Η Ρωσία νομίζει ότι η Αμερική μπλοφάρει | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Ρωσία νομίζει ότι η Αμερική μπλοφάρει

Για να αποτρέψουν μια εισβολή στην Ουκρανία, οι απειλές της Ουάσιγκτον πρέπει να είναι πιο ισχυρές

Εν τω μεταξύ, εντός των Ηνωμένων Πολιτειών, το Κογκρέσο έχει εστιάσει σε κυρώσεις χωρίς σοβαρές οικονομικές συνέπειες. Ορισμένα μέλη του Κογκρέσου έχουν εμμονή με την ακύρωση του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2, ένα μέτρο που θα επέβαλε σχεδόν μηδενικό οικονομικό κόστος στην Ρωσία. Εάν ο Nord Stream 2 ακυρωθεί, η Ρωσία θα συνεχίσει απλώς να μεταφέρει φυσικό αέριο στην Ευρώπη μέσω των υπαρχόντων διαδρομών. Υπάρχει ήδη πλεόνασμα χωρητικότητας αγωγών, επομένως ο όγκος των πωλήσεων ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη θα παρέμενε αμετάβλητος. Το Κρεμλίνο μπορεί να θεωρήσει την εστίαση στον Nord Stream 2 ως απόδειξη ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν πάρει στα σοβαρά την επιβολή κόστους.

Η επιβολή κυρώσεων στους Ρώσους ολιγάρχες και στους φίλους του Πούτιν, ένα άλλο μέτρο που έχει ισχυρή υποστήριξη από το Κογκρέσο, είναι εξίσου απίθανο να αλλάξει τον υπολογισμό του Κρεμλίνου. Υπάρχει σοβαρός λόγος να τους αποτρέψουμε από το να ξεπλένουν χρήματα μέσω των Δυτικών χρηματοπιστωτικών συστημάτων [6], αλλά κάτι τέτοιο θα είχε μικρό αντίκτυπο στην εξωτερική πολιτική του Κρεμλίνου. Η επιχειρηματική ελίτ της Ρωσίας θα προτιμούσε να συνεχίσει να ταξιδεύει στην Δύση και να διατηρεί τους λογαριασμούς της σε ξένες τράπεζες. Αλλά δεν αποφασίζουν αυτοί για την εξωτερική πολιτική της Ρωσίας: ο Πούτιν αποφασίζει, με συμβουλές από έναν μικρό κύκλο αρχηγών των υπηρεσιών ασφαλείας, οι περισσότεροι από τους οποίους υπόκεινται ήδη σε κυρώσεις.

Δεδομένου ότι ο διάλογος στο εσωτερικό των ΗΠΑ εστιάζει σε μέτρα χαμηλού κόστους και δεδομένου ότι η Ευρώπη είναι διχασμένη για το εάν θα στηρίξει δαπανηρές κυρώσεις, ο Πούτιν ίσως πιστεύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπλοφάρουν όταν απειλούν με σκληρές κυρώσεις. Η Ουάσιγκτον έχει ισχυρές κυρώσεις στο οπλοστάσιό της, όπως το να βάλει τις ρωσικές τράπεζες σε μαύρη λίστα. Έχει εφαρμόσει τέτοιου είδους μέτρα στο παρελθόν εναντίον του Ιράν και της Βόρειας Κορέας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να εξαλείψουν τις διασυνδέσεις της Ρωσίας με το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα: αξιωματούχοι των ΗΠΑ έχουν συζητήσει να εισαχθούν μεγάλες ρωσικές τράπεζες σε μαύρη λίστα, να παρεμποδισθούν τράπεζες να μετατρέπουν ρούβλια σε δολάρια, και να αποσυνδεθεί η Ρωσία από το διατραπεζικό δίκτυο επικοινωνίας SWIFT. Αλλά η εφαρμογή οποιουδήποτε από αυτά τα μέτρα θα ήταν δαπανηρή για τους συμμάχους στην Ευρώπη. Θα επηρέαζε επίσης άμεσα την Κίνα [7], τον μεγαλύτερο καταναλωτή ρωσικών εμπορευμάτων. Και αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει επιπλοκές που η κυβέρνηση Μπάιντεν θα προτιμούσε να αποφύγει.

Ο ΚΙΝΕΖΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν χρειάστηκαν να σταθμίσουν προσεκτικά την πιθανή αντίδραση της Κίνας στην επιβολή κυρώσεων στο Κρεμλίνο το 2014. Αυτό συνέβη κυρίως επειδή τα μέτρα δεν έπληξαν ουσιωδώς την Κίνα. Ελάχιστα αγαθά κινεζικής παραγωγής επηρεάστηκαν από τους ελέγχους των εξαγωγών και η Κίνα δεν είχε ουσιώδεις επενδύσεις στην Κριμαία. Ως αποτέλεσμα, το Πεκίνο μπορούσε να καταδικάσει τις κυρώσεις, αλλά να επιτρέψει στις εταιρείες του να τις τηρήσουν στις ελάχιστες περιπτώσεις που αυτές είχαν αντίκτυπο στις δουλειές.

Αλλά εάν η Ουάσιγκτον επιβάλει πολύ σκληρότερες κυρώσεις, η κινεζική απάντηση μπορεί να είναι πολύ διαφορετική. Εν τέλει, η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ρωσίας. Είναι ασαφές εάν οι κινεζικές εταιρείες θα σταματούσαν να συναλλάσσονται με μια μεγάλη ρωσική επιχείρηση που οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επέλεγαν να βάλουν στη μαύρη λίστα. Κάτι τέτοιο θα βοηθούσε στην ενδυνάμωση της οικονομικής ισχύος των ΗΠΑ —και θα αποδείκνυε την ισχύ των εργαλείων που θα μπορούσαν εύκολα να χρησιμοποιηθούν εναντίον της Κίνας στο μέλλον. Η Ρωσία και η Κίνα έχουν ήδη συνεργαστεί για την ίδρυση εναλλακτικών μηχανισμών πληρωμών [8] εάν οι κυρώσεις των ΗΠΑ παρεμποδίσουν τα τραπεζικά τους συστήματα. Εάν η Κίνα επέλεγε να απορρίψει τις κυρώσεις των ΗΠΑ και οι εταιρείες της δεν συμμορφώνονταν, θα έφερνε την Ουάσιγκτον σε δύσκολη θέση. Οι κινεζικές εταιρείες θα παραβίαζαν τη νομοθεσία των ΗΠΑ, αλλά οποιαδήποτε νομική ενέργεια εναντίον τους θα απαιτούσε επικίνδυνα μέτρα κλιμάκωσης, όπως η επιβολή ποινών σε μεγάλες κινεζικές επιχειρήσεις. Η εναλλακτική, ωστόσο, θα ήταν να γίνει αποδεκτό ότι η Κίνα δεν χρειάζεται να ακολουθήσει τις κυρώσεις των ΗΠΑ, γεγονός που θα υπονόμευε δραματικά την οικονομική εμβέλειά τους.

Το ίδιο δίλημμα ισχύει και για την απειλή της κυβέρνησης Μπάιντεν να αποκόψει την ικανότητα της Ρωσίας να αγοράζει ημιαγωγούς, smartphones, ή αεροπορικά εξαρτήματα. Τα smartphones, για παράδειγμα, παράγονται ως επί το πλείστον στην Κίνα, επομένως οποιοιδήποτε έλεγχοι εξαγωγών σε εξαρτήματα smartphone θα λειτουργούσαν μόνο εάν η Κίνα ήταν πρόθυμη να τους επιβάλει. Το Πεκίνο θα μπορούσε να αντιδράσει στις κυρώσεις των ΗΠΑ και να προκαλέσει την Ουάσιγκτον να ανταποδώσει –κάτι που θα άνοιγε ένα δεύτερο μέτωπο σε έναν οικονομικό πόλεμο των μεγάλων δυνάμεων.

Η Κίνα έχει κάνει προηγουμένως ταπεινωτικά βήματα για να αποφύγει να παραβιάσει κυρώσεις των ΗΠΑ. Οι κινεζικές κρατικές τράπεζες, για παράδειγμα, αρνήθηκαν να ανοίξουν λογαριασμούς στην επικεφαλής της κυβέρνησης του Χονγκ Κονγκ, Carrie Lam, αφότου οι Ηνωμένες Πολιτείες της επέβαλαν κυρώσεις. Ωστόσο, οι κυρώσεις των ΗΠΑ [9] που έχουν πιθανότητα να αλλάξουν τον υπολογισμό του Κρεμλίνου, θα μπορούσαν να εξαναγκάσουν το Πεκίνο σε μια επανεξέταση. Αν υπήρχε κάποια στιγμή για να προσπαθήσει να υπονομεύσει την αμερικανική οικονομική ισχύ, θα ήταν αυτή.