Πώς η Κίνα έγινε ειρηνοποιός στη Μέση Ανατολή | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς η Κίνα έγινε ειρηνοποιός στη Μέση Ανατολή

Τα λάθη της Ουάσινγκτον άνοιξαν τον δρόμο για την συμφωνία Σαουδικής Αραβίας-Ιράν από το Πεκίνο
Περίληψη: 

Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίσουν να εμπλέκονται στις συγκρούσεις των περιφερειακών εταίρων τους, καθιστώντας τον εαυτό τους μέρος του προβλήματος παρά της λύσης, τα περιθώρια διπλωματικών ελιγμών τους θα περιορίζονται όλο και περισσότερο, παραχωρώντας τον ρόλο του ειρηνοποιού στην Κίνα.

Ο TRITA PARSI είναι εκτελεστικός αντιπρόεδρος του Quincy Institute for Responsible Statecraft.
Ο KHALID ALJABRI είναι εξόριστος Σαουδάραβας καρδιολόγος και επιχειρηματίας στον τομέα της τεχνολογίας υγείας.

Ενώ η ομάδα του Αμερικανού προέδρου, Τζο Μπάιντεν, για τη Μέση Ανατολή επικεντρώθηκε στην εξομάλυνση των σχέσεων Σαουδικής Αραβίας-Ισραήλ, η Κίνα πραγματοποίησε την πιο σημαντική περιφερειακή εξέλιξη μετά τις Συμφωνίες του Αβραάμ: μια συμφωνία για τον τερματισμό της επτάχρονης αποξένωσης Σαουδικής Αραβίας-Ιράν. Η συμφωνία εξομάλυνσης που υπεγράφη την περασμένη εβδομάδα από το Ριάντ και την Τεχεράνη είναι αξιοσημείωτη όχι μόνο λόγω των πιθανών θετικών επιπτώσεών της στην περιοχή -από τον Λίβανο και την Συρία έως το Ιράκ και την Υεμένη- αλλά και λόγω του ηγετικού ρόλου της Κίνας και της απουσίας των Ηνωμένων Πολιτειών από την διπλωματία που οδήγησε σε αυτήν.

21032023-1.jpg

Εφημερίδες στην Τεχεράνη, τον Μάρτιο του 2023. Majid Asgaripour / West Asia News Agency / Reuters
---------------------------------------------------------------

Η Ουάσινγκτον φοβάται εδώ και καιρό την αυξανόμενη κινεζική επιρροή στη Μέση Ανατολή, καθώς φαντάζεται ότι μια στρατιωτική απόσυρση των ΗΠΑ θα δημιουργούσε γεωπολιτικά κενά που θα κάλυπτε η Κίνα. Αλλά το σχετικό κενό δεν ήταν στρατιωτικό, που δημιουργήθηκε από την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων˙ ήταν το διπλωματικό κενό που άφησε μια εξωτερική πολιτική ηγείτο με τον στρατό και έκανε την διπλωματία πολύ συχνά μεταγενέστερη σκέψη.

Η συμφωνία αποτελεί νίκη για το Πεκίνο. Με την διαμεσολάβηση για την αποκλιμάκωση της έντασης μεταξύ δύο εχθρών και μεγάλων περιφερειακών παραγωγών πετρελαίου, βοήθησε τόσο στην εξασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού που χρειάζεται όσο και στην ενίσχυση των διαπιστευτηρίων του ως αξιόπιστου διαμεσολαβητή σε μια περιοχή που επιβαρύνεται από συγκρούσεις, κάτι που η Ουάσινγκτον δεν θα μπορούσε να κάνει. Η κινεζική επιτυχία κατέστη δυνατή σε μεγάλο βαθμό λόγω των στρατηγικών λαθών των ΗΠΑ: μια αυτοκαταστροφική πολιτική που συνδύαζε την πίεση στο Ιράν με τις ικεσίες προς την Σαουδική Αραβία βοήθησε την Κίνα να αναδειχθεί ως μια από τις λίγες μεγάλες δυνάμεις με επιρροή και εμπιστοσύνη και στα δύο αυτά κράτη.

Ωστόσο, η Ουάσινγκτον αξίζει κάποια εύσημα για την συμφωνία αν και όχι το είδος των ευσήμων που θα ήθελε να διεκδικήσει. Κατά τρόπο ακούσιο, η συγκρουσιακή προσέγγισή της στην περιοχή ώθησε την Σαουδική Αραβία να μετατοπιστεί από την σύγκρουση προς την διπλωματία με το Ιράν και έτσι άνοιξε τον δρόμο για την κινεζική διαμεσολάβηση. Όσο οι εταίροι των ΗΠΑ, όπως η Σαουδική Αραβία, πίστευαν ότι είχαν λευκή επιταγή από την Ουάσινγκτον, είχαν μικρό ενδιαφέρον για την περιφερειακή διπλωματία. Μόλις το Ριάντ πίστεψε ότι η λευκή επιταγή είχε αποσυρθεί, η διπλωματία έγινε η καλύτερη επιλογή τους.

ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ

Μετά από τέσσερις ημέρες διαπραγματεύσεων στο Πεκίνο την περασμένη εβδομάδα, μια κοινή τριμερής δήλωση [1] ανακοίνωσε μια συμφωνία μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν για την επαναλειτουργία των πρεσβειών και την επανέναρξη των διπλωματικών σχέσεων εντός δύο μηνών. Οι δύο χώρες επιβεβαίωσαν τον σεβασμό της [εδαφικής] κυριαρχίας και την μη παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις η μια της άλλης και αναβίωσαν παλιές συμφωνίες συνεργασίας στον τομέα της ασφάλειας και εμπορικές συμφωνίες. Η συμφωνία περιελάμβανε μια μελλοντική συνάντηση μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν για την εφαρμογή της συμφωνίας και την συζήτηση τρόπων ενίσχυσης των διμερών σχέσεων.

Οι αλλαγές στην προσέγγιση της Σαουδικής Αραβίας έναντι του Ιράν μπορούν να αποδοθούν σε δύο γεγονότα. Πρώτον, η Σαουδική Αραβία αντιμετώπισε μια στιγμή αποκάλυψης τον Σεπτέμβριο του 2019, όταν μια επίθεση με μη επανδρωμένα αεροσκάφη και πυραύλους που πραγματοποίησαν οι υποστηριζόμενοι από το Ιράν αντάρτες Χούτι στην Υεμένη προκάλεσε ζημιές στις σαουδαραβικές πετρελαϊκές εγκαταστάσεις στο Abqaiq και στο Khurais. Η επίθεση ήταν μια προφανής προσπάθεια να επιφέρει κόστος στο Σαουδαραβικό βασίλειο για την υποστήριξη των κυρώσεων «μέγιστης πίεσης» της Ουάσινγκτον κατά του Ιράν. Οι Σαουδάραβες ανέμεναν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα χτυπούσαν το Ιράν σε αντίποινα, δεδομένης της μακροχρόνιας πολιτικής των ΗΠΑ να χρησιμοποιούν στρατιωτική βία για την υπεράσπιση των πετρελαϊκών πόρων της Μέσης Ανατολής, που χρονολογείται από την προεδρία του Τζίμι Κάρτερ. Αλλά ο πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, δεν είχε κανένα ενδιαφέρον να διακινδυνεύσει έναν πόλεμο για λογαριασμό της Σαουδικής Αραβίας. Το δόγμα Κάρτερ δεν υπήρχε πια: η προσέγγιση του Τραμπ «Πρώτα η Αμερική» σήμαινε ότι όλες οι προηγούμενες δεσμεύσεις και συνεννοήσεις των ΗΠΑ βρίσκονταν σε επισφαλή εδάφη.