχων, όπου συχνά βασιλεύει το πατρονάρισμα)˙ Αυτό είναι σχεδόν το 30% του συνόλου των εργαζομένων από το 2010. Μετά από αυτές τις περικοπές, ο ελληνικός δημόσιος τομέας είναι και πάλι υποστελεχωμένος σε κρίσιμες Υπηρεσίες, με πλεονάζον προσωπικό σε μη αναγκαίες Υπηρεσίες, και αναποτελεσματικός σχεδόν σε όλες.

Το ανεπαρκές και αναποτελεσματικό προσωπικό, εξάλλου, έχει τρεις συνέπειες. Οι διαδικασίες διαρκούν πολύ περισσότερο από όσο θα έπρεπε, οι εργαζόμενοι αισθάνονται κατακλυσμένοι και είτε δεν αποδίδουν επαρκώς είτε γίνονται απαθείς, και οι Υπηρεσίες δεν είναι σε θέση να βελτιώσουν τις διαδικασίες τους ή να τις αυτοματοποιήσουν. Συχνά, οι αιτήσεις για άδειες βαλτώνουν στα γραφεία για εβδομάδες ή μήνες. Ή οι διαδικασίες που θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν μέσω ίντερνετ θα πρέπει να γίνονται κατά πρόσωπο σε πολλά μέρη. Συνολικά, το σύστημα οδηγεί σε εκατομμύρια χαμένων ωρών εργασίας. Αυτό είναι ένα κράτος ανεπαρκές, όχι ένα κράτος πολύ μεγάλο.

Τέλος, η περιορισμένη αγορά και το αδύναμο κράτος εξηγούν άλλο ένα στερεότυπο σχετικά με τους «υπερ-προνομιούχους» Έλληνες υπαλλήλους: Την πρόωρη συνταξιοδότηση. Σήμερα, το πελατειακό σύστημα και ο δημοσιονομικός παραλογισμός του συστήματος προξενεί οργή. Αλλά η λογική της πρόωρης συνταξιοδότησης επίσης [21] εφαρμόζεται από την κυβέρνηση των ΗΠΑ: Χρησιμοποιείται για την μείωση της μισθοδοσίας χωρίς να απολυθεί κανείς [22]. Ένας (ανειδίκευτος) εργαζόμενος που παίρνει πρόωρη συνταξιοδότηση μπορεί να ανοίξει μια θέση για κάποιον (ειδικευμένο και) άνεργο. Στην Ελλάδα, η ανταλλαγή αυτή δεν χρησιμοποιήθηκε έτσι, και απέτυχε άσχημα: Οι συντάξεις για τους πρόωρα συνταξιοδοτηθέντες επιβαρύνουν τώρα δυσανάλογα τον κρατικό προϋπολογισμό. Οπότε, ήταν μια κακή πολιτική που δεν απέδωσε [21]. Αλλά και πάλι, το πρόβλημα προέρχεται από την καχεκτική αγορά εργασίας στην Ελλάδα. Όταν το κράτος είναι αδύναμο, ακόμη και λογικές πολιτικές υπονομεύονται από τις πελατειακές σχέσεις. Όμως, οι περικοπές στις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις που επιβάλλονται σήμερα θα σημαίνουν λιγότερα ανοίγματα [θέσεων εργασίας], και κατά συνέπεια περισσότερους εργαζομένους που αναζητούν εργασία σε έναν πολιορκημένο ιδιωτικό τομέα, με την ανεργία να πλησιάζει το 26%.

ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΣΚΟΤΩΝΕΙ ΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ;