Το μέλλον της δημοκρατίας στη Νότια Ασία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το μέλλον της δημοκρατίας στη Νότια Ασία

Γιατί οι πολίτες πρέπει να παραμείνουν σε επιφυλακή

Ακόμη και όταν τα εθνικά και θρησκευτικά πλειοψηφικά κινήματα χάνουν τις εκλογές, συνεχίζουν να ασκούν την εξουσία του δρόμου. Τα θρησκευτικά κόμματα του Πακιστάν έχουν σε μεγάλο βαθμό αποδειχθεί εκλογικές αποτυχίες. Ωστόσο, οι θρησκευτικές οργανώσεις μπορούν να εκμεταλλευτούν τις υποψίες και τη μισαλλοδοξία εναντίον μειονοτικών ομάδων για να κινητοποιήσουν τους υποστηρικτές τους. Ο Πακιστανός πρωθυπουργός Imran Khan το ανακάλυψε αυτό με τον σκληρό τρόπο. Υιοθέτησε μια σθεναρή στάση προς υπεράσπιση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου για την απαλλαγή μιας Χριστιανής γυναίκας από κατηγορίες για βλασφημία και στην συνέχεια γρήγορα υποχώρησε, τουλάχιστον συμβολικά, μετά από ημέρες διαμαρτυριών από ένα θρησκευτικό κίνημα που ονομάζεται Tehreek-e-Labbaik Pakistan (TLP). Η κυβέρνηση του Khan αντιστάθηκε στην TLP τις τελευταίες εβδομάδες, αλλά οι κίνδυνοι και οι πειρασμοί για την κινητοποίηση του υπέρ του αποκλεισμού σουνιτικού θρησκευτικού πλειοψηφισμού που στοχεύει τους Σιίτες, τους Χριστιανούς, τους Ινδουιστές και ιδιαίτερα τον Ahmadis (μια μουσουλμανική ομάδα που θεωρούνται από πολλούς στο Πακιστάν ως αιρετικοί και άρα υποκείμενους σε διακρίσεις) παραμένουν.

ΥΠΟΝΟΜΕΥΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Η εκλογική δημοκρατία στη Νότια Ασία συνυπάρχει δύσκολα με ανεξάρτητα πολιτικά θεσμικά όργανα, ιδίως με τα συστήματα δικαιοσύνης. Ένας έντονος πολιτικός ανταγωνισμός μπορεί να αναγκάσει τους πολιτικούς να δώσουν προσοχή στους ψηφοφόρους τους, ιδανικά κάνοντάς τους να ανταποκρίνονται περισσότερο. Αλλά αυτός ο ανταγωνισμός τούς ωθεί επίσης να πολιτικοποιήσουν τα δικαστήρια, τις γραφειοκρατίες και την επιβολή του νόμου. Οι κορυφαίοι πολιτικοί της Σρι Λάνκα έδειξαν μια αξιοσημείωτα κατάφωρη παράβλεψη του συντάγματος κατά την διάρκεια της κρίσης, προσφέροντας μια μεταβαλλόμενη σειρά από αμφίβολες δικαιολογίες για τις πράξεις τους. Η δικαιοσύνη της Σρι Λάνκα έχει αποδειχθεί εκπληκτικά ισχυρή, αλλά υποβλήθηκε σε μια δοκιμασία ακραίων καταστάσεων (stress test) που δεν θα έπρεπε ποτέ να έχει συμβεί.

Στο Μπαγκλαντές, το κόμμα Σύνδεσμος Awami (Awami League) του πρωθυπουργού Sheikh Hasina απέρριψε τις διαδικαστικές λεπτότητες στην προσπάθειά του να διαλύσει τους αντιπάλους του πριν από τις πρόσφατες γενικές εκλογές. Το Awami League κέρδισε με συντριπτική πλειοψηφία, αλλά η προεκλογική εκστρατεία και η ίδια η εκλογική ημέρα έπεσαν θύματα θανατηφόρων βιαιοπραγιών και ισχυρισμών για σοβαρές εκλογικές παρατυπίες. Η κυβέρνηση έχει εγκρίνει νόμους που περιορίζουν την ελευθερία του λόγου, συνέλαβε δημοσιογράφους και αντιφρονούντες και χρησιμοποίησε την αστυνομία για να στοχεύσει πολιτικούς αντιπάλους. Κατά ειρωνικό τρόπο, η Awami League επισημαίνει την απειλή του θρησκευτικού πλειοψηφισμού και της μισαλλοδοξίας ως την αιτία για την οποία κατέστρεψε τους πολιτικούς θεσμούς που αποσκοπούν στην προστασία των δικαιωμάτων και στην παροχή τάξης: Οι ενέργειές του είναι απαραίτητες, υποστηρίζει το κόμμα, προκειμένου να κρατηθούν σε απόσταση πλειοψηφιστικά κόμματα της ισλαμιστικής αντιπολίτευσης όπως το Εθνικό Κόμμα του Μπαγκλαντές και το Jamaat-e-Islami.

Και στην Ινδία, επίσης, η κυβέρνηση έχει συγκρουστεί με, και φέρεται να παρεμβαίνει σε, σημαντικά εθνικά θεσμικά όργανα, επιδιώκοντας να τα διαμορφώσει προς όφελος του κόμματος του Modi. Το Κεντρικό Γραφείο Ερευνών και η Αποθεματική Τράπεζα της Ινδίας γνώρισαν δραματικές, ιδιαίτερα δημόσιες διαμάχες και εσωτερικές έριδες. Αυτή η χειραγώγηση προηγείται του BJP και έχει μακρά ιστορία στην Ινδία. Αλλά ακόμη και οι ελίτ κρατικοί θεσμοί αντιμετωπίζουν αυτό που ο πολιτικός αναλυτής Milan Vaishnav αποκάλεσε ως μια «κρίση αξιοπιστίας», καθώς το BJP επιδιώκει να κρατήσει τα κυβερνητικά ανώτατα επίπεδα της κρατικής εξουσίας.

Ωστόσο, πολλές χώρες της Νότιας Ασίας υποφέρουν από το αντίθετο πρόβλημα: Αντί οι εκλεγμένοι πολιτικοί να παρεμβαίνουν σε ανεξάρτητους θεσμούς, οι αυτόνομοι στρατοί μπορούν να παρεμβαίνουν στην πολιτική. Οι στρατιωτικοί συμμετέχουν σε πολιτικές υποθέσεις κυρίως στο Πακιστάν και τη Μιανμάρ, χώρες οι οποίες έχουν βιώσει μακρά στρατιωτικά καθεστώτα. Αμφότεροι οι στρατοί έχουν επισήμως αποσυρθεί από τον άμεσο έλεγχο των εθνικών πολιτικών αλλά συνεχίζουν να ασκούν εξουσία.

Ο στρατός της Μιανμάρ, ο Tatmadaw, ελέγχει τα βασικά υπουργεία ασφαλείας και του αποδίδεται το 25% των εδρών στο κοινοβούλιο. Η βίαιη εκστρατεία του εναντίον των Rohingya έχει αποκτήσει νέα υποστήριξη από πολλούς στην εθνοτική πλειοψηφία των Bamar, που τον βλέπουν ως ότι διεξάγει έναν πόλεμο για να προστατεύσει την χώρα από τους εισβολείς Μπενγκάλι (Bengali) και την ανάμειξη ξένων. Ο στρατός έχει περιορίσει τις ελευθερίες του Τύπου και συνεχίζει να κάνει ζοφερές αντιανταρτικές εκστρατείες στην περιφέρεια της Μιανμάρ, ειδικά στα βορειοανατολικά. Αφού τροφοδότησε τον εθνικισμό των Μπαμάρ, ο στρατός προχώρησε να τον εκμεταλλευτεί, με το να επανεφεύρει τον εαυτό του ως προστάτη του έθνους, αντί μιας τυραννικής πρώην δικτατορίας.

Στο Πακιστάν, ο στρατός δεν χρειάζεται καν τυπικά συνταγματικά προνόμια για να ασκήσει την επιρροή του. Κατά την διάρκεια των εκλογών του 2018, ο στρατός θεωρήθηκε ευρέως ότι έριξε το βάρος του στον Imran Khan. Μετά τη νίκη του, ο στρατός μεσολάβησε στις διαπραγματεύσεις του Χαν με το TLP στον απόηχο της ετυμηγορίας περί την βλασφημία. Ο στρατός εξακολουθεί να ελέγχει ένα ευρύ φάσμα επιχειρήσεων που του προσδίδουν εξωτερική επιρροή και χρησιμεύουν ως πηγή εσωτερικής συνοχής παρέχοντας άνετες θέσεις [εργασίας] στις αποστρατευμένες στρατιωτικές ελίτ. Το πιο σημαντικό, θεωρείται ότι ασκεί βέτο σε σημαντικές αποφάσεις εξωτερικής πολιτικής, ειδικά εκείνες που αφορούν το Αφγανιστάν και την Ινδία, κάτι που θα έπρεπε να είναι το προνόμιο των εκλεγμένων πολιτικών ηγετών.

ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΗΜΑΔΙΑ