Το έθνος που επανέρχεται | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το έθνος που επανέρχεται

Η οικονομική υπεροχή των ΗΠΑ έχει επανειλημμένα αποδείξει ότι οι υποστηρικτές της παρακμής τους κάνουν λάθος*

Αυτή η «θέση αποθεματικού νομίσματος» υπήρξε ένα προνόμιο της αυτοκρατορίας, από τότε που η Πορτογαλία ήταν η κυρίαρχη παγκόσμια δύναμη, ξεκινώντας στα μέσα του 15ου αιώνα. Μια χώρα που απολαμβάνει σταθερή παγκόσμια ζήτηση για το νόμισμά της -που συχνά αγοράζεται με τη μορφή κρατικών ομολόγων- μπορεί να δανείζεται φθηνά από το εξωτερικό. Γι' αυτό ο Valéry Giscard d'Estaing, ο οποίος ήταν πρόεδρος της Γαλλίας από το 1974 έως το 1981, αποκάλεσε κάποτε το ισχυρό δολάριο «το υπερβολικό προνόμιο» (“exorbitant privilege”) [13] των Ηνωμένων Πολιτειών. Βοηθά τους Αμερικανούς να δανείζονται χρήματα για να αγοράσουν αυτοκίνητα και σπίτια και επιτρέπει στην Ουάσινγκτον να παρουσιάζει ελλείμματα που διαφορετικά δεν θα μπορούσε να αντέξει.

Η κατοχή του απαραίτητου νομίσματος δίνει επίσης στις Ηνωμένες Πολιτείες τεράστια γεωπολιτική μόχλευση. Το 2018, όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, επέβαλε οικονομικές κυρώσεις στο Ιράν μετά την απόσυρση των Ηνωμένων Πολιτειών από την πυρηνική συμφωνία που ο προκάτοχός του, μαζί με άλλες μεγάλες δυνάμεις, είχε διαπραγματευτεί με την Ισλαμική Δημοκρατία, οι απρόθυμες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις τελικά αποφάσισαν ότι δεν είχαν άλλη επιλογή παρά να ακολουθήσουν, επειδή δεν μπορούσαν να διακινδυνεύσουν [14] να χάσουν την πρόσβαση στις αμερικανικές τράπεζες. Όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση επέβαλαν κυρώσεις στην Ρωσία για την εισβολή στην Ουκρανία το 2014, το Κρεμλίνο στράφηκε προς το εσωτερικό [15] και παραιτήθηκε από την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης υπέρ της εξοικονόμησης χρημάτων, ώστε να μειωθεί η ευπάθειά του στους ξένους πιστωτές και στις απειλές για κυρώσεις. Παρ’ όλη της την επιθετικότητα στην παγκόσμια σκηνή, η Ρωσία αναπτύσσεται σήμερα στο μισό [16] του ρυθμού των Ηνωμένων Πολιτειών και εξασθενίζει ως παγκόσμια οικονομική δύναμη.

Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι αντίπαλοι θέλουν μια γεύση από την ισχύ που δίνει το δολάριο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, οι φιλοδοξίες της Ευρώπης για ένα αποθεματικό ευρώ έχουν παρεμποδιστεί από εκτεταμένες αμφιβολίες για ένα νόμισμα που είναι μόλις 20 ετών και έχει πληγεί από επανειλημμένες οικονομικές κρίσεις. Η Κίνα είχε παρόμοιες ελπίδες για το renminbi και στις αρχές της δεκαετίας του 2010 έλαβε μέτρα για να κάνει το νόμισμά της πιο εύκολα μετατρέψιμο [17] και ευκολότερα εμπορεύσιμο. Στην συνέχεια, το 2015, εκατομμύρια Κινέζοι όρμησαν να βγουν από αυτήν την πόρτα. Αντιμέτωποι με την συντριβή του χρηματιστηρίου στην Σαγκάη και την επικείμενη κρίση χρέους, άρχισαν να στέλνουν renminbi σε ασφαλή καταφύγια στο εξωτερικό, σε ποσά που ισούνται με εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια κάθε μήνα. Σε απάντηση, οι Αρχές επέβαλαν ελέγχους κεφαλαίου (capital controls) που παραμένουν σε ισχύ σήμερα, θέτοντας σε επ’ αόριστον αναστολή τις ελπίδες της Κίνας να αμφισβητήσει την υπεροχή του δολαρίου.

Αυτό που θέλει ο υπόλοιπος κόσμος σε ένα αποθεματικό νόμισμα είναι μια τεράστια, ρευστή αγορά στην οποία οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να αγοράζουν και να πωλούν χωρίς φόβο ότι η κυβέρνηση θα αλλάξει ξαφνικά τους κανόνες. Προς το παρόν, βλέπουν αυτό το ασφαλές καταφύγιο μόνο στο δολάριο των ΗΠΑ, το οποίο, ως αποτέλεσμα, έχει μέχρι στιγμής ανατιμηθεί έναντι των περισσότερων άλλων νομισμάτων κατά την διάρκεια του σοκ του κορωνοϊού. Οι παγκόσμιες ελίτ μπορεί να μην εμπιστεύονται τον νυν πρόεδρο των ΗΠΑ, αλλά εμπιστεύονται τα θεσμικά όργανα των ΗΠΑ, γι' αυτό οι Ηνωμένες Πολιτείες βγήκαν από την δεκαετία του 2010 ως χρηματοοικονομική αυτοκρατορία χωρίς αντίπαλους.

ΜΗΝ ΑΠΕΛΠΙΖΕΣΤΕ

Η αντίληψη περί της αμερικανικής παρακμής ενισχύεται από τους πολλούς ειδήμονες και πολιτικούς που λένε ότι οι τελευταίες δεκαετίες ήταν υπέροχες μόνο για τις εταιρείες και τους πλούσιους. Εστιάζουν σε στοιχεία που δείχνουν ότι οι μισθοί των ΗΠΑ είναι στάσιμοι από την δεκαετία του 1970 και ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι η μόνη πλούσια χώρα όπου το προσδόκιμο ζωής έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια, λόγω των «θανάτων από απόγνωση» -από αυτοκτονίες, αλκοόλ, και κατάχρηση οπιοειδών. Στην περίοδο των προεδρικών προκριματικών του 2020, μια από τις χαρακτηριστικές φράσεις του πρωτοπόρου των Δημοκρατικών, του πρώην αντιπροέδρου Joe Biden, ήταν ότι η μεσαία τάξη «σκοτώνεται» [18].

Σίγουρα, πολλοί Αμερικανοί συνεχίζουν να παλεύουν, και υπάρχουν τρομακτικές συγκεντρώσεις εθισμού και απελπισίας. Αλλά καθώς η αύξηση των μισθών και του εισοδήματος αναζωογονήθηκε [19] στα μέσα της δεκαετίας του 2010, το ίδιο, σε γενικές γραμμές, έκαναν και οι αμερικανικές διαθέσεις. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου, σύμφωνα με τις μηνιαίες έρευνες του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν στους Αμερικανούς καταναλωτές, η εμπιστοσύνη αυξήθηκε εξίσου γρήγορα μεταξύ των καταναλωτών στο κορυφαίο, το μεσαίο και το κάτω τρίτο της εισοδηματικής κλίμακας.

Φυσικά, η καλή διάθεση ραγίζει στην πανδημία. Αλλά όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες ανέφεραν τα πρώτα κρούσματα κορωνοϊού, στα μέσα Ιανουαρίου, η εμπιστοσύνη των μικρών επιχειρήσεων έφτανε τις κορυφές όλων των εποχών από τότε που ξεκίνησαν οι έρευνες στους ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων, πριν από σχεδόν πέντε δεκαετίες. Η εμπιστοσύνη των καταναλωτών είχε φτάσει σε υψηλά επίπεδα μόνο δύο φορές πριν, κατά την διάρκεια των οικονομικών «ανθίσεων» της δεκαετίας του 1960 και του 1990. Οι έρευνες του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν συνδυάζουν ερωτήσεις σχετικά με τις τρέχουσες και τις μελλοντικές συνθήκες, ρωτώντας τους Αμερικανούς πόσο καλά είναι σε σύγκριση με πριν από έναν χρόνο και πόσο καλά περιμένουν να είναι ένα έτος μετά.