Η Ινδία θα αρχίσει να ενεργεί σαν μια παγκόσμια δύναμη; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Ινδία θα αρχίσει να ενεργεί σαν μια παγκόσμια δύναμη;

Ο νέος ρόλος του Νέου Δελχί

Στα οικονομικά, επίσης, η Ουάσιγκτον κατά καιρούς διαφέρει έντονα από το Νέο Δελχί, παρά την δέσμευση των δύο πλευρών να επεκτείνουν το διμερές εμπόριο. Πράγματι, η Ινδία ποτέ δεν δίστασε να χαλάσι την παγκόσμια συναίνεση για να προστατεύσει τα αντιληπτά οικονομικά συμφέροντά της. Πριν από μια δεκαετία, το Νέο Δελχί και το Πεκίνο συνήθιζαν να προστατεύουν τους γεωργικούς τους τομείς, οδηγώντας στο αδιέξοδο του Ιουλίου 2008 που τερμάτισε τον γύρο των διαπραγματεύσεων του διεθνούς εμπορίου της Ντόχα. Στην συνέχεια, το 2014, η Ινδία αποσύρθηκε από την Συμφωνία Διευκόλυνσης του Εμπορίου (Trade Facilitation Agreement), η οποία επιδίωκε τη μείωση της γραφειοκρατίας, παρά το γεγονός ότι είχε συμφωνήσει προηγουμένως. Χρειάστηκαν εκτεταμένες συνομιλίες για την αναζωογόνηση της συμφωνίας. Πιο πρόσφατα, ο ινδικός ισχυρός τομέας της τεχνολογίας της πληροφορικής ανύψωσε το εμπόριο στις υπηρεσίες στην κορυφή της ατζέντας των οικονομικών διαπραγματεύσεων της Ινδίας, καθώς ένας τρόπος παροχής υπηρεσιών πληροφορικής είναι η εκτέλεση εργασιών επί τόπου -συμπεριλαμβανομένου και σε άλλη χώρα. Το Νέο Δελχί πιέζει άλλες χώρες να δεχτούν μεγαλύτερο αριθμό Ινδών προσωρινά εργαζομένων, ενώ παραμένει ανθιστάμενο στο περαιτέρω άνοιγμα της δικής του αγοράς για αγαθά και υπηρεσίες. Το 2016, η Ινδία κατέθεσε μια επίσημη καταγγελία εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου σχετικά με τις αυξήσεις των τελών θεώρησης ταξιδίου (visa) που η Ινδία ισχυρίστηκε ότι θα πλήξει ιδιαίτερα τους εργαζομένους της στον τομέα της πληροφορικής˙ το αποτέλεσμα θα αποτελέσει προηγούμενο για την διαχείριση της κινητικότητας των εργαζομένων ανά την υφήλιο.

Παρά τις διαφωνίες αυτές, υπάρχει αρκετό περιθώριο για πρόοδο στις οικονομικές σχέσεις. Οι παγκόσμιες φιλοδοξίες της Ινδίας στηρίζονται στην σταθερή οικονομική ανάπτυξη και γι’ αυτό η Ινδία πρέπει να συντηρήσει συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις. Ενώ είναι μόνο η πολιτική διαδικασία της Ινδίας που θα καθορίσει την τροχιά αυτών των προσπαθειών, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν και πρέπει να κάνουν καλύτερη δουλειά συμπεριλαμβάνοντας την Ινδία στα διεθνή δίκτυα που συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη και την δημιουργία θέσεων εργασίας. Ιστορικά, δεκαετίες αυτάρκειας και σχετικά μικρής οικονομίας απέκλεισαν την Ινδία από παραγωγικούς οικονομικούς θεσμούς όπως ο APEC, ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA) -όλοι φορείς που καθορίζουν πρότυπα και παρέχουν έναν ουσιαστικό τόπος συνεργασίας για το εμπόριο, την ανάπτυξη και την οικονομική πολιτική.

Δεδομένου του μεγέθους της οικονομίας της Ινδίας [11], έχει περάσει ο καιρός που η χώρας έπρεπε να εισέλθει σε τέτοιους θεσμούς που καθορίζουν την ατζέντα. Ένας APEC από τον οποίο λείπει η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ασίας στερείται νομιμοποίησης και έχει λίγη οικονομική σημασία. Η Ουάσινγκτον θα πρέπει να υποστηρίξει την ένταξη της Ινδίας, κάτι που μέχρι στιγμής απέφυγε να κάνει. Το ίδιο ισχύει και για τον ΟΟΣΑ, ιδίως επειδή η Ινδία έχει αναδειχθεί ως σημαντικός χορηγός αναπτυξιακής βοήθειας σε όλη τη Νότια Ασία και την Αφρική. Τα τελευταία χρόνια, ο ΟΟΣΑ δημιούργησε μια κατηγορία κρατών που ονομάζονται «βασικοί εταίροι» -μια ομάδα που περιλαμβάνει την Ινδία, μαζί με την Βραζιλία, την Κίνα και την Ινδονησία- τις οποίες συμβουλεύεται αλλά δεν θεωρεί ως μέλη. Ο αποκλεισμός της Ινδίας από τον ΟΟΣΑ την απομακρύνει επίσης από τον ΙΕΑ, για μυστήριους ιστορικούς λόγους, αποκλείοντας έτσι έναν από τους μεγαλύτερους καταναλωτές ενέργειας στον κόσμο. Εάν η Ομάδα των 7 πρόκειται να παραμείνει κεντρικός θεσμός που καθορίζει την οικονομική ατζέντα για τις ηγετικές δημοκρατίες του κόσμου, σε κάποιο σημείο, κι αυτή επίσης, θα το βρει δύσκολο να αιτιολογήσει τον αποκλεισμό της Ινδίας δεδομένου του ταχύτατα αναπτυσσόμενου μεγέθους της ινδικής οικονομίας. Οι ανησυχίες ότι η ένταξη της Ινδίας θα διαταράξει την συναίνεση στους εν λόγω οικονομικούς θεσμούς είναι υπερβολικές, καθώς αυτοί [οι θεσμοί] δεν αποτελούν δεσμευτικά διαπραγματευτικά φόρουμ. Αν μη τι άλλο, το να δοθεί στην Ινδία μια θέση στο τραπέζι θα βοηθήσει να προσελκυστεί στην ομάδα των χωρών που έχουν ήδη δεσμευτεί στην οικονομική ανοικτότητα και την διαφάνεια.

Τέλος, στο μέτωπο της ασφάλειας, η Ινδία έχει δίκιο να θεωρεί ότι η συνεχιζόμενη εξαίρεσή της από μια μόνιμη έδρα στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών είναι άδικη, δεδομένου του πληθυσμού της και της συμβολής της στις ειρηνευτικές αποστολές των Ηνωμένων Εθνών [12] (η Ινδία είναι από τους κορυφαίους συνεισφέροντες στρατεύματα ετησίως). Η Ουάσινγκτον πρέπει να επιδιώξει να τηρήσει την υπόσχεσή της να εργαστεί για τη μόνιμη ένταξη της Ινδίας «σε ένα μεταρρυθμισμένο και διευρυμένο» Συμβούλιο Ασφαλείας, όπως υποσχέθηκε ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα ενώπιον του ινδικού κοινοβουλίου το 2010. Η προώθηση της ένταξης της Ινδίας θα μπορούσε να προκαλέσει προκλήσεις σε πολλές θέσεις των ΗΠΑ, αλλά η άποψη των Ινδών διπλωματών για μερικά από τα πιο δύσκολα προβλήματα του κόσμου, αξίζει να ακουστεί στο ίδιο δωμάτιο με τις απόψεις της Κίνας, της Γαλλίας, της Ρωσίας και του Ηνωμένου Βασιλείου. Δυστυχώς, το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών δεν έχει εμβαθύνει στο ζήτημα της διεύρυνσής του από τότε που ο Ομπάμα πρωτο-εξέφρασε την υποστήριξή του για την ένταξη της Ινδίας. Η μεταρρύθμιση έχει κρατηθεί όμηρος ανταγωνιστικών απαιτήσεων από άλλες άξιες χώρες -όπως η Βραζιλία, η Γερμανία και η Ιαπωνία- για να μην αναφέρουμε την έλλειψη συναίνεσης σχετικά με το μέγεθος της διεύρυνσης και αν τα νέα μόνιμα μέλη θα πρέπει να έχουν βέτο.