Η Ειρήνη του «Ναι» και του «Όχι»
Ένα μόλις εικοσιτετράωρο μετά την πρώτη συνάντηση Ισραηλινών και Παλαιστινίων διαπραγματευτών στην Ουάσιγκτον, η ισραηλινή κυβέρνηση συνασπισμού προέβη σε σημαντικές συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, αλλάζοντας τους κανόνες τού πολιτικού παιχνιδιού. Ο διπλασιασμός τού εκλογικού πλαφόν θέτει τα μικρά κόμματα της αντιπολίτευσης στο περιθώριο ενώ μεταθέτει στους Ισραηλινούς ψηφοφόρους την ευθύνη της τελικής πολιτικής λύσης τής ισραηλινοπαλαιστινιακής διένεξης, θεσμοθετώντας δημοψήφισμα που θα εγκρίνει ή μη την αλλαγή των συνόρων της χώρας. Άραγε, οι πρόσφατες συνταγματικές αυτές αλλαγές στο ισραηλινό πολιτικό σύστημα προάγουν την ειρηνευτική διαδικασία;
Ο ΓΑΒΡΙΗΛ ΧΑΡΙΤΟΣ είναι δικηγόρος, με μεταπτυχιακό στις Διεθνείς, Πολιτικές και Οικονομικές Σχέσεις στη Μεσόγειο από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου και υποψήφιος διδάκτωρ του Τμήματος Ευρωπαϊκών και Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Είναι ερευνητής στο Κέντρο Μελέτης Μεσογειακής-Μεσανατολικής Πολιτικής (ΚΕΜΜΕΠ) του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Συνεργάσθηκε ως Visiting Scholar στο ισραηλινό think tank, Moshe Dayan Center for Middle Eastern and African Studies του Πανεπιστημίου του Τελ Αβίβ.
- previous
- Page 2of 2
- next-disabled
Εν όψει σημαντικών εθνικών αποφάσεων, η ενίσχυση των κεντρικών κομματικών πόλων διευκολύνει την σύζευξη ομοειδών πολιτικών δυνάμεων και την ευκολότερη χάραξη εθνικής πολιτικής. Υπ' αυτό το πρίσμα, η αύξηση του εκλογικού πλαφόν σε συνδυασμό με την αριθμητική μείωση των κομμάτων που εκπροσωπούνται στην Κνέσετ θα μπορούσαν να αποτελέσουν βασικές προϋποθέσεις εσωτερικής πολιτικής σταθερότητας σε στιγμές εθνικά κρίσιμες. Από την άλλη όμως, το νέο κοινοβουλευτικό μοντέλο που διαμορφώνεται και ο μοιραίος αποκλεισμός των μικρών πολιτικών κομμάτων από το κοινοβούλιο, φέρνει στο προσκήνιο μια νέα έννοια, και μέχρι ώρα ήταν μάλλον άγνωστη στο ισραηλινό εκλογικό σώμα: Η λεγόμενη «θεωρία της χαμένης ψήφου» οπωσδήποτε δεν συνάδει με το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής που καθόριζε τη σύνθεση του ισραηλινού κοινοβουλίου, ένα σύστημα πολύ πιο πλουραλιστικό σε σχέση με πολλά αντίστοιχα ευρωπαϊκά.
Ο ΘΕΜΕΛΙΩΔΗΣ ΝΟΜΟΣ ΠΕΡΙ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ
Σε αντίθεση με τις διατάξεις για τον διπλασιασμό του εκλογικού πλαφόν, ο νεοεισαχθείς «Θεμελιώδης Νόμος περί Δημοψηφισμάτων» δεν συγκέντρωσε τα βέλη της αντιπολίτευσης. Οι κύριες αντιδράσεις προήλθαν αυτή τη φορά εκ των έσω, και συγκεκριμένα από ορισμένα στελέχη των κομμάτων που συναπαρτίζουν τον κυβερνητικό συνασπισμό.
Σύμφωνα με τον καινούργιο αυτό Θεμελιώδη Νόμο, εάν οι ειρηνευτικές συνομιλίες με την Παλαιστινιακή Αρχή καταλήξουν σε ένα ειρηνευτικό σχέδιο σύμφωνα με το οποίο το Ισραήλ θα πρέπει να αποχωρήσει από εδάφη που κατέχει, τότε υποχρεωτικά αυτή η εδαφική αποχώρηση ή μεταβολή θα πρέπει να εγκριθεί με καθολικό δημοψήφισμα. Συγκεκριμένα, το πεδίο εφαρμογής αυτού του νόμου δεν εκτείνεται στα εδάφη της Δυτικής Όχθης, αλλά αφορά αποκλειστικά εδαφικές παραχωρήσεις ή μεταβολές στα Υψώματα του Γκολάν (που προσαρτήθηκαν από το Ισραήλ το 1981), στην ευρεία περιοχή της Ιερουσαλήμ και στην προ του πολέμου του 1967 ισραηλινή επικράτεια.
Η λύση δια δημοψηφίσματος αποτέλεσε, στην ουσία, τη μόνη διέξοδο που μπόρεσε να βρει ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου, για να αντιμετωπίσει τις αντιδράσεις τόσο του δεξιού θρησκευτικού κόμματος «Εβραϊκή Εστία», που συμμετέχει στον κυβερνητικό συνασπισμό, όσο και της δεξιάς πτέρυγας του κόμματός του, Λικούντ. Παρ' όλ' αυτά, οι αντιδράσεις εκφράσθηκαν από την επικεφαλής των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων και υπουργό Δικαιοσύνης, Τσίπι Λίβνι, η οποία θεώρησε ότι με αυτόν τον τρόπο μειώνεται η διαπραγματευτική της ισχύς έναντι λαϊκιστικών εξάρσεων στο εσωτερικό πολιτικό πεδίο. Αντίθετος επίσης τάχθηκε και ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Αβίγκντορ Λίμπερμαν, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι με αυτόν τον τρόπο η εκτελεστική εξουσία θέτει τον εαυτό της υπό αμφισβήτηση, μεταθέτοντας τις ευθύνες της στον απλό ψηφοφόρο που δεν θα μπορούσε να γνωρίζει ούτε όλα τα δεδομένα μιας τέτοιας σημαντικής διαπραγμάτευσης, ούτε βέβαια και το αποτέλεσμά της.
Από την άλλη πλευρά, η Αξιωματική Αντιπολίτευση των Εργατικών προσέφερε για άλλη μια φορά «δίχτυ ασφαλείας» στον πρωθυπουργό Νετανιάχου, στηρίζοντας τη λύση του δημοψηφίσματος και προβάλλοντας την εύηχη εκτίμηση ότι το ισραηλινό εκλογικό σώμα «θα φανεί ώριμο να επιλέξει την ειρήνη έναντι του πολέμου».
Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η λύση του δημοψηφίσματος προς το παρόν εξυπηρετεί την ενότητα του κυβερνητικού συνασπισμού και τις πολιτικές επιλογές του Βενιαμίν Νετανιάχου, αναμφίβολα η έγκριση του «Θεμελιώδους Νόμου περί Δημοψηφισμάτων» δημιουργεί ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον θεσμικό προηγούμενο στη λήψη σημαντικών εθνικών αποφάσεων. Ναι μεν ο θεσμός του δημοψηφίσματος στην ισραηλινή έννομη τάξη αφορά εν προκειμένω τον καθορισμό των συνόρων της χώρας – εάν και εφόσον καταλήξουν κάπου οι ειρηνευτικές συνομιλίες- , από την άλλη, όμως, ανοίγει ένα νέο είδος διαλόγου πολίτη-πολιτικού συστήματος. Αλλά, ένας τέτοιος διάλογος προϋποθέτει ισχυρές δόσεις πολιτικής ωριμότητας ένθεν κακείθεν – γεγονός μελλοντικό και αβέβαιο.
Παρά το άγνωστο αποτέλεσμα των ειρηνευτικών συνομιλιών, η ισραηλινή κυβέρνηση συνασπισμού δείχνει αποφασισμένη να αλλάξει τους κανόνες τού ισχύοντος πολιτικού συστήματος της χώρας, μειώνοντας την κοινοβουλευτική ισχύ των περιθωριακών πολιτικών δυνάμεων και ενισχύοντας βασικούς κομματικούς και ιδεολογικούς πόλους. Παράλληλα, θεσμοθετείται συνταγματικά και ad hoc ένα αποφασιστικό δημοψήφισμα, που καλεί το εκλογικό σώμα να εγκρίνει ή να απορρίψει εκ των υστέρων τους χειρισμούς της εκτελεστικής εξουσίας, την οποία ωστόσο εξέλεξε, προσδίδοντάς της δημοκρατική νομιμοποίηση.
Ανεξάρτητα από την έκβαση των ειρηνευτικών συνομιλιών, οι κανόνες του ισραηλινού πολιτικού παιχνιδιού αλλάζουν οριστικά τον ερχόμενο Νοέμβριο, όταν η Κνέσετ θα ψηφίσει σε δεύτερη και τρίτη ψηφοφορία τα σχετικά νομοσχέδια, αφού θα τα έχει επεξεργασθεί η Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή του ισραηλινού κοινοβουλίου κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.
Συνταγματικό οξύμωρο ή τολμηρές θεσμικές μεταρρυθμίσεις εκ των ενόντων;
Όποια ιδεολογική προσέγγιση και αν επιλεγεί, το μήνυμα που θέλει πάση θυσία να εκπέμψει το Ισραήλ τόσο στην αμερικανική διαμεσολάβηση και στη διεθνή κοινότητα αφ' ενός, όσο και στην ισραηλινή κοινή γνώμη αφ' ετέρου, είναι ότι ενδεχόμενη αποτυχία στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις με την Παλαιστινιακή Αρχή δεν θα πρέπει να χρεωθεί στην παρούσα πολιτική ηγεσία, αλλά ενδεχομένως στο «ναι» ή στο «όχι» τού μέσου ισραηλινού ψηφοφόρου.
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στη διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στη διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr
- previous
- Page 2of 2
- next-disabled