Το μεγάλο κόστος της αμέλειας του Ισραήλ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το μεγάλο κόστος της αμέλειας του Ισραήλ

Οι πολιτικοί κίνδυνοι του να αγνοείται η Γάζα και η Ανατολική Ιερουσαλήμ

Η απομόνωση της Ανατολικής Ιερουσαλήμ ήταν πιο διακριτική, αλλά όχι λιγότερο συστηματική. Όπως και με το ζήτημα των προσφύγων, η τύχη της Ιερουσαλήμ, συμπεριλαμβανομένου του ανατολικού τμήματος της πόλης που έχει καταληφθεί από το Ισραήλ από το 1967, αναβλήθηκε από τις συμφωνίες του Όσλο. Έχοντας εισπράξει άρνηση για την παροχή υπηρεσιών από το Ισραήλ και ούσα αποκομμένη από την Παλαιστινιακή Αρχή, η Ανατολική Ιερουσαλήμ και οι περίπου 300.000 Παλαιστίνιοί της ζουν σε ένα είδος κοινωνικού και πολιτικού κενού. Εκτός από το ότι είναι φυσικά απομονωμένος από την Δυτική Όχθη και εσωτερικά κατακερματισμένος από τους ισραηλινούς οικισμούς και το διαχωριστικό τείχος, ο παλαιστινιακός πληθυσμός της πόλης υπόκειται σε διαχωριστική και άνιση μεταχείριση σε όλες σχεδόν τις πτυχές της ζωής του, συμπεριλαμβανομένης της φορολογίας, της στέγασης, της εκπαίδευσης, του νερού, των υπηρεσιών υγείας, και των δικαιωμάτων διαμονής. Αν και αποτελούν περίπου το 38% του πληθυσμού της πόλης, οι Παλαιστίνιοι στην Ιερουσαλήμ απολαμβάνουν μόνο το 12% του δημοτικού προϋπολογισμού. Περίπου το 75% των Παλαιστινίων Ιεροσολυμιτών ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Αυτές οι πολιτικές εντάθηκαν το 2000 μετά την αποτυχία της συνόδου κορυφής του Camp David και την εκδήλωση της δεύτερης ιντιφάντα. Από τους περισσότερους από 14.000 Παλαιστίνιους Ιεροσολυμίτες των οποίων το Ισραήλ έχει ανακαλέσει τα δικαιώματα διαμονής τους ξεκινώντας από το 1967, περισσότεροι από τους μισούς προέκυψαν μετά το 2001. Ταυτόχρονα, η επιθετική καταστολή του Ισραήλ στα παλαιστινιακά πολιτικά, κοινοτικά και πολιτιστικά ιδρύματα στην πόλη έχει, σύμφωνα με τα λόγια ενός τοπικού αναλυτή [6], αφήσει τους Παλαιστίνιους Ιεροσολυμίτες «πολιτικά ορφανούς και τελείως χωρίς ηγεσία».

Η αυξανόμενη επικράτηση των μη βίαιων τακτικών στην Γάζα και την Ιερουσαλήμ υποδεικνύει μια μετατόπιση της παλαιστινιακής πολιτικής [7] -αλλά μια μετατόπιση που δημιουργεί ξεχωριστές προκλήσεις για το Ισραήλ και την Παλαιστινιακή Αρχή του Αμπάς και, σε μικρότερο βαθμό, για την Χαμάς. Η εξάρτηση του Ισραήλ από την θανατηφόρα ισχύ, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης των ελεύθερων σκοπευτών Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων (Israeli Defense Forces, IDF), κατά των εν πολλοίς άοπλων διαδηλωτών έχει προκαλέσει έντονες επικρίσεις από διεθνείς και ισραηλινές ομάδες για τα ανθρώπινα δικαιώματα καθώς και από ξένους διπλωμάτες. Επιπλέον, η θανατηφόρα απάντηση του Ισραήλ στις διαδηλώσεις στην Γάζα δείχνει ότι δεν είναι καλά εξοπλισμένο για να αντιμετωπίσει μια μη βίαιη κινητοποίηση από τους Παλαιστίνιους. Η χρήση των ενεργών πυρομαχικών, μαζί με τις πρόσφατες αεροπορικές επιθέσεις των IDF με στόχους της Χαμάς μετά από παραβιάσεις του συνοριακού φράκτη την περασμένη Παρασκευή, υπογραμμίζουν την προτίμηση του Ισραήλ να αντιμετωπίζει τους πολιτικούς του εχθρούς στο πεδίο της μάχης, όπου διατηρεί ένα ξεχωριστό πλεονέκτημα.

Παρόλο που η Χαμάς [8] δεν ξεκίνησε τις διαμαρτυρίες, η ισλαμιστική μαχητική ομάδα εκμεταλλεύτηκε επιδέξια και οικειοποιήθηκε εξ ολοκλήρου την αιτία τους -εν μέρει για να αποστρέψει την προσοχή από την αυξανόμενη λαϊκή απογοήτευση για τις δικές της αποτυχίες διακυβέρνησης στην Γάζα. Η προφανής υιοθέτηση της μη-βίας από τη Χαμάς, μια ομάδα που έχει πραγματοποιήσει πολυάριθμες επιθέσεις εναντίον Ισραηλινών αμάχων στην διάρκεια των ετών, δεν αποτελεί ένδειξη ότι ξαφνικά γύρισε μια νέα σελίδα, αλλά απλώς μια αντανάκλαση της δημόσιας διάθεσης.

Κατά συνέπεια, οι διαδηλώσεις στην Γάζα αποτελούν μια διπλή πρόκληση για την ηγεσία του Abbas στην Ραμάλα [9]. Παρόλο που η Χαμάς ήταν γρήγορη στο να κεφαλαιοποιήσει τις ταραχές, η διοίκηση του Αμπάς αναγκάστηκε να παρακολουθεί από το περιθώριο. Οι αξιωματούχοι της Παλαιστινιακής Αρχής δεν είχαν άλλη επιλογή παρά να εκφράσουν επίσημη αλληλεγγύη με τους συμπατριώτες τους στην Γάζα, αλλά ταυτόχρονα κατηγορούν την Χαμάς ότι εκμεταλλεύεται κυνικά τον παλαιστινιακό λαό για πολιτικό κέρδος.

Το ίδιο θα μπορούσε να λεχθεί και για τον Αμπάς. Παρά τις προσκλήσεις της διεθνούς κοινότητας [10], αρνήθηκε να φέρει την Παλαιστινιακή Αρχή πίσω στην Γάζα, εκτός εάν η Χαμάς προβεί σε σημαντικές παραχωρήσεις, όπως η διάλυση των πολιτοφυλακών της και η παράδοση των όπλων της. Με το να λάβει μια τέτοια ασυμβίβαστη στάση στην Γάζα -ενώ παρέκαμψε τις ευθύνες του να αντιμετωπίσει τα πολυάριθμα βάρη της Γάζας, κοινωνικά, οικονομικά και ασφαλείας- ο Αμπάς έκανε τον εαυτό του και την ηγεσία του όλο και περισσότερο άσχετους.

Η αδιαφορία του Αμπάς για την Γάζα φαίνεται να είναι αμοιβαία. Πάνω από τα δύο τρίτα των Παλαιστινίων στα κατεχόμενα εδάφη θα προτιμούσαν να παραιτηθεί ο Αμπάς. Στην Γάζα, το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 81% [11]. Εν τω μεταξύ, οι Παλαιστίνιοι στην Γάζα φαίνεται να απομακρύνονται όχι μόνο από την ηγεσία του Αμπάς αλλά και από την πολιτική του ατζέντα. Μεταξύ εκείνων που εγκατέλειψαν το όνειρο ενός ανεξάρτητου Παλαιστινιακού κράτους είναι ο Ahmad Abu Artema, ένας από τους βασικούς διοργανωτές των διαδηλώσεων του Γκαζάν. «Δεν πιστεύω στην απελευθέρωση», λέει [12]. «Πιστεύω στον τερματισμό του συστήματος του απαρτχάιντ στο Ισραήλ, σαν το τέλος του συστήματος απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική, και [θα] ζούμε όλοι σε ένα δημοκρατικό κράτος». Τέτοια συναισθήματα αποτελούν μέρος μιας αυξανόμενης τάσης στους Παλαιστινίους στα κατεχόμενα εδάφη, όπου μόνο μια ισχνή πλειοψηφία [11] Παλαιστινίων αντιτίθεται τώρα στον στόχο ενός ανεξάρτητου κράτους υπέρ ενός αγώνα για ίσα δικαιώματα σε ένα μόνο κράτος.