Το Αφγανιστάν του Πούτιν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το Αφγανιστάν του Πούτιν

Η Ουκρανία και τα διδάγματα από τον αφγανικό πόλεμο των Σοβιετικών

Καθώς η εισβολή του Ρώσου προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν, στην Ουκρανία έχει προχωρήσει, είναι σαφές ότι σχεδόν τίποτα δεν έχει πάει σύμφωνα με το σχέδιο. Αντί να χαιρετίζονται ως απελευθερωτικές, οι ρωσικές δυνάμεις αντιμετωπίζονται ως μισητοί εχθροί˙ αντί να συνθηκολογήσουν γρήγορα, οι Ουκρανοί έδειξαν ότι είναι αποφασισμένοι να σταματήσουν την ρωσική προέλαση και να πολεμήσουν με κάθε κόστος. Ακόμη και σε αυτό το σημείο, έναν μήνα από την έναρξη αυτής που αναμφίβολα θα γίνει μια πολύ μεγαλύτερη εμπλοκή από ό,τι υπολόγιζε ο Πούτιν, αφθονούν οι αναφορές ότι η ρωσική εκστρατεία μαστίζεται από προβλήματα εφοδιασμού και χαμηλό ηθικό. Ήδη, ο πόλεμος δείχνει σημάδια ότι γίνεται αυτό που το Ινστιτούτο για τη Μελέτη του Πολέμου (Institute for the Study of War) έχει περιγράψει ως «τέλμα». Ίσως το πιο εντυπωσιακό [είναι ότι], αξιωματούχοι των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ εκτιμούν ότι ο ρωσικός στρατός έχασε περισσότερους από 7.000 στρατιώτες μόνο στις πρώτες 20 ημέρες του πολέμου, καθώς και πέντε Ρώσους στρατηγούς τον περασμένο μήνα. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, δεν υπάρχει ξεκάθαρη οδός προς τη νίκη για την Ρωσία ελλείψει μιας μαζικής κλιμάκωσης, και ο πόλεμος έχει ήδη αποδειχθεί επικίνδυνα δαπανηρός για το Κρεμλίνο —και ειδικά για τον ίδιο τον Πούτιν.

26032022-1.jpg

Ουκρανοί στρατιώτες στην περιοχή της Λβιβ, στην Ουκρανία, τον Φεβρουάριο του 2022. Handout / Reuters
-----------------------------------------------------

Για όσους θυμούνται την ύστερη σοβιετική ιστορία, υπάρχει μια γνώριμη αναλογία με αυτά τα γεγονότα: η σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν το 1979. Όπως με τον πόλεμο στην Ουκρανία, η εισβολή στο Αφγανιστάν ωθήθηκε από τον φόβο ότι η Μόσχα έχανε ένα κρίσιμο κομμάτι της σφαίρας επιρροής της. Με το Αφγανιστάν, η σοβιετική ηγεσία πίστευε, όπως προφανώς και ο Πούτιν για την Ουκρανία, ότι ο πόλεμος θα ήταν γρήγορος και εύκολος, ότι τα στρατεύματά της δεν θα είχαν κανένα πρόβλημα να τα βγάλουν πέρα με οποιαδήποτε αντίσταση συναντούσαν, και ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους, αποσπασμένοι από άλλα γεγονότα, δεν θα οργάνωναν μια αποτελεσματική απάντηση. Και όπως ο Πούτιν, οι Σοβιετικοί υπέθεσαν ότι θα ήταν εύκολο να εγκαταστήσουν μια κυβέρνηση-μαριονέτα στα νεοκατακτηθέντα εδάφη.

Τίποτα από αυτά δεν αποδείχθηκε αληθινό. Αντίθετα, το Αφγανιστάν μετατράπηκε γρήγορα στην πιο καταστροφική ρωσική στρατιωτική εμπλοκή της μεταπολεμικής εποχής στο εξωτερικό. Οι Αφγανοί εξεγερμένοι οργανώθηκαν γρήγορα σε αποτελεσματικές αντάρτικες δυνάμεις και δημιούργησαν ασφαλή καταφύγια στο Πακιστάν, όπου οπλίστηκαν και εκπαιδεύτηκαν από Πακιστανούς αξιωματικούς των [υπηρεσιών] πληροφοριών. Εντός εβδομάδων από [την έναρξη] της σοβιετικής εισβολής, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζίμι Κάρτερ, σχημάτισε μια συμμαχία με το Πακιστάν -μια προσπάθεια στην οποία εντάχθηκαν σύντομα η Κίνα, η Αίγυπτος, το Ηνωμένο Βασίλειο, και η Σαουδική Αραβία- για να υποστηρίξει την αφγανική αντίσταση. Βαθιά απροετοίμαστες για ό,τι θα παρατασσόταν εναντίον τους, οι σοβιετικές δυνάμεις πείσμωσαν για αυτόν που μετατράπηκε σε έναν εξουθενωτικό δεκαετή πόλεμο, ο οποίος υπονόμευσε το ηθικό στην πατρίδα, απομύζησε τα σοβιετικά ταμεία, και τελικά επιτάχυνε την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης.

Φυσικά, η Ρωσία το 2022 δεν είναι η Σοβιετική Ένωση του 1979. Όμως, δεδομένων των εντυπωσιακών ομοιοτήτων που έχουν ήδη αναδυθεί μεταξύ της περιπέτειας του Πούτιν στην Ουκρανία και του σοβιετικού πολέμου στο Αφγανιστάν, αξίζει να εξεταστούν τα αντιπροσωπευτικά χαρακτηριστικά εκείνης της προηγούμενης σύγκρουσης και οι εκτεταμένες συνέπειές της. Εάν η εισβολή στην Ουκρανία συνεχίσει να εκτυλίσσεται όπως έχει κάνει μέχρι τώρα και γίνει η αιμορραγική πληγή της Ρωσίας του εικοστού πρώτου αιώνα, θα μπορούσε, όπως έκανε ο πόλεμος στο Αφγανιστάν για τους Σοβιετικούς, να απειλήσει την επιβίωση του καθεστώτος του Πούτιν —και του ίδιου του Πούτιν.

ΔΙΔΑΣΚΟΜΕΝΟΙ ΤΑ ΛΑΘΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΑ

Σε αντίθεση με τις αδέξιες προετοιμασίες του Πούτιν για την εισβολή στην Ουκρανία -που έγιναν πρόχειρα εν μέρει λόγω των αποκαλύψεων των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ που εξέθεσαν την πρόθεση της Μόσχας να επιτεθεί- τα σοβιετικά σχέδια για το Αφγανιστάν ξεδιπλώθηκαν μυστικά. Στα τέλη του 1979, οι αναλύσεις πληροφοριών της KGB είχαν συμπεράνει λανθασμένα ότι το Αφγανιστάν ελκόταν στην σφαίρα της Δύσης και ότι μια στρατιωτική βάση των ΗΠΑ στην χώρα θα επέτρεπε στις Ηνωμένες Πολιτείες να περικυκλώσουν πλήρως την ΕΣΣΔ με πυρηνικούς πυραύλους. Οι Σοβιετικοί ηγέτες φοβήθηκαν επίσης ότι εάν το Αφγανιστάν ελκόταν στην σφαίρα επιρροής της Ουάσιγκτον, θα μπορούσε να πυροδοτήσει αλυσιδωτές αντιδράσεις (domino effect) μεταξύ των εθνών του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Σύμφωνα με το Δόγμα Μπρέζνιεφ (Brezhnev Doctrine), το οποίο διακήρυττε ότι μια απειλή για την σοσιαλιστική εξουσία σε οποιαδήποτε χώρα του σοβιετικού μπλοκ θα ήταν απειλή για όλα τα σοσιαλιστικά κράτη, αυτοί οι φόβοι δικαιολογούσαν την στρατιωτική επέμβαση. Έτσι, στις 12 Δεκεμβρίου 1979, ο Σοβιετικός υπουργός Άμυνας, Ντμίτρι Ουστίνοφ, ο επικεφαλής της KGB, Γιούρι Αντρόποφ, και ο Σοβιετικός υπουργός Εξωτερικών, Αντρέι Γκρομίκο, συνέταξαν ένα προσχέδιο πρότασης για την αποστολή ενός «περιορισμένου αποσπάσματος» του σοβιετικού στρατού στο Αφγανιστάν, έχοντας κατά νου μια σύντομη και στοχευμένη επέμβαση. Δώδεκα ημέρες αργότερα ξεκίνησε η σοβιετική εισβολή.

Στην αρχική της φάση, η σοβιετική εισβολή ήταν πολύ πιο επιτυχημένη από αυτή του Πούτιν στην Ουκρανία. Μια χιονισμένη παραμονή Χριστουγέννων, τα σοβιετικά αερομεταφερόμενα στρατεύματα -μαζί με ειδικές μονάδες της OMON, του τμήματος πολιτοφυλακής του Σοβιετικού Υπουργείου Εσωτερικών- κατέλαβαν γρήγορα στρατηγικούς στόχους στην Καμπούλ, δολοφόνησαν τον Αφγανό ηγέτη, Hafizullah Amin, και βασικά μέλη της κυβερνώσας ομάδας του, και τον αντικατέστησαν με τον εκλεκτό τους, τον φιλοσοβιετικό Babrak Karmal, ο οποίος εισήλθε στην Καμπούλ με τα τανκς των σοβιετικών εισβολέων. [Οι Σοβιετικοί] μετακίνησαν δυνάμεις κατοχής στις μεγάλες πόλεις του Αφγανιστάν –στην Jalalabad στα ανατολικά, στην Kandahar στα νότια, στην Herat στα δυτικά, και στην Mazar-e Sharif στα βόρεια. Η αεροπορική βάση Bagram, βόρεια της Καμπούλ, έγινε γρήγορα βάση της Σοβιετικής Πολεμικής Αεροπορίας. Μέσα σε λίγες εβδομάδες, η Σοβιετική Ένωση είχε θέσει το Αφγανιστάν φαινομενικά υπό έλεγχο.

Όπως και ο Πούτιν [1] στην Ουκρανία, ωστόσο, οι Σοβιετικοί υποτίμησαν σοβαρά την Δυτική απάντηση. Την στιγμή που ελήφθη η απόφαση για επίθεση στο Αφγανιστάν, οι εκτιμήσεις της KGB είχαν υποδείξει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν απίθανο να αμφισβητήσουν σοβαρά την εισβολή. Οι Αμερικανοί είχαν αποσυρθεί από το Βιετνάμ μόλις λίγα χρόνια νωρίτερα, και ο εκλαμβανόμενος ως αδύναμος πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζίμι Κάρτερ, ήταν απορροφημένος με την αμερικανική κρίση των ομήρων στο Ιράν. Αλλά η Δύση βρισκόταν σε πολύ υψηλότερη επιφυλακή από όσο ανέμεναν οι Ρώσοι. Φοβούμενος ότι η μη απάντηση θα ενθάρρυνε τις διεθνείς φιλοδοξίες της ΕΣΣΔ, ο πρόεδρος Κάρτερ κινήθηκε γρήγορα για να ακυρώσει νέες προξενικές συμφωνίες και μεγάλες πωλήσεις σιταριού από την Σοβιετική Ένωση και ανακοίνωσε μποϊκοτάζ στους επερχόμενους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μόσχας του 1980. Διέταξε επίσης παρασκηνιακά την CIA να αρχίσει να προμηθεύει μυστικά το αφγανικό κίνημα αντίστασης με εξοπλισμό, συμπεριλαμβανομένων φονικών υλικών. Μέσα σε λίγες εβδομάδες, η CIA είχε παραδώσει χιλιάδες τουφέκια Enfield .303 στο Πακιστάν για διανομή στους Μουτζαχεντίν, και σύντομα έστελνε επίσης ρουκέτες, όλμους, και τουφέκια. Η συνολική χρηματοδότηση από τις ΗΠΑ στην αφγανική αντίσταση αυξήθηκε από περίπου 100 εκατομμύρια δολάρια τον πρώτο χρόνο σε 500 εκατομμύρια δολάρια τον τέταρτο χρόνο˙ τα τελευταία δύο χρόνια του πολέμου, θα ξεπερνούσε το 1 δισεκατομμύριο δολάρια.

Η αδυναμία της Σοβιετικής Ένωσης να προβλέψει τόσο την ισχύ της αντίστασης όσο και την έκταση της Δυτικής υποστήριξης είχε καταστροφικές συνέπειες. Αυτό που οι Σοβιετικοί ηγέτες είχαν υποθέσει ότι θα ήταν μια γρήγορη και εύκολη στρατιωτική επέμβαση, μετατράπηκε σε μια αιματηρή δεκαετή μάχη. Η ανθρώπινη καταστροφή της σύγκρουσης αντήχησε σε όλη την περιοχή: περίπου ένα εκατομμύριο Αφγανοί σκοτώθηκαν, ενάμισι εκατομμύριο τραυματίστηκαν, τρία εκατομμύρια αναζήτησαν καταφύγιο στο Ιράν και το Πακιστάν, και άγνωστος αριθμός εκτοπίστηκε στο εσωτερικό -όλοι από έναν πληθυσμό λιγότερων από 20 εκατομμυρίων ανθρώπων. Η ίδια η Σοβιετική Ένωση παραδέχτηκε τελικά ότι έχασε περισσότερους από 15.000 στρατιώτες στην σύγκρουση, μολονότι ο αριθμός αυτός είναι πιθανώς πολύ πιο κοντά στους 25.000. Μέχρι την ανάληψη της εξουσίας από τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, το 1985, οι σοβιετικοί ηγέτες που είχαν εξαπολύσει τον Κόκκινο Στρατό στο Αφγανιστάν είχαν αποχωρήσει από το προσκήνιο, αλλά η ΕΣΣΔ συνέχιζε να χάνει αίμα, πλούτο, και την διεθνή της φήμη στον πόλεμο. Τελικά, με την εξοπλισμένη από τις ΗΠΑ αντίσταση στο Αφγανιστάν να προελαύνει όλο και περισσότερο, ο Γκορμπατσόφ έδωσε στους στρατηγούς του έναν χρόνο για να αναστρέψουν την κατάσταση, αλλά [εκείνοι] δεν μπορούσαν. Στις 15 Φεβρουαρίου 1989, οι Σοβιετικοί τελικά αποσύρθηκαν.

Σηματοδοτώντας την ήττα των Σοβιετικών, η απόσυρση [τους] από το Αφγανιστάν [2] εκκίνησε μια εκπληκτική σειρά γεγονότων που θα άλλαζαν τον κόσμο. Οι χώρες εντός του σοβιετικού μπλοκ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας είδαν μια εξουθενωμένη Σοβιετική Ένωση να εγκαταλείπει το Αφγανιστάν και συμπέραναν ορθώς ότι ο νέος σοβιετικός ηγέτης, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, δεν θα είχε τα κότσια για νέες στρατιωτικές περιπέτειες. Έτσι, τον Μάιο του 1989, η ουγγρική κυβέρνηση, ίσως η πιο διανοούμενη από τους σοβιετικούς εταίρους, έκοψε τα συρματοπλέγματα στα σύνορά της με την Αυστρία, επιτρέποντας σε εκατοντάδες Ανατολικογερμανούς να διαφύγουν στην Δυτική Γερμανία. Τον επόμενο μήνα, στις πρώτες ελεύθερες εκλογές για πάνω από έξι δεκαετίες, ο λαός της Πολωνίας ψήφισε υπέρ του Πολωνού αντιφρονούντα και βραβευμένου με Νόμπελ Ειρήνης, Λεχ Βαλέσα, καταψηφίζοντας ουσιαστικά πάνω από τέσσερις δεκαετίες κομμουνισμού. Εκείνο το καλοκαίρι, οι αντικυβερνητικές διαδηλώσεις της Δευτέρας στην Ανατολική Γερμανία αυξήθηκαν σε αριθμό και σε καθαρή δυναμικότητα, μέχρι τη νύχτα της 9ης Νοεμβρίου 1989, όταν πλήθη Ανατολικογερμανών διαδηλωτών παραβίασαν το Τείχος του Βερολίνου. Λιγότερο από έναν χρόνο αργότερα, η Τσεχοσλοβακία και η Ρουμανία είχαν αντιγράψει το παράδειγμά της [ερχόμενες σε] ρήξη με τη Μόσχα, η Ανατολική και η Δυτική Γερμανία επανενώθηκαν -ως μέλος του ΝΑΤΟ- και το 1991 η Ουκρανία κήρυξε την ανεξαρτησία της. Την δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων του 1991, μια μικρή ομάδα Ρώσων στρατιωτών βγήκε στον τοίχο του Κρεμλίνου, κατέβασε το κόκκινο και χρυσό σφυροδρέπανο για τελευταία φορά, και ύψωσε την ρωσική λευκή, μπλε, και κόκκινη τρίχρωμη [σημαία].

Ήταν εκείνα τα τραυματικά γεγονότα –τα οποία επιταχύνθηκαν τουλάχιστον εν μέρει από την καταστροφή στο Αφγανιστάν- στα οποία έγινε μάρτυρας ο Πούτιν, ως νεαρός, σταθμευμένος στην Ανατολική Γερμανία, αξιωματούχος της KGB. Η ανάμνηση της σοβιετικής κατάρρευσης τον ώθησε να την χαρακτηρίσει «τη μεγαλύτερη τραγωδία του εικοστού αιώνα», αλλά φαίνεται ότι πήρε το λάθος δίδαγμα από εκείνα τα γεγονότα. Παραδόξως, σε μια προσπάθεια να ανοικοδομήσει το όραμά του για την χαμένη ρωσική αυτοκρατορία και να ανακτήσει την Ουκρανία από αυτό που θεωρεί ότι είναι η σφαίρα επιρροής της Ουάσιγκτον, έχει εξαπολύσει την δική του αφγανική εισβολή. Ξεκινώντας να αντιστρέψει την ιστορία, ίσως, αντίθετα, να την επαναλαμβάνει.

ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ

Αν μη τι άλλο, η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία φαίνεται ακόμη πιο ασταθής από την σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν. Οι τηλεοπτικές συνεδριάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ρωσίας (Russia Security Council) υποδεικνύουν ότι οι στενότεροι σύμβουλοι του Πούτιν, σε αντίθεση με το Πολιτικό Γραφείο (Politburo) του Μπρέζνιεφ, δεν ήταν πλήρως ενημερωμένοι για τα σχέδια εισβολής και ίσως να είχαν τις δικές τους αμφιβολίες. Και σε αντίθεση με την αρχική επιτυχία των Σοβιετικών, η εισβολή του Πούτιν έχει εκτελεστεί άσχημα από την αρχή, με την αποτυχία [του] να καταλάβει ή να ελέγξει μεγάλες πόλεις και με το σύνολο των απωλειών στις πρώτες λίγες εβδομάδες [να φτάνει εκείνο] που οι Σοβιετικοί χρειάστηκαν χρόνια για να συσσωρεύσουν στο Αφγανιστάν.

Επιπλέον, ο Πούτιν έχει αντιμετωπίσει πολύ μεγαλύτερη αντίσταση στην Ουκρανία από όση είχαν συναντήσει αρχικά οι σοβιετικές δυνάμεις στο Αφγανιστάν, κάτι που μπορεί να τον οδηγήσει να καταφύγει σε πιο βίαιες τακτικές. Ήδη, οι ρωσικές επιθέσεις σε νοσοκομεία, πολυκατοικίες, και ένα κατάμεστο θέατρο έχουν κάνει τον πρόεδρο Μπάιντεν να στιγματίσει τον Πούτιν ως «εγκληματία πολέμου», στο οποίο [ο Πούτιν] απάντησε δηλώνοντας εκνευρισμένα ότι μπορεί να διακόψει όλες τις διπλωματικές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Εάν ο Πούτιν ακολουθήσει το μοτίβο που έχει δείξει στους προηγούμενους πολέμους του στο Γκρόζνι και στην Συρία, πιθανώς θα χρησιμοποιήσει τακτικές που επιστράτευσαν οι Σοβιετικοί στην αποτυχημένη αφγανική επιχείρησή τους, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα περίπου το ένα τρίτο του αφγανικού πληθυσμού να σκοτωθεί, να τραυματιστεί, ή να εκτοπιστεί εσωτερικά ή στο Ιράν και στο Πακιστάν.

Σε αυτό το στάδιο, εκτός και αν υπάρξει μια διευθέτηση μέσω διαπραγματεύσεων -ένα απίθανο γεγονός- φαίνεται ότι ο Πούτιν [3] θα επιδιώξει να καταλάβει και να κυριεύσει το Κίεβο μετά από μια σκληρή και βίαιη μάχη με τον βαριά οπλισμένο πληθυσμό του. Από μόνη της, αυτή η αποστολή μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά δύσκολη και θα μπορούσαν να χρειαστούν εβδομάδες ή μήνες μαχών που θα στοιχήσουν ακριβά. Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ο Πούτιν θα μπορούσε να πάρει το Κίεβο με συμβατικές τακτικές. Αλλά ακόμα κι αν καταφέρει να πάρει το Κίεβο –απομακρύνοντας την κυβέρνηση Ζελένσκι και αντικαθιστώντας την με επιλεγμένους φιλορώσους δοσίλογους- τα προβλήματα της Μόσχας θα μπορούσαν μόλις να αρχίζουν. Όπως και στο Αφγανιστάν πριν από περίπου σαράντα χρόνια, ο Πούτιν πιθανότατα θα αντιμετώπιζε μια αδυσώπητη, βαρέως οπλισμένη εξέγερση, που θα υποστηριζόταν συγκεκαλυμμένα από έναν Δυτικό συνασπισμό παρόμοιο με αυτόν που εξώθησε τους Σοβιετικούς από το Αφγανιστάν.

Και μόνο το μέγεθος της Ουκρανίας θα δημιουργήσει τρομερά προβλήματα σε οποιαδήποτε ρωσική κατοχή [4]. Μεγάλη όσο το Τέξας, [η Ουκρανία] έχει πληθυσμό άνω των 40 εκατομμυρίων ανθρώπων —διπλάσιο από εκείνον του Αφγανιστάν το 1979— και δεν είναι απομονωμένη, περίκλειστη, ορεινή, και αφιλόξενη όπως το Αφγανιστάν, όπου απαιτούνταν μουλάρια και οχήματα παντός εδάφους για την παράδοση όπλων στην αφγανική αντίσταση. Η Ουκρανία είναι επίσης μια σχετικά σύγχρονη χώρα με αξιοπρεπείς δρόμους και δίκτυα μεταφορών. Έχει 850 μίλια χερσαίων και θαλάσσιων συνόρων με την Πολωνία, την Ουγγαρία, την Σλοβακία, και την Ρουμανία: όλες [είναι] χώρες του ΝΑΤΟ. Και μολονότι δεν έχει το τραχύ, ορεινό έδαφος που βοήθησε τους Αφγανούς αντάρτες να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά έναν βαριά οπλισμένο Σοβιετικό Στρατό, η τεράστια γεωγραφία, τα ισχυρά δίκτυα επικοινωνίας, και η εγγύτητα της Ουκρανίας στις Δυτικές δυνάμεις δίνουν στους αντάρτες της ένα μεγάλο πλεονέκτημα.

Όπως και η αντίσταση του Αφγανιστάν την δεκαετία του 1980, με τα ασφαλή καταφύγιά της στο Πακιστάν, μια ουκρανική εξέγερση θα μπορούσε επίσης να επωφεληθεί από σταθμούς στρατοπέδευσης σε γειτονικές χώρες. Ήδη, εκατομμύρια Ουκρανοί πρόσφυγες που περνούν σε αυτές τις όμορες χώρες του ΝΑΤΟ αντιμετωπίζονται με συμπάθεια και υποστήριξη. Τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες, καθώς ο πόλεμος θα προχωρήσει προς το να σκεπάσει ολόκληρη την χώρα, οι πρόσφυγες αυτοί είναι πιθανό να ενωθούν με αυξανόμενους αριθμούς Ουκρανών σε μάχιμη ηλικία. Αυτοί οι μαχητές δεν θα αναζητήσουν άσυλο αλλά ασφαλή καταφύγια, όπου θα ξεκινήσουν να οργανώνονται, να εκπαιδεύονται, και να εξοπλίζονται ως μια κατά προσέγγιση συνεκτική δύναμη αντίστασης εναντίον της ρωσικής κατοχής της χώρας τους. Με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ να χρηματοδοτούν ήδη και να εξοπλίζουν το εκκολαπτόμενο αντάρτικο κατά της Ρωσίας, ο Πούτιν δεν θα αργήσει να βρεθεί αντιμέτωπος με ένα καλά οπλισμένο αντιστασιακό κίνημα που απλώς θα μπορούσε να κάνει την κατοχή υπερβολικά δαπανηρή πολιτικά, κοινωνικά, και οικονομικά για να είναι διατηρήσιμη. Όπως και στο Αφγανιστάν [5], τα προβλήματα εφοδιασμού και τα ζητήματα ηθικού μεταξύ των δυνάμεων κατοχής θα μπορούσαν να φτάσουν σε ένα επίπεδο που δεν θα είναι διατηρήσιμο.

Το ιστορικό των πρόσφατων εξεγέρσεων υποδηλώνει ότι οι πιθανότητες θα είναι συντριπτικά εναντίον του Πούτιν σε οποιαδήποτε παρατεταμένη κατοχή. Τις δεκαετίες από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και μετά, οι βασισμένες στον εθνικισμό εξεγέρσεις ενάντια στις ξένες δυνάμεις εισβολής έχουν επικρατήσει σχεδόν πάντα, όπως έκαναν οι Αφγανοί μαχητές της αντίστασης εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτό βάζει τον Πούτιν σε μια ευάλωτη θέση: είτε κερδίζει και ειρηνεύει γρήγορα την Ουκρανία -ένα πολύ απίθανο αποτέλεσμα- είτε διατάζει την απόσυρση των στρατευμάτων του από την χώρα αφότου κηρύξει την επιτυχή ολοκλήρωση της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησής» του. Η προσωπική ταπείνωση από μια τέτοια κίνηση θα ήταν πιθανότατα υπέρμετρη για τον Πούτιν [6]. Πλησιάζει το 23ο έτος του ως ηγέτης της Ρωσίας, περίπου επτά χρόνια μακριά από τον προσωπικό του στόχο να ξεπεράσει τα 30 χρόνια του Ιωσήφ Στάλιν στο τιμόνι. Οι επιλογές που είναι ανοιχτές γι’ αυτόν στενεύουν ημέρα με την ημέρα, και την οποιαδήποτε αξιολόγηση των πιθανών ενεργειών του περιπλέκουν περαιτέρω οι αυξανόμενοι υπαινιγμοί ότι είναι ψυχικά ασταθής και ικανός να κάνει το αδιανόητο βήμα να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα, όπως έχει επανειλημμένα απειλήσει ότι θα κάνει. Οι ενοχλητικές υποψίες σχετικά με την ψυχική κατάσταση του Πούτιν μπορούν μόνο να χρησιμεύσουν στο να υποχρεώσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ να τοποθετηθούν αθόρυβα και χωρίς δημόσια ανακοίνωση, στα ύψιστα επίπεδα ετοιμότητας, συμπεριλαμβανομένων [αυτών] που αφορούν την πυρηνική επιλογή.

Εάν ο Πούτιν πρέπει να βγει από το παιχνίδι προτού κλιμακώσει στο αδιανόητο, σίγουρα θα χρειαστούν οι δικοί του άνθρωποι στον στρατό ή στις υπηρεσίες πληροφοριών για να ολοκληρώσουν την αποστολή. Καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία σέρνεται ημέρα με την ημέρα, και τα διεθνή μέσα ενημέρωσης αναφέρουν τις ρωσικές θηριωδίες και τις απώλειες αμάχων, ο κόσμος συνεχίζει να στρέφεται κατά της Μόσχας. Μολονότι ο Πούτιν ίσως ξεκίνησε αυτόν τον πόλεμο για να θεραπεύσει ό,τι θεωρεί ως την τραγωδία της σοβιετικής διάλυσης, μπορεί κάλλιστα να αναπαράγει τον καταστροφικό πόλεμο που εξαρχής επιτάχυνε εκείνη την κατάρρευση - και στην πορεία να θέσει σε κίνδυνο το ίδιο του το μέλλον.

Σύνδεσμοι:
[1]https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2020-06-09/pinning-down-putin
[2]https://www.foreignaffairs.com/articles/afghanistan/2020-02-10/how-good-war-went-bad
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-01-27/putin-doctrine
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/afghanistan/2021-10-08/last-days...
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/afghanistan/2021-05-04/ashraf-gh...
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/russia-fsu/2021-04-01/vladimir-p...

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/afghanistan/2022-03-24/putins-af...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition