Η Huawei αντεπιτίθεται | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Huawei αντεπιτίθεται

Για να νικήσει την Κίνα στην τεχνολογία, η Αμερική πρέπει να επενδύσει στον αναπτυσσόμενο κόσμο

Για πολλά χρόνια, καθώς η Huawei εισέβαλε στις ξένες αγορές, οι Ηνωμένες Πολιτείες ως επί το πλείστον την αγνόησαν και, σε ορισμένες περιπτώσεις, την βοήθησαν. Το 2003, η κυβέρνηση του Αφγανιστάν υπέγραψε συμβόλαιο με την Huawei και την ZTE, έναν άλλο κινεζικό τηλεπικοινωνιακό γίγαντα, για ένα δίκτυο κινητής τηλεφωνίας. Το επόμενο έτος, η Ασιατική Τράπεζα Ανάπτυξης (Asian Development Bank - ADB), στην οποία η Ιαπωνία και οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι οι μεγαλύτεροι μέτοχοι, χορήγησε δάνειο στην Roshan, τον μεγαλύτερο πάροχο κινητής τηλεφωνίας του Αφγανιστάν. Η Roshan αγόρασε αρχικά εξοπλισμό από τους Ευρωπαίους κατασκευαστές Alcatel και Siemens, αλλά μετά από περαιτέρω εξέταση, η ADB ενέκρινε την αντικατάστασή του με εξοπλισμό Huawei, ο οποίος, όπως παρατήρησε, είχε χαμηλότερο κόστος και μεγαλύτερη ευελιξία.

Η υπό την ηγεσία των ΗΠΑ εισβολή στο Ιράκ ήταν ένα δώρο για την Huawei. Το 2013, ένας υπάλληλος της Huawei αναλογιζόταν την προσοδοφόρα αγορά που έχτισε η εταιρεία κατά την διάρκεια της υπό την ηγεσία των ΗΠΑ κατοχής της χώρας, ανακαλώντας στην μνήμη του «τα ζοφερά Hummers και τα τανκς του στρατού των ΗΠΑ που περιπολούσαν στους δρόμους» ενώ η εταιρεία έκανε ένα πάρτι «γιορτάζοντας το επιτυχημένο λανσάρισμα νέων δικτύων και την ανάθεση νέων συμβάσεων». Μεταξύ αυτών των συμβάσεων ήταν μια συμφωνία 275 εκατομμυρίων δολαρίων για την κατασκευή ενός εθνικού ασύρματου δικτύου.

Η Huawei έκανε πρόοδο ακόμη και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πριν από μια δεκαετία, οι πάροχοι ασύρματων δικτύων σε δώδεκα πολιτείες, πολλοί από τους οποίους εξυπηρετούσαν μικρές πόλεις, άρχισαν να στρέφονται προς την Huawei για τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό, αφότου οι Βορειοαμερικάνοι ανταγωνιστές της πτώχευσαν. Επισκέφθηκα μια τέτοια πόλη το 2019 -την Γλασκώβη, στην βορειοανατολική Μοντάνα. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ είχε πρόσφατα διακόψει την εγκατάσταση του εξοπλισμού της Huawei, ο οποίος τώρα αντικαθίσταται. Αλλά οι περισσότεροι κάτοικοι με τους οποίους μίλησα ακούγονταν λιγότερο ανήσυχοι για την κινεζική κατασκοπεία και περισσότερο για έναν μεγάλο μηνιαίο λογαριασμό, απηχώντας τα συναισθήματα των κατοίκων των αναπτυσσόμενων χωρών.

Η Huawei μπορεί επίσης να είναι ελκυστική στους πολιτικούς που αναζητούν τεχνολογία για την επίλυση πιεστικών προβλημάτων. Για να καταλάβετε το γιατί, φανταστείτε ότι είστε ο δήμαρχος μιας μεγάλης πόλης σε μια αναπτυσσόμενη χώρα της Ασίας. Αντιμετωπίζετε μια αλληλουχία κρίσεων που αλληλοενισχύονται. Η πανδημία της COVID-19 σχεδόν διέλυσε [5] το υγειονομικό σας σύστημα και προκάλεσε οικονομικό χάος. Το χρέος είναι επικίνδυνα υψηλό, περιορίζοντας την ικανότητά σας να δανείζεστε και να χρηματοδοτείτε αναπτυξιακά έργα. Το έγκλημα απειλεί να τρομάξει τους ξένους επενδυτές. Ετοιμάζεστε για επανεκλογή σε δύο χρόνια και οι πολιτικές σας προοπτικές είναι τόσο αβέβαιες όσο και το μέλλον της πόλης.

Η διαφήμιση της Huawei για την «ασφαλή πόλη» μπορεί να ακουστεί σαν απάντηση στις προσευχές σας. Η εταιρεία προσφέρει θερμικές κάμερες για την αναγνώριση ατόμων με πυρετό, λογισμικό αναγνώρισης προσώπου για την εύρεση καταζητούμενων εγκληματιών, και στατιστικές αναλύσεις ώστε να προειδοποιεί την αστυνομία για ασυνήθιστες συμπεριφορές. Μετρώντας τις ροές κυκλοφορίας και εφαρμόζοντας τους νόμους για την οδήγηση, η Huawei υπόσχεται ότι η τεχνολογία της θα συμβάλει στην βελτίωση της συμφόρησης [στους δρόμους]. Αυτά τα συστήματα «έξυπνων πόλεων» δίνουν έμφαση στην δημόσια ασφάλεια και εγείρουν σημαντικές ανησυχίες για την ιδιωτικότητα, αλλά υπόσχονται επίσης μετασχηματιστικά πλεονεκτήματα. Για να γλυκάνουν την συμφωνία, οι κρατικές τράπεζες της Κίνας ενδέχεται να προσφέρουν ένα δάνειο που θα είναι αποπληρωτέο σε διάστημα δύο δεκαετιών.

Η ικανότητα της Huawei να συνδυάζει υλικές υποδομές με ψηφιακές υπηρεσίες και κρατική χρηματοδότηση, της έχει αποφέρει συμβόλαια από δεκάδες [6] κυβερνήσεις για υποδομές cloud και υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Το μενού των επιλογών της εκτείνεται από μικρά, αρθρωτά κέντρα δεδομένων (data centers) μεγέθους ενός εμπορευματοκιβωτίου έως πολυεπίπεδα κτίρια γεμάτα servers. Η εταιρεία προσφέρει ψηφιοποίηση εγγράφων, εθνικά συστήματα ταυτοποίησης, φορολογικές υπηρεσίες, επικοινωνίες για περιπτώσεις κρίσεων, υποστήριξη εκλογών, και πολλά άλλα. Υπόσχεται μεγάλα οικονομικά οφέλη και προσφέρει χρηματοδότηση, οδηγώντας τους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων να συμπεράνουν ότι αυτά τα συστήματα ουσιαστικά θα αυτοχρηματοδοτηθούν.

Οι ξένοι ηγέτες συχνά διατυμπανίζουν αυτές τις συμφωνίες ως ενισχυτικές της «ψηφιακής κυριαρχίας» των χωρών τους. Αλλά στην πραγματικότητα, μπορούν να δημιουργήσουν ψηφιακή εξάρτηση. Τον Ιούνιο, για παράδειγμα, η Σενεγάλη ανακοίνωσε ότι μεταφέρει όλα τα κρατικά δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των κρατικών επιχειρήσεων όπως η εθνική εταιρεία ηλεκτρικής ενέργειας, σε ένα νέο εθνικό κέντρο δεδομένων. Η Τράπεζα Εξαγωγών-Εισαγωγών της Κίνας παρέχει χρηματοδότηση και η Huawei παρέχει τον εξοπλισμό και την τεχνογνωσία. Συμφωνίες όπως αυτή ανοίγουν τον δρόμο για μελλοντικές υπηρεσίες και αναβαθμίσεις εξοπλισμού, και το κόστος μετάβασης σε άλλον προμηθευτή μπορεί να είναι απαγορευτικό. Η Σενεγάλη ίσως να εγκλωβιστεί στην κινεζική τεχνολογία για τα επόμενα χρόνια.

ΤΟ ΝΕΟ ΠΕΔΙΟ ΜΑΧΗΣ

Η προσπάθεια της Κίνας να γίνει ο κυρίαρχος πάροχος ψηφιακής υποδομής στον κόσμο ενέχει σημαντικούς κινδύνους [7] για τις αναπτυσσόμενες χώρες. Ωστόσο, οι προειδοποιήσεις για την ασφάλεια δεν θα κερδίσουν αυτή την αναμέτρηση. Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να απαγορεύσουν τον μη αξιόπιστο εξοπλισμό από τα εγχώρια δίκτυά τους. Μπορούν να πιέσουν στους συμμάχους τους για να κάνουν το ίδιο. Αλλά στον υπόλοιπο κόσμο, θα πρέπει να προσφέρουν πειστικές εναλλακτικές.