Γιατί η Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν βρίσκονται στο χείλος του πολέμου | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί η Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν βρίσκονται στο χείλος του πολέμου

Οι τοπικές εντάσεις συναντούν παγκόσμιες αντιπαλότητες στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ
Περίληψη: 

Η άμεση εμπλοκή της Τουρκίας στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ αυξάνει τα διακυβεύματα όχι μόνο στον Νότιο Καύκασο, αλλά και σε όλες τις περιοχές όπου η Άγκυρα και η Μόσχα διαφωνούν. Ήδη, οι δύο χώρες υποστηρίζουν αντιτιθέμενες πλευρές στις συγκρούσεις στην Λιβύη και την Συρία, και έχουν ασυμβίβαστες φιλοδοξίες στα Βαλκάνια και την Ουκρανία.

Ο JEFFREY MANKOFF είναι διακεκριμένος ερευνητικός συνεργάτης στο Ινστιτούτο Εθνικών Στρατηγικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Εθνικής Άμυνας των ΗΠΑ και συγγραφέας του επικείμενου βιβλίου με τίτλο Empires of Eurasia: How Imperial Legacies Shape International Security.
Οι απόψεις που εκφράζονται εδώ είναι προσωπικές.

Στις 27 Σεπτεμβρίου, ξέσπασαν σημαντικές μάχες μεταξύ των στρατιωτικών δυνάμεων της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν, δύο κρατών που έχουν εγκλωβιστεί σε μια αφόρητη σύγκρουση για την αμφισβητούμενη περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ ήδη από τις τελευταίες ημέρες της Σοβιετικής Ένωσης. Το Ναγκόρνο-Καραμπάχ και οι γύρω περιοχές έχουν βιώσει περιοδικές εκρήξεις βίας τα τελευταία χρόνια, αλλά οι τρέχουσες μάχες είναι οι πιο σοβαρές από τότε που η Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν υπέγραψαν κατάπαυση του πυρός το 1994.

02102020-1.jpg

Ένας Αρμένιος στρατιώτης στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, στο Αζερμπαϊτζάν, τον Σεπτέμβριο του 2020. Defence Ministry of Armenia / Handout / Reuters
------------------------------------------------

Εσωτερικοί πολιτικοί παράγοντες και στις δύο χώρες αντιτίθενται στον συμβιβασμό. Το διεθνές πλαίσιο που περιβάλλει την σύγκρουση στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ έχει επίσης μεταβληθεί με τρόπους που περιπλέκουν τις προσπάθειες για ειρηνική αντιμετώπιση της υποκείμενης διαμάχης. Συγκεκριμένα, η αυξανόμενη εμπλοκή της Τουρκίας σε μια σύγκρουση στην οποία η Ρωσία υπήρξε από καιρό ο κυρίαρχος παράγοντας, κινδυνεύει τόσο να δώσει στους πρωταγωνιστές –ιδίως στο Αζερμπαϊτζάν– ένα κίνητρο να συνεχίσουν να μάχονται, όσο και να ανοίξει ένα νέο μέτωπο στον τουρκο-ρωσικό ανταγωνισμό που έχει ήδη περικλείσει την Συρία, την Λιβύη, και σε μικρότερο βαθμό την Ουκρανία.

ΜΙΑ ΠΑΓΩΜΕΝΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΑΝΑΘΕΡΜΑΙΝΕΤΑΙ

Οι πηγές της σύγκρουσης Ναγκόρνο-Καραμπάχ μπορούν να εντοπιστούν στην απόφαση του Κρεμλίνου να συμπεριλάβει την αρμενικής πλειοψηφίας περιοχή στο σοβιετικό Αζερμπαϊτζάν. Όταν η Μόσχα χαλάρωσε τους περιορισμούς στις λαϊκές κινητοποιήσεις στα τέλη της δεκαετίας του 1980, οι Αρμένιοι άρχισαν να απαιτούν τη μεταφορά του Ναγκόρνο-Καραμπάχ στην Αρμενία. Η Μόσχα αρνήθηκε και όταν η Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε λίγα χρόνια αργότερα, ξέσπασε ένας πλήρης πόλεμος μεταξύ της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν, αφήνοντας περίπου 30.000 νεκρούς και πάνω από ένα εκατομμύριο εκτοπισμένους. Με το Αζερμπαϊτζάν να έχει ως επικεφαλής τον παντουρκιστή εθνικιστή Abulfaz Elchibey για το μεγαλύτερο μέρος της σύγκρουσης, οι ρωσικές δυνάμεις υποστήριξαν ευρέως την αρμενική πλευρά. Η μεσολαβηθείσα από την Ρωσία κατάπαυση του πυρός τερμάτισε τον πόλεμο τον Μάιο του 1994, αλλά όχι την υποκείμενη διαμάχη: σήμερα, το Ναγκόρνο-Καραμπάχ [1] και επτά γύρω περιοχές βρίσκονται υπό αρμενικό έλεγχο, αλλά το Αζερμπαϊτζάν το θεωρεί ως παράνομα κατεχόμενο. Αν και το Ναγκόρνο-Καραμπάχ συνήθως δεν προσελκύει ιδιαίτερη προσοχή από την Δύση, είναι ίσως το πιο επικίνδυνο σημείο ανάφλεξης στη μετα-σοβιετική Ευρασία.

Οι τρέχουσες συγκρούσεις ξέσπασαν στις 27 Σεπτεμβρίου, με μπαράζ πυροβολικού και την ανάπτυξη βαρέως οπλισμού κατά μήκος της Γραμμής Επαφής που διαχωρίζει το αρμενικά ελεγχόμενο Ναγκόρνο-Καραμπάχ από το Αζερμπαϊτζάν. Ενώ κάθε πλευρά κατηγορεί την άλλη για τον πρώτο πυροβολισμό, τοπικοί παρατηρητές ανέφεραν επί εβδομάδες ότι η κλιμάκωση φαινόταν επικείμενη. Αμφότερες οι χώρες κήρυξαν στρατιωτικό νόμο και κινητοποίησαν εν μέρει τις εφεδρείες τους, υποδηλώνοντας ότι περιμένουν ότι η σύγκρουση θα διαρκέσει. Αποσπάσματα βίντεο από τις μάχες αυτής της εβδομάδας που δημοσιεύτηκαν στο διαδίκτυο δείχνουν στοιχεία σημαντικών συγκρούσεων που εμπλέκουν πυροβολικό, τεθωρακισμένα, επανδρωμένα εναέρια οχήματα (UAV) και δυνάμεις πεζικού. Την Δευτέρα, η Στεπανακέρτ, η πρωτεύουσα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, δέχθηκε πυρά πυροβολικού.

Οι συγκρούσεις αυτής της εβδομάδας δύσκολα είναι οι πρώτες μετά την κατάπαυση του 1994. Σποραδικοί πυροβολισμοί κατά μήκος της γραμμής επαφής είναι συνηθισμένοι. Τον Απρίλιο του 2016, με μια επίθεση το Αζερμπαϊτζάν επανακατέλαβε πολλά στρατηγικά υψηλά σημεία, αφήνοντας περίπου 200 νεκρούς. Παρόλο που η Μόσχα μπόρεσε να πείσει τις δύο κυβερνήσεις να επιστρέψουν στην κατάπαυση του πυρός μετά από λίγες μέρες, η σύγκρουση ήταν ένα προειδοποιητικό σημάδι ότι το status quo -παγωμένο από το 1994- κινδύνευε να ξηλωθεί [2]. Μάχες κατά μήκος της γραμμής επαφής ξέσπασαν ξανά τον Ιούλιο του 2020, αυξάνοντας τις εντάσεις και τις προσδοκίες για περαιτέρω σύγκρουση.

Σε αντίθεση με προηγούμενες περιόδους μάχης, αυτή μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές αλλαγές στο status quo. Το Μπακού και το Ερεβάν αντιμετωπίζουν αυξανόμενη πίεση για να καταφύγουν σε σκληρά μέτρα. Στην Αρμενία, η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Nikol Pashinyan [3] -η οποία ήρθε στην εξουσία εν μέσω μιας λαϊκής εξέγερσης το 2018 στην οποία η Ρωσία αντιτάχθηκε σε μεγάλο βαθμό- ανησυχεί για αυτό που θεωρεί ως ολοένα και πιο αμφίσημη υποστήριξη της Μόσχας για την διατήρηση του status quo. Παρά τις αρχικές ενδείξεις ότι θα ήταν πιο ανοιχτός σε μια λύση μέσω διαπραγμάτευσης, ο Pashinyan υιοθέτησε μια πιο σκληρή γραμμή, συμπεριλαμβανομένης της έκκλησης να ενσωματωθεί επίσημα το Ναγκόρνο-Καραμπάχ στην Αρμενία.

Στο Αζερμπαϊτζάν, η οικονομική ύφεση και η απογοήτευση για την αυταρχική διακυβέρνηση του προέδρου Ilham Aliyev τροφοδότησαν την λαϊκή δυσαρέσκεια. Ως ηττημένη πλευρά στον αρχικό πόλεμο, το Μπακού έκανε δημόσια εκκλήσεις για την επιστροφή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ για να κινητοποιήσει την εθνικιστική υποστήριξη, αλλά κινδυνεύει να υπερφαλαγγιστεί από την κοινή γνώμη. Κατά την διάρκεια των συγκρούσεων αυτό το καλοκαίρι, διαδηλωτές εισέβαλαν στο κοινοβούλιο στο Μπακού απαιτώντας πόλεμο με το Ερεβάν.