Ο τσάρος των ακροβατισμών | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο τσάρος των ακροβατισμών

Μια κλασική ψυχροπολεμική στρατηγική επιστρέφει στο Κρεμλίνο

Αλλά ο ίδιος ο Dulles προειδοποίησε ότι οι ακροβασίες δεν ήταν μια στρατηγική για τους άτολμους. «Εάν φοβάσαι να πάς μέχρι την άκρη τού γκρεμού, είσαι χαμένος», εξηγούσε: «η ικανότητα να πηγαίνεις στα πρόθυρα χωρίς να εμπλακείς σε πόλεμο» ήταν «η απαραίτητη τέχνη». Ο Σοβιετικός ηγέτης Νικίτα Χρουστσόφ, ο οποίος θαύμαζε τον Dulles για την –για γερά νεύρα- πολιτική του, συμφώνησε, όπως έχει δείξει ο ιστορικός Marc Trachtenberg. Χρησιμοποίησε την ίδια τακτική σε μια σειρά από κρίσεις από το 1958 ως το 1962, αξιοποιώντας την ευπάθεια του Δυτικού Βερολίνου για να πιέσει την Δύση να αναγνωρίσει την Ανατολική Γερμανία ως ξεχωριστό κράτος. Ο Χρουστσόφ κατάφερε να μπλοκάρει τις φιλοδοξίες τής Δυτικής Γερμανίας, ενώ επεδείκνυε την αποφασιστικότητά του στα γεράκια στο Κρεμλίνο και στο κομμουνιστικό μπλοκ. «Νομίζω ότι οι άνθρωποι με τα γερότερα νεύρα θα είναι οι νικητές», είπε το 1958. «Οι άνθρωποι με αδύναμα νεύρα θα αποτύχουν».

Αν και η θεωρία τού Schelling υποδηλώνει ότι πολιτικοί οι οποίοι χρησιμοποιούν με σύνεση τους πολιτικούς ακροβατισμούς θα μπορούσαν να υπερισχύσουν χωρίς να χρειάζεται να πολεμήσουν, στην πράξη, η ιστορία είναι ανάμεικτη. Στην κρίση τής Κούβας το 1962, ο πρόεδρος John F. Kennedy αντιπαρατέθηκε με την Σοβιετική Ένωση αφότου ανακάλυψε την μυστική εγκατάσταση στην Κούβα σοβιετικών πυραύλων πυρηνικής δυνατότητας, παρά τις επανειλημμένες διαβεβαιώσεις τού Χρουστσόφ ότι η Μόσχα δεν είχε προμηθεύσει την Αβάνα με τέτοια όπλα. Γνωρίζοντας – ενώ ο Κένεντι δεν το γνώριζε - ότι οι πυρηνικοί πύραυλοι ήταν πλήρως λειτουργικοί και συνοδεύοντο από τακτικά πυρηνικά όπλα υπό τον έλεγχο τοπικών διοικητών για να αποκρούσουν μια επίθεση των ΗΠΑ κατά της Κούβας, ο Χρουστσόφ αναγνώρισε ότι η πιθανότητα για αναπόφευκτους κινδύνους και ακούσια αποτελέσματα ξεπερνούσε κατά πολύ τα περιορισμένα κέρδη τής Μόσχας, κι έτσι υποχώρησε συνετά. Μη δίνοντας καμία σημασία στο γόητρό του, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον ανακήρυξε τον Χρουστσόφ «τον πιο λαμπρό παγκόσμιο ηγέτη» που είχε γνωρίσει ποτέ, γιατί «φόβιζε τρομερά τους ανθρώπους». Ο Νίξον ενστερνίστηκε την δική του παραλλαγή τής «θεωρίας τού τρελού» κατά την διάρκεια του πολέμου τού Βιετνάμ, όταν έβαλε την χώρα σε επίπεδα πυρηνικού συναγερμού για να εξαναγκάσει τους Σοβιετικούς και τους Βορειοβιετναμέζους δορυφόρους τους να είναι πιο ελαστικοί στις ειρηνευτικές συνομιλίες. Όμως, η ιστορική έρευνα δείχνει ότι το τέχνασμα του Νίξον είχε μικρή επίδραση. Σύμφωνα με τους μελετητές Scott Sagan και Jeremi Suri, η στρατηγική πυρηνικού συναγερμού τού Νίξον «έφερε τα χειρότερα από όλες τις πλευρές... [ήταν] τόσο αναποτελεσματική όσο και επικίνδυνη».

Η προσέγγιση του Πούτιν στην Ουκρανία έχει κάποιες ομοιότητες με την στρατηγική τού Χρουστσόφ στην Γερμανία. Ο Χρουστσόφ ήταν αντιμέτωπος με μια δυτικογερμανική ηγεσία ενισχυμένη από την ανάκαμψη της οικονομίας, όλο και πιο σοβαρής σχετικά με τις πυρηνικές της φιλοδοξίες, και ανυπόμονης για μια επανένωση με Δυτικούς όρους. Επίσης αντιμετώπιζε προκλήσεις για την εξουσία του εγχωρίως και αλλού στον κομμουνιστικό κόσμο. Ο Πούτιν, ομοίως, φαίνεται να ανησυχεί ότι μια Ουκρανία αγκυρωμένη στην Δύση τελικά θα γίνει μια ευημερούσα δημοκρατική χώρα και θα οδηγήσει τους Ρώσους να αμφισβητήσουν το δικό τους στάσιμο παρεοκρατικό καπιταλιστικό σύστημα. Όπως ο Χρουστσόφ, ο Πούτιν έχει στοιχηματίσει την εγχώρια νομιμοποίησή του, εν μέρει, στις γεωπολιτικές εξελίξεις έναντι των ξένων προκλήσεων και των απείθαρχων δορυφορικών κρατών. Ο Πούτιν χρησιμοποίησε και το μαστίγιο και το καρότο διαπραγματευόμενος με τον Βίκτορ Γιανουκόβιτς, τον πρώην πρόεδρο της Ουκρανίας, ο οποίος αντιστεκόταν στο να φέρει την Ουκρανία στην τροχιά τής Ρωσίας ενάντια στην θέληση πολλών Ουκρανών που ήθελαν την χώρα τους να προσανατολίζεται προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο Πούτιν μετέστρεψε τελικά τον Γιανουκόβιτς, αλλά αυτό πυροδότησε την εξέγερση στο Μαϊντάν, την ταχεία έξοδο του Γιανουκόβιτς, καθώς και την ανάγκη στον Πούτιν να αλλάξει στρατηγικές. Για αμφότερους τον Χρουστσόφ και τον Πούτιν, ο ανταγωνισμός στην ανάληψη κινδύνων προσέφερε μια γοητευτική ευκαιρία να λύσουν δια μιας πολλές διεθνείς και εσωτερικές προκλήσεις, αναγκάζοντας τους άλλους να συμβιβαστούν σε ανεπιθύμητες δοκιμές αποφασιστικότητας.

Οι πολιτικές ακροβασίες τού Πούτιν δεν έχουν μόνο δημιουργήσει κινδύνους. Αποκαλύπτουν, επίσης, πληροφορίες σχετικά με το διαπραγματεύσιμο εύρος των πιθανών συμφωνιών που θα μπορούσαν να επιτευχθούν στην Ουκρανία και με το ποια πλευρά είναι πρόθυμη να αφιερώσει περισσότερη ισχύ για να επιτύχει τους στόχους της. Σε αντίθεση με τον πρόεδρο Ομπάμα, ο οποίος απέκλεισε την χρήση βίας, ο Πούτιν έχει δείξει ότι έχει ισχυρά κίνητρα για να νικήσει. Αλλά πολύ πιθανόν να δεχόταν κάποιες εκπτώσεις έναντι των μέγιστων στόχων του, προκειμένου να προλάβει σενάρια που θα προτιμούσε να αποφύγει. Ο Πούτιν σίγουρα θα προτιμούσε να μην ξεκινήσει μια ολομέτωπη εισβολή στην Ουκρανία ή να κολλήσει με το κόστος να νικήσει μια οποιαδήποτε μεταγενέστερη εξέγερση. Είναι επίσης πιθανό ότι μάλλον θα ήθελε να αποφύγει έναν οικονομικό πόλεμο με την Δύση.

Αλλά η Δύση δεν θα πρέπει να συγχέει την απροθυμία τού Πούτιν να πραγματοποιήσει τις απειλές του σχετικά με μια στρατιωτική επέμβαση ή με ρωσικά οικονομικά αντίποινα απέναντι σε ακραίες δυτικές κυρώσεις, με μια έλλειψη αποφασιστικότητας να το πράξει αν το ένιωθε αναγκαίο. Με μια οικονομία του μεγέθους τής Γερμανίας και με σημαντικά ταμειακά αποθέματα, η Ρωσία είναι σε θέση να διακινδυνεύσει μια αμοιβαία οικονομική καταστροφή με την Δύση. Η Μόσχα θα μπορούσε να καταφέρει χτυπήματα εναντίον δυτικών εταιρειών που επένδυσαν στην Ρωσία και να λάβει άλλα οικονομικά μέτρα που θα σπέρνουν τον όλεθρο στις παγκόσμιες αγορές και στην οικονομική ανάκαμψη στην Ευρώπη.