Ενάντια στον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ενάντια στον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων

Οι ΗΠΑ δεν πρέπει να συγχέουν τους σκοπούς με τα μέσα

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μεγάλη εμπειρία με τα μειονεκτήματα ενός ανταγωνισμού χωρίς σαφώς διατυπωμένους στόχους. Ο Ψυχρός Πόλεμος οδήγησε σε ένα δαπανηρό και βίαιο τέλμα στην Ινδοκίνα. Ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» της Ουάσινγκτον την έβαλε [27] σε μια σειρά χαμηλού επιπέδου αλλά αέναων εμφύλιων συγκρούσεων στον ευρύτερο μουσουλμανικό κόσμο. Επιπλέον, η Ουάσιγκτον μπορούσε κάποτε να απορροφήσει αυτό το κόστος πιο αποτελεσματικά από όσο μπορεί τώρα: οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν πολύ πιο πλούσιες και πιο βαθιά ενσωματωμένες στην παγκόσμια οικονομία από όσο η Σοβιετική Ένωση, της οποίας το ΑΕΠ [28] δεν ήταν ποτέ περισσότερο από τα περίπου δύο πέμπτα του ΑΕΠ της Αμερικής. Και ακόμη και στο αποκορύφωμα της εμπλοκής της στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, η Ουάσιγκτον δεν αντιμετώπισε πιθανούς ομόλογους ανταγωνιστές.

Σήμερα, αντιθέτως, το ΑΕΠ της Κίνας [29] είναι (σε ονομαστικούς όρους) περίπου στα δύο τρίτα του μεγέθους των Ηνωμένων Πολιτειών και το Πεκίνο είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος [30] για σχεδόν 130 χώρες. Η Κίνα και η Ρωσία απολαμβάνουν επίσης το πρόσθετο όφελος της ανάπτυξης των στρατιωτικών και πολιτικών τους πόρων κοντά στην χώρα τους, ενώ η Ουάσιγκτον πρέπει να διασπείρει τις δυνατότητές της σε όλο τον κόσμο για να διατηρήσει την τρέχουσα κατάστασή της. Εάν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πιστεύουν ότι το Πεκίνο και η Μόσχα παίζουν σκάκι υψηλού επιπέδου, τότε η Ουάσινγκτον θα πρέπει να ανησυχεί ιδιαίτερα ότι αυτοί οι δύο θα στρέψουν ενεργά τις Ηνωμένες Πολιτείες σε σπατάλη πόρων σε περιφερειακούς αγώνες.

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΙΚΟΤΗΤΑ

Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να προσαρμοστούν σε έναν κόσμο στον οποίο η Κίνα και η Ρωσία γίνονται ισχυρότερες, τόσο στρατιωτικά όσο και οικονομικά. Αλλά σε πολλές περιπτώσεις, η συνεργασία –περιλαμβανομένης με τους αντιπάλους τους– θα προωθήσει την ασφάλεια και την ευημερία των ΗΠΑ πολύ πιο αποτελεσματικά από όσο ο ανταγωνισμός. Ο κόσμος αντιμετωπίζει υπαρξιακές προκλήσεις όπως η κλιματική αλλαγή, η κατάρρευση των οικοσυστημάτων, και ο πυρηνικός πολλαπλασιασμός, που μόνο θα επιδεινωθούν εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα και άλλοι αποτύχουν να συνεργαστούν. Υπάρχουν μοντέλα για το πώς να αποφευχθεί αυτό το σκοτεινό αποτέλεσμα, ακόμη και στην διάρκεια ανταγωνιστικών εποχών στην παγκόσμια πολιτική. Παρά την απειλή του πυρηνικού αφανισμού κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, η Ουάσιγκτον και η Μόσχα κατάφεραν να συνεργαστούν σε μια σειρά κοινών ανησυχιών, συμπεριλαμβανομένης της έρευνας για τα εμβόλια της ευλογιάς και, τελικά, της μη διάδοσης των πυρηνικών.

Σήμερα, αντιθέτως, η πανδημία COVID-19 έχει καταστρέψει τις σχέσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας –κάτι που δεν προοιωνίζεται θετικά για την ικανότητα των δύο χωρών να χειριστούν άλλα διακρατικά προβλήματα. Παρά την επέκταση της New START, το καθεστώς ελέγχου των όπλων του Ψυχρού Πολέμου μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας κρέμεται επίσης από μια κλωστή. Κανείς δεν είναι αρκετά σίγουρος για το πώς η Κίνα ταιριάζει σε αυτή την ζοφερή εικόνα: το Πεκίνο, μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ρωσία, εκσυγχρονίζει το πυρηνικό της απόθεμα. Διαγράφονται [στον ορίζοντα] σημαντικές ανακαλύψεις σε δυνητικά αποσταθεροποιητικές τεχνολογίες [31].

Όλα αυτά τα προβλήματα απαιτούν συνεργατικές λύσεις, όχι περιττές αντιπαλότητες που βαθαίνουν. Όταν υιοθετείται ως θεμελιώδες παράδειγμα των εξωτερικών σχέσεων, ο ανταγωνισμός μεγάλων δυνάμεων υποβιβάζει την συνεργασία σε μια δεύτερη σκέψη ή, χειρότερα, την απορρίπτει ως αφελή. Οι ηγέτες στην διοίκηση του Μπάιντεν μπορούν να αντιμετωπίσουν καλύτερα τις πραγματικότητες του σύγχρονου ανταγωνισμού μεγάλων δυνάμεων αν τον αντιμετωπίσουν ως έναν πιθανό τρόπο για την προώθηση συγκεκριμένων στόχων, αντί για την οργανωτική αρχή της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ.