Γιατί η Κίνα δεν έχει έρθει προς διάσωση της Ρωσίας
Η Κίνα φαίνεται να είναι επιφυλακτική ως προς την αύξηση του εμπορίου με την Ρωσία. Και σε αντίθεση με την συμβατική σοφία, η Μόσχα δεν έχει πολλά να προσφέρει στο Πεκίνο. Η Κίνα δεν αγοράζει ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο με μεγάλη έκπτωση, και θέλει μια ποικιλία από διάφορους προμηθευτές ενέργειας.
Η AGATHE DEMARAIS είναι διευθύντρια Παγκόσμιων Προβλέψεων στο Economist Intelligence Unit και συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Backfire: How Sanctions Reshape the World Against U.S. Interests [1].
Από το 2014, όταν τα Δυτικά κράτη επέβαλαν κυρώσεις στην Ρωσία ως απάντηση στην παράνομη προσάρτηση της Κριμαίας, το Κρεμλίνο ισχυρίστηκε ότι οι ρωσικές εταιρείες αναζητούν ευκαιρίες στην Κίνα. Αυτή η στροφή προς Ανατολάς έχει γίνει πιο επιτακτική μετά την πλήρους κλίμακας εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022. Πέρυσι, άνοιξαν δύο γέφυρες στον ποταμό Αμούρ, ο οποίος σηματοδοτεί τα σύνορα μεταξύ Ρωσίας και Κίνας. Και σε μια συνάντηση τον Μάρτιο του 2023, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, και ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, δεσμεύτηκαν να εμβαθύνουν την οικονομική συνεργασία στο πλαίσιο της «χωρίς όρια» εταιρικής τους σχέσης.
Εκφόρτωση εμπορευμάτων από την Κίνα κοντά στο Βλαδιβοστόκ, στην Ρωσία, τον Απρίλιο του 2023. Tatiana Meel / Reuters
----------------------------------------------
Αλλά πόσο μεγάλη χείρα βοηθείας έχει πραγματικά προσφέρει η Κίνα στην Ρωσία μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία; Η εκτίμηση της πραγματικότητας της οικονομικής στροφής της Ρωσίας προς Ανατολάς δεν είναι εύκολη. Πέρυσι το Κρεμλίνο διαβάθμισε τα εμπορικά του στοιχεία, καθιστώντας δύσκολη την παρακολούθηση της υποστήριξης της Κίνας προς την Ρωσία. Ο συνδυασμός των κινεζικών τελωνειακών δεδομένων είναι πλέον ο μόνος τρόπος για να μάθουμε τι διακινείται (ή δεν διακινείται).
Τα στοιχεία αυτά δεν καταγράφουν το λαθρεμπόριο και μπορεί να είναι ελλιπή, αλλά είναι αρκετά αξιόπιστα για να παρέχουν την συνολική εικόνα: η Κίνα φαίνεται να είναι επιφυλακτική ως προς την αύξηση του εμπορίου με την Ρωσία. Και σε αντίθεση με την συμβατική σοφία, η Μόσχα δεν έχει πολλά να προσφέρει στο Πεκίνο. Η Κίνα δεν αγοράζει ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο με μεγάλη έκπτωση, και θέλει μια ποικιλία από διάφορους προμηθευτές ενέργειας. Η πολυδιαφημισμένη στροφή της Ρωσίας προς την Κίνα, με άλλα λόγια, μάλλον δεν είναι τόσο επιτυχής όσο ισχυρίζονται ο Πούτιν και ο Σι.
ΧΑΡΤΙΝΟΣ ΑΞΟΝΑΣ
Το 2022, οι Δυτικές κυρώσεις [2] στόχευαν κυρίως τις ρωσικές εισαγωγές Δυτικών προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων ανταλλακτικών για αυτοκίνητα, αεροπλάνα, και μηχανήματα, αντανακλώντας την απροθυμία της Ευρώπης να σπάσει τον εθισμό της στην ρωσική ενέργεια. Η Ρωσία έχασε επίσης την πρόσβαση σε προηγμένους ημιαγωγούς, οι οποίοι βασίζονται στην αμερικανική τεχνολογία. Αυτό προκάλεσε πονοκέφαλο στο Κρεμλίνο: η Ρωσία χρειάζεται μικροτσίπ υψηλών προδιαγραφών για την κατασκευή των πυραύλων που χρησιμοποιεί στην Ουκρανία. Οι Δυτικές χώρες γνωρίζουν ότι η Ρωσία θα βρίσκει πάντα αγοραστές για τις με έκπτωση εξαγωγές υδρογονανθράκων, αλλά ο εντοπισμός εναλλακτικών προμηθευτών για εισαγωγές προηγμένης τεχνολογίας είναι πιο δύσκολος -και οι κινεζικές επιχειρήσεις δεν σπεύδουν να καλύψουν το κενό που άφησε η απόσυρση των Δυτικών επιχειρήσεων.
Στα χαρτιά, η εμπορική σχέση Κίνας-Ρωσίας φαίνεται να κερδίζει έδαφος. Η αξία των εξαγωγών της Κίνας προς την Ρωσία σε δολάρια ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 12,8% το 2022, εν μέρει χάρη στις μεταβολές των συναλλαγματικών ισοτιμιών: πέρυσι, το γουάν υποτιμήθηκε έναντι τόσο του δολαρίου όσο και του ρουβλίου, αυξάνοντας την ανταγωνιστικότητα των κινεζικών εξαγωγών προς την Ρωσία. Αλλά αυτή η φαινομενικά ισχυρή αύξηση των κινεζικών αποστολών μέσω του Αμούρ δεν ήταν εξαιρετική. Οι περισσότεροι από τους 20 κορυφαίους εμπορικούς εταίρους της Κίνας κατέγραψαν αύξηση κατά 10% ή περισσότερο στις εισαγωγές τους από την Κίνα πέρυσι. Για παράδειγμα, η αξία των κινεζικών εξαγωγών προς την Αυστραλία και την Ινδία –δύσκολα θεωρούνται σύμμαχοι της Κίνας- εκτινάχθηκε κατά περίπου 20% το 2022.
Η αξία σε δολάρια των εξαγωγών της Κίνας προς την Ρωσία δίνει μια πιο μετριοπαθή εικόνα της εμπορικής σχέσης τους. Το 2022, οι κινεζικές επιχειρήσεις απέστειλαν αγαθά αξίας 76 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Ρωσία, δηλαδή περίπου την αξία των αποστολών τους προς την Ινδονησία, την Ταϊβάν, και την Αυστραλία. Αυτό αντιπροσώπευε μόνο το 2% των συνολικών εξαγωγών της Κίνας -στο ίδιο επίπεδο με τις κινεζικές αποστολές στην Ταϊλάνδη, της οποίας η οικονομία είναι το ένα τέταρτο του μεγέθους της Ρωσίας. Ούτε το 2022 αποτέλεσε εξαίρεση: από το 2014, οι εξαγωγές της Κίνας προς την Ρωσία αυξήθηκαν μόνο κατά περίπου 40% σε ονομαστικούς όρους, σε σύγκριση με πάνω από 200% για τις εξαγωγές της Κίνας προς την Ινδία, το Βιετνάμ, και την Σιγκαπούρη.
Αυτό εγείρει το ερώτημα γιατί η Ρωσία δεν αποτελεί ελκυστική αγορά για τις κινεζικές επιχειρήσεις. Ορισμένες από τις απαντήσεις είναι προφανείς. Η ρωσική οικονομία κατέγραψε ύφεση πέρυσι. Η ανάπτυξη θα παραμείνει στην καλύτερη περίπτωση στάσιμη φέτος και οι προβλέψεις δείχνουν ότι το ΑΕΠ της Ρωσίας δεν θα ανακάμψει στο προπολεμικό του επίπεδο πριν από το 2027. Η απόφαση του Κρεμλίνου το 2022 να απαλλαγεί από τους διεθνείς κανόνες που προστατεύουν την πνευματική ιδιοκτησία είναι ένα άλλο αντικίνητρο. Μπορεί το Πεκίνο να μην είναι γνωστό για τον σεβασμό της Δυτικής πνευματικής ιδιοκτησίας στο εσωτερικό, αλλά οι κινεζικές εταιρείες εξακολουθούν να θέλουν να προστατεύεται η τεχνογνωσία τους όταν δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό. Επιπλέον, το Πεκίνο δεν έχει ακόμη διατάξει τις κρατικές επιχειρήσεις του να εισέλθουν στην ρωσική αγορά. Και δεδομένου ότι ο ρωσικός πληθυσμός είναι παραδοσιακά καχύποπτος απέναντι στην Κίνα, οι κινεζικές εταιρείες γνωρίζουν ότι μπορεί να μην γίνουν δεκτές με ανοιχτές αγκάλες.
Αλλά ο κύριος λόγος για τον οποίο οι κινεζικές επιχειρήσεις είναι τόσο απρόθυμες να συνεργαστούν με την άλλη πλευρά του Αμούρ μπορεί να έχει να κάνει περισσότερο με την Ουάσιγκτον παρά με τη Μόσχα. Οι κινεζικές επιχειρήσεις ανησυχούν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να επιβάλουν δευτερογενείς κυρώσεις που θα στόχευαν επιχειρήσεις από οποιαδήποτε χώρα που συνεργάζεται με ρωσικές εταιρείες. Μέχρι στιγμής, η Ουάσινγκτον έχει επιβάλει τέτοια μέτρα μόνο σε συναλλαγές με τον στρατιωτικό τομέα της Ρωσίας. Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες επεκτείνουν τα μέτρα αυτά και σε άλλους οικονομικούς τομείς, όλες οι εταιρείες σε όλο τον κόσμο θα αναγκαστούν να επιλέξουν μεταξύ των αμερικανικών και των ρωσικών αγορών. Για τις περισσότερες επιχειρήσεις, η προσκόλληση στις Ηνωμένες Πολιτείες θα ήταν εύκολη υπόθεση. Ως αποτέλεσμα, οι κινεζικές εταιρείες έχουν ελάχιστα κίνητρα να επενδύσουν χρόνο και χρήμα στην ανάπτυξη σχέσεων με ρωσικές επιχειρήσεις, τις οποίες ίσως χρειαστεί σύντομα να εγκαταλείψουν.
Ίσως πιο ανησυχητικό για το Κρεμλίνο είναι ότι οι κινεζικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην άλλη πλευρά του Αμούρ δεν αναπληρώνουν την αποχώρηση των Δυτικών προμηθευτών από την ρωσική αγορά: οι κινεζικές επιχειρήσεις στέλνουν κυρίως απλά κινητά τηλέφωνα, εξοπλισμό μεταφορών, και υπολογιστές. Οι κινεζικές εταιρείες δεν στέλνουν προηγμένη τεχνολογία στην Ρωσία: σύμφωνα με τα κινεζικά τελωνειακά στοιχεία, οι κινεζικές εξαγωγές ημιαγωγών προς την Ρωσία παρέμειναν συνολικά αμετάβλητες το 2022. Και πάλι, μπορεί να φταίνε οι Ηνωμένες Πολιτείες: όπως και η Ρωσία, η Κίνα έχει χάσει την πρόσβαση σε προηγμένους ημιαγωγούς ως αποτέλεσμα μιας σειράς αμερικανικών ελέγχων των εξαγωγών που εισήχθησαν στα τέλη του 2022. Τα τσιπ που μπορεί να κατασκευάσει η Κίνα είναι ως επί το πλείστον απλά και πιθανώς περιορισμένης χρήσης για την Ρωσία.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έβαλαν ένα στοίχημα όταν περιόρισαν ταυτόχρονα την δυνατότητα τόσο της Ρωσίας όσο και της Κίνας να εισάγουν εξελιγμένους ημιαγωγούς το 2022. Η Ουάσινγκτον ήλπιζε ότι αντί να συνεργαστούν για να παρακάμψουν αυτά τα μέτρα, το Πεκίνο και η Μόσχα θα ανταγωνίζονταν για την απόκτηση υψηλής ποιότητας τσιπ -και ως επί το πλείστον, αυτό το στοίχημα απέδωσε. Η Ρωσία φαίνεται να εισάγει λαθραία κάποιους ημιαγωγούς από την Τουρκία και ενδεχομένως από το Καζακστάν, την Σερβία, και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Αλλά η Ρωσία πιθανότατα δεν μπορεί να εξασφαλίσει αρκετούς ημιαγωγούς [3] για να καλύψει τις απαιτήσεις της μεγάλης οικονομίας της, υπονομεύοντας την ικανότητα της Μόσχας να δημιουργήσει ένα τεχνολογικό οικοσύστημα από το μηδέν και να οικοδομήσει αλυσίδες εφοδιασμού για προηγμένα προϊόντα. Με την πάροδο του χρόνου, αυτό θα επιβαρύνει σημαντικά τις οικονομικές προοπτικές της Ρωσίας.
ΟΧΙ ΚΑΙ ΤΟΣΟ ΞΕΧΩΡΙΣΤΗ
Στην άλλη πλευρά του εμπορικού ισοζυγίου, η αύξηση των ρωσικών εξαγωγών προς την Κίνα εμφανίζεται πιο εντυπωσιακή: η αξία των ρωσικών αποστολών προς την Κίνα αυξήθηκε κατά 43% το 2022. Αλλά και πάλι, η πραγματικότητα μπορεί να μην είναι τόσο ρόδινη. Η προκαλούμενη από τον πόλεμο άνοδος των τιμών των βασικών εμπορευμάτων εξηγεί ένα μέρος της αύξησης. Το αργό πετρέλαιο, το φυσικό αέριο, και ο άνθρακας αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος των ρωσικών εξαγωγών προς την Κίνα. Το 2022, η τιμή αυτών των εμπορευμάτων εκτοξεύτηκε. Ως αποτέλεσμα, πολλοί παραγωγοί πρώτων υλών κατέγραψαν απότομα άλματα στις εξαγωγές τους προς την Κίνα: για παράδειγμα, ο Καναδάς ανέβηκε κατά 39% το 2022. Οι εξαγωγές της Ρωσίας εκτινάχθηκαν επίσης. Και σε αντίθεση με την δημοφιλή πεποίθηση, η Κίνα δεν φαίνεται να αγοράζει ρωσικά εμπορεύματα με έκπτωση.
Και πάλι, το απόλυτο μέγεθος των ρωσικών εξαγωγών προς την Κίνα υποδηλώνει μια πιο μετριοπαθή πραγματικότητα. Οι εξαγωγές της Ρωσίας προς την Κίνα παρέμειναν χαμηλές, στα 114 δισ. δολάρια πέρυσι. Το ποσό αυτό αντιπροσωπεύει μόλις το 4% των κινεζικών εισαγωγών -στο ίδιο επίπεδο με τις αποστολές στην Κίνα από τη Μαλαισία, η οικονομία της οποίας είναι το ένα έκτο του μεγέθους της Ρωσίας. Φυσικά, γίνεται κάποιο λαθρεμπόριο, με το ρωσικό πετρέλαιο να μεταφέρεται όλο και περισσότερο στο παρασκήνιο από έναν αυξανόμενο στόλο ρωσικών πλοίων. Αλλά η Κίνα πιθανότατα δεν κρύβει το μεγαλύτερο μέρος των εισαγωγών της σε ρωσικό αργό. Δεν έχει ανάγκη να το κάνει˙ οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους δεν έχουν επιβάλει εμπάργκο στις ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου, κυρίως από φόβο μήπως ανεβάσουν τις τιμές του αργού και υποκινήσουν αντιδράσεις κατά των κυρώσεων στον παγκόσμιο Νότο.
Όσον αφορά το μέλλον, οι ενεργειακές εξαγωγές της Ρωσίας προς την Κίνα ενδέχεται να έχουν σταθεροποιηθεί. Το Πεκίνο ήταν πάντα προσεκτικό στο να διατηρεί ένα ποικίλο μείγμα προμηθευτών ενέργειας. Οι ειδικοί της ναυτιλίας πιστεύουν ότι η Κίνα περιορίζει τις εισαγωγές πετρελαίου σε περίπου δύο εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα από οποιαδήποτε χώρα -ένα επίπεδο που η Σαουδική Αραβία έχει φτάσει εδώ και καιρό και που η Ρωσία πιθανότατα θα φτάσει στα τέλη του 2022. Η κινεζική ηγεσία μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα προσεκτική με την Ρωσία από αυτή την άποψη, δεδομένου ότι ο Πούτιν έδειξε το 2022 ότι δεν είχε κανέναν ενδοιασμό να κλείσει την στρόφιγγα του φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Οι περιορισμοί δυναμικότητας θα περιορίσουν επίσης τις ρωσικές εξαγωγές υδρογονανθράκων προς την Κίνα. Μόνο λίγα κινεζικά διυλιστήρια είναι εξοπλισμένα για να διυλίσουν ρωσικό αργό, το οποίο είναι πλούσιο σε εξαιρετικά τοξικό υδράργυρο.
Η εικόνα είναι παρόμοια για το φυσικό αέριο. Οι αποστολές μέσω του αγωγού Power of Siberia, του κύριου αγωγού για τις ρωσικές παραδόσεις φυσικού αερίου στην Κίνα, δεν μπορούν να αυξηθούν πολύ μέχρι να ολοκληρωθούν οι αναβαθμίσεις το 2025. Ο Πούτιν πιέζει εδώ και καιρό για την κατασκευή ενός νέου αγωγού που θα συνδέει την Ρωσία με την Κίνα, του Power of Siberia 2. Είχε μεγάλες ελπίδες ότι η επίσκεψη του Σι στη Μόσχα τον Μάρτιο του 2023 θα σφράγιζε την συμφωνία. Ωστόσο, ο Σι δεν φαίνεται να βιάζεται να τον εξυπηρετήσει, και για καλό λόγο: η Κίνα έχει ήδη συμφωνήσει να κατασκευάσει έναν αγωγό που θα συνδέει το ρωσικό νησί της Σαχαλίνης με την ηπειρωτική Κίνα. Αν κατασκευαστεί και ο αγωγός Power of Siberia 2, η Ρωσία θα προμηθεύει περίπου το ήμισυ των εισαγωγών φυσικού αερίου της Κίνας, καθιστώντας το Πεκίνο εξίσου εξαρτημένο από το ρωσικό φυσικό αέριο όπως ήταν η Ευρώπη.
ΜΙΑ ΜΟΝΟΠΛΕΥΡΗ ΦΙΛΙΑ
Μια ματιά στα κινεζικά τελωνειακά στοιχεία καθιστά σαφές ότι η Κίνα διατηρεί το πάνω χέρι στην οικονομική της σχέση με την Ρωσία και ότι το Πεκίνο δεν φαίνεται να βιάζεται να παράσχει οικονομική βοήθεια στο Κρεμλίνο. Στο μέλλον, οι κινεζικές επιχειρήσεις θα μπορούσαν ακόμη να βοηθήσουν την Ρωσία ενισχύοντας τις επενδύσεις τους εκεί. Μέχρι στιγμής, δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι ετοιμάζονται να το πράξουν, αλλά οι επενδυτικές αποφάσεις συνήθως χρειάζονται τρία έως πέντε χρόνια για να υλοποιηθούν. Ωστόσο, είναι απίθανο οι κινεζικές επιχειρήσεις να καλύψουν όλο το κενό που αφήνουν οι Δυτικές επιχειρήσεις που αποχωρούν. Εταιρείες από χώρες που η Ρωσία θεωρεί πλέον «μη φιλικές» -οι οποίες παλαιότερα έφερναν καινοτομία στη Μόσχα- αποτελούσαν το 90% των άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ρωσία κατά την τελευταία δεκαετία. Σήμερα, το ποσοστό αυτό είναι πιθανότατα κοντά στο μηδέν (αν και η ταξινόμηση των στοιχείων για τις ξένες επενδύσεις από την Ρωσία καθιστά δύσκολο να δοθεί ακριβής αριθμός).
Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου το 2022, λίγες μόνο εβδομάδες πριν η Μόσχα ξεκινήσει την εισβολή της στην Ουκρανία, οι Ρώσοι και Κινέζοι ηγέτες ισχυρίστηκαν ότι η φιλία τους «δεν έχει όρια». Περισσότερο από έναν χρόνο αργότερα, ο Σι και ο Πούτιν απλώς επιβεβαίωσαν το γνωμικό ότι μερικά πράγματα είναι ευκολότερο να τα λες παρά να τα κάνεις. Οι μεγάλες προσδοκίες του Πούτιν δεν έχουν ακόμη εκπληρωθεί. Και σε αντίθεση με τις επίσημες δηλώσεις, η ενθουσιώδης στροφή της Ρωσίας προς την Κίνα δεν έχει βρει ανταπόκριση.
Σύνδεσμοι:
[1] https://www.amazon.com/Backfire-Sanctions-Reshape-Against-Interests/dp/0...
[2] https://www.foreignaffairs.com/united-states/limits-economic-warfare
[3] https://www.foreignaffairs.com/united-states/illusion-controls
Copyright © 2023 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/china/why-china-hasnt-come-russias-rescue
Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition