Ο άνδρας που έλεγε την αλήθεια στην εξουσία
Πώς πρέπει οι σημερινοί διανοητές και πολιτικοί να ασχοληθούν με τις σύγχρονες και μελλοντικές πυρηνικές απειλές; Με το να αναζητήσουν καθοδήγηση από ένα από τους γίγαντες της προηγούμενης εποχής, τον Αντρέι Ζαχάρωφ. Το κείμενο αυτό αποτελεί προσαρμογή από το βιβλίο με τίτλο Andrei Sakharov: The Conscience of Humanity, επεξεργασμένο από τους Sidney Drell και George Shultz.
Ο SIDNEY D. DRELL είναι βασικός συνεργάτης στο Ίδρυμα Hoover στο Πανεπιστήμιο Stanford και ομότιμος καθηγητής Θεωρητικής Φυσικής στο SLAC National Accelerator Laboratory του Στάνφορντ.
Ο GEORGE SHULTZ, πρώην υπουργός Εργασίας, υπουργός Οικονομικών, υπουργός Εξωτερικών και διευθυντής του Γραφείου Διοίκησης και Προϋπολογισμού, είναι διακεκριμένος συνεργάτης στο Ίδρυμα Hoover στο Πανεπιστήμιο Stanford.
Ο JIM HOAGLAND είναι θεματικός δημοσιογράφος στην εφημερίδα The Washington Post και διακεκριμένος επισκέπτης συνεργάτης με υποτροφία Annenberg στο Ίδρυμα Hoover στο Πανεπιστήμιο Stanford.
Η διαδρομή του προς την σε διαφωνία δεν ήταν η μοναδική. Άλλοι πυρηνικοί επιστήμονες ήταν επίσης μεταξύ των πρώτων που κατανόησαν τους τρομερούς κινδύνους που είχε δημιουργήσει το έργο τους και προσπάθησαν να τους μετριάσουν. Μετά την σοβιετική δοκιμή, η Ουάσιγκτον συζήτησε το αν θα αναπτύξει και θα δοκιμάσει ένα ακόμη πιο καταστροφικό όπλο, μια θερμοπυρηνική συσκευή δύο σταδίων που θα γινόταν γνωστή ως η σούπερ βόμβα ή η βόμβα υδρογόνου. Οι επιστήμονες στην Γενική Συμβουλευτική Επιτροπή στην Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας των ΗΠΑ προέτρεψαν «να αποχαρακτηριστούν αρκετά [στοιχεία] για την σούπερ βόμβα έτσι ώστε να μπορεί να γίνει τώρα μια δημόσια δήλωση πολιτικής». Δύο από τους επιστημονικούς γίγαντες της πυρηνικής προσπάθειας των ΗΠΑ, ο Enrico Fermi και ο I.I. Rabi, έγραψαν σε μια προσωπική προσθήκη: «Είναι σαφές ότι η χρήση ενός τέτοιου όπλου δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από οποιοδήποτε ηθικό έδαφος το οποίο δίνει σε ένα ανθρώπινο ον μια ορισμένη ατομικότητα και αξιοπρέπεια, ακόμη και αν συμβαίνει να είναι κάτοικος εχθρικής χώρας». Αλλά ο πρόεδρος Χάρι Τρούμαν, ανησυχώντας για την διατήρηση του πλεονεκτήματος των ΗΠΑ, διέταξε να προχωρήσει το πρόγραμμα.
Ωστόσο, καθώς η Σοβιετική Ένωση προσέγγιζε την τεχνική πυρηνική ισοτιμία της με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Ζαχάρωφ διαπίστωσε ότι η κυβέρνησή του απέρριψε τις επιστημονικές συμβουλές να μετριάσει το πρόγραμμά της για να αποφύγει βλάβες στην ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον από το ραδιενεργό νέφος. Ο Ζαχάρωφ επέμεινε, καταρτίζοντας λεπτομερή πρόταση για την αναδιοργάνωση του σοβιετικού πυρηνικού προγράμματος ώστε να προχωρήσει χωρίς ατμοσφαιρικές δοκιμές. Αλλά ο σοβιετικός ηγέτης Νικίτα Χρουστσόφ δεν πείστηκε.
Στα τέλη του 1958, ωστόσο, η Σοβιετική Ένωση συνέπραξε με τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο σε ένα μορατόριουμ δοκιμών, το οποίο κατέληξε να διαρκέσει τρία χρόνια. Όταν ο Ζαχάρωφ έλαβε πληροφορίες το 1961 ότι η σοβιετική κυβέρνηση σχεδίαζε να ξανακάνει δοκιμές, έγραψε μια επιστολή προς τον Χρουστσόφ αντιτιθέμενος σε μια τέτοια προοπτική. Σε μια οργισμένη άρνηση, ο Σοβιετικός ηγέτης του είπε να αφήσει «την πολιτική σε εμάς –εμείς είμαστε οι ειδικοί. Εσείς φτιάχνετε τις βόμβες σας και τις ελέγχετε, και εμείς δεν μπλεκόμαστε με εσάς˙ εμείς θα σας βοηθήσουμε. Αλλά θυμηθείτε, θα πρέπει να εφαρμόζετε τις πολιτικές μας από θέση ισχύος». Ο Ζαχάρωφ κατάλαβε την επιθυμία να καλυφθεί η διαφορά. Αλλά προσπάθησε να πείσει τους σοβιετικούς ηγέτες να δεχθούν μια αμερικανική πρόταση για την απαγόρευση όλων των υπέργειων εκρηκτικών δοκιμών. Η στάση αυτή βοήθησε στην επίτευξη της συνθήκης του 1963 για την Απαγόρευση των Περιορισμένων Πυρηνικών Δοκιμών (Limited Test Ban Treaty, LTBT) που απαγόρευε τις δοκιμές πυρηνικών όπλων «ή οποιεσδήποτε άλλες πυρηνικές εκρήξεις» στην ατμόσφαιρα, στο διάστημα και κάτω από το νερό, ένα σημαντικό βήμα στον περιορισμό της κούρσας των εξοπλισμών.
Η επιμονή της Μόσχας να συνεχίσει τις μεγάλης κλίμακας ατμοσφαιρικές δοκιμές μέχρις ότου η LTBT τέθηκε σε ισχύ (όπως έκανε η Ουάσιγκτον) ώθησε τον Ζαχάρωφ να προχωρήσει στην τελική ρήξη του με το Κρεμλίνο. Έγινε όλο και περισσότερο ευαισθητοποιημένος σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελεύθερης έκφρασης, εκδίδοντας δημόσιες εκκλήσεις το 1966 για την απελευθέρωση των θυμάτων της καταστολής που είχαν φυλακιστεί στα γκούλαγκ και στα ψυχιατρικά νοσοκομεία. Το Κρεμλίνο απάντησε με την απομάκρυνσή του από το πυρηνικό πρόγραμμα το 1968 και τελικά, μετά από τις διαμαρτυρίες του κατά της σοβιετικής εισβολής στο Αφγανιστάν, εξορίστηκε, στην τότε κλειστή πόλη Γκόρκι (τώρα Νίζνι Νόβγκοροντ) το 1980.
Ο Ρώσος πρόεδρος Μπόρις Γιέλτσιν χαιρετίζει μια μαζική συγκέντρωση υποστηρικτών υπό το βλέμμα της Έλενα Μπόνερ, της συζύγου του πρώην σοβιετικού αντιφρονούντα Αντρέι Ζαχάρωφ, στις 28 Μαρτίου 1993. REUTERS
-------------------
Το 1981, κατά την διάρκεια μιας τεταμένης περιόδου στις σχέσεις των υπερδυνάμεων, εξέδωσε δηλώσεις επαναβεβαιώνοντας την δέσμευσή του για «συνομιλίες αφοπλισμού, οι οποίες προσφέρουν μια αχτίδα ελπίδας στον σκοτεινό κόσμο της αυτοκτονικής πυρηνικής τρέλας .... Παρ’ όλα όσα έχουν συμβεί, αισθάνομαι ότι τα ζητήματα του πολέμου και της ειρήνης και του αφοπλισμού είναι τόσο ζωτικής σημασίας που πρέπει να τους δοθεί απόλυτη προτεραιότητα ακόμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες». Και συνέχισε να τονίζει την ανάγκη για ανοικτές δημοκρατικές κοινωνίες, με πλήρεις πολιτικές ελευθερίες, υποστηρίζοντας τα αιτήματά του με διαδηλώσεις και απεργίες πείνας.
Ο φίλος και συνάδελφός του αντιφρονών Lev Kopelev έγραψε για το πώς ο Ζαχάρωφ πήρε κατάκαρδα την καταπίεση των άλλων, όπως και την δική του: «Δεν ξέρω αν μπορώ να το εξηγήσω, η ψυχή του Ζαχάρωφ υποφέρει για κάθε άνθρωπο που υποφέρει». Όταν οι προοπτικές για πολιτική μεταρρύθμιση ήταν θολές, ο Ζαχάρωφ έγραψε: «Υπάρχει ανάγκη για την δημιουργία ιδανικών, ακόμη και όταν δεν μπορείς να δεις οποιαδήποτε διαδρομή μέσω της οποίας θα επιτευχθούν, γιατί αν δεν υπάρχουν ιδανικά, τότε δεν μπορεί να υπάρξει ελπίδα και κάποιος θα είναι εντελώς στο σκοτάδι, σε ένα απελπιστικό αδιέξοδο».
ΚΡΥΦΟΚΟΙΤΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ