Ασυναρτησία στρατηγικών στην Συρία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ασυναρτησία στρατηγικών στην Συρία

Γιατί το Ιράν, η Ρωσία και η Τουρκία δεν μπορούν όλες να πάρουν αυτό που θέλουν

Σε γενικές γραμμές, η ρωσοτουρκική διευθέτηση εξαρτάται από την συνεργασία στην επαρχία Idlib της Συρίας [6], την τελική ζώνη αποκλιμάκωσης που καθιερώθηκε στην Αστάνα. Για να παρακολουθεί την υποτιθέμενη κατάπαυση του πυρός μεταξύ του καθεστώτος Assad και των ομάδων της αντιπολίτευσης που υποστηρίζονται από την Τουρκία, ο τουρκικός στρατός αναμένεται να αναπτυχθεί σε 12 τοποθεσίες στην Idlib. Ως εκ τούτου, η Άγκυρα βρίσκεται όλο και βαθύτερα σε άμεση στρατιωτική εμπλοκή στην Συρία. Και παρόλο που αυτή η ανάμειξη έχει στενούς, βραχυπρόθεσμους στόχους, κινδυνεύει να γίνει ατελείωτη εν τη απουσία μιας ειρήνης μετά από διαπραγμάτευση μεταξύ του καθεστώτος και της αντιπολίτευσης. Η Μόσχα, με την σειρά της, επιδιώκει να συνεργαστεί με την Άγκυρα για την επίτευξη μιας ειρηνευτικής διευθέτησης [7], αλλά με τον τρόπο ήρθε σε σύγκρουση με τα συμφέροντα των δύο άλλων συμμάχων της, της Τεχεράνης και της Δαμασκού.

Το Ιράν και η κυβέρνηση της Συρίας αμφότερες δείχνουν ότι σκοπεύουν τελικά να αναγκάσουν τις τουρκικές δυνάμεις να αποχωρήσουν από την Συρία, όπου η συνεχιζόμενη παρουσία τους απειλεί να υπονομεύσει τον στόχο του Assad να νικήσει την εξέγερση και να επαναβεβαιώσει πλήρη εδαφικό έλεγχο. Μια παραστρατιωτική δύναμη, συμμαχική με το καθεστώς, έχει στοχεύσει τις τουρκικές δυνάμεις στο al-Eiss, ένα παρατηρητήριο που λειτουργεί από Τούρκους στο νότιο Χαλέπι. Στις παραστρατιωτικές δυνάμεις που είναι συμμαχικές με το καθεστώς στην Afrin (πιθανώς συνδεδεμένες με το Ιράν) έχουν αναπτυχθεί με τις YPG και επιτέθηκαν σε Τούρκους στρατιώτες σε τουλάχιστον δύο διαφορετικές περιστάσεις. Η Ρωσία φαίνεται ότι ήταν αντίθετη με τις κινήσεις του καθεστώτος στην Αφρίν, και σίγουρα σε αντίθεση με τους συμμάχους της σχετικά με την στόχευση των τουρκικών δυνάμεων που αναπτύχθηκαν στην Idlib, σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας αποκλιμάκωσης στην οποία μεσολάβησε στην Αστάνα.

Η τουρκική ανάπτυξη [δυνάμεων] στην Συρία αποτελεί μέρος των προσπαθειών της Ρωσίας για την διευθέτηση της σύγκρουσης με τους δικούς της όρους. Επομένως, η Άγκυρα διατηρεί κάποια μόχλευση στη Μόσχα, παρά το γεγονός ότι είναι η λιγότερο ισχυρή από τις δύο. Οι προσπάθειες της Τουρκίας κατά των YPG είναι ενοχλητικές για την Ρωσία, η οποία προσπαθεί να διατηρήσει εγκάρδιες σχέσεις με τους Κούρδους, αλλά ο Πούτιν δεν είναι διατεθειμένος να διακινδυνεύσει να χάσει την τουρκική υποστήριξη στις ευρύτερες προσπάθειές του να τερματίσει τον πόλεμο. Ως πρόσθετο όφελος, η εκστρατεία της Τουρκίας κατά των Κούρδων έχει αναστατώσει τις σχέσεις της με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, τόσο για την Δαμασκό όσο και για την Τεχεράνη, η διαταραχή των αμερικανο-τουρκικών σχέσεων είναι λιγότερο σημαντική από την άμεση απειλή που θέτει μια ανοιχτή τουρκική στρατιωτική παρουσία. Η Άγκυρα, εν τω μεταξύ, δεν δείχνει κανένα σημάδι υποχώρησης απέναντι στην εξωτερική πίεση για να αποσύρει τις δυνάμεις της.

ΜΠΕΡΔΕΜΑ

Το Ιράν, η Ρωσία, η Συρία και η Τουρκία βρίσκονται λοιπόν εναλλάξ πότε σε συνεργασία και πότε με αντιθετικούς στόχους. Κάθε μια [από ατές τις χώρες] θα ήταν σοφό να αναγνωρίσει ότι οι στόχοι της μπορεί να είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να επιτευχθούν πλήρως. Η στρατιωτική εκστρατεία της Άγκυρας οδηγείται από φόβους σχετικά με τον κουρδικό σεπαρατσιμό και την προφανή σχέση ανάμεσα στις πολιτικές προσδοκίες των Σύρων και των Τούρκων Κούρδων. Ωστόσο, η ευρύτερη πρόκληση που παρουσίασε το PKK δεν θα επιλυθεί στο πεδίο της μάχης αλλά με πολιτικές παραχωρήσεις. Η στρατιωτική παρέμβαση στην Αφρίν πυροδοτεί το αντι-κυβερνητικό αίσθημα στα κουρδικά νοτιοανατολικά της Τουρκίας, διαιωνίζοντας τον κύκλο της βίας που συντηρεί την εξέγερση του ΡΚΚ. Επιπλέον, η Άγκυρα βρίσκεται τώρα μπλεγμένη με την κατοχή και την διοίκηση της Afrin, πιθανώς μέσω ενός κυβερνητικού συμβουλίου το οποίο περιλαμβάνει υποστηριζόμενες από την Τουρκία αντιπολιτευτικές ομάδες που έχουν εχθρικές σχέσεις με τους τοπικούς Κούρδους (ένα αποτέλεσμα που έρχεται επίσης σε αντίθεση με την επιθυμία της Άγκυρας για ενιαία Συρία). Σε λίγους μήνες, η Τουρκία θα ελέγχει ένα αρκετά μεγάλο κομμάτι της επαρχίας του Χαλεπίου στην Συρία και θα αναλάβει την ευθύνη των διοικητικών υπηρεσιών και της υποστήριξης μιας τοπικής δύναμης ασφαλείας, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να υπολογίζει την πιθανότητα μιας διαρκούς εξέγερσης χαμηλού επιπέδου των YPG ενάντια σε οποιαδήποτε δύναμη ενδυναμώνει η Άγκυρα.

Η Ρωσία, με την σειρά της, εξαρτάται πλέον από την Άγκυρα για να εξασφαλίσει ότι το μεγαλύτερο μέρος της εναντίον του Άσαντ αντιπολίτευσης συμφωνεί με μια μελλοντική ειρηνευτική συμφωνία. Για να επιτευχθεί μια τέτοια ρύθμιση, ωστόσο, η Ρωσία πρέπει επίσης να κερδίσει την υποστήριξη του Ιράν και του καθεστώτος Assad, αμφότερα εχθρικά ως προς την παρουσία της Άγκυρας στην Συρία. Τέλος, η παρουσία των Ηνωμένων Πολιτειών στην βορειοανατολική Συρία, καθώς και η συμμαχία τους με τις SDF, υποδηλώνουν ότι οι τουρκικές προσπάθειες να νικηθούν οι YPG θα παραμείνουν ελλιπείς στην καλύτερη περίπτωση. Ειδικότερα για την Ρωσία, το ευρύτερο ερώτημα είναι πώς να ταιριάξει τους πολιτικούς στόχους της με την συνεχιζόμενη στρατιωτική εκστρατεία. Ο ρωσικός στρατός πολεμά στην Συρία εδώ και σχεδόν τρία χρόνια και η Μόσχα δεν μπορεί να σταματήσει με βίαιο τρόπο τον εμφύλιο πόλεμο. Οι διπλωματικές της προσπάθειες θα απαιτήσουν μια περίπλοκη πράξη εξισορρόπησης μεταξύ εχθρικών συμμάχων και εταίρων.

Ο εσωτερικός διχασμός μεταξύ αυτών των τεσσάρων δρώντων μειώνει την πίεση στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, η Ουάσινγκτον πρέπει να συνεχίσει να εξισορροπεί τους βραχυπρόθεσμους στόχους της για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας με τις μακροπρόθεσμες προσπάθειές της για την επιδιόρθωση των σχέσεων με την Τουρκία, μια σύμμαχο μέσω συνθήκης. Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν ακόμη συμβιβαστεί με την πιθανότητα ότι το καθεστώς Assad θα ελέγξει μεγάλα τμήματα της χώρας παρά τα κέρδη των ΗΠΑ στα βορειοανατολικά.