«Ριπή ανέμου» (Rafale) πάνω από το Αιγαίο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

«Ριπή ανέμου» (Rafale) πάνω από το Αιγαίο

Τι σημαίνει στην πράξη η νέα αγορά μαχητικών για την ελληνική Πολεμική Αεροπορία

Επιπλέον, τα υφιστάμενα βλήματα MICA, τα οποία σήμερα εξοπλίζουν τα Mirage 2000 και σύντομα θα καταλήξουν στα Rafale, αναμένεται να αντικατασταθούν, στο τέλος της δεκαετίας μας, από MICA NG (Missile d’Interception et de Combat Aérien Nouvelle Génération), ενώ παράλληλα θα ασκηθεί τεράστια πίεση για την αγορά και του προαναφερθέντος Meteor. Επομένως, όποιος νομίζει ότι το κόστος της υπόθεσης Rafale για την ΠΑ θα είναι σχετικά μικρό ή περίπου 1,5 δισ. ευρώ, όπως ακούστηκε, πλανάται πλάνην οικτράν. Προσωπικά, τοποθετώ στα 4 με 5 δισ. ευρώ μόνο το κόστος κτήσης (2 μοιρών) και αναβάθμισης, μαζί με την δημιουργία των αναγκαίων υποδομών και την αγορά μικρού αριθμού Meteor. Με την συγκεκριμένη κοστολόγηση συμφωνούν και άλλοι αμυντικοί αναλυτές [5]. Από εκεί και πέρα, ας προσθέσουμε 15.000 ευρώ/ώρα πτήσης για να λάβουμε μια μικρή ιδέα του «κόστους κύκλου ζωής» έως το 2050 τουλάχιστον, που ο τύπος θα αποσυρθεί από την Πολεμική Αεροπορία.

Συμπερασματικά, η προσθήκη του Rafale στο οπλοστάσιο της ΠΑ μπορεί να μην υπήρξε προϊόν σχεδιασμού και να μην έλαβε χώρα με την βέλτιστη δυνατή διαδικασία προμήθειας, αλλά θα την ενισχύσει γρήγορα και ουσιαστικά, ιδίως δε σε ρόλο βαθιάς κρούσης (καλύπτοντας το κενό των αποσυρθέντων από καιρό Α-7, με δυνατότητες σε εντελώς άλλο επίπεδο). Πρωτίστως, το Rafale θα αποτελέσει το «μακρύ χέρι» της Ελλάδας, ικανό να καλύψει ολόκληρη την Ανατολία, την Κύπρο και, γενικότερα, την Ανατολική Μεσόγειο, με εντυπωσιακά όπλα όπως οι SCALP και Exocet. Η επισήμανση -στο ίδιο άρθρο της ΠΤΗΣΗΣ- ότι «κανένας στόχος στην τουρκική επικράτεια δεν είναι ασφαλής από τον συνδυασμό Rafale και SCALP (και της πρόσβασης στον κατασκοπευτικό δορυφόρο Helios 2 που ήδη έχουμε)» είναι απολύτως ακριβής. Οικονομικά, όμως, η προμήθεια αυτή, σε συνέχεια και της αναβάθμισης των 84 F-16, θα επιβαρύνει σημαντικά τον προϋπολογισμό της ΠΑ, ιδίως, δε, εφόσον αργότερα αγοραστεί (όπως επιβάλλει η λογική των «οικονομιών κλίμακας») και δεύτερη μοίρα.

15092020-3.jpg

Οι σημαίες της Μεγάλης Βρετανίας και των Ηνωμένων Πολιτειών φαίνονται μέσα από το κουβούκλιο του αμερικανικού μαχητικού F-35A καθώς αποδεσμεύεται μετά την λήψη καυσίμων από ένα εναέριο τάνκερ ανεφοδιασμού KC-10 πάνω από τον Ατλαντικό Ωκεανό, στις 30 Ιουνίου 2016. REUTERS/Lucas Jackson
------------------------------------------------------------------------

Το μέγα ερώτημα που πλανάται πλέον πάνω από την ΠΑ είναι τι θα γίνει με την σχεδιαζόμενη εδώ και καιρό προμήθεια ενός μαχητικού αεροσκάφους «πέμπτης γενιάς» και, ειδικότερα, του προαναφερθέντος F-35A από τις ΗΠΑ. Μέχρι την στιγμή που προέκυψε, ως κεραυνός εν αιθρία, η είδηση αγοράς των Rafale, όλοι ανέμεναν την δέσμευση της ΠΑ να αγοράσει ισάριθμα F-35 προς τα μέσα ή έστω τα τέλη της δεκαετίας του 2020. Η Ελλάδα θα ακολουθούσε το παράδειγμα 7 νατοϊκών εταίρων μας, πλην των ίδιων των ΗΠΑ, και ειδικότερα των παρακάτω: Μεγάλη Βρετανία (138), Ολλανδία (46), Βέλγιο (34), Δανία (27), Νορβηγία (52), Ιταλία (90) και Πολωνία (32), ενώ εκκρεμεί ακόμη η απόφαση του Καναδά για πιθανώς 88 μονάδες. Συνεπώς, το F-35 προσφέρει μια ασύγκριτη διασυνδεσιμότητα ή inter-operability σε κοινές συμμαχικές επιχειρήσεις. Το Rafale, αντιθέτως, δεν είχε εξαχθεί μέχρι πρότινος, δηλαδή μέχρι την ελληνική παραγγελία, σε καμία νατοϊκή χώρα.

Μια ενδελεχής σύγκριση των Rafale και F-35 εκφεύγει της παρούσης ανάλυσης. Απλώς το F-35, στην εξέλιξη του οποίου αναφέρεται ένα βιβλίο μου που κυκλοφόρησε πρόσφατα από το Lambert Academic Publishing [6], διαθέτει δύο μοναδικά, ανάμεσα σε όλα τα εξαγώγιμα μαχητικά της Δύσης, χαρακτηριστικά: Πρώτον, τεχνολογία stealth, δηλαδή είναι ουσιαστικά αόρατο στα εχθρικά ραντάρ, καθώς το ηλεκτρομαγνητικό ίχνος του είναι παρόμοιο με εκείνο μιας μπάλας του γκολφ(!). Δεύτερον, κορυφαία situation awareness ή «επίγνωση κατάστασης» για τον πιλότο, αφού οι αισθητήρες του θεωρούνται οι πιο προηγμένοι παγκοσμίως. Η τιμή κτήσης του F-35A είναι συγκρίσιμη με του Rafale, το δε κόστος χρήσης, αν και μεγαλύτερο, αποκλιμακώνεται ραγδαία και πλέον κινείται προς τα επίπεδα των 25.000 δολαρίων ανά ώρα πτήσης [7]. Σύμφωνα με αμερικανική απάντηση, νωρίτερα το 2020, σε ελληνικό ερώτημα που είχε υποβληθεί ήδη από το 2017 (LOR) και αφορούσε την αγορά 20 αεροσκαφών F-35A, μόνο το κόστος κτήσης, εκπαίδευσης και υποστήριξής τους κατά την πρώτη τριετία από αφίξεώς τους είναι 2,5 δισ. δολάρια. Η από πλευράς μας δημιουργία των απαραίτητων υποδομών στις βάσεις της ΠΑ θα ανεβάσει το τελικό κόστος της μίας μοίρας κοντά στα 3 δισ.

Όπως όλα δείχνουν, η πρόσδεση της Ελλάδας στο «άρμα» του Rafale μεταθέτει χρονικά την απόκτηση του F-35 από την ΠΑ, εάν τελικά λάβει χώρα, όχι νωρίτερα από την δεκαετία του 2030 (πάντως η παραγωγή του αναμένεται να διαρκέσει έως το 2040). Η εισαγωγή και των δύο στο ελληνικό οπλοστάσιο, παράλληλα με τον «κορμό» που ονομάζεται F-16V, θα αυξήσει δραματικά το επιχειρησιακό κόστος, ιδίως δε αν αφορά μόνο μια μοίρα με Rafale και μια μοίρα με F-35. Για μια μικρή ή μεσαία αεροπορία, η πραγματική «κατάρα» ονομάζεται πολυτυπία και, δυστυχώς, στην Ελλάδα την έχουμε υποστεί κατά κόρον τα τελευταία 56 έτη, κατά την υπερηχητική εποχή: στην δεκαετία του 1960 αποκτήσαμε τα F-5A, F-102 και F-104, στην δεκαετία του 1970 τα F-4, A-7 και Mirage F.1 και, από την δεκαετία του 1980 και εντεύθεν, τα F-16 και Mirage 2000. Ποτέ δεν εστιάσαμε σε έναν μόνο βασικό τύπο πολλαπλού ρόλου, ένα γεγονός που θα είχε μειώσει τόσο την κεφαλαιουχική δαπάνη σε αεροσκάφη, οπλισμό και υποδομές, όσο και την δαπάνη χρήσης.