Η Παλαιστίνη μετά τον Φαγιάντ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Παλαιστίνη μετά τον Φαγιάντ

Η επιλογή μεταξύ συνεργασίας και σύγκρουσης

Τώρα, η ΟΑΠ μπορεί να ακολουθήσει μια από τις δύο μεγάλες στρατηγικές: την σύγκρουση ή τη συνεργασία. Από τη μία πλευρά, οι ηγέτες της ΠΑ θα μπορούσαν να ακολουθήσουν μια δημοφιλή εγχωρίως, αλλά δυνητικά επικίνδυνη στρατηγική, προκαλώντας το Ισραήλ με πιο επιθετικό τρόπο. Η προσέγγιση αυτή θα μπορούσε να περιλαμβάνει την πιο κατηγορηματική ενθάρρυνση λαϊκών διαμαρτυριών (και να διακινδυνεύσει τη στροφή στη βία), αγνοώντας τις επιθυμίες των ΗΠΑ και της Ευρώπης να αποκλειστεί η Χαμάς από την παλαιστινιακή κυβέρνηση και να γίνουν κινήσεις προς την κατεύθυνση της συμφιλίωσης. Είτε θα μπορούσαν να γίνουν βήματα προς τη διεθνοποίηση της σύγκρουσης, για παράδειγμα με το να γίνει η ΠΑ μέλος του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ) και να προσπαθήσει να στοιχειοθετήσει υποθέσεις εναντίον του Ισραήλ. Οποιαδήποτε από αυτές τις κινήσεις θα ασκήσει πίεση σ’ ένα αυτάρεσκο Ισραήλ και σε μια άβουλη Διεθνή Κοινότητα ώστε να επανεκτιμήσουν το status quo. Αλλά, αυτή η προσέγγιση μπορεί επίσης να επιφέρει ισραηλινά αντίποινα και μεγάλες μειώσεις στην εξωτερική βοήθεια.

Από την άλλη πλευρά, οι Παλαιστίνιοι ηγέτες θα μπορούσαν να επιλέξουν να συνεργαστούν περισσότερο με το Ισραήλ και τις δυτικές δυνάμεις. Αυτή η στρατηγική μπορεί να περιλαμβάνει επιστροφή στα βασικά μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, στα οποία βασίστηκε η διαδικασία του Όσλο. Η Παλαιστινιακή Αρχή θα μπορούσε να εξετάσει να ξεκινήσει συνομιλίες χωρίς τη δέσμευση του Ισραήλ να παγώσει όλους τους εποικισμούς ή να συμφωνήσει με τα σύνορα του 1967 ως βάση για τις διαπραγματεύσεις. Επίσης, θα μπορούσε να δρομολογήσει συζητήσεις σχετικά με ρυθμίσεις - όπως η δημιουργία ενός κράτους με προσωρινά σύνορα - που θα υπολείπονταν μιας συμφωνίας λήξης της σύγκρουσης, αλλά που θα έδιναν στους Παλαιστινίους περισσότερο έδαφος, κυριαρχία και διεθνή αναγνώριση. Αλλά ο Αμπάς φοβάται ότι τα μέτρα αυτά θα άρουν την πίεση από το Ισραήλ για να συμφωνήσει σε μια τελική διευθέτηση, θα εκθέσουν τον ίδιο σε μια έντονη εσωτερική κριτική και θα αποδυναμώσουν περαιτέρω τη νομιμότητα της OΑΠ και της Φατάχ. Η παραίτηση του Φαγιάντ είναι χωρίς αμφιβολία μια υπενθύμιση των κινδύνων της στενής συνεργασίας του πρώτου με τη Δύση.

Αντιμέτωποι με δύο δυσάρεστες επιλογές, οι Παλαιστίνιοι ηγέτες έχουν προσπαθήσει να σταθούν σε ένα λιγότερο επικίνδυνο ενδιάμεσο έδαφος, απειλώντας ότι θα κινηθούν πολύ αργά προς την αντιπαράθεση, με βήματα που δεν θα είναι αρκετά μεγάλα ώστε να προκαλέσουν σημαντικό κόστος, αλλά που θα είναι πολύ μικρά για να κερδίσουν μεγάλη εγχώρια υποστήριξη. Έχουν προσφέρει ήπια υποστήριξη στις δημοφιλείς διαμαρτυρίες. Έκαναν μικρά ανοίγματα για τη συμφιλίωση με την Χαμάς και τη συμμετοχή στους διεθνείς οργανισμούς μέσω των οποίων θα μπορούσαν αργότερα να αμφισβητήσουν το Ισραήλ. Και αρνήθηκαν να διαπραγματευτούν με το Ισραήλ χωρίς πάγωμα των εποικισμών και χωρίς δέσμευση για τα σύνορα του 1967, παρότι συνεχίζουν τις «διερευνητικές επαφές» και τις μυστικές συνομιλίες.

Ωστόσο, αυτή η τακτική του μπρος-πίσω έχει το δικό της κόστος. Η Παλαιστινιακή Αρχή ουσιαστικά επέλεξε να μην επιλέξει τίποτα, και με τον τρόπο αυτό διατήρησε το λήθαργο, αφήνοντας τους Παλαιστίνιους όλο και πιο δυσαρεστημένους και δίνοντας χώρο σε άλλα γεγονότα και δρώντες να διαμορφώσουν τη σύγκρουση. Πράγματι, μεγάλο μέρος των διαδηλώσεων κατά τους τελευταίους μήνες - από τις απεργίες πείνας Παλαιστίνιων κρατούμενων, μέχρι τις διαδηλώσεις κατά της παλαιστινιακής κυβέρνησης και των Ισραηλινών εποίκων – ήταν μια προσπάθεια να καλυφθεί αυτό το ηγετικό κενό και να ενεργοποιηθεί το μπλοκαρισμένο εθνικό κίνημα. Οι εκκλήσεις για τολμηρότερα βήματα προς την αντιπαράθεση θα αυξηθούν μόνο αν απουσιάσει μια σαφώς καθορισμένη στρατηγική.

Η αναποφασιστικότητα της OΑΠ επιτρέπει στο κοινό να στραφεί - σταδιακά και απρόθυμα - προς τη σύγκρουση. Αυτό θα μπορούσε να βάλει τον Αμπάς στη χειρότερη από όλες τις θέσεις, εφόσον μια κλιμάκωση της διαμάχης θα του φόρτωνε του το πιθανό κόστος της αντιπαράθεσης χωρίς να αποκομίσει οποιοδήποτε όφελος σε σχέση με την υποστήριξη της κοινής γνώμης. Ομοίως, αρνούμενος να υιοθετήσει μια στρατηγική μεγαλύτερης συνεργασίας, παραιτείται από τα δυνητικά οφέλη εγχειρημάτων όπως η απελευθέρωση των κρατουμένων από τις ισραηλινές φυλακές, η απόκτηση όπλων για τις δυνάμεις ασφαλείας της ΠΑ, η λήψη τακτικών μεταβιβαστικών φόρων και εξωτερικής βοήθειας, η απόκτηση μεγαλύτερης διεθνούς συμπάθειας, το να υφίσταται λιγότερες ισραηλινές επιδρομές στις περιοχές που ελέγχονται από τους Παλαιστίνιους, καθώς και η επέκταση της δικαιοδοσίας της ΠΑ στη Δυτική Όχθη. Η τρέχουσα προσέγγιση δεν αφήνει κανέναν ευχαριστημένο.

Επιπλέον, δεν υπάρχει λόγος για τους ηγέτες της Δυτικής Όχθης να διστάζουν τόσο να δεσμευτούν σε μια από αυτές τις στρατηγικές κατευθύνσεις. Η προσφυγή στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, για παράδειγμα, θα μπορούσε να προκαλέσει κάποια σπασμωδική κίνηση, αλλά η ΠΑ θα καταρρεύσει μόνο στην απίθανη περίπτωση που οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι ευρωπαϊκές χώρες και το Ισραήλ το θελήσουν. Αντ' αυτού, οι τρεις πλευρές πιστεύουν ότι η σχετικά αδιάλλακτη αλλά ειρηνική ηγεσία της ΠΑ είναι πολύ πιο ελκυστική από ό,τι οποιαδήποτε από τις εναλλακτικές λύσεις. Αυτό έχει αποδειχτεί επανειλημμένα: Οι Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι ηγέτες έχουν διαπραγματευτεί βάζοντας το πιστόλι στον κρόταφο της Παλαιστινιακής Αρχής, αλλά στην πραγματικότητα, και οι δύο πλευρές γνωρίζουν ότι κανένας από τους δύο δεν θα τραβήξει τη σκανδάλη. Πιο πρόσφατα, το Νοέμβριο του 2012, οι Ισραηλινοί ηγέτες έκαναν λόγο για βίαιη κατάρρευση της ΠΑ αν ο Αμπάς επιδιώξει αναβάθμιση του καθεστώτος της Παλαιστίνης στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Ο Αμπάς έκανε ακριβώς αυτό, και όπως ήταν αναμενόμενο, οι ισραηλινές απειλές αποδείχθηκαν ανούσιες. Τον επόμενο μήνα, ο Αμπάς απείλησε με διάλυση της ΠΑ μετά από ένα σχέδιο για την επέκταση των ισραηλινών εποικισμών γύρω από την Ιερουσαλήμ, αλλά και αυτά τα λόγια αποδείχτηκαν κενά περιεχομένου.