Τα στάδια της Αραβικής Άνοιξης | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τα στάδια της Αραβικής Άνοιξης

Μαθήματα δημοκρατικής μετάβασης από Γαλλία, Ιταλία και Γερμανία

Η σύγχρονη Γερμανία αναδύθηκε κατά το δεύτερο μισό του δέκατου ένατου αιώνα, ενοποιημένη από τα πάνω, υπό την αιγίδα του ισχυρότερου κράτους της, της συντηρητικής και μιλιταριστικής Πρωσίας. Η κυβέρνηση διοικείτο από έναν καγκελάριο που αναφέρεται στον κληρονομικό μονάρχη, τον Κάϊζερ, αντί στο ευρύ κοινό, και υπήρχαν δύο νομοθετικά σώματα, ένα ανώτερο που κυριαρχείτο από Πρώσους συντηρητικούς και ένα κατώτερο που εκλεγόταν με καθολική ψηφοφορία. Ο καγκελάριος δεν χρειαζόταν μαζική υποστήριξη για να παραμείνει στην εξουσία, αλλά την χρειαζόταν για να περάσει σημαντικά νομοθετήματα. Αυτό το ήπια αυταρχικό ή μικτό καθεστώς δημιουργούσε ισχυρά κίνητρα στους κυβερνήτες να χειραγωγούν την πολιτική, προκειμένου να αποκτούν αυτό που ήθελαν, διατηρώντας παράλληλα τους αντιπάλους τους σε ανισορροπία και στην άμυνα. Ο Ότο φον Μπίσμαρκ, ο οποίος διετέλεσε καγκελάριος για σχεδόν δύο δεκαετίες, ήταν αριστοτέχνης αυτής της ισορροπίας, κρατώντας ενωμένο έναν συντηρητικό, αντιδημοκρατικό συνασπισμό των μεγάλων γαιοκτημόνων αριστοκρατίας Junker και των βιομηχάνων της βαριάς βιομηχανίας ενώ δίχαζε, καταπίεζε και δαιμονοποιούσε τους Καθολικούς και Σοσιαλιστές αντιπάλους του και βάθαινε τις διαιρέσεις σε όλη τη χώρα. Η πολιτική του Μπίσμαρκ περί «εχθρών του κράτους» άσκησε, επίσης, μια ολέθρια επιρροή στον γερμανικό εθνικισμό, βοηθώντας να παγιωθεί η ιδέα ότι η Γερμανία αντιμετωπίζει κινδύνους τόσο από το εσωτερικό όσο και απ’ έξω.

Το αποτέλεσμα ήταν μια πολιτικά ενωμένη Γερμανία, αλλά όλο και περισσότερο κοινωνικά διαιρεμένη ενάντια στον εαυτό της, με μια στρεβλή αίσθηση του εθνικισμού, μια παράνοια σχετικά με τους εσωτερικούς όσο και τους εξωτερικούς εχθρούς, και αυξανόμενα επίπεδα απογοήτευσης και εξτρεμισμού (αφού η αντιδημοκρατική κυβέρνηση αποδείχθηκε ανίκανη ή απρόθυμη να ανταποκριθεί στις δημόσιες ανάγκες και απαιτήσεις). Όταν τελικά προέκυψε μια πλήρη μετάβαση στη δημοκρατία στον απόηχο της ήττας της Γερμανίας το 1918, λοιπόν, το νέο καθεστώς κληρονόμησε πολλά αρνητικά από το προκάτοχό του, συμπεριλαμβανομένης μιας τελείως εσφαλμένης ευθύνης για την απώλεια του πολέμου και για όλες τις πολιτικές, οικονομικές και ψυχολογικές συνέπειες που προέκυπταν από την ήττα.

Στη Γερμανία, όπως και στη Γαλλία και την Ιταλία, παρόλο που το αρχικό πείραμα του εκδημοκρατισμού της χώρας απέτυχε θεαματικά, είχε σημαντικές θετικές επιπτώσεις στη συνέχεια της διαδρομής. Όταν μια γενιά αργότερα ήρθε μια δεύτερη ευκαιρία στη δημοκρατία, υπήρχαν πολλά πάνω στα οποία μπορούσε κανείς να οικοδομήσει, και τα πάντα, από τα πολιτικά κόμματα ως τις εθνικές και τοπικές κυβερνήσεις ως τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, ανασύρθηκαν από τις στάχτες. Η εμπειρία της Βαϊμάρης βοήθησε τις πολιτικές ελίτ αργότερα να εξασφαλίσουν ότι τα λάθη του παρελθόντος δεν θα επαναληφθούν, με τα μαθήματα αυτά να επηρεάζουν τη συγγραφή των συνταγμάτων, την διάρθρωση του κράτους πρόνοιας και τις σχέσεις εργοδότη -εργαζομένου, καθώς και την συνολική πολιτική συμπεριφορά. Η περίοδος του Μεσοπολέμου και τα επακόλουθά της αποδείχθηκε ότι δεν ήσαν μια παράκαμψη, αλλά ένα σημαντικό στάδιο στον μακροχρόνιο αγώνα της Ευρώπης να οικοδομήσει σταθερές φιλελεύθερες δημοκρατίες.

ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ

Τι έχουν να πουν αυτές οι περιπτώσεις για την Αραβική Άνοιξη; Ότι τα προβλήματα που είναι τόσο εμφανή στην Αίγυπτο και σε άλλες χώρες που βρίσκονται σήμερα σε μετάβαση, είναι απόλυτα φυσιολογικά και προβλέψιμα, ότι είναι κυρίως σφάλμα των παλαιών απολυταρχικών καθεστώτων και όχι των νέων δημοκρατικών παικτών, και ότι η εξαφάνιση του αυταρχισμού και τα πειράματα με την δημοκρατική διακυβέρνηση είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα θεωρηθούν εκ των υστέρων ως σημαντικά βήματα προς τα εμπρός στην πολιτική ανάπτυξη των χωρών αυτών, ακόμη και αν τα πράγματα χειροτερέψουν, πριν τελικά γίνουν καλύτερα.

Οι περισσότερες χώρες που είναι σταθερές φιλελεύθερες δημοκρατίες σήμερα είχαν περάσει πολύ δύσκολα για να φθάσουν ως εκεί. Ακόμη και οι περιπτώσεις που συχνά χρησιμοποιούνται ως υποδείγματα αρχικού ή εύκολου εκδημοκρατισμού, όπως η Αγγλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, αντιμετώπισαν πολύ περισσότερα προβλήματα από όσα θυμόμαστε, με πλήρους κλίμακας εμφύλιους πολέμους στην πορεία. Ακριβώς όπως αυτά τα προβλήματα δεν σήμαιναν ότι η δημοκρατία ήταν λάθος ή αδύνατη για τη Βόρεια Αμερική ή την Δυτική Ευρώπη, έτσι και τα προβλήματα στα πρώτα βήματα των σημερινών αραβικών δημοκρατιών δεν σημαίνουν ότι η δημοκρατία είναι λάθος ή αδύνατη για τη Μέση Ανατολή.

Τότε και τώρα, τα περισσότερα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι νέες δημοκρατίες έχουν κληρονομηθεί. Η δημοκρατία δεν προκαλεί ή επιδεινώνει κατ' ανάγκη κοινοτικές και κοινωνικές συγκρούσεις και δυσαρέσκεια, αλλά όντως επιτρέπει στην δυσπιστία και την πικρία που έχει δημιουργηθεί στην διάρκεια των αυταρχικών καθεστώτων να έρθει στην επιφάνεια, συχνά με αξιοθρήνητα αποτελέσματα. Αλλά η νοσταλγία για την αυταρχική σταθερότητα είναι ακριβώς η λάθος απάντηση σε τέτοιου είδους προβλήματα, δεδομένου ότι είναι οι παθολογίες που συνδέονται με τον αυταρχισμό εκείνες που βοήθησαν να προκληθούν τα βαθύτερα προβλήματα εξ’ αρχής.