Η άλλη Ρωσία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η άλλη Ρωσία

Η δυσφορία διογκώνεται στην ενδοχώρα

Η ανάγκη μιας αναδιανομής, από τις πιο πλούσιες στις πιο φτωχές περιφέρειες και από τους φορολογούμενους στους δικαιούχους ενίσχυσης του δημοσίου, έχει κομβική σημασία και όχι μόνο για την οικονομία της χώρας. Από το 1991, η αναδιανομή είχε αναδειχθεί σε ζήτημα μείζονος σημασίας για μια νίκη στις εκλογές. Πολιτικοί που τάσσονταν υπέρ της δυτικού τύπου δημοκρατίας και άλλοι υπέρμαχοι του οικονομικού φιλελευθερισμού, που αντλούν την εκλογική τους δύναμη στις πόλεις, δεν μπορούν να ελπίζουν σε εκλογική νίκη αν δεν προσεγγίσουν ψηφοφόρους που δεν ταυτίζονται με τις θέσεις τους. Ακόμη και στις σχετικά καθαρές εκλογές των αρχών της δεκαετίας του ’90, τα κόμματα που ευνοούσαν τις οικονομικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις δεν προσήλκυσαν ποτέ ποσοστό μεγαλύτερο του 35% των ψήφων (συνήθως μάλιστα λάμβαναν πολύ μικρότερο). Οι εκκλήσεις για δημοσιονομική λιτότητα και ίσες ευκαιρίες δεν βρήκαν ανταπόκριση σε κείνους που έβλεπαν ελάχιστες ευκαιρίες στην υποβαθμισμένη γειτονιά τους.

Αν ήθελαν να ελπίζουν σε κάποια επιτυχία, οι προερχόμενοι από τις αστικές ελίτ προεδρικοί υποψήφιοι, όφειλαν να δείχνουν ότι καταλαβαίνουν τις ανάγκες και τις ανησυχίες των επαρχιών. Ο Μπορίς Γιέλτσιν τελειοποίησε αυτήν την εξισορροπητική τακτική, καθώς υπερασπιζόταν την ιδέα της οικονομικής ελευθερίας την ώρα που ταυτόχρονα σκόρπιζε με απλοχεριά χρήμα στην περιφέρεια. Η τραχιά προφορά του από τα Ουράλια και οι τρόποι του, που θύμιζαν επαρχιακό γραμματέα του κόμματος, άρεσαν περισσότερο στους ψηφοφόρους της Σιβηρίας παρά στη διανόηση της Μόσχας. Ο Πούτιν πάλι, ακόμη και σε ένα πλαίσιο οικονομικής άνθησης, έπρεπε να συμβιβάζει τα ορθόδοξα μακροοικονομικά με τις παροχές στην ενδοχώρα. Το λεγόμενο δίδυμο Μεντβέντεφ και Πούτιν επινοήθηκε εν μέρει για να γεφυρώνει το χάσμα ανάμεσα στις δύο Ρωσίες, με τη μέθοδο του καταμερισμού εργασιών: ο Μεντβέντεφ, με το iPhone στο χέρι, υποτίθεται ότι πλησίαζε τους φιλελεύθερους εκσυγχρονιστές. Ο Πούτιν, με τα πεζά αποφθέγματά του, τον σαρκασμό του για τη Δύση και τα «μάτσο» κατορθώματά του (να διασχίζει τη Σιβηρία με ένα Λάντα, για παράδειγμα, ή να ιππεύει με το στήθος γυμνό) ήθελε να έχει πρόσβαση στην επαρχιακή κουλτούρα.

Ωστόσο, οι ομάδες εστίασης του CSR απέδειξαν ότι κάτι θεμελιώδες αλλάζει. Είτε ζουν στην επαρχία είτε στις πιο ευημερούσες πόλεις, οι Ρώσοι δεν εντυπωσιάζονται πλέον από υποσχέσεις για αναδιανομή του πλούτου που προέρχεται από το πετρέλαιο της χώρας. Αφενός, οι δεσμεύσεις των γλυκομίλητων πολιτικών έχουν χάσει την αξιοπιστία τους. «Έχουμε μπουχτίσει από τέτοιες υποσχέσεις», παραπονέθηκε μια γυναίκα 51 ετών από το Γιαροσλάβ. «Τώρα υπόσχονται τα πάντα, αλλά είναι φως φανάρι πως δεν υπάρχει αλήθεια στα λεγόμενά τους». Αφετέρου, οι Ρώσοι συνειδητοποιούν ότι για να διορθωθεί το κράτος απαιτείται κάτι περισσότερο από το να δίνεις χρήματα για την αντιμετώπιση των προβλημάτων και ότι η αύξηση της χρηματοδότησης στα χέρια διεφθαρμένων και αναποτελεσματικών γραφειοκρατών ίσως κάνει τα πράγματα χειρότερα. «Τα χρήματα τα ρουφάει η άμμος», σχολιάζει ένας 48χρονος από το Αικατερίνμπουργκ.

Η εθνικιστική ρητορική, επίσης δεν είχε απήχηση στις ομάδες εστίασης, πιθανότατα λόγω των φόβων για πιθανές βιαιότητες και αστάθεια. (Το πρόγραμμα δεν συμπεριέλαβε περιφέρειες που βρίσκονται κοντά στον βόρειο Καύκασο, όπου ο σοβινισμός θα ήταν ενδεχομένως ισχυρότερος). Στο Βλαντιμίρ, μερικοί συμμετέχοντες δυσανασχέτησαν με ένα βιντεοκλίπ του εθνικιστή ακτιβιστή Κονσταντίν Κριλόφ. «Στα λεγόμενά του υπάρχει μια λεπτή γραμμή ανάμεσα στην ειρηνική και στην αιματηρή επανάσταση. Αργά ή γρήγορα, κάποιος θα περάσει τη γραμμή», είπε μια 53χρονη. «Πάει καιρός από τότε που καταλάβαμε ότι η Ρωσία δεν είναι μόνο για τους γεννημένους Ρώσους», τόνισε. Γεγονότα που οδηγούν σε πόλωση, όπως μια τρομοκρατική επίθεση που αποδίδεται σε Τσετσένους ή μια τοπική εθνική εξέγερση, θα μπορούσαν με βεβαιότητα να προκαλέσουν συγκρούσεις με θύματα μετανάστες ή μειονότητες. Αλλά οι απλοί Ρώσοι είναι ευαισθητοποιημένοι απέναντι στους κινδύνους.

Σίγουρα, οι Ρώσοι δεν έχουν ολότελα αποκηρύξει τον λαϊκισμό και οι συμμετέχοντες στην έρευνα δεν έκρυψαν την τάση τους να ενθαρρύνουν τηναύξηση των στρατιωτικών δαπανών για την αποκατάσταση της ισχύος του στρατού. Η καχυποψία απέναντι στη Δύση ήταν ένας τομέας στον οποίον η ρητορική του Πούτιν άγγιξε μια ευαίσθητη χορδή των ομάδων εστίασης. Εντούτοις, ο εκνευρισμός τους με την εθνικιστική και την αριστερίστικη ιδεολογία συνάδει με άλλα δείγματα μιας εξελισσόμενης διαφοροποίησης των αξιών στη Ρωσία γενικότερα, και όχι μόνο στις ελίτ των μητροπόλεων.

Όπως σημειώνει ο πολιτικός αναλυτής Κιρίλ Ρογκόφ, μια τέτοια μεταβολή αξιών θα είναι η τρίτη που συμβαίνει στη Ρωσία από το 1991. Πρώτα ήρθε ο ενθουσιασμός για την δυτικού τύπου δημοκρατία και τις αγορές, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Ύστερα, αντιδρώντας στις χαοτικές αλλαγές της δεκαετίας του ’90, οι Ρώσοι άρχισαν να δείχνουν μια προτίμηση προς τον συγκεντρωτισμό, την ιεραρχία και τον κρατικό έλεγχο. Τέλος, η απογοήτευση λόγω της αναποτελεσματικής και διεφθαρμένης, από την κορυφή ως τη βάση, διακυβέρνησης του Πούτιν, σπρώχνει πάλι τη Ρωσία πίσω προς την επιθυμία μιας πιο ανοιχτής και λιγότερο παρεμβατικής ηγεσίας.

Αν και αυτή η καινούργια ευαισθησία απέχει ακόμη από το να γίνει καθολική, εντούτοις είναι αισθητή στις δημοσκοπήσεις του Levada Center. Το ποσοστό των ερωτηθέντων, που από το 2000 αποφάνθηκε πως μια αντιπολίτευση είναι αναγκαία για την πολιτική ζωή στη Ρωσία, αυξήθηκε από 47% σε 72%. Στο ερώτημα του περασμένου Μαρτίου, αν ο πρόεδρος και η κυβέρνηση θα πρέπει να «ασκούν πιο αυστηρό έλεγχο στην οικονομία και στην πολιτική» ή να «δίνουν στον λαό την ελευθερία να κάνει τη δουλειά του στο πλαίσιο της νομιμότητας», ένα ποσοστό 48% επέλεξε τη δεύτερη εκδοχή, ενώ το 2001 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 33%. Οι ερωτηθέντες που προτιμούν τον πιο αυστηρό έλεγχο μειώθηκαν από 53% σε 35%.