Μπορεί μια πανδημία να νικήσει τις πολιτικές λιτότητας; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μπορεί μια πανδημία να νικήσει τις πολιτικές λιτότητας;

Το κλειδί για την οικονομική ανάκαμψη μετά την ασθένεια COVID-19

Μετά από χρόνια κηρύγματος στον κόσμο σχετικά με τους κινδύνους των κυβερνητικών δαπανών, η κυβέρνηση των ΗΠΑ ξαφνικά έγινε Κεϋνσιανή. Οι επιταγές προς τα νοικοκυριά [1], οι τεράστιες ενέσεις ρευστότητας από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ [2] και οι επιχειρήσεις διάσωσης για επιχειρήσεις [3] είναι τώρα στην ημερήσια διάταξη - όλα σε επίπεδα έως τώρα αδύνατα, όλα δικαιολογημένα από την εξαιρετική απειλή της πανδημικής κρίσης.

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ συνήθως δεν ξοδεύει γενναιόδωρα. Αντίθετα, τείνει να προσαρμόζεται στα οικονομικά σοκ μέσω της ανεργίας και της λιτότητας [4] -ειδικά σε πολιτειακό επίπεδο, όπου οι κυβερνήτες συχνά απαιτείται από τον νόμο να διατηρούν ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Μόλις υποχωρήσει η επιδημία COVID-19, οι συνήθεις εκκλήσεις για περικοπή των δαπανών και ισοσκελισμό των προϋπολογισμών θα επιστρέψουν. Το ομοσπονδιακό χρέος θα έχει τότε ανέλθει σε επίπεδα που δεν έχουν ξαναφανεί από την δεκαετία του 1940 -και ως απάντηση, οι υποστηρικτές της λιτότητας θα απαιτήσουν να ξαναλειτουργήσει η «ελεύθερη αγορά» με το να μειωθούν τόσο οι φόροι όσο και οι δαπάνες.

23042020-1.jpg

Ένας άνδρας της αστυνομίας της Νέας Υόρκης στην Times Square, τον Μάρτιο του 2020. Brendan McDermid / Reuters
---------------------------------------------------------------------------

Οι Αμερικανοί πρέπει να είναι έτοιμοι να απορρίψουν τέτοιες απαιτήσεις. Ακόμα και εκείνοι που ανησυχούν για το χρέος δεν χρειάζεται να αναζητούν άλλη εναλλακτική λύση από την πορεία των αμερικανών ηγετών κατά την διάρκεια των δύο μεγάλων κρίσεων στα μέσα του εικοστού αιώνα: Τη Μεγάλη Ύφεση και τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ως απάντηση σε εκείνα τα σοκ, η αμερικανική κυβέρνηση απέρριψε την πολιτική λιτότητας και αύξησε τους φόρους για να χρηματοδοτήσει το G.I. Bill [στμ: ο νόμος για την στήριξη των βετεράνων που επέστρεφαν από τα μέτωπα του Β’ ΠΠ) και το μεγαλύτερο πρόγραμμα υποδομών στην αμερικανική ιστορία. Θα πρέπει να το κάνει ξανά σήμερα, αυτή την φορά χρησιμοποιώντας τα χρήματα για να ανοικοδομήσει το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης του έθνους.

ΕΝΑ ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΔΡΑΣΗ

Ο Αμερικανός πρόεδρος Φρανκλίνος Ρούσβελτ εξελέγη το 1932, στο αποκορύφωμα της ύφεσης, εν μέρει επειδή οι Αμερικανοί αναζήτησαν έναν ηγέτη που θα απορρίπτει την πολιτική λιτότητας και θα προσφέρει ελπίδα. Ο Ρούσβελτ έκανε ακριβώς αυτό. «Ο μεγαλύτερος πρωταρχικός στόχος μας είναι να βάλουμε τους ανθρώπους να δουλέψουν», δήλωσε στην ομιλία της ορκωμοσίας του [5]. «Αυτό δεν είναι άλυτο πρόβλημα αν το αντιμετωπίσουμε σοφά και θαρραλέα. Μπορεί να επιτευχθεί εν μέρει με άμεσες προσλήψεις από την ίδια την κυβέρνηση, αντιμετωπίζοντας το θέμα όπως θα αντιμετωπίζαμε το επείγον ενός πολέμου, αλλά ταυτόχρονα, μέσω αυτής της απασχόλησης, πραγματοποιώντας έργα που έχουμε μεγάλη ανάγκη για να τονώσουμε και να αναδιοργανώσουμε την χρήση των φυσικών μας πόρων».

Στις πρώτες 100 μέρες στο αξίωμά του, ο Ρούσβελτ υπέγραψε 15 νομοσχέδια που επέκτειναν σε μεγάλο βαθμό το πεδίο της κυβέρνησης στην ζωή εκατομμυρίων Αμερικανών. Η Works Progress Administration (WPA, Διοίκηση Προόδου των Έργων), ίσως το πιο εμβληματικό πρόγραμμα της πρώτης θητείας του Ρούσβελτ, έβαλε σχεδόν οκτώ εκατομμύρια ανθρώπους να χτίζουν γέφυρες, δρόμους, σχολεία, ταχυδρομεία, μουσεία, κολυμβητήρια, πάρκα, κοινοτικά κέντρα, ζωολογικούς κήπους, βοτανικούς κήπους, γυμναστήρια, πανεπιστήμια και πολλά άλλα. Δεν υπήρχε σχεδόν καμιά κοινότητα στην χώρα που δεν έγινε μάρτυρας των άμεσων, ορατών ωφελειών της δημόσιας δράσης. Μέχρι το 1938, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν ξοδέψει περισσότερα χρήματα στην κοινωνική πρόνοια από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου και ακόμη και της Σουηδίας [6]. Πώς πλήρωσε η κυβέρνηση για αυτά τα προγράμματα; Αυξάνοντας τους φόρους και δανειζόμενη χρήματα. Το 1931, ο κορυφαίος φορολογικός συντελεστής (για εισοδήματα άνω των 100.000 δολαρίων) δεν ήταν μακριά από αυτό που είναι σήμερα, 25% [7]. Αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Ρούσβελτ αύξησε τον συντελεστή για τα εισοδήματα άνω του 1 εκατομμυρίου δολαρίων στο 63%. Το 1932, αύξησε τον συντελεστή αυτόν στο 79% [8].

Μέχρι την στιγμή που οι Ηνωμένες Πολιτείες εισήλθαν στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, λίγοι ήταν πρόθυμοι να υποστηρίξουν τη μείωση των φόρων ή την οπισθοχώρηση της κυβέρνησης. Αντίθετα, οι δαπάνες του ελλείμματος απογειώθηκαν, κορυφούμενες πάνω από το 26% του ΑΕΠ το 1943, και το δημόσιο χρέος αυξήθηκε σε πάνω από 100% του ΑΕΠ. Για την χρηματοδότηση όλων αυτών των δαπανών, οι φόροι αυξήθηκαν ξανά. Η χώρα ξεκίνησε την περίφημη καμπάνια «Taxes to Beat the Axis» και εισήγαγε ένα φορολογικό σύστημα pay-as-you-go [στμ: το σύνηθες σύστημα μηνιαίων κρατήσεων φόρου εισοδήματος]. Για να κερδηθεί ο πόλεμος, όλοι θα πρέπει να πληρώσουν.

Μέχρι το 1944, ακόμη και οι χαμηλότερου εισοδήματος αμειβόμενοι στις Ηνωμένες Πολιτείες πλήρωναν φόρους με ποσοστό 23%, και εκείνοι στην κορυφή πλήρωναν ένα εκπληκτικό 94% [9]. Ο Charles Wilson, τότε επικεφαλής της μεγαλύτερης εταιρείας στον κόσμο, της General Motors, περιφήμως είπε: «Για χρόνια, νόμιζα ότι αυτό που ήταν καλό για την χώρα μας ήταν καλό για την General Motors και το αντίστροφο». Λιγότερο περίφημα, ο Wilson θεώρησε επίσης ότι ήταν καθήκον του να πληρώσει φόρους. Το 1949, ο Wilson κέρδισε 586.100 δολάρια σε μισθούς, μπόνους και μετοχές. Από αυτό το ποσό, πλήρωσε 430.350 δολάρια σε φόρους [10].

Η οικονομική σκέψη εκείνης της εποχής ήταν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα βυθίζονταν σε μια βαθιά ύφεση στο τέλος του πολέμου. Ο οικονομολόγος Paul Samuelson προέβλεψε ότι εκατομμύρια άνθρωποι θα ριχτούν στην αγορά εργασίας. Χωρίς συνεχιζόμενο κυβερνητικό σχεδιασμό και οικονομική διαχείριση, ο Samuelson προειδοποίησε [11] ότι θα ερχόταν «η μεγαλύτερη περίοδος ανεργίας και βιομηχανικής αποδιάρθρωσης που έχει αντιμετωπίσει ποτέ οποιαδήποτε οικονομία».

Αντ' αυτού, τα επόμενα 20 χρόνια, η οικονομία των ΗΠΑ γνώρισε ένα θαύμα. Η κατανάλωση αυξήθηκε κατά 22% μεταξύ 1944 και 1947, ενώ οι ακαθάριστες ιδιωτικές επενδύσεις αυξήθηκαν κατά 223% την ίδια περίοδο [12]. Καθώς οι οικογένειες τακτοποιήθηκαν και ξεκίνησε μια έκρηξη γεννήσεων (baby boom), οι πραγματικές δαπάνες στέγασης αυξήθηκαν κατά έξι φορές. Παρά τον φόβο που διακινείτο σχετικά με τα χρέη και τα ελλείμματα, ο διάδοχος του Ρούσβελτ, ο Harry Truman, κέρδισε τις εκλογές του 1948 με υποσχέσεις για περαιτέρω αύξηση των φόρων για τους πλούσιους (που όντως επέβαλε) και για την οικοδόμηση ενός εθνικού συστήματος ασφάλισης υγείας (το οποίο δεν μπόρεσε να περάσει μέσω του Κογκρέσου).

Τέσσερα χρόνια αργότερα, η χώρα εξέλεξε τον πρώτο της Ρεπουμπλικανικό πρόεδρο μετά τον Herbert Hoover, τον Dwight Eisenhower. Πολλοί Αμερικανοί πίστευαν ότι τα επεκτατικά κυβερνητικά προγράμματα των εποχών Roosevelt και Truman θα έσβηναν τελικά. Αλλά ο Eisenhower δεν θα έκανε τίποτα τέτοιο. «Εάν οποιοδήποτε πολιτικό κόμμα επιχειρήσει να καταργήσει την κοινωνική ασφάλιση, την ασφάλιση [έναντι της] ανεργίας και να εξαλείψει τους εργατικούς νόμους και τα αγροτικά προγράμματα, δεν θα ακούγατε ξανά γι’ αυτό το κόμμα στην πολιτική μας ιστορία. Υπάρχει, φυσικά, μια μικρή σχισματική ομάδα που πιστεύει ότι μπορείτε να κάνετε αυτά τα πράγματα. … Ο αριθμός τους είναι αμελητέος και είναι ανόητοι» [13], έγραψε. Έτσι, αντί να περιορίσει την κυβέρνηση, ο Eisenhower επέκτεινε την Κοινωνική Ασφάλιση (Social Security), ξεκίνησε το μεγαλύτερο πρόγραμμα δημοσίων δαπανών εν καιρώ ειρήνης στην ιστορία των ΗΠΑ -το Διαπολιτειακό Πρόγραμμα Αυτοκινητόδρομων (Interstate Highway Program)- και αρνήθηκε να μειώσει τους φόρους στους πλούσιους. Το υψηλότερο κλιμάκιο ανερχόταν στο 91% καθ' όλη την διάρκεια των οκτώ ετών του στο αξίωμα και η οικονομία των ΗΠΑ συνέχισε να αναπτύσσεται.

ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΚΟΡΩΝΟ-ΠΟΛΕΜΟ

Ειρωνικά, η κοινωνική αποστασιοποίηση βοηθά τους ανθρώπους να συνειδητοποιήσουν το πόσο χρειάζονται ο ένας τον άλλον. Σε όλο τον κόσμο, οι άνθρωποι κάνουν θυσίες για το καλό των άλλων. Ακόμα και στις Ηνωμένες Πολιτείες, μια χώρα πιο αφοσιωμένη στον ατομικισμό και τις ελεύθερες αγορές από οποιαδήποτε άλλη, οι περισσότεροι άνθρωποι καταλαβαίνουν ότι βρίσκονται όλοι μαζί σε αυτό. Πώς μπορεί η χώρα να δημιουργήσει μια ευκαιρία από ετούτη την κρίση;

Πρώτον, με αύξηση των φόρων. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν χρειάζεται να επιστρέψουν στους φορολογικούς συντελεστές των ετών του Eisenhower. Αλλά ακόμη και η επιστροφή στα επίπεδα του 1980 θα σήμαινε τεράστια πρόοδο. Οι υποφορολογημένοι θα υποστηρίξουν ότι με το χαώδες δημόσιο χρέος, η χώρα δεν αντέχει να αυξήσει τους φόρους και θα πρέπει αντ' αυτού να τους μειώσει ξανά. Αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επιβάλει δέκα περικοπές φόρου εισοδήματος από το 1981, και τι έφεραν όλες αυτές οι φορολογικές περικοπές; Αποτελούν την βασική αιτία των τεράστιων αυξήσεων του δημόσιου χρέους για τις οποίες ουρλιάζουν οι καπηλευτές του ελλείμματος. Το 1980, το δημόσιο χρέος ανερχόταν σε 930 δισεκατομμύρια δολάρια, ή 23% του ΑΕΠ. Μετά από δέκα γύρους περικοπών φόρων που έπρεπε να χρηματοδοτηθούν, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε στα 22,3 τρισεκατομμύρια δολάρια ή 106% του ΑΕΠ -απλώς και μόνο επειδή, στα τελευταία 40 χρόνια, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εισπράξει λιγότερους φόρους από όσα έχουν ξοδέψει σε κάθε έτος, εκτός από μια σύντομη περίοδο από το 1998 έως το 2000.

Όλοι πρέπει να πληρώνουν περισσότερα, αλλά ειδικά οι πλούσιοι. Στο υψηλότερο σημείο τους, οι φορολογικοί συντελεστές των πλουσιότερων εκατομμυριούχων έφτασαν το 94%. Μέχρι το 1980, είχαν μειωθεί στο 70%. Σήμερα, ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής που καταβάλλουν οι πλουσιότεροι 400 Αμερικανοί είναι μόλις 23% [14], ενώ οι μεσαίου εισοδήματος πληρώνουν πάνω από 25%. Η αύξηση του μέσου φορολογικού συντελεστή κατά μόλις 5% θα αποφέρει πάνω από 140 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Κάνοντας το ίδιο με τον μέσο φόρο που καταβάλλουν τα μεσαίου εισοδήματος άτομα (55.000 έως 88.000 δολάρια) θα αποφέρει πάνω από 115 δισεκατομμύρια δολάρια. Η αύξηση των φόρων σε όλες τις κατηγορίες εισοδήματος κατά μόλις 5% θα απέφερε τουλάχιστον 820 δισεκατομμύρια δολάρια [15].

Υπάρχουν πολλά που η κυβέρνηση θα μπορούσε να κάνει με αυτά τα χρήματα. Η τρέχουσα κρίση καθιστά απολύτως σαφές ότι το αμερικανικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης είναι μια καταστροφή. Το να κάνει αντικατάσταση ισχίου ένας διαβητικός 93 ετών, είναι φαινομενικά ευκολότερο από όσο να κάνει ένα τεστ για τον νέο κορωνοϊό ένας 23χρονος υπάλληλος μανάβικου. Ωστόσο, το να παρέχεται σε όλους μια αξιοπρεπής υγειονομική περίθαλψη δεν είναι πέρα από την εμβέλεια ή τα μέσα μιας από τις πλουσιότερες χώρες της γης.

Το αριστερόστροφο Urban Institute υπολόγισε [16] ότι ένα σύστημα υγειονομικής περίθαλψης ενός μόνο πληρωτή [στμ: πυλώνα] θα κόστιζε 34 τρισεκατομμύρια δολάρια για δέκα χρόνια. Αλλά αυτές οι προβλέψεις υποθέτουν ότι η εισαγωγή ενός τέτοιου συστήματος δεν θα δημιουργούσε κανένα νέο εισόδημα. Αντίθετα, η κατάργηση της έκπτωσης στις ασφαλιστικές εισφορές που πληρώνονται από τον εργοδότη θα αποφέρει 2,786 τρισεκατομμύρια δολάρια σε διάστημα δέκα ετών [17] και οι εργοδότες θα λάβουν το ισοδύναμο μιας τεράστιας φορολογικής μείωσης με το να μην έχουν να προσθέτουν σχεδόν το ένα τρίτο όλων των μισθολογικών λογαριασμών τους για ωφελήματα, όπως κάνουν σήμερα. Λόγω του εξαιρετικά περίπλοκου συστήματος πολλαπλών πληρωτών [πυλώνων] στις Ηνωμένες Πολιτείες, το 30% των δαπανών για την υγειονομική περίθαλψη πηγαίνει στο διοικητικό κόστος. Ως αποτέλεσμα, η μέση αμερικανική οικογένεια ξοδεύει σήμερα πάνω από 5.700 δολάρια ετησίως απλώς για τα διοικητικά κόστη της υγειονομικής περίθαλψης, χωρίς την πρόσθετη δαπάνη των πραγματικών υπηρεσιών υγείας. Αυτά τα κόστη συσσωρεύονται. Σήμερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες δαπανούν περισσότερο από το διπλάσιο ποσό ανά άτομο για υγειονομική περίθαλψη από το μέσο μέλος [18] του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) -αλλά σχεδόν από κάθε άποψη, οι Αμερικανοί έχουν χειρότερα αποτελέσματα υγειονομικής περίθαλψης.

Ένα σύστημα που παρέχει σε όλους φροντίδα υγείας είναι πιο εφικτό από όσο φαίνεται σήμερα. Η τρέχουσα διοίκηση έχει ήδη αυξήσει το εθνικό χρέος κατά 1,5 τρισεκατομμύρια δολάρια μέσω μιας φορολογικής περικοπής το 2017, και εάν ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κερδίσει την επανεκλογή του τον Νοέμβριο, θα πρέπει να δώσει κάτι στους υποστηρικτές του, οι οποίοι μπορεί να αποδειχθεί ότι βρίσκονται μεταξύ εκείνων που επηρεάζονται περισσότερο από τον ιό και την ύφεση που προκαλεί. Ακριβώς όπως μόνο ο πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον μπορούσε να πάει στην Κίνα, ίσως ο Τραμπ είναι ο μόνος που μπορεί να διασχίσει τον ρεπουμπλικανικό Ρουβίκωνα σχετικά με τους φόρους. Είναι πρόθυμος να βρει κάτι που θα αντικαθιστά το Obamacare, και δεδομένης της ζημιάς που υπέστη το τρέχον σύστημα υγειονομικής περίθαλψης λόγω COVID-19, μια γενική αναδόμησή του είναι επικείμενη είτε του αρέσει είτε όχι. Εν τω μεταξύ, ο πιθανός υποψήφιος των Δημοκρατικών, Joe Biden, μπορεί να κερδίσει μόνο εάν καταφέρει να κινητοποιήσει την βάση του πρώην συνυποψηφίου του, γερουσιαστή Bernie Sanders -και το να δεσμευτεί για ένα εθνικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης θα ήταν ακριβώς ο τρόπος για να το πράξει. Ο Μπάιντεν θα είχε επίσης το κοινό με την πλευρά του: Η πλειοψηφία των Αμερικανών ευνόησαν [19] κάποιο είδος εθνικού συστήματος ασφάλισης υγείας από τότε που ο Τρούμαν εισήγαγε την ιδέα το 1947. Και σήμερα, το 75% των Αμερικανών υποστηρίζει επίσης [20] μια αύξηση των φόρων για τους πλούσιους.

Σε κάθε περίπτωση, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μια επιλογή. Όταν τελειώσει αυτή η πανδημία, μπορεί να επιστρέψουν στην πολιτική των διαιρέσεων και της λιτότητας και να ισχυριστούν ότι δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά τίποτα άλλο, παρά το γεγονός ότι ξεκάθαρα αποδεικνύεται κάτι διαφορετικό από αυτό, μέσω της αντίδρασής τους στην κρίση του κορωνοϊού. Μπορούν να μπουν στους συνηθισμένους καυγάδες για το ποιος πρέπει να πληρώσει, μεταμφιεσμένους ως ανησυχία για τα ελλείμματα, και να αποδυναμώσουν τον κοινωνικό ιστό τους και τους οικονομικούς θεσμούς τους έως το σημείο της κατάρρευσης. Ή μπορούν να αυξήσουν τους φόρους και να χρηματοδοτήσουν την υγειονομική περίθαλψη για όλα όσα χρειάζεται απελπισμένα η χώρα. Κάθε άλλη ανεπτυγμένη οικονομία έχει κάνει αυτή την τελευταία επιλογή. Είναι η σειρά των Ηνωμένων Πολιτειών να κάνουν το ίδιο.

Copyright © 2020 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/2020-04-22/can-pandemic-defeat-p...

Σύνδεσμοι:

[1] https://www.aarp.org/politics-society/advocacy/info-2020/coronavirus-sti...
[2] https://www.federalreserve.gov/newsevents/pressreleases.htm
[3] https://www.washingtonpost.com/business/2020/03/25/still-too-big-fail-us...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/americas/2020-03-30/us-economy-u...
[5] https://www.bartleby.com/124/pres49.html
[6] https://tinyurl.com/y7g2meze
[7] https://files.taxfoundation.org/legacy/docs/fed_individual_rate_history_...
[8] https://files.taxfoundation.org/legacy/docs/fed_individual_rate_history_...
[9] https://files.taxfoundation.org/legacy/docs/fed_individual_rate_history_...
[10] https://timesmachine.nytimes.com/timesmachine/1950/04/23/88407196.html?p...
[11] https://www.econlib.org/archives/2010/07/paul_samuelsons.html
[12] https://www.mercatus.org/publications/economic-history/economic-recovery...
[13] https://www.snopes.com/fact-check/social-insecurity/
[14] https://www.bloomberg.com/opinion/articles/2019-10-08/richest-400-americ...
[15] http://usa.v1.abalancingact.com/
[16] https://www.urban.org/research/publication/incremental-comprehensive-hea...
[17] https://home.treasury.gov/system/files/131/Tax-Expenditures-FY2020.pdf
[18] http://www.oecd.org/els/health-systems/Health-at-a-Glance-2017-Chartset.pdf
[19] https://read.dukeupress.edu/jhppl/article-abstract/20/2/329/39339/It-s-t...
[20] https://fortune.com/2019/02/04/support-for-tax-increase-on-wealthy-ameri...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition