Ένα χάος στην Κνεσέτ
Προς το συμφέρον της εθνικής του ασφάλειας, το Ισραήλ πρέπει να προστατεύσει καλύτερα την πολιτική από την μικροπολιτική. Η δημοκρατία του δεν εξυπηρετείται καλά όταν η πολυποίκιλη κακοφωνία εμποδίζει τους εκλεγμένους ηγέτες να κυβερνούν υπεύθυνα.
Ο SHALOM LIPNER είναι εξωτερικός ανώτερος συνεργάτης στο Center for Middle East Policy στο Brookings Institution. Από το 1990 έως το 2016, υπηρέτησε επτά διαδοχικά πρωθυπουργούς στο Γραφείο Πρωθυπουργού του Ισραήλ.
Κατά την διάρκεια του περασμένου έτους, ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Benjamin Netanyahu, είχε εμπλακεί σε μια σειρά από σκάνδαλα διαφθοράς που περιελάμβαναν την οικογένειά του και στενούς συνεργάτες του. Τα νομικά του προβλήματα, ωστόσο, δεν αποτελούν απλώς προσωπικό του πρόβλημα, αλλά μια δοκιμασία της ανθεκτικότητας της χώρας του.
Στις αρχές Ιανουαρίου, Ισραηλινοί ανακριτές συνέστησαν να ασκηθούν κατηγορίες εναντίον του Netanyahu για δωροδοκία, απάτη και παραβίαση εμπιστοσύνης. Κατά την διάρκεια εκείνης της περιόδου, η κυβέρνηση είχε περιπέσει σε αταξία, καθώς τα μέλη του συνασπισμού του Netanyahu είχαν εκμεταλλευθεί την τρωτότητά του, προωθώντας επιθετικές ατζέντες που απευθύνονταν κυρίως στα εκλογικά τους σώματα. Αυτό το ξέφρενο παιχνίδι εξουσίας εξέθεσε τα σφάλματα στο πολιτικό σύστημα του Ισραήλ, ιδιαίτερα τον τρόπο με τον οποίο φιλοξενεί απερίσκεπτες συμπεριφορές που εξυπηρετούν στενούς κομματικούς στόχους παρά ευρείς εθνικούς σκοπούς. Σε μια εποχή που η χώρα πρέπει να ενοποιηθεί, με τη Μέση Ανατολή στην δίνη των συγκρούσεων και ένα ενισχυμένο Ιράν να δοκιμάζει την περιφερειακή ισχύ του, το Ισραήλ δεν χρειάζεται άλλη μια απειλή για την εθνική του ασφάλεια [1]. Αυτό που χρειάζεται το Ισραήλ είναι να μονώσει καλύτερα τις πολιτικές του από την [μικρο]πολιτική.
ΟΤΑΝ Η ΜΙΚΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗ ΥΠΑΓΟΡΕΥΕΙ ΤΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ
Η Κνεσέτ ξεκινά την καλοκαιρινή σύνοδό της την επόμενη εβδομάδα, και με την πραγματική πιθανότητα για πρόωρες εκλογές, οι βουλευτές είναι ανυπόμονοι να επιτύχουν πολιτικούς πόντους. Το Κόμμα της Εβραϊκής Πατρίδας, με επικεφαλής τον υπουργό Παιδείας, Naftali Bennett, και την υπουργό Δικαιοσύνης, Ayelet Shaked, πιέζει για την ψήφιση νομοσχεδίου που θα περιόριζε την ικανότητα του Ανώτατου Δικαστηρίου του Ισραήλ να ακυρώνει τους νόμους που θεωρεί προβληματικούς. Ένα δεύτερο νομοσχέδιο θα κάνει διακρίσεις εναντίον εκείνων που στρέφονται στον Ιουδαϊσμό στο Ισραήλ μέσω άλλης δικαιοδοσίας έξω από τα επίσημα εγκεκριμένα θρησκευτικά δικαστήρια.
Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Βενιαμίν Νετανιάχου, μιλά κατά την έναρξη της χειμερινής συνόδου της Κνεσέτ, στην Ιερουσαλήμ, στις 23 Οκτωβρίου 2017. RONEN ZVULUN / REUTERS
----------------------------------------------------------------------
Αμφότερα θα μπορούσαν να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην εθνική ασφάλεια του Ισραήλ. Ο περιορισμός της εξουσίας του ισραηλινού Ανώτατου Δικαστηρίου θα μπορούσε να βλάψει το ανάστημα του Ισραήλ ενώπιον του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Στο παρελθόν, όταν ισχυρισμοί σχετικοί με τους Ισραηλινούς παραπέμφθηκαν στο ΔΠΔ [2], το Ισραήλ επικαλέστηκε την αρχή της συμπληρωματικότητας για να σιγουρέψει την δικαιοδοσία του. Η αρχή αυτή υποχρεώνει το ΔΠΔ να υποβάλλει την δίωξη για διεθνή εγκλήματα στα εθνικά δικαστήρια, εκτός και αν είναι «απρόθυμα ή ανίκανα να προχωρήσουν πραγματικά στις διαδικασίες». Η προσβολή της αυτονομίας του ισραηλινού Ανώτατου Δικαστηρίου θα μπορούσε να αποδυναμώσει την ικανότητα του Ισραήλ να επικαλείται την συμπληρωματικότητα και έτσι περιορίζει την ελευθερία του να διεξάγει τις δικές του έρευνες.
Η επιδείνωση της δυσπιστίας μεταξύ των προοδευτικών Εβραίων και του κράτους του Ισραήλ, που ήδη έχει προξενήσει η κρίση περί αλλαγής θρησκεύματος, θα βλάψει επίσης την εθνική ασφάλεια της χώρας. Η απώλεια βασικής υποστήριξης, ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες, για το εβραϊκό κράτος θα θέσει σε κίνδυνο τα διπλωματικά και οικονομικά οφέλη που έχει απολαύσει, εν μέρει εξαιτίας της σθεναρής υπεράσπισης των τοπικών εβραϊκών κοινοτήτων στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Σε μια επικίνδυνη επίδειξη πολιτικής ακροβασίας, ορισμένοι υπερ-ορθόδοξοι βουλευτές του Ισραήλ [3] απείλησαν πρόσφατα να αντιταχθούν στον προϋπολογισμό του 2019, εκτός αν οι μαθητές της Yeshiva [στμ: μιας Σχολής που εστιάζει στην μελέτη των παραδοσιακών θρησκευτικών κειμένων] εξαιρεθούν από την υποχρέωση για στρατιωτική θητεία. Μόνο η εμφάνιση μιας συμβιβαστικής λύσης της τελευταίας στιγμής γλίτωσε το Ισραήλ από το χάος των πρόωρων εκλογών. Εάν οι Ισραηλινοί πήγαιναν στις κάλπες, τα ουσιαστικά ζητήματα θα είχαν βρεθεί χαμηλά στην προεκλογική συζήτηση, με σημαντικές εθνικές αποφάσεις και σχέδια να έχουν αφεθεί για την επόμενη ισραηλινή κυβέρνηση.
Ο Νετανιάχου έχει ηρεμήσει τους υπερβολικούς συναδέλφους του στην δεξιά, κυρίως με το να συμφωνεί με τις απαιτήσεις τους στην εγχώρια σφαίρα. Το πρόσφατο αδιέξοδο με την στρατολόγηση έληξε με παραχωρήσεις σχετικά με την λεπτή ισορροπία μεταξύ θρησκείας και κράτους. Επίσης, μέσα στην συμφωνία ήταν μια δέσμευση να προωθηθεί η επεξεργασία του Νόμου Έθνους-Κράτους, μιας νομοθεσίας που θα θεωρεί το Ισραήλ ως ένα «εβραϊκό κράτος με δημοκρατικό καθεστώς» σε αντίθεση με ένα «εβραϊκό και δημοκρατικό κράτος».
Αμφότερες αυτές οι κινήσεις θα έχουν αντίκτυπο στην εθνική ασφάλεια. Οι εσωτερικές συγκρούσεις -που επιδεινώνονται κάθε φορά που η Κνεσέτ προσπαθεί να ρυθμίσει τον ρόλο του Ιουδαϊσμού στην δημόσια ζωή του εβραϊκού κράτους- αποδυναμώνει την συνταύτιση των Ισραηλινών με το εθνικό τους σχέδιο και την ακεραιότητα της ισραηλινής κοινωνίας. Άλλα σημεία προτεινόμενης νομοθεσίας που αφορούν την παρουσία του Ισραήλ στην Δυτική Όχθη [4] επηρεάζουν την ασταθή στάση της χώρας έναντι των Παλαιστινίων γειτόνων της.
Παρόλο που ο Νετανιάχου γενικά ήταν απρόθυμος να χρησιμοποιήσει την τεράστια ισχύ του Ισραήλ σε μάχη, η πολιτική του διαμάχη προκάλεσε ζημιά στην παγκόσμια φήμη της χώρας. Τον Απρίλιο, αφού υπέκυψε στην πίεση των βασικών υποστηρικτών του, ο Netanyahu αρνήθηκε μια συμφωνία με τα Ηνωμένα Έθνη για την απορρόφηση Αφρικανών μεταναστών από άλλες Δυτικές χώρες. Ξυπνώντας μνήμες προηγούμενων αποφάσεων για την τοποθέτηση (και στην συνέχεια την κατάργηση) ανιχνευτών μετάλλων [5] στο Όρος του Ναού και την εισαγωγή (και στην συνέχεια την κατάργηση) τροποποιημένων ρυθμίσεων προσευχής στο Δυτικό Τείχος, επέτρεψε και πάλι στις πολιτικές απόψεις να υπαγορεύσουν πολιτική -και να βλάψουν την αξιοπιστία του Ισραήλ στην διαδικασία. Εάν ο λόγος του Ισραήλ δεν μπορεί να εκληφθεί ως έχει, θα είναι δύσκολο για τα άλλα κράτη να αλληλεπιδράσουν με την κυβέρνησή του.
ΕΞΑΝΤΛΗΜΕΝΟΙ ΘΕΣΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΑ ΑΠΕΙΡΟ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Αυτό που σήμερα ταλαιπωρεί το πολιτικό σύστημα του Ισραήλ δεν είναι νέο. Η κοινοβουλευτική δημοκρατία του Ισραήλ ενθαρρύνει τους πρωθυπουργούς να επιλέγουν διαρκώς μεταξύ του τι είναι καλό για την χώρα και του τι είναι καλό για την πολιτική επιβίωσή τους. Δεν είναι αρκετό για το κόμμα ενός υποψήφιου πρωθυπουργού να συγκεντρώνει τις περισσότερες ψήφους. Πρέπει επίσης να ανταλλάσσει λάφυρα προκειμένου να επιτύχει και να διατηρήσει την εξουσία.
Αφού καταγραφούν τα αποτελέσματα [των εκλογών], ο πρόεδρος του Ισραήλ κάνει μια λίστα με όλες τις παρατάξεις που εκπροσωπούνται στην εισερχόμενη Κνεσέτ -τώρα αριθμεί έντεκα διαφορετικές ομάδες- για να καθορίσει ποιος υποψήφιος είναι σε θέση να συνθέσει μια νέα κυβέρνηση. Επομένως, ακόμη και πριν αναλάβει την εξουσία, κάθε πρωθυπουργός είναι ήδη υποχρεωμένος στους αντιπάλους του για αυτή την προκαταρκτική δήλωση υποστήριξης.
Αυτό το αλογοπάζαρο γίνεται ακόμα πιο έντονο όταν ο πρόεδρος επιλέξει τον υποψήφιο για πρωθυπουργό, ο οποίος αρχίζει τότε να φλερτάρει άλλα κόμματα για να σχηματίσουν νέο συνασπισμό. Αυτό είναι το στάδιο κατά το οποίο κατανέμονται οι βασικές ηγετικές θέσεις και οι νέοι κυβερνητικοί αγωνίζονται για μερίδια της εκτελεστικής πίτας.
Μόλις ορκιστεί η νέα κυβέρνηση, η συνέχιση της επιβίωσης του πρωθυπουργού στο αξίωμα εξαρτάται από το να κρατά τα μέλη της ικανοποιημένα. Το περιθώριο ασφαλείας του Netanyahu σήμερα είναι μια πλειοψηφία μόλις έξι εδρών στην ισραηλινή βουλή των 120 εδρών. Τρεις από τους πέντε εταίρους του κόμματός του, του Likud [6], θα μπορούσαν να τον ανατρέψουν από μόνοι τους, εάν ένας από αυτούς υποστήριζε μια πρόταση μομφής και ονόμαζε έναν υποψήφιο για να τον αντικαταστήσει. Αυτό κάνει τον πρωθυπουργό υποχρεωμένο σε καταναγκασμούς των φίλων-εχθρών οι οποίοι κρατούν τα κλειδιά του γραφείου του. Όταν καταλήγουν τώρα οι συζητήσεις σχετικά με το ζήτημα της στρατολόγησης, για παράδειγμα, οι υπερ-ορθόδοξοι υπουργοί είναι βέβαιο ότι θα μοχλεύσουν τα αιτήματά τους, με το να κάνουν μια σιωπηρή απειλή για να αποσκιρτήσουν προς την αντιπολίτευση.
Το συμβούλιο [υπουργών] ασφαλείας του Ισραήλ, το οποίο είναι επιφορτισμένο με τα πιο πιεστικά θέματα άμυνας και εξωτερικής πολιτικής της χώρας, είναι μια πολιτική δομή. Η ατζέντα του εμπίπτει στην αρμοδιότητα του πρωθυπουργού και οι ψήφοι δίνονται από πολιτικούς στους οποίους έχουν δοθεί υπουργικά χαρτοφυλάκια λόγω της συμμετοχής τους στο κόμμα τους και όχι λόγω της εμπειρίας τους. (Εκτός από τον Νετανιάχου και τον υπουργό Άμυνας, Avigdor Liberman, κανένας από τον σημερινό κατάλογο ονομάτων δεν έχει υπηρετήσει ποτέ ως πρωθυπουργός, υπουργός Εξωτερικών ή υπουργός Άμυνας).
Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Βενιαμίν Νετανιάχου, στην Κνεσέτ, στην Ιερουσαλήμ, στις 12 Μαρτίου 2018. RONEN ZVULUN / REUTERS
--------------------------------------------------------------------
Στην συνέχεια, υπάρχει η εξουθενωτική αδυναμία του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας του Ισραήλ (NSC). Ιδρύθηκε [7] στο Γραφείο του Πρωθυπουργού το 1999, αλλά το πεδίο αρμοδιοτήτων του δεν είχε δεθεί με νόμο μέχρι το 2008. Μέχρι σήμερα, οι αρμοδιότητές του είναι σχεδόν αδύνατο να εκτελεστούν επειδή πρέπει να επικεντρωθεί στην διεξαγωγή πολιτικών μαχών ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να σχεδιάζει ορθή πολιτική. Κατά την διάρκεια των ετών [της συμμετοχής] μου στην κυβέρνηση, παρακολούθησα τους αρχηγούς του NSC σε άμεσο ανταγωνισμό με τους προσωπικούς βοηθούς του πρωθυπουργού, οι οποίοι συχνά έκαναν ενέργειες αποφυγής για να παραμερίσουν το NSC. Οι προσπάθειές του να συντονίσει την διαδικασία της πολιτικής απορρίπτονταν από μεγαλύτερες αδελφές υπηρεσίες. Διάφορα Υπουργεία ήταν γνωστό ότι μποϊκόταραν συναντήσεις του NSC, μειώνοντας την ποιότητα της παραγωγής του σώματος.
Η πρόκληση για τον επαγγελματισμό έχει συνδυαστεί με την περιθωριοποίηση των πιο εδραιωμένων κυβερνητικών μονάδων. Το Ισραηλινό Υπουργείο Εξωτερικών είναι διαβόητα υποχρηματοδοτημένο και υποστελεχωμένο [8]. Οι πιο ευαίσθητες ξένες αλληλεπιδράσεις της χώρας -συμπεριλαμβανομένων των σχέσεών της με τις Ηνωμένες Πολιτείες- στην πραγματικότητα τυγχάνουν διαχείρισης άμεσα από το γραφείο του πρωθυπουργού, δημιουργώντας σύγχυση όταν τα μη ενημερωμένα μέλη του προσωπικού των πρεσβειών επιχειρούν παράλληλα να ολοκληρώσουν τις δραστηριότητές τους. Και σήμερα, με τον Νετανιάχου να υπηρετεί ταυτόχρονα ως υπουργός Εξωτερικών, το Υπουργείο στερείται ενός ανεξάρτητου δικηγόρου.
Η μόνη εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα είναι το αμυντικό οικοδόμημα του Ισραήλ. Ο αντίκτυπος των Αμυντικών Δυνάμεων του Ισραήλ (Israel Defense Forces, IDF) στην διαδικασία χάραξης πολιτικής στο Ισραήλ δεν έχει αντίστοιχο. Με έναν ασύγκριτο προϋπολογισμό και συσσωρευμένη εξειδίκευση, οι IDF είναι ο κύριος χώρος αποθεματοποίησης του μακροπρόθεσμου προγραμματισμού της χώρας. Παρόλο που οι πολιτικοί ομόλογοί τους ασχολούνται συνεχώς με την κατάσβεση των πυρκαγιών, τα ένστολα εν υπηρεσία μέλη απολαμβάνουν τους πόρους που χρειάζονται για να επενδύσουν στην εργασία του προσωπικού. Η ανάλυσή τους, και εκείνη των συναδέλφων τους μέσα από την κοινότητα των πληροφοριών, φέρνει πειστικό βάρος. Για παράδειγμα, το 2010, ο Netanyahu και ο υπουργός του επί της Άμυνας, Ehud Barak, αναφέρθηκε ότι σχεδίασαν [9] να χτυπήσουν την πυρηνική υποδομή του Ιράν, αλλά ένα ενωμένο μέτωπο διαδοχικών αρχηγών του IDF και διευθυντών της Mossad και της Shin Bet συνενώθηκαν για να αντιταχθούν. Η αεροπορία του Ισραήλ παρέμεινε προσγειωμένη.
Ωστόσο, το γενικό φαινόμενο του πολιτικού συστήματος του Ισραήλ είναι ότι οι πρωθυπουργοί αντιμετωπίζουν μικρή αντίσταση στην υλοποίηση των προσωπικών τους προτεραιοτήτων. Σήμερα, οι μόνοι πραγματικοί περιορισμοί σε αυτά που κρίνει ο Netanyahu -εναντίον εξαντλημένων θεσμικών φορέων και σε ένα, σε μεγάλο βαθμό, άπειρο, υποτακτικό υπουργικό συμβούλιο- είναι η συνείδησή του και οι συμβουλές των στρατηγών. Είναι σε μεγάλο βαθμό αυτοί οι δύο παράγοντες που αμβλύνουν την ικανότητά του να παίζει απερίσκεπτα με την εθνική ασφάλεια του Ισραήλ, αν αισθάνεται ότι θέλει να το κάνει. Είναι ένα επισφαλές σενάριο.
Η ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΕΝΑ ΣΤΑΘΕΡΟ ΧΕΡΙ
Προς το συμφέρον της εθνικής του ασφάλειας, το Ισραήλ πρέπει να προστατεύσει καλύτερα την πολιτική από την μικροπολιτική. Η δημοκρατία του δεν εξυπηρετείται καλά όταν η πολυποίκιλη κακοφωνία εμποδίζει τους εκλεγμένους ηγέτες να κυβερνούν υπεύθυνα. Η επιτακτική ανάγκη να καθησυχάζονται συνεχώς οι πολιτικοί σύμμαχοι δημιουργεί μια αδύνατη κατάσταση όπου οι πρωθυπουργοί αναγκάζονται πολύ συχνά να επιλέγουν μεταξύ των συμφερόντων τους και εκείνων της χώρας τους.
Παρ’ όλα τα ελαττώματά του, το αμερικανικό προεδρικό σύστημα χρησιμοποιεί το αξιοζήλευτο πλαίσιο ενός υπουργικού συμβουλίου που υπηρετεί «κατά τις επιθυμίες του προέδρου». Τα μέλη του δεν ασχολούνται με περισσότερο στενές ανησυχίες όπως η επανεκλογή. Το Ισραήλ είναι απίθανο να υιοθετήσει το μοντέλο των ΗΠΑ, αλλά μπορεί να κάνει αλλαγές στην αποπολιτικοποίηση της διακυβέρνησης.
Το εκλογικό όριο που θέτει το Ισραήλ για τα κόμματα που πληρούν τις προϋποθέσεις για να μπουν στην βουλή βρίσκεται σήμερα στο 3,25%. (Ο Netanyahu έχει κάνει ελιγμούς για να μειώσει το όριο [10] σε μόλις 2%). Αυτό παραμένει κάτω από το πρότυπο που έχει τεθεί από ορισμένα ευρωπαϊκά κοινοβούλια, όπως της Γερμανίας και της Νορβηγίας, τα οποία έχουν απαιτήσει από τα κόμματα να κερδίσουν 4% έως 5% των εκλογικών ψήφων, αντίστοιχα. Το Ισραήλ πρέπει να αυξήσει το όριό του σε συγκρίσιμα επίπεδα. Προς το παρόν, το κατώτερο όριο εγγυάται την συναρμογή ενός κατακερματισμένου συνασπισμού του οποίου η προσοχή αποσπάται από την ανάγκη να ικανοποιήσει μια πληθώρα απαιτήσεων. Η εδραίωση ενός μικρότερου αριθμού μεγαλύτερων κομμάτων -τα οποία θα ιεραρχούσαν τις προτεραιότητές τους- θα παρείχε μεγαλύτερη πειθαρχία και σταθερότητα στην κυβέρνηση. Ο καθορισμός ορίων στην πρωθυπουργική θητεία είναι μια άλλη τακτική που αξίζει να εξεταστεί.
Το Ισραήλ θα πρέπει επίσης να ενισχύσει όλους τους κλάδους της εκτελεστικής εξουσίας για να εξασφαλίσει μια πιο ισχυρή πολιτική διαδικασία. Η συλλογική ευθύνη απαιτεί οι τεκμηριωμένες αποφάσεις να μην λαμβάνονται μόνο από τον πρωθυπουργό και τον στενό κύκλο των συμβούλων του. Οι συνάδελφοί τους υπουργοί πρέπει να είναι κάτι περισσότεροι από σφραγίδες και, για τον σκοπό αυτό, πρέπει να εκπαιδεύονται σε συναφείς τομείς εξειδίκευσης.
Το 2016, ο Netanyahu έκανε ένα βήμα προς την σωστή κατεύθυνση, δημιουργώντας μια επιτροπή για τη μεταρρύθμιση του [υπουργικού] συμβουλίου ασφαλείας. Με επικεφαλής τον πρώην Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας, Yaakov Amidror, η επιτροπή συνέστησε ότι οι εθνικοί φορείς ασφαλείας πρέπει να αναλάβουν να κάνουν τακτικές ενημερώσεις στα μέλη του υπουργικού συμβουλίου ασφαλείας, οι οποίοι επίσης θα προσκαλούνται και στις ετήσιες ασκήσεις του γενικού επιτελείου των IDF. Ωστόσο, η ειδική ομάδα προώθησε επίσης μια τροπολογία [11] η οποία θα επέτρεπε στο υπουργικό συμβούλιο ασφαλείας να λαμβάνει αποφάσεις εθνικής ασφάλειας, όπως η κήρυξη πολέμου, χωρίς την συγκατάθεση ολόκληρης της κυβέρνησης. Η αλλαγή αυτή θα πρέπει να επανεξεταστεί, καθώς θα υπονόμευε την εποπτική λειτουργία της κυβέρνησης και θα εξάλειφε έναν σημαντικό έλεγχο στην εξουσία.
Οι πολιτικές γραφειοκρατίες όπως το Υπουργείο Εξωτερικών έχουν επίσης να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση της εθνικής ασφάλειας του Ισραήλ. Θα πρέπει να καλλιεργούνται ως αντιστάθμισμα σε ένα υπερισχυρό οικοδόμημα ασφαλείας. Οι πολύτιμες συνεισφορές τους, που παράγονται από διπλωμάτες επί του πεδίου, αποτελούν κρίσιμο στοιχείο για την πραγματοποίηση εκτιμήσεων της κατάστασης με ακρίβεια, και για την διατύπωση κατάλληλων απαντήσεων σε προκλήσεις όπως αυτές που τίθενται συστηματικά [12] στο Ισραήλ από το σύστημα των Ηνωμένων Εθνών. Η ενσωμάτωση αυτών των προοπτικών είναι ζωτικής σημασίας για όλους τους φορείς λήψης αποφάσεων.
Η Μέση Ανατολή έχει γεμάτη ατζέντα για τις επόμενες εβδομάδες, συμπεριλαμβανομένων των εκλογών στον Λίβανο, της απόφασης του Αμερικανού προέδρου Donald Trump σχετικά με το εάν θα αποκατασταθούν οι κυρώσεις εναντίον του Ιράν, και του ανοίγματος της νέας αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ. Η πλοήγηση σε αυτά τα γεγονότα θα απαιτήσει ένα σταθερό χέρι στο Ισραήλ. Με λιγότερες δυνατότητες, υποχρεώσεις, και πειρασμούς να παίξει με τα πολιτικά, ο επικεφαλής πολιτικός (statesman) του Ισραήλ θα έχει λιγότερες δικαιολογίες για να ενεργήσει με έλλειψη σοβαρότητας.
Copyright © 2018 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/israel/2018-04-26/mess-knesset
Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/israel/2018-01-26/israel-and-ara...
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2015-03-31/peoples-c...
[3] https://www.foreignaffairs.com/reviews/review-essay/lesser-israel
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2017-08-28/why-two-s...
[5] https://www.haaretz.com/israel-news/fear-of-political-rivals-led-netanya...
[6] https://en.idi.org.il/israeli-elections-and-parties/
[7] http://www.nsc.gov.il/he/About-the-Staff/Pages/default.aspx
[8] https://www.timesofisrael.com/foreign-ministry-official-slams-budget-cut...
[9] https://www.haaretz.com/report-brass-nixed-iran-attack-in-2010-1.5196399
[10] https://www.timesofisrael.com/pm-said-seeking-to-lower-vote-threshold-fo...
[11] https://www.timesofisrael.com/netanyahu-prepares-to-strengthen-role-of-s...
[12] https://www.independent.co.uk/news/world/middle-east/ban-ki-moon-united-...
Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition