Η Κίνα δεν προσπαθεί να κυριαρχήσει στη Μέση Ανατολή | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Κίνα δεν προσπαθεί να κυριαρχήσει στη Μέση Ανατολή

Αλλά η απόσυρση των ΗΠΑ ίσως να της το επιτρέψει

Αυτές οι κινήσεις οδήγησαν πολλούς, συμπεριλαμβανομένων ποικίλων ειδικών της εξωτερικής πολιτικής, αρθρογράφων μεγάλων εφημερίδων, και μελών του Κογκρέσου των ΗΠΑ, στο συμπέρασμα ότι η Κίνα διαθέτει μεγάλες περιφερειακές φιλοδοξίες. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς τους, η μοναδική θέση της Μέσης Ανατολής ως κόμβου logistics, προμηθευτή καυσίμων, και πιθανού σημείου αναστολής του παγκόσμιου εμπορίου, καθιστά την περιοχή κρίσιμη για τον στόχο του Σι για αναπροσανατολισμό της παγκόσμιας διακυβέρνησης μακριά από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Κίνα ακολουθεί σαφώς μια ολοένα και πιο επιθετική εξωτερική πολιτική τα τελευταία χρόνια. Μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και την ανάληψη της εξουσίας από τον Σι το 2012, η κινεζική ηγεσία άρχισε σιγά-σιγά να απομακρύνεται από το αξίωμα του πρώην υπέρτατου ηγέτη, Ντενγκ Σιαοπίνγκ, ότι η χώρα πρέπει «να κρύψει τις δυνατότητές της και να πάρει το χρόνο της». Η Κίνα επιδεικνύει τώρα τους μύες της στην Ανατολική Ασία και πέρα από αυτήν: αγνοώντας την κρίση του διεθνούς δικαστηρίου σχετικά με τις αξιώσεις της στην Θάλασσα της Νότιας Κίνας, παραβιάζοντας τα από μακρού χρόνου πρωτόκολλα πτήσεων στο Στενό της Ταϊβάν, επιβάλλοντας δασμούς στην Αυστραλία και τη Νότια Κορέα ως απάντηση σε ατά που εξέλαβε ως προσβολές όπως η έρευνα της Καμπέρα για την προέλευση του νέου κορωνοϊού και η ανάπτυξη ενός ενισχυμένου αντιπυραυλικού συστήματος στην Σεούλ, και εκφοβίζοντας οργανώσεις του ΟΗΕ σε θέματα που κυμαίνονται από το ξέσπασμα της COVID-19 έως τις ανησυχίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Είναι λάθος, ωστόσο, να κάνουμε υποθέσεις σχετικά με την προσέγγιση του Πεκίνου στη Μέση Ανατολή με βάση την διεκδικητική συμπεριφορά του στην Ανατολική Ασία και αλλού. Παρόλο που οι ηγέτες της Κίνας μπορεί να επιδιώκουν να ξεπεράσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες σε πολλούς τομείς, υπάρχουν λίγα στοιχεία ότι τέτοιες προσπάθειες επεκτείνονται στη Μέση Ανατολή. Δεδομένων των στρατιωτικών ατυχών περιπετειών των ΗΠΑ [3] στο Αφγανιστάν, το Ιράκ και αλλού, οι κινέζικες πολιτικές ελίτ κατέληξαν εδώ και πολύ καιρό ότι οι περιφερειακές πολιτικές της Ουάσινγκτον είχαν μειώσει το μεγαλείο της, μείωσαν την παγκόσμια επιρροή της, και την έθεσαν στην οδό της σχετικής παρακμής. Το Πεκίνο δεν επιθυμεί να ακολουθήσει το παράδειγμά της.

Αυτό που πραγματικά ωθεί την παρουσία της Κίνας στη Μέση Ανατολή είναι η ταχεία οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Μεταξύ 1990 και 2009, οι εισαγωγές πετρελαίου της Μέσης Ανατολής από την Κίνα αυξήθηκαν κατά 10 φορές. Το 2019-20, οι χώρες του Κόλπου παρείχαν περίπου το 40 % των εισαγωγών πετρελαίου της Κίνας, εκ των οποίων το 16 % προερχόταν μόνο από την Σαουδική Αραβία -καθιστώντας την χώρα αυτή τον μεγαλύτερο προμηθευτή αργού πετρελαίου της Κίνας. Το Ιράκ, όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δαπανήσει τρισεκατομμύρια για την αλλαγή καθεστώτος, είναι μεταξύ των πέντε κορυφαίων προμηθευτών πετρελαίου της Κίνας. Το Ιράν βρίσκεται στην όγδοη θέση. Το Πεκίνο θεωρεί σαφώς τους ενεργειακούς πόρους της περιοχής κρίσιμους για την συνεχιζόμενη ανάπτυξη της Κίνας και, κατ' επέκταση, την παγκόσμια επιρροή της.

Η οικονομική σχέση της Κίνας με τη Μέση Ανατολή δεν περιορίζεται στην ενέργεια˙ η χώρα επεκτείνει επίσης τους δεσμούς της μέσω της Πρωτοβουλίας Ζώνη και Οδός (Belt and Road Initiative, BRI) [4]. Χάρη σε μεγάλο βαθμό στην BRI, η Κίνα είναι τώρα ο μεγαλύτερος επενδυτής της περιοχής και ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος σε 11 χώρες της Μέσης Ανατολής. Έχει χρηματοδοτήσει την κατασκευή λιμένων και βιομηχανικών πάρκων στην Αίγυπτο, το Ομάν, την Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, και το Τζιμπουτί, όπου το Πεκίνο διατηρεί τη μοναδική του στρατιωτική βάση στο εξωτερικό. Αυτές οι εγκαταστάσεις βρίσκονται κατά μήκος ζωτικών σημείων συμφόρησης (chokepoints) που συνδέουν την περιοχή με τον υπόλοιπο κόσμο: τον Περσικό Κόλπο, τον Κόλπο του Ομάν, την Ερυθρά Θάλασσα, το Στενό του Μπαμπ ελ Μαντέμπ, και την Διώρυγα του Σουέζ. Η επιτυχία της BRI εξαρτάται από την διατήρηση αυτών των αρτηριών ανοιχτών. Αρκεί να ανατρέξουμε στην προσάραξη του πλοίου μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων Ever Given στην Διώρυγα του Σουέζ τον Μάρτιο του 2021 και τις επακόλουθες οικονομικές επιπτώσεις για να καταλάβουμε γιατί οι Κινέζοι ηγέτες έχουν δώσει προτεραιότητα στη Μέση Ανατολή και τις πλωτές οδούς της.

Οι οικονομικές επιτακτικές ανάγκες της Κίνας στη Μέση Ανατολή, μαζί με την διπλωματία που απαιτείται για την εξυηρέτησή τους, εξηγούν ένα μεγάλο μέρος της πρόσφατης προσέγγισής της στην περιοχή. Στις αρχές του 2021, για παράδειγμα, το Πεκίνο υπέγραψε μια πολυ-διαφημισμένη συμφωνία «στρατηγικής εταιρικής σχέσης» με την Τεχεράνη. Η 25ετής συμφωνία, η οποία περιελάμβανε την υπόσχεση 400 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε κινεζικές επενδύσεις σε αντάλλαγμα για προμήθειες πετρελαίου με μεγάλες εκπτώσεις και αυξημένη συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας, προκάλεσε εντύπωση στην Ουάσινγκτον. Για πολλούς, φαινόταν ότι το Πεκίνο προσπαθούσε να περικόψει τις κυρώσεις των ΗΠΑ [5] που είχαν σκοπό να πιέσουν την Τεχεράνη να απομακρυνθεί από την επιθετική εξωτερική πολιτική της και την πυρηνική της ανάπτυξη.