Πού σκόνταψε η Ινδία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πού σκόνταψε η Ινδία

Μπορεί το Νέο Δελχί να ξαναβρεί τις παλιές καλές συνήθειες;

Αγαπημένος αποδιοπομπαίος τράγος της κυβέρνησης, στον οποίο χρεώνει κάθε δυσλειτουργία, είναι η ανάγκη για πολιτική συνασπισμού, ελλείψει αυτοδυναμίας. Όπως είπε στο κοινοβούλιο ο Σινγκ τον περασμένο Μάρτιο, «οι δύσκολες αποφάσεις που πρέπει να πάρουμε γίνονται ακόμη δυσκολότερες επειδή είμαστε μια κυβέρνηση συνεργασίας. Αυτό σημαίνει, συνέχισε, ότι «οφείλουμε να διαμορφώνουμε πολιτική υπό το πρίσμα της ανάγκης δημιουργίας συναίνεσης». Υπάρχει μια δόση αλήθειας στα λόγια του Σινγκ. Το κόμμα του Κογκρέσου δεν διαθέτει τον αναγκαίο αριθμό βουλευτών για να νομοθετεί από μόνο του και οι εταίροι του στη συμμαχία αντιτίθενται κατά σύστημα σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις, όπως ο εξορθολογισμός στις τιμές της ενέργειας με κατάργηση των επιδοτήσεων προς όλους πλην των φτωχότερων κοινωνικών στρωμάτων, η εφαρμογή μεταρρυθμίσεων στο συνταξιοδοτικό και η δημιουργία εθνικής αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας. Το επιχείρημά τους είναι ότι τα παραπάνω προσκρούουν στα δικαιώματα των κρατιδίων. Ασφαλώς, ό,τι συμβαίνει με τα κόμματα της αντιπολίτευσης συμβαίνει και με τους εταίρους του Κογκρέσου στον κυβερνητικό συνασπισμό: και στις δύο περιπτώσεις βγαίνουν κερδισμένοι σε ισχύ και λαϊκή υποστήριξη εκείνοι που μπορούν να δείξουν ότι το κόμμα του Κογκρέσου δεν είναι ικανό να κυβερνά.

Εντούτοις, οι κυβερνήσεις συνεργασίας δεν είναι άγνωστες στην Ινδία και η δυσχέρεια στην ψήφιση δύσκολων νομοσχεδίων δεν ήταν πάντα ο κανόνας. Όταν, το 2003, την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο είχε μια συμμαχία κομμάτων υπό το ινδουιστικό εθνικιστικό κόμμα Μπαρατίγια Τζανάτα, ψηφίστηκε ο νόμος περί δημοσιονομικής ευθύνης και ο νόμος διαχείρισης του προϋπολογισμού. Βασικός στόχος της νομοθεσίας ήταν η μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος της Ινδίας στο 3%. Το αν από το νομοσχέδιο προέκυψαν θετικά αποτελέσματα, παραμένει γεγονός αμφισβητήσιμο. Ορισμένοι εκτιμούν ότι επιβράδυνε υπερβολικά τον ρυθμό αύξησης των κοινωνικών δαπανών. Όμως, συνολικά, ο νόμος σηματοδότησε τη δέσμευση της κυβέρνησης σε συνετή οικονομική διαχείριση και, ακόμη βαθύτερα, σε συνετή διακυβέρνηση. Το κόμμα του Κογκρέσου, που έχει αποδειχθεί ανεπαρκές στη διαχείριση των ιδιορρυθμιών της ινδικής πολιτικής σκηνής, δεν έδωσε τεκμήρια τέτοιας επιτυχίας. Και στο σημείο αυτό, βρίσκεται όλη η ουσία της σημερινής δυσφορίας.

Ο ΠΙΟ ΑΔΥΝΑΜΟΣ ΝΙΚΗΤΗΣ

Το Κόμμα του Κογκρέσου είναι ένα είδος γρίφου. Είναι το κυρίαρχο κόμμα στην Ινδία, ικανό να διεκδικεί τις 400 από τις 545 έδρες της Κάτω Βουλής, αιρετές από τον λαό. Σήμερα κατέχει 206 έδρες, περισσότερες από κάθε άλλο κόμμα. Από το 1947, έτος της ανεξαρτησίας της Ινδίας, το Κόμμα του Κογκρέσου έχει κυβερνήσει τη χώρα επί 53 σε σύνολο 64 χρόνων. Παρ’ όλα αυτά, το κόμμα έχει αποτύχει σε έναν πολύ σημαντικό τομέα: την εσωτερική πολιτική. Στην Ινδία, η διακυβέρνηση συχνά εξαντλείται στο τοπικό επίπεδο. Οι περισσότεροι ψηφοφόροι δεν θα έχουν ποτέ την παραμικρή επαφή με κυβερνητικά στελέχη κι έτσι η γνώμη τους για τα πολιτικά κόμματα διαμορφώνεται από το έργο των κομμάτων στα κρατίδια.

Από την άλλη, το Κόμμα του Κογκρέσου πολύ σπάνια έχει επιδείξει ισχυρές προσωπικότητες στο τοπικό επίπεδο. Η ηγεσία του κόμματος υπήρξε καχύποπτη απέναντι σε πολιτικούς που είχαν δική τους ανεξάρτητη πολιτική βάση. Έτσι, λοιπόν, αντί να επιτρέψει σε τοπικούς ηγέτες ν’ αναδυθούν οργανικά μέσα από τις κοινωνίες τους, το κόμμα του Κογκρέσου τους επιβάλλεται άνωθεν και εκ του μακρόθεν. Για παράδειγμα, στις πρόσφατες πολιτειακές εκλογές στο Ουταρανκάντ, το κόμμα του Κογκρέσου είχε προσφέρει το χρίσμα του ανώτερου υπουργού στον Βιτάι Μπαχουγκούνα, παρά τις αντιρρήσεις των ντόπιων βουλευτών. Ο Μπαχουγκούνα, που είναι πιστός πολιτικός σύμμαχος της οικογένειας Γκάντι, είχε διατελέσει και πάλι ανώτερος υπουργός σε άλλο κρατίδιο. Σ’ αυτόν τον κανόνα υπάρχουν, βεβαίως, και εξαιρέσεις: για παράδειγμα, ο Ι.Σ. Ραγιασεκάρα Ρέντι, ένας πολιτικός που η ροπή του προς τον λαϊκισμό τον βοήθησε να εκλεγεί το 2004 ανώτερος υπουργός στο Άντρα Πραντές, ένα από τα μεγαλύτερα κρατίδια της Ινδίας. Στη διάρκεια των δύο συνεχόμενων θητειών του, ο Ρέντι κατάφερε να παραδώσει την περιφέρεια στα χέρια του Κογκρέσου και με πολλή επιδεξιότητα διαχειρίστηκε τις τοπικές συγκρούσεις. Όταν, όμως πέθανε το 2009, το κόμμα δεν είχε άλλον πολιτικό να προωθήσει στην περιοχή.

Πέρα, όμως, από αυτά τα ειδικά προβλήματα, η έλλειψη τοπικών ηγεσιών σημαίνει ότι το κόμμα δεν έχει επαφή με τα κινήματα και τα αιτήματα της λαϊκής βάσης. Για παράδειγμα, επανειλημμένως υποτίμησε την ένταση των κινητοποιήσεων του λαού της Τελανγκάνα, περιφέρειας του Άντρα Πραντές, για τη δημιουργία ανεξάρτητου κρατιδίου, καθώς δεν έδινε σημασία στις φωνές των τοπικών ηγετών. Ακόμη χειρότερα, τον Απρίλιο, το κόμμα έφθασε στο σημείο να αποσύρει από την περιφέρεια οκτώ βουλευτές, με την κατηγορία ότι παρακώλυαν τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες, επειδή είχαν ταχθεί υπέρ του ανεξάρτητου κρατιδίου. Μη έχοντας ισχυρούς δεσμούς με το τοπικό στοιχείο, το κόμμα του Κογκρέσου δεν είναι επίσης σε θέση να εξηγήσει τις πολιτικές επιλογές του σε ένα ανυπόμονο κοινό. Ως αποτέλεσμα όλων αυτών των αστοχιών, ολοένα και περισσότερο αναγκάζεται να συνάπτει συμμαχίες με κόμματα που έχουν μεγαλύτερη επαφή με την περιφέρεια.

Ο εκδημοκρατισμός του κόμματος του Κογκρέσου θα το βοηθούσε να ξεπεράσει τα προβλήματά του, και μαζί τα προβλήματα της Ινδίας. Τα περισσότερα πολιτικά κόμματα της χώρας, και φυσικά το κόμμα του Κογκρέσου, έχουν αρχαϊκές δομές στον πυρήνα της λήψης των αποφάσεων και ελέγχονται από μικρές ελιτίστικες ομάδες. Κίνητρό τους είναι μάλλον η εξυπηρέτηση των υφισταμένων δομών εξουσίας παρά το συμφέρον των ψηφοφόρων τους. Δεν υπάρχουν διαφανείς διαδικασίες στη λήψη των αποφάσεων ή στη διαμόρφωση κομματικής πλατφόρμας, πράγμα που σημαίνει ότι για τους ηγέτες του κόμματος δεν υπάρχει ουσιαστικός έλεγχος.