Πλοηγώντας στον Νείλο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πλοηγώντας στον Νείλο

Η πολιτική της επόμενης τετραετίας για την Αίγυπτο

Με μια πρώτη ματιά, η πολιτική κατάσταση στην Αίγυπτο σήμερα μοιάζει δυσοίωνη: Οι φιλελεύθεροι επαναστάτες της πλατείας Ταχρίρ έχουν περιθωριοποιηθεί, η κοπτική μειονότητα είναι υπό απειλή και η αβεβαιότητα σκιάζει το μέλλον της τριών δεκαετιών παλαιάς συνθήκης ειρήνης μεταξύ της Αιγύπτου και του Ισραήλ. Οι διαμαρτυρίες της περασμένης εβδομάδας στο Κάιρο - με φόντο τη διάδοση των αντι-αμερικανικών διαδηλώσεων στην περιοχή - ήγειρε ανησυχίες στην Ουάσιγκτον. Ρεπουμπλικανικοί πολιτικοί που υποστηρίζονται από συντηρητικούς σχολιαστές, επιχειρηματολόγησαν ότι αν ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα είχε κάνει τα πράγματα με διαφορετικό τρόπο τα τελευταία λίγα χρόνια, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ήταν σε πολύ καλύτερη θέση για να εξασφαλίσουν τα συμφέροντά τους στην Αίγυπτο. Μιλώντας για την Αίγυπτο, τη Λιβύη και την Υεμένη στον απόηχο των τραγικών γεγονότων της περασμένης εβδομάδας, ο Richard Williamson, ενός υψηλού επιπέδου σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής για τον ρεπουμπλικανό προεδρικό υποψήφιο Μιτ Ρόμνεϊ, δήλωσε στην Washington Post: «Ο σεβασμός για την Αμερική έχει μειωθεί, δεν υπάρχει αίσθηση αμερικανικής αποφασιστικότητας και δεν μπορούμε να προστατεύσουμε ούτε την κρατική αμερικανική περιουσία». Ο Williamson συνόψισε τον χειρισμό του Ομπάμα για τις σχέσεις με το Κάιρο με τέσσερις λέξεις: «η ώρα του ερασιτέχνη».

Ωστόσο, οι επικρίσεις αυτές υπερεκτιμούν τόσο τους κινδύνους της νέας ισλαμικής κυβέρνησης της Αιγύπτου όσο και την ικανότητα της Ουάσινγκτον να διαμορφώνει τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή. Στην πραγματικότητα, είτε από τύχη είτε από ορθή κρίση ή από έναν συνδυασμό και των δύο, ο Ομπάμα χειρίστηκε επιδέξια την αντίδραση των ΗΠΑ στην αιγυπτιακή επανάσταση. Η πιο πρόσφατη απόδειξη: το πακέτο ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων διαγραφής χρέους για την κυβέρνηση του νέου προέδρου της Αιγύπτου Μοχάμεντ Μόρσι, παρότι η υλοποίησή του μπορεί πλέον να καθυστερήσει λόγω των πρόσφατων διαδηλώσεων. Και αυτό έρχεται μαζί με μια συμφωνία για βοήθεια τριών δισεκατομμυρίων δολαρίων από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τα οποία ο Λευκός Οίκος βοήθησε να συγκεντρωθούν. Αφήνοντας κατά μέρος τα ολέθρια πρωτοσέλιδα για τις διαμαρτυρίες, αυτές οι οικονομικές κινήσεις δημιουργούν μια σταθερή βάση για τις μακροπρόθεσμες σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Αιγύπτου.

Η μετεπαναστατική περίοδος στην Αίγυπτο δεν έχει προσφέρει εύκολες πολιτικές επιλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Ουάσιγκτον έπρεπε να σταθμίσει την υποστήριξή της για την ανάδυση της δημοκρατίας στην Αίγυπτο με την επιθυμία της για σταθερότητα. Αρκετά περιστατικά, όπως η επίθεση του περασμένου έτους στην ισραηλινή πρεσβεία στο Κάιρο και η σύλληψη των 16 αμερικανών εργαζομένων σε μη κυβερνητικές οργανώσεις, τον Φεβρουάριο, ήταν σοβαρές προκλήσεις για τον Λευκό Οίκο. Παρ' όλα αυτά, ο πρόεδρος και η υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον έχουν δείξει την απαραίτητη προσοχή και αυτοσυγκράτηση. Αυτή η συνετή πολιτική, ακόμη και ενώπιον προκλήσεων, θα συνεχίσει να είναι ζωτικής σημασίας για το ακόμη αβέβαιο και χαοτικό κλίμα της Μέσης Ανατολής. Φυσικά, προσοχή δεν πρέπει να σημαίνει αδυναμία ή αποτυχία των ΗΠΑ να κινητοποιήσουν ισχύ, όταν αυτό είναι αναγκαίο. Προχωρώντας προς τα εμπρός, το «κλειδί» θα είναι ο τρόπος με τον οποίο αυτή η δύναμη χρησιμοποιείται. Η συνετή, ρεαλιστική δέσμευση, η οποία φροντίζει για τις αιγυπτιακές ευαισθησίες χωρίς να θέτει σε κίνδυνο ζωτικά συμφέροντα των ΗΠΑ, θα πρέπει να είναι το πρότυπο για την προσέγγιση της Αιγύπτου από την επόμενη κυβέρνηση.

ΑΝΤΙΔΡΩΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Στις αρχές του 2011, η κυβέρνηση Ομπάμα αντιμετώπισε δύο κύρια προβλήματα στην Αίγυπτο. Ο πρώην πρόεδρος Χόσνι Μουμπάρακ ήταν ένας πιστός σύμμαχος των ΗΠΑ, λειτουργώντας ως πυλώνας σταθερότητας στη Μέση Ανατολή. Αλλά την ίδια στιγμή, όταν οι διαμαρτυρίες στην πλατεία Ταχρίρ άρχισαν να σοβαρεύουν, ήταν σαφές ότι η ιστορία ξεπερνούσε το καθεστώς. Η κύρια πρόκληση για την πολιτική της Ουάσιγκτον ήταν το πως να αγκαλιάσει την αλλαγή, διατηρώντας παράλληλα μια τάξη.

Οι Ισραηλινοί, οι Σαουδάραβες, και οι Ρεπουμπλικάνοι στο Κογκρέσο των ΗΠΑ υποστήριξαν ότι η αποχώρηση του Μουμπάρακ θα μπορούσε να προκαλέσει χάος, αλλά υπήρχε πραγματικά πολύ λίγος χώρος για ελιγμούς από την Ουάσιγκτον. Εκτός από τα προβλήματα της άμεσης δράσης, προηγούμενες πολιτικές δηλώσεις έδεναν τα χέρια της Ουάσιγκτον. Ήδη από τον Ιούνιο του 2005, η πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Κοντολίζα Ράις σε μια ομιλία της στο Κάιρο, δήλωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα υποστηρίξουν κάθε δημοκρατικό κίνημα στη Μέση Ανατολή. Ο Ομπάμα επανέλαβε την υπόσχεσή του, όταν ταξίδεψε στο Κάιρο τέσσερα χρόνια αργότερα.
Στο πλαίσιο των σαρωτικών αλλαγών στα καθεστώτα σε όλη τη Βόρεια Αφρική και των διαμαρτυριών που άρχισαν να εμφανίζονται αλλού, θα ήταν παράτολμο για την Ουάσιγκτον να σκοντάψει σε μια νέα κρίση στην Αίγυπτο στη λάθος πλευρά του πολιτικού φάσματος. Και ιδιαίτερα όταν κατέστη σαφές ότι ο αιγυπτιακός στρατός ήταν διατεθειμένος να εξασφαλίσει την συνέχεια στο κράτος, ο Ομπάμα αποφάσισε, έστω κι απρόθυμα, να αφήσει το καθεστώς Μουμπάρακ να καταρρεύσει. Ήταν μια απόφαση που εκτόξευσε την διπλωματία των ΗΠΑ σε μια απρόβλεπτη τροχιά, αλλά μια τροχιά που ήταν σύμφωνη με τη συχνά δεδηλωμένη προτίμηση των Ηνωμένων Πολιτειών για δημοκρατική αλλαγή έναντι μιας ανελεύθερης σταθερότητας.

Τα προβλήματα ήρθαν αργότερα, όταν η αιγυπτιακή στρατιωτική διοίκηση, στην προσπάθειά της να διατηρήσει το πολιτικό περιεχόμενο των ετών του Μουμπάρακ, έδειξε λίγη υπομονή για την πραγματική δημοκρατία. Όμως, προς τιμήν της, η κυβέρνηση Ομπάμα απέφυγε μια ευθεία παρέμβαση. Αντ' αυτής, βασίστηκε στην κριτική, την πειθώ και την πίεση προς τους στρατηγούς στο Κάιρο. (Εν τω μεταξύ, ο Λευκός Οίκος υποστήριξε την επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Λιβύη, δείχνοντας ότι ήταν πάντα πρόθυμος να χρησιμοποιήσει ωμή δύναμη). Αυτό το μείγμα πραγματισμού και επιφυλακτικότητας ήταν το σήμα κατατεθέν της απάντησης της κυβέρνησης Ομπάμα στην Αραβική Άνοιξη. Αναγνωρίζοντας ότι οι εγχώριες αναταραχές αναμόρφωναν τα σκληρωτικά αυταρχικά καθεστώτα που τελικά δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντα της ασφάλειας των ΗΠΑ - και ότι, σε γενικές γραμμές, η άμεση παρέμβαση θα δημιουργούσε περισσότερα προβλήματα από όσα θα έλυνε - η αμερικανική κυβέρνηση προσπάθησε να προσαρμοστεί επιδέξια στην αλλαγή, με την προϋπόθεση ότι οι βασικές προτεραιότητές της δεν απειλούνται.

Από τον Μάιο του 2011 και μετά, οι σχέσεις μεταξύ των στρατιωτικών της Αιγύπτου και των πολιτών επιδεινώθηκαν. Όταν ξέσπασαν βίαιες συγκρούσεις, η Ουάσιγκτον καταδίκασε τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τον στρατό και πίεσε για εκλογές, έτσι ώστε η εξουσία να παραδοθεί σε μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, ακόμη και αν ήταν ολοένα και πιο ξεκάθαρο ότι ο νικητής αυτού του προεκλογικού αγώνα θα είναι απίθανο να ικανοποιήσει τα αμερικανικά γούστα. Πράγματι, οι ισλαμιστές κέρδισαν το κοινοβούλιο και ο Μόρσι της Μουσουλμανικής Αδελφότητας εξελέγη πρόεδρος.

Όσο και αν οι προοπτικές αυτές μπορεί να φαίνονταν αρχικά δυσάρεστες στις δυτικές πρωτεύουσες, ο Μόρσι αποδείχθηκε εκπληκτικά ευέλικτος διπλωμάτης. Έχει ξαναδημιουργήσει επαφές, αν όχι επίσημες σχέσεις με το Ιράν, ακόμα και όταν καταδίκαζε το καθεστώς του προέδρου Μπασάρ αλ-Άσαντ στη Συρία. Διαβεβαίωσε το Ισραήλ ότι η συνθήκη ειρήνης είναι ασφαλής, και, με την έγκριση της ισραηλινής κυβέρνησης, έστειλε αιγυπτιακά στρατεύματα στην χερσόνησο του Σινά για να αντιμετωπίσουν τους εκεί εξτρεμιστές. Τέλος, διαβεβαίωσε την Σαουδική Αραβία ότι η Αίγυπτος θα παραμείνει σημαντικό μέλος στη συμμαχία των μετριοπαθών, φιλοδυτικών αραβικών χωρών. Εκτός από τα ανοίγματα του Μόρσι στο Ιράν, η Ουάσιγκτον δεν είχε πολλά για να διαμαρτύρεται.

ΕΝΑ ΑΒΕΒΑΙΟ ΜΕΛΛΟΝ

Το ερώτημα είναι τι θα συμβεί στη συνέχεια. Παρά τις τελευταίες θετικές ενδείξεις, το Κάιρο μπορεί να μην είναι σε θέση να διατηρήσει την διπλωματική μετριοπάθειά του επ' αόριστον. Βάζοντας κατά μέρος τις διαβεβαιώσεις του Μόρσι, το μέλλον της συνθήκης ειρήνης μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ είναι σκοτεινό. Στο κάτω - κάτω, η εχθρότητα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας προς το Ισραήλ είναι πολύ μακρά και βαθιά ριζωμένη - και αυτή η εχθρότητα ταιριάζει με τα ανάλογα δημοφιλή συναισθήματα μέσα ίδια την Αίγυπτο. Μια νέα ισραηλινή επίδειξη δύναμης - όπως σε μια πρωτοβουλία παρόμοια με την Επιχείρηση Συμπαγές Μολύβι το 2008-09 στη Λωρίδα της Γάζας ή μια προληπτική ισραηλινή κίνηση εναντίον της Συρίας ή του Λιβάνου - θα ανάγκαζε το Κάιρο να δώσει μια επίσημη απάντηση, η οποία θα μπορούσε να περιλαμβάνει την αποκήρυξη της συνθήκης με το Ισραήλ. Η αιγυπτιακή κοινή γνώμη θα απαιτούσε πιθανόν μια τέτοια κίνηση, γεγονός που καθιστά δύσκολο για τον Μόρσι να αντισταθεί, παρά την πιθανή απειλή επί της πολύ σημαντικής αμερικανικής βοήθειας.

Είναι, επίσης, αβέβαιο αν οι ισλαμιστές που διευθύνουν την αιγυπτιακή κυβέρνηση θα διατηρήσουν τη δημοκρατική καλή πίστη τους. Οι δυσαρεστημένοι κοσμικοί της χώρας σίγουρα φοβούνται ότι αυτό δεν θα συμβεί, επειδή, καλώς ή κακώς, πιστεύουν ότι η επιτυχία των ισλαμιστών προδιαγράφει μια ισλαμική δικτατορία και την καταστολή των ατομικών ελευθεριών. Και οι ισλαμιστές θα συνεχίσουν να μάχονται τα απομεινάρια της παλαιάς τάξης της Αιγύπτου. Ακόμα κι αν ο Μόρσι παραμένει πρόεδρος μετά το νέο σύνταγμα που θα αναδυθεί αργότερα φέτος (για το οποίο μπορεί να χρειαστούν νέες εκλογές), ο αιγυπτιακός στρατός θα μπορούσε να προσπαθήσει να τον αντικαταστήσει με τη βία, αν αισθανθεί ότι τα οικονομικά του συμφέροντα απειλούνται. Στο κάτω - κάτω, η διαφύλαξη των συμφερόντων αυτών ήταν μέρος της σιωπηρής συμφωνίας που έκλεισε ο πρόεδρος όταν αναδιάρθρωσε την στρατιωτική διοίκηση, τον Αύγουστο.

Πώς θα μπορέσει η επόμενη κυβέρνηση στην Ουάσιγκτον να χειριστεί μια τέτοια αβεβαιότητα; Σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, τουλάχιστον, όποιος μπει στον Λευκό Οίκο για τα επόμενα τέσσερα χρόνια θα είναι σε θέση να κάνει πολύ λίγα. Η πολιτική πολυπλοκότητα της Μέσης Ανατολής, και ιδιαίτερα στη Βόρεια Αφρική, είχε έντονη πράσινη (σ.σ.: δηλαδή ισλαμική) απόχρωση κατά το παρελθόν έτος. Η άνοδος του ισλαμισμού απαιτεί ένα νέο διπλωματικό εργαλείο τόσο για τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και για τους ευρωπαίους συμμάχους τους, καθώς μαθαίνουν να αλληλεπιδρούν με άγνωστους πολιτικούς παράγοντες οι οποίοι εξακολουθούν να ψάχνουν το πώς να χειριστούν την πρωτόγνωρη δύναμή τους. Θα χρειαστεί ένα λεπτό και ευαίσθητο χέρι - η συνέχιση, με λίγα λόγια, του πραγματισμού, της αυτοσυγκράτησης και της σύνεσης που η κυβέρνηση Ομπάμα έχει δείξει κατά τη διάρκεια των τελευταίων 18 μηνών.

Υπάρχουν θεμελιώδεις αρχές για τις οποίες η επόμενη κυβέρνηση - είτε υπό την ηγεσία του Ομπάμα είτε του Ρόμνεϊ - δεν πρέπει ποτέ να θέσει σε κίνδυνο την υποστήριξή της: η δημοκρατική διαδικασία, το κράτος δικαίου και τα ατομικά και μειονοτικά δικαιώματα. Αλλά η σταθερότητα επί της αρχής δεν σημαίνει πολιτική υπαγόρευση. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα πρέπει να εγκαταλείψουν τα υλικά τους μέσα για να πιέζουν το Κάιρο, όπως η σύνδεση της αμερικανικής στρατιωτικής και αναπτυξιακής βοήθειας με συγκεκριμένα σημεία αναφοράς. Ωστόσο, η Ουάσιγκτον δεν θα πρέπει να ξεχνά ότι τα τελευταία δύο χρόνια οι αιγύπτιοι πολίτες έχουν παλέψει για να ανακτήσουν τον αυτοσεβασμό τους και δεν θα δεχθούν με καλό τρόπο υποδείξεις με αυταρχικό ύφος. Για την Ουάσιγκτον, μια ήσυχη παρέμβαση, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, είναι πιθανόν να πετύχει περισσότερα στο Κάιρο από όσα η δημόσια αντιπαράθεση.

Αυτό θα απαιτήσει στενή επαφή με τους νέους κυβερνήτες της Αιγύπτου και τη δυνατότητα να υπάρχει διακριτική επικοινωνία με την καινούργια ηγεσία του στρατού όταν χρειαστεί. Η Ουάσιγκτον, βέβαια, θα συνεχίσει να ασκεί σημαντική επιρροή στη χώρα. Αλλά για να προχωρήσουν τα πράγματα, ο χαρακτήρας της συμπεριφοράς της Αιγύπτου προς τις ΗΠΑ θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη διπλωματική ευαισθησία που θα δείξει η Ουάσιγκτον προς το Κάιρο. Με την παραφορά του για το Ιράν, την υπόσχεση να φέρει την Ουάσιγκτον ακόμα πιο κοντά στο Ισραήλ, και την αδέξια ρητορική του για την εξωτερική πολιτική σε ολόκληρη την προεκλογική περίοδο, ο Ρόμνεϊ φαίνεται να στερείται την απαραίτητη λεπτότητα να διαχειριστεί τις αμερικανο-αιγυπτιακές σχέσεις. Και η ειρωνεία είναι ότι μια αποτυχία σε αυτόν τον χώρο θα ήταν μεγάλη ζημιά όχι μόνο για τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά επίσης και για το Ισραήλ.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/138128/george-joffe/navigating-th...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στη διεύθυνση www.twitter.com/#!/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στη διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr