Παίζοντας πόκερ με τον Πούτιν
Μετά τις συνομιλίες την περασμένη εβδομάδα στη Γενεύη, μεταξύ του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζον Κέρρυ και του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, το δίλημμα των ΗΠΑ στη Συρία έχει αντικατασταθεί από μια συμφωνία. Ιδού πως μπορούν οι ΗΠΑ να αντλήσουν τα μεγαλύτερα δυνατά οφέλη από αυτήν.
Ο EDWARD P. JOSEPH είναι βασικός συνεργάτης στη Σχολή Προωθημένων Διεθνών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins.
Μετά τις συνομιλίες την περασμένη εβδομάδα στη Γενεύη, μεταξύ του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζον Κέρρυ και του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, το δίλημμα των ΗΠΑ στη Συρία έχει αντικατασταθεί από μια συμφωνία. Στην πραγματικότητα, η Ουάσιγκτον αντάλλαξε την απειλή τής επικείμενης επέμβασης (που δεν ήθελε να κάνει) με την υπόσχεση της Μόσχας περί παράδοσης των χημικών όπλων από τη Συρία (για τα οποία η Συρία θα δεχόταν μεγάλες πιέσεις να μην τα χρησιμοποιήσει φανά, έτσι κι αλλιώς). Επιπροσθέτως, η Μόσχα έχει υποσχεθεί να πιέσει την Συρία να συμμετάσχει σε μια ήδη πολύ καθυστερημένη διεθνή διάσκεψη για τον τερματισμό τού πολέμου.
Ακόμη και αν η συμπόρευση της Συρίας και της Ρωσίας είναι μόνο μερική, η συμφωνία εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει πραγματική πρόοδο. Το συριακό καθεστώς παραδέχτηκε τελικά ότι έχει χημικά όπλα. Σύντομα θα κληθεί να υπογράψει τη Σύμβαση για τα Χημικά Όπλα, στην οποία έχει συμφωνήσει να ενταχθεί, και στη συνέχεια θα ξεκινήσει να διαλύει το θανάσιμο οπλοστάσιό του. Υπό το φως τής τρομακτικής επίθεσης χημικών τον περασμένο μήνα, και της προηγούμενης διπλωματικής παράλυσης, έχει σημασία να τονιστεί πόσο σημαντική αλλαγή στάσης είναι αυτή. Ακόμα κι έτσι, η μερική συμπόρευση είναι το περισσότερο που μπορεί να αποδώσει αυτή η συμφωνία. Τα ρωσικά συμφέροντα απλά δεν ευθυγραμμίζονται αρκετά με εκείνα των Ηνωμένων Πολιτειών ώστε να προκύψει κάτι περισσότερο. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, χρειάζεται κάποια νέα χαρτιά για να παίξει - και θα τα έχει μόλις αντιληφθεί το πραγματικό παιχνίδι των Ρώσων.
Στη συμφωνία τής Γενεύης υπονοείται πως η Μόσχα συμμερίζεται τον φόβο της Ουάσινγκτον ότι τα χημικά όπλα θα μπορούσαν να πέσουν στα χέρια των σουνιτών εξτρεμιστών. Αν αυτό ήταν πραγματικά μια βασική ανησυχία, η Ρωσία θα είχε από πολύ καιρό χρησιμοποιήσει την επιρροή της στη Συρία για να αντιμετωπίσει μια τέτοια σοβαρή απειλή. Αντί της πίεσης, όμως, η Μόσχα υποστήριξε την Συρία μέχρι τέλους, μπλοκάροντας ακόμα και τις μετριοπαθείς αποφάσεις τού Συμβουλίου Ασφαλείας για την χώρα, ενώ παρείχε στο καθεστώς προηγμένους πυραύλους έτσι ώστε να δυσκολέψουν τις αμερικανικές αεροπορικές επιδρομές.
Στην πραγματικότητα, η Μόσχα πάντα φαινόταν να πιστεύει ότι το χημικό οπλοστάσιο της Συρίας ήταν τόσο χρήσιμο που άξιζε τον κίνδυνο της διασποράς. Αν η Συρία χάσει τα χημικά όπλα της ολοκληρωτικά, η Δαμασκός θα χάσει την αποτρεπτική της ισχύ έναντι του Ισραήλ. Αυτό θα γείρει την στρατηγική ισορροπία προς τον πιστό σύμμαχο της Αμερικής. Και αυτό, με τη σειρά του, θα βλάψει τον στόχο τού Ρώσου Προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν για την ενίσχυση της ρωσικής επιρροής στην περιοχή.
Η ίδια απαισιόδοξη λογική ισχύει και για την ειρηνευτική διαδικασία. Η κυβέρνηση Ομπάμα, ιδιαίτερα ο Κέρρυ, προσπάθησε σκληρά να συνεργαστεί με τους Ρώσους για τις συνομιλίες. Το συμπέρασμα είναι ότι αμφότερες οι πλευρές αποστρέφονται ένα συνεχές, αποσταθεροποιητικό λουτρό αίματος ή μια νίκη των σουνιτών εξτρεμιστών. Αυτό δεν οδήγησε πουθενά, ακόμη και μετά την παραδοχή τής Ουάσιγκτον, το καλοκαίρι, ότι ο Σύρος ηγέτης Μπασάρ αλ - Άσαντ δεν χρειάζεται να παραιτηθεί ενόψει των ειρηνευτικών συνομιλιών.
Είναι πιθανό η τρέχουσα κρίση σε σχέση από τα χημικά όπλα να ξύπνησε στη Μόσχα την ανάγκη για διπλωματία. Η πρόσφατη εκλογή τού μετριοπαθούς Χασάν Ρουχανί στο Ιράν, επίσης, θα μπορούσε να διαδραματίσει έναν ρόλο: μια από τις σοβαρές διαφορές που χωρίζουν τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Ρωσία για την Συρία υπήρξε ο ρόλος τού Ιράν σε οποιαδήποτε διεθνή ειρηνευτική διάσκεψη. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η Ουάσιγκτον δεν είναι καθόλου ενθουσιασμένη με μια πιθανή συμμετοχή τού Ιράν, ενώ η Μόσχα έχει πει ότι είναι απαραίτητη. Η εκλογή Ρουχανί μάλλον έκανε τη Μόσχα να προσπαθήσει και πάλι να βρει μια φόρμουλα για να συμπεριλάβει το Ιράν.
Στην πραγματικότητα, δεδομένου του ιστορικού τής σταθερής κωλυσιεργίας τής Ρωσίας, είναι πιθανό οι βασικοί στόχοι της - η διατήρηση του καθεστώτος ή ακόμα και μια ολοκληρωτική νίκη - να παραμένουν οι ίδιοι. Μετά τη σύσκεψη, ο Ρώσος ηγέτης αποφάσισε μετά βεβαιότητας ότι η δυνατότητά του να επηρεάσει την ηγεσία των Ηνωμένων Εθνών στη διαδικασία για τον έλεγχο των χημικών όπλων της Συρίας ήταν μεγαλύτερη από την δυνατότητά του να επηρεάζει τα γεγονότα, εφόσον συνεχιστεί η κρίση και οι Ηνωμένες Πολιτείες προχωρήσουν σε χτύπημα. Στη Γενεύη, ο Λαβρόφ κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες για να πείσει ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ (στο οποίο η Ρωσία έχει δικαίωμα βέτο) θα είναι η μόνη Αρχή που θα αποφασίσει για τα τυχόν μέτρα που θα ληφθούν σε περίπτωση αιτιάσεων για μη συμμόρφωση της Συρίας. Προαναγγέλλοντας τη θέση της Ρωσίας σε περίπτωση που προκύψουν τέτοιες αιτιάσεις ο Λαβρόφ σημείωσε πόσο δύσκολο είναι να αποδειχθούν κι επέμεινε ότι η βία, εν πάση περιπτώσει, είχε αποκλειστεί.
Αν το παιχνίδι ήταν περίπλοκο πριν από αυτό το Σαββατοκύριακο, είναι βέβαιο ότι θα γίνει ακόμη περισσότερο τις επόμενες εβδομάδες καθώς ξεκινούν οι συνομιλίες.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη να πείσουν μια κατακερματισμένη συριακή αντιπολίτευση να συνταχθεί πίσω από μια κοινή διαπραγματευτική θέση. Κατά κάποιον τρόπο, η Ουάσιγκτον έχει πετύχει την ενοποίηση της αντιπολίτευσης: δυστυχώς, στην οργή λόγω της άρνησης των ΗΠΑ να πραγματοποιήσουν τις απειλές για βομβαρδισμό τού εχθρού τους. Στην καλύτερη περίπτωση, οι ηγέτες τής αντιπολίτευσης αντιμετωπίζουν την συμφωνία για τα χημικά όπλα ως δευτερεύουσας σημασίας σε έναν πόλεμο που έχει στοιχίσει 100 φορές περισσότερες ζωές εξαιτίας των συμβατικών μέσων. Στη χειρότερη περίπτωση, πιστεύουν ότι είναι ένα τέχνασμα που ενισχύει τις προοπτικές τού Άσαντ. Εκτός κι αν η γνωστή απόφαση της Ουάσινγκτον να αρχίσει να προμηθεύει (πραγματικά αυτή τη φορά) την μετριοπαθή αντιπολίτευση με όπλα τονώσει σημαντικά το ηθικό των ανταρτών ή τους δώσει στρατιωτικό πλεονέκτημα, η αμερικανική κυβέρνηση θα δυσκολευτεί ακόμη και να συγκεντρώσει μια αντιπροσωπεία για τις ειρηνευτικές συνομιλίες που ξεκινούν τον επόμενο μήνα.
Εν τω μεταξύ, οι Ρώσοι έχουν να διαχειριστούν μόνο έναν πελάτη – τον Άσαντ, ο οποίος βλέπει ότι κερδίζει και δεν θέλει να συμμετάσχει σε οποιονδήποτε συμβιβασμό για το μονοπώλιο του καθεστώτος του στην κρατική εξουσία. Και δεδομένου ότι η Μόσχα δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την πλήρη απομάκρυνση των χημικών όπλων τής Συρίας ή την εξεύρεση μιας συναινετικής λύσης που να ικανοποιεί όλες τις πλευρές, είναι πιθανό ότι, από εδώ και πέρα, η Ρωσία θα χρησιμοποιήσει τις διαπραγματεύσεις για να καλύψει τόσο την αδιαλλαξία τού καθεστώτος σχετικά με τις διαπραγματεύσεις όσο και μια πιθανή απάτη σχετικά με τα χημικά όπλα τού καθεστώτος. Μπορεί να βασιστεί στο γεγονός ότι η επιρροή τής κυβέρνησης Ομπάμα -η απειλή βίας, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης - αναπόφευκτα θα συρρικνωθεί σημαντικά εφόσον η Συρία αποδείξει κατ’ αρχήν ότι συνεργάζεται στο πλαίσιο της διαδικασίας ελέγχου. Εκτός κι αν η Δαμασκός αποφασίσει να χρησιμοποιήσει χημικά όπλα και πάλι, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα βρεθούν ακόμα πιο απομονωμένες σε εσωτερικό και διεθνές επίπεδο, εάν θέσουν εκ νέου την ιδέα της χρήσης βίας.
Ο Ομπάμα και ο Κέρρυ τα γνωρίζουν σίγουρα όλα αυτά. Για να μην πέσει στην παγίδα, η Ουάσιγκτον μπορεί και πρέπει να πιέσει τη Μόσχα να αποσπάσει παραχωρήσεις από τον Άσαντ που πραγματικά θα ενισχύουν τις προοπτικές για ειρήνη. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί σε δύο στάδια: πρώτον, με την αποκατάσταση της αξιοπιστίας τής αμερικανικής δύναμης μέσα από μια ευρεία – εφόσον μπορεί να δοθεί– στήριξη του Κογκρέσου. Δεύτερον, ο Ομπάμα θα μπορούσε να ωθήσει την Ρωσία και την Συρία να αποδεχθούν ως βάση για τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις συγκεκριμένους, δεσμευτικούς όρους, οι οποίοι να έχουν προταθεί από τα Ηνωμένα Έθνη. Αυτοί θα καλύπτουν τις βασικές αρμοδιότητες και την δομή τής λεγόμενης «μεταβατικής κυβέρνησης» που θα αποτελέσει τη βάση για μια ειρηνική διευθέτηση. Το διεθνές ανακοινωθέν αναφέρεται επί μακρόν στις προσδοκίες για τη μεταβατική κυβέρνηση, αλλά είναι ολιγόλογο σχετικά με τα πρακτικά στοιχεία βάσει των οποίων θα λειτουργεί. Η αναφορά τουλάχιστον σε μερικά από αυτά, ειδικά στο βασικό ερώτημα για το πώς θα μοιραστεί ο έλεγχος της αστυνομίας, του στρατού και του εσωτερικού μηχανισμού ασφάλειας τής Συρίας, θα αναγκάσει το καθεστώς Άσαντ να αποδείξει πόσο σοβαρά αντιμετωπίζει μια λύση μέσω διαπραγματεύσεων.
Είναι αλήθεια ότι η Ρωσία θα μπορούσε να αρνηθεί να ακολουθήσει αυτήν την προσέγγιση. Στην περίπτωση αυτή, η Ουάσιγκτον δεν χάνει τίποτα ενώ κερδίζει μια σαφή απόδειξη των ορίων τής ρωσικής συνεργασίας. Σε απάντηση, όπως θα έλεγε ο Κέρρυ στον Λαβρόφ, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα δύναντο να χρησιμοποιήσουν τις στρατιωτικές τους δυνάμεις στην ανατολική Μεσόγειο, κάνοντας την Ρωσία να νιώθει λίγο πιο άβολα. Αντίθετα, αν οι Ρώσοι περάσουν αυτό το προκαταρκτικό τεστ και στραφούν στην οικοδόμηση μιας ουσιαστικής βάσης για ειρηνευτικές συνομιλίες, η Ουάσιγκτον μπορεί να ανταποδώσει με τη μείωση της ναυτικής της παρουσίας. Μια τέτοια ναυτική αναδιάταξη θα είναι σε μεγάλο βαθμό συμβολική, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες θα διατηρήσουν την δυνατότητα να πλήξουν τη Συρία με πυραύλους κρουζ από βάσεις στην περιοχή. Πάντοτε μετρούν οι συμβολισμοί στη διπλωματία.
Το γεγονός ότι μια περιορισμένη ειρηνευτική πρόταση θα έχει τις ρίζες της στα Ηνωμένα Έθνη και τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, Μπαν Κι-Μουν, και όχι στον Κέρρυ, θα είναι ένας επιπλέον τρόπος για τους Ρώσους να διασώσουν τo κύρος τους. Έχοντας αποδείξει την ικανότητά τους να ασκούν επιρροή στην Δαμασκό, οι Ρώσοι δεν μπορούν να ισχυριστούν ότι δεν είναι σε θέση να πιέσουν τον Άσαντ να αποδεχτεί κάποιους ισορροπημένους όρους των Ηνωμένων Εθνών που θα επιβάλουν και στην αντιπολίτευση παραχωρήσεις. Ο Μπαν Κι-Μουν και ο απεσταλμένος του στη Συρία, ο Λακντάρ Μπραχιμί είναι ευφυείς διπλωμάτες που γνωρίζουν που βρίσκεται η λεπτή μέση λύση.
Μέχρι στιγμής, ο Μπαν Κι-Μουν και ο Μπραχιμί δεν έχουν προβάλλει τις απόψεις τους. Όμως, ο πρώην Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Κόφι Ανάν, ο οποίος ηγήθηκε της αρχικής προσπάθειας να μεσολαβήσει για μια λύση, εμφανίστηκε απροσδόκητα στην πρόσφατη διαπραγμάτευση ΗΠΑ-Ρωσίας στη Γενεύη, σε μια υπενθύμιση της εγγενούς ανάγκης για διαμεσολάβηση από τα Ηνωμένα Έθνη. Ο Λαβρόφ έδωσε μια μακρά, γεμάτη υπεκφυγές απάντηση σε μια απλή ερώτηση σχετικά με τον ρόλο του Ανάν, γεγονός που υποδηλώνει ότι ο πρώην Γενικός Γραμματέας μάλλον δεν περιορίστηκε στο να ενθαρρύνει τους Ρώσους και τους Αμερικανούς διαπραγματευτές.
Με λίγη βοήθεια από την Ουάσιγκτον, ο Μπαν Κι-Μουν θα μπορούσε να καταθέσει ένα ειρηνευτικό σχέδιο. Σε κάθε περίπτωση, έχει κάθε λόγο να επιδιώξει πραγματικές συνομιλίες. Όπως γνωρίζουν καλά τα Ηνωμένα Έθνη από την εμπειρία τους στο Ιράκ, η διαδικασία των επιθεωρήσεων είναι άχαρη και μπορεί γρήγορα να πολιτικοποιηθεί. Τα εγγενή προβλήματα των ελέγχων και των επιθεωρήσεων είναι αρκετά μεγάλα χωρίς καν να μαίνεται εμφύλιος πόλεμος. Και οι επιθεωρητές των Ηνωμένων Εθνών στη Συρία μπορεί γρήγορα να βρεθούν στην δυσάρεστη θέση να πρέπει να δικαιολογήσουν τα ευρήματά τους σε καχύποπτους σκεπτικιστές, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, και σε πιεστικούς πάτρωνες, όπως η Ρωσία. Εάν ο Μπαν Κι-Μουν μπορούσε να κάνει τους εμπλεκόμενους να αποδεχθούν από την αρχή μια περιορισμένη πρόταση, τότε θα βελτιώνονταν κατά πολύ οι προοπτικές για μια κατάπαυση του πυρός που θα μπορούσε πραγματικά να κρατήσει και που θα επέτρεπε στους επιθεωρητές να κάνουν τη δουλειά τους. Ομοίως, η σφυρηλάτηση κοινού εδάφους μεταξύ Μόσχας και Ουάσινγκτον για θέματα που φθάνουν μέχρι τον πυρήνα τής σύγκρουσης θα βοηθούσαν στην οικοδόμηση της απολύτως αναγκαίας εμπιστοσύνης, σε μια κατά τα άλλα αμφιλεγόμενη κατάσταση.
Όλα αυτά είναι δυνατά μόνο αν το Κογκρέσο πάρει πίσω το «nyet» (στμ: το «όχι») στο αίτημα του Ομπάμα να κάνει χρήση βίας στη Συρία. Η προφανής ανακούφιση στο Λόφο του Καπιτωλίου που ακολούθησε την διπλωματική διέξοδο με τους Ρώσους δημιουργεί μια ευκαιρία. Ο Ομπάμα μπορεί να επιστρέψει στο Κογκρέσο με μια συναρπαστική προσθήκη στην ομιλία της περασμένης εβδομάδας. «Δώστε μου την σαφή έγκριση να προβώ σε χρήση βίας στη Συρία», θα μπορούσε να επιχειρηματολογήσει πειστικά, «έτσι ώστε ποτέ να μην την χρησιμοποιήσω ξανά». Ο ίδιος θα μπορούσε να συνεχίσει λέγοντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες διένυσαν μεγάλη απόσταση μόνο και μόνο με την απειλή βίας - και ότι είναι καιρός να επιβεβαιωθεί η απειλή αυτή προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνεργασία. Το με ύφος πάτρωνα άρθρο τού Πούτιν στους New York Times την περασμένη εβδομάδα, το οποίο απέρριψαν οι Ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές, θα δώσει ακόμη μεγαλύτερη απήχηση στην έκκληση του προέδρου. Τα μέλη θα μπορούσαν να επισημάνουν, με βάση τις δικές τους επιφυλάξεις και την κούρασή τους από τον πόλεμο, ότι αυτή η προσέγγιση, παραδόξως, θα μειώσει την ανάγκη να χρησιμοποιηθεί ξανά βία στην Συρία. Αξίζει να θυμηθούμε ότι ο Ομπάμα ζήτησε από το Κογκρέσο να καθυστερήσει την ψηφοφορία, όχι να την ακυρώσει. Θα μπορούσε να βάλει και πάλι σε κίνηση την διαδικασία, ανά πάσα στιγμή.
Υπάρχει ακόμα χρόνος για την κυβέρνηση να βελτιώσει τους κακούς χειρισμούς στη Συρία. Αν πάει στο Κογκρέσο τόσο με ένα αίτημα για τη χορήγηση σαφούς έγκρισης να κάνει χρήση βίας, όσο και με ένα σχέδιο για τη μετατροπή τής απειλής σε περαιτέρω διπλωματική πρόοδο, μπορεί να κάμψει τους σκεπτικιστές. Στη συνέχεια, ζητώντας από τους Ρώσους ειλικρινείς παραχωρήσεις στο όνομα της ειρήνης, ο Ομπάμα θα ανακαλύψει, μάλλον σύντομα, αν ο Πούτιν είναι πραγματικός εταίρος ή αν παίζει πόκερ μπλοφάροντας.
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/139926/edward-p-joseph/playing-po...
Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στη διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στη διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr