Γιατί η Δύση ανέχεται την Τουρκία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί η Δύση ανέχεται την Τουρκία

Οι οικονομικοί δεσμοί αναβάλλουν μια αναπόφευκτη σύγκρουση που τροφοδοτείται από τις διαφορές στον πολιτισμό;

Ο θρησκευτικός φανατισμός καλλιεργείται εντέχνως τόσο μέσα από την πολιτική ρητορική του Ερντογάν [29], όσο και από το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας, το οποίο πέραν της ίδρυσης θρησκευτικών σχολείων προβλέπει και ένα πρόγραμμα σπουδών που σε αρκετές περιπτώσεις έρχεται σε σύγκρουση με τα ευρέως αποδεκτά πορίσματα της επιστήμης [30].

Τα ανωτέρω δεδομένα φανερώνουν ότι η ισλαμική και αντιδυτική ριζοσπαστικοποίηση της Τουρκίας έχει προχωρήσει σε μεγάλο βαθμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι απουσιάζουν από την χώρα προοδευτικά στοιχεία που θα επιθυμούσαν δημοκρατικότερους θεσμούς και ένα πλήρως εκκοσμικευμένο κράτος, αλλά η φωνή τους έχει περιοριστεί υπό τον φόβο των διώξεων, των φυλακίσεων και της κοινωνικής και οικονομικής τους απομόνωσης. Το πλαίσιο αυτό, διαμορφώνει και την άσκηση πολιτικής από την πλευρά της αντιπολίτευσης, η οποία συχνά υιοθετεί μια παρόμοια ή και ακόμη σκληρότερη ρητορική, προκειμένου να προσεγγίσει τους ψηφοφόρους του Ερντογάν που εμφορούνται από την συντηρητική ισλαμική και εθνικιστική ιδεολογία, αλλά και για να αποκρούσει τις επιθέσεις του ίδιου του Τούρκου προέδρου που συχνά κατηγορεί τους κεμαλιστές για ενδοτισμό στα εθνικά ζητήματα [31].

Η επιθετική διπλωματία που εφαρμόζει η Τουρκία την τελευταία τουλάχιστον δεκαετία, καθρεφτίζει όλες αυτές τις τάσεις που αναφέρθηκαν στο σώμα του κειμένου. Απειλές και εκβιασμοί προς την Ευρώπη σχετικά με το μεταναστευτικό/προσφυγικό ζήτημα, προσπάθεια άσκησης επιρροής στην Αίγυπτο μέσω της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, εμπλοκή στον συριακό και στον λιβυκό εμφύλιο σε σύμπραξη με εξτρεμιστικά ισλαμικά στοιχεία, πολεμικές επιχειρήσεις στο Ιράκ, δημιουργία βάσεων στο Κατάρ και στη Σομαλία, πολιτική προσέγγιση της Χαμάς και αντισημιτική ρητορική, επαμφοτερίζουσα στάση μεταξύ Δύσης και Ρωσίας και φυσικά συνεχείς απειλές προς την Ελλάδα και την Κύπρο που εντάσσονται σε μια μακροπρόθεσμη στρατηγική αναθεώρησης των ισορροπιών που έχουν δημιουργηθεί στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο μέσα από διεθνείς συνθήκες και συμμαχίες. Η συμπεριφορά αυτή, πέραν του ότι φανερώνει πως η Τουρκία προτάσσει την διπλωματία των εκβιασμών και του οπορτουνισμού έναντι του διαλόγου και της διεθνούς συνεννόησης, απειλεί την ίδια την γεωπολιτική σταθερότητα μιας περιοχής που εκτείνεται από τα Βαλκάνια και το Αιγαίο, μέχρι την Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή.

Δεν αποτελεί, συνεπώς, υπερβολή ή κινδυνολογία να ειπωθεί ότι η Τουρκία βρίσκεται σε σταθερή πορεία απομάκρυνσης και τελικής σύγκρουσης με την Δύση. Ας μην παραβλέπουμε, ότι ο οθωμανικός επεκτατισμός σταμάτησε στην Βιέννη δύο φορές στο παρελθόν (1529 και 1683) και ότι ο Ερντογάν φαίνεται να εμπνέεται σταθερά από την ιστορική αυτή κληρονομιά (συνεχείς αναφορές στο οθωμανικό μεγαλείο, στη μάχη του Ματζικέρτ, στην άλωση της Πόλης και στα παθήματα των Βυζαντινών, στον ρόλο του Πάπα και στους κακούς σταυροφόρους της Δύσης), θεωρώντας μάλιστα ότι τα αποτελέσματα της Συνθήκης της Λωζάνης αδικούν την Τουρκία και χρήζουν αναθεώρησης.

Συνεπώς, εναπόκειται στους συμμάχους της Ελλάδας και της Κύπρου να αναλάβουν δυναμικές πρωτοβουλίες και να επιβάλουν άμεσα αυστηρότερες κυρώσεις προκειμένου να σταματήσουν τις ανεύθυνες τουρκικές πρακτικές, που όχι μόνον θέτουν σε κίνδυνο την ειρήνη στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, αλλά αμφισβητούν εμπράκτως την σταθερότητα και την αξιοπιστία του Δυτικού συνασπισμού, όπως αυτός διαμορφώθηκε μεταπολεμικά. Οι εταίροι μας, αλλά και όσοι επιβουλεύονται την ασφάλεια της Ελλάδας, δεν πρέπει να λησμονούν ότι για κάθε μάχη του Ματζικέρτ, υπήρξε αντίστοιχα ένας Μαραθώνας και μια Σαλαμίνα, που διαφύλαξαν τα ιδανικά της δημοκρατίας και της ελευθερίας, ως καθιερωμένων πανανθρώπινων αξιών εδώ και 2500 χρόνια.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ: