Τι έχει αλλάξει στις ελληνοαλβανικές σχέσεις στην δεκαετία 2009-2019 | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τι έχει αλλάξει στις ελληνοαλβανικές σχέσεις στην δεκαετία 2009-2019

Το «κλίμα» είναι τελείως διαφορετικό*
Περίληψη: 

Μέσα στα τελευταία δέκα χρόνια, η θετική δυναμική που φάνηκε να αναπτύσσεται ανάμεσα σε Ελλάδα και Αλβανία στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας δείχνει να έχει εκλείψει, και οι σχέσεις τους επιδεινώνονται ενώ οδεύουμε προς το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας.

Ο ΝΤΕΪΒΙΣ ΤΣΑΚΑ είναι διεθνολόγος με ειδίκευση στις ελληνοαλβανικές σχέσεις, κάτοχος MA Διεθνούς Δικαίου και Διπλωματικών Σπουδών.

Έχει πραγματικά ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς τη μεταστροφή του κλίματος ανάμεσα σε Ελλάδα και Αλβανία από το 2009 και την ευφορία στις σχέσεις των δύο χωρών, ως το σήμερα και την κλιμάκωση της έντασης μεταξύ τους. Δέκα χρόνια μετά, η θετική δυναμική που φάνηκε να αναπτύσσεται ανάμεσα στις δύο χώρες στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας δείχνει να έχει εκλείψει, και οι σχέσεις τους επιδεινώνονται ενώ οδεύουμε προς το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας.

09072019-1.jpg

Μια γυναίκα πωλεί λουλούδια δίπλα σε συμβολικές οδικές πινακίδες που δείχνουν τα κράτη της Ευρώπης υπό την επιγραφή «χωρίς βίζα», στα Τίρανα, στις 7 Νοεμβρίου 2010. REUTERS/Arben Celi
--------------------------------------------------------------------

Ας θυμηθούμε, όμως, πρώτα τι έγινε ώστε το 2009 να αποτελεί έτος σταθμό στις ελληνοαλβανικές σχέσεις. Κατά την περίοδο 2004-2009 η ελληνική κυβέρνηση είχε θέσει ως στόχο την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών με την Αλβανία, αποτελώντας μέρος ενός συνολικότερου πλάνου άσκησης εξωτερικής πολιτικής. Παρά τις όποιες δυσκολίες παρουσιάστηκαν στις διαπραγματεύσεις των δύο μερών, εν τέλει ολοκληρώθηκαν το 2009. Στις 27 Απριλίου ο Έλληνας πρωθυπουργός πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στην Αλβανία συνοδευόμενος από την υπουργό Εξωτερικών, η οποία υπέγραψε ίσως την σημαντικότερη μέχρι εκείνη την ώρα Συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών μετά από εκείνη του 1996: Την συμφωνία για τον καθορισμό των θαλασσίων ζωνών και της υφαλοκρηπίδας μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας. Η συμφωνία αυτή αποκτούσε ύψιστη σημασία και για έναν ιδιαίτερο λόγο. Με βάση αυτήν η Ελλάδα αναγνώριζε εμμέσως μεν, επισήμως δε, την χάραξη των συνόρων στην ελληνοαλβανική μεθόριο, καθώς η οριοθετική γραμμή των θαλασσίων συνόρων ξεκινούσε ακριβώς από το σημείο όπου ολοκληρωνόταν η οριοθετική γραμμή των χερσαίων συνόρων της Αλβανίας. Στις 27 Απριλίου οι υπουργοί Εξωτερικών των δύο χωρών, Ντόρα Μπακογιάννη και Λουλζίμ Μπάσα, υπέγραψαν στα Τίρανα την συμφωνία. Η χρονική στιγμή που επιλέχθηκε να γίνει η επίσκεψη αυτή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί τυχαία καθώς την επόμενη μέρα η Αλβανία υπέβαλλε επισήμως την αίτησή της για ένταξη στην ΕΕ. Ήταν επομένως το καλύτερο μήνυμα ως «δήλωση υποστήριξης» της Ελλάδας προς την αλβανική αίτηση.

Την περίοδο 2000-2010, η ελληνική εξωτερική πολιτική κινήθηκε με ιδιαίτερη εξωστρέφεια στις διμερείς τις σχέσεις με την Αλβανία. Προώθησε την επίτευξη των εθνικών της στόχων μέσα από την προσπάθεια ένταξης της Αλβανίας σε δυτικοευρωπαϊκούς θεσμούς. Η συμμετοχή της άλλωστε σε αυτούς σήμαινε και μεγαλύτερη δέσμευση για την τήρηση και εφαρμογή των συμφωνηθέντων.

Η αρχή της τελευταίας δεκαετίας βρήκε τις σχέσεις των δύο χωρών να δοκιμάζονται εντόνως. Η ακύρωση [1] της υπογραφείσας συνθήκης του 2009 από το Συνταγματικό Δικαστήριο της Αλβανίας και η δολοφονία Έλληνα μειονοτικού στην Χιμάρα δυσχέραναν τις σχέσεις των δύο κρατών με αποτέλεσμα η Ελλάδα να αποφασίσει την υποβάθμιση των διπλωματικών της σχέσεων με την Αλβανία στον βαθμό του υπηρεσιακού Γενικού Γραμματέα. Η απόφαση αυτή ελήφθη κυρίως ως αντίδραση στην υπαναχώρηση της Αλβανίας από την υπογεγραμμένη συμφωνία του προηγούμενου έτους. Το κλίμα δυσχέρανε ακόμη περισσότερο η αμφισβητούμενη από ελληνικής πλευράς απογραφή πληθυσμού που έλαβε χώρα στην Αλβανία το 2011, θεωρώντας πως δεν αποδίδονται οι πραγματικοί αριθμοί της ελληνικής εθνικής μειονότητας και των Χριστιανών Ορθοδόξων της χώρας.

Τα επόμενα χρόνια οι σχέσεις των δύο χωρών αναθερμάνθηκαν. Ως καταλύτης έδρασε η κατασκευή του αγωγού Trans Adriatic Pipeline, ο οποίος θα μετέφερε φυσικό αέριο από την περιοχή τη Κασπίας στην Ευρώπη. Το Σεπτέμβριο του 2012, Ελλάδα, Αλβανία και Ιταλία υπέγραψαν Μνημόνιο Κατανόησης για την κατασκευή του αγωγού. Η σημασία του έργου είναι αναμφισβήτητη για τις δύο χώρες, όμως δεν μπορεί να λειτουργήσει ο αγωγός ως μοχλός διευθέτησης των ελληνοαλβανικών σχέσεων και να επιλύσει όλες τις μεταξύ των δυο χωρών εκκρεμότητες.

Το καλοκαίρι του 2013 εκλέχθηκε πρωθυπουργός της Αλβανίας ο Έντι Ράμα. Στην Ελλάδα διαδόθηκε η πίστη πως η εκλογή του Ράμα θα οδηγούσε σε αλλαγή πορείας την αλβανική εξωτερική πολιτική. Σε αυτή την πεποίθηση συνέβαλλαν οι επισκέψεις του Ράμα στην Ελλάδα, τόσο πριν τις αλβανικές εκλογές όσο και λίγους μήνες μετά, έχοντας ιδιωτική συνάντηση με τον Έλληνα ομόλογό του, καθώς και οι ίδιες οι δηλώσεις του Έντι Ράμα όπου σημείωνε χαρακτηριστικά πως: «Σήμερα, η Αλβανία στηρίζει την εξωτερική πολιτική της στην αρχή: Μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες, και η κυβέρνησή μου θα στηριχτεί σε αυτήν ακριβώς την αρχή» και ότι «Η κυβέρνησή μας θεωρεί την Ελλάδα μια φίλη χώρα και στρατηγικό εταίρο, όπου ζει και εργάζεται ένας μεγάλος αριθμός Αλβανών που έφυγαν μετά το '90». Το ίδιο έτος και κατά την επίσκεψη του Έλληνα προέδρου της Δημοκρατίας, Κάρολου Παπούλια, τέθηκε από τον Αλβανό ομόλογό του, Μπουγιάρ Νισάνι, το ζήτημα της άρσης του εμπολέμου ανάμεσα στις δύο χώρες. Ο Έλληνας πρόεδρος εξέφρασε την ελληνική στήριξη στην ευρωπαϊκή προοπτική της Αλβανίας ενώ στην συνέχεια συναντήθηκε τόσο με τον Έντι Ράμα όσο και με τον πρόεδρο του αλβανικού κοινοβουλίου, Ιλίρ Μέτα, με τον οποίο δήλωσαν από κοινού πως έχει αρχίσει μια νέα εποχή συνεργασίας για τις δύο χώρες, υπογραμμίζοντας παράλληλα την σημασία της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία.