Όχι έξοδος | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Όχι έξοδος

Γιατί η Μέση Ανατολή εξακολουθεί να έχει σημασία για την Αμερική*

Οι Αμερικανοί ηγέτες πρέπει να θέλουν καλές σχέσεις με ένα ισχυρό και ασφαλές Ισραήλ. Όμως οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν χρειάζεται πλέον να παρέχουν στο Ισραήλ βοήθεια. Προς τον σκοπό αυτό, οι δύο χώρες πρέπει να συμφωνήσουν αμοιβαία να καταργήσουν την στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ κατά την επόμενη δεκαετία. Λόγω των δημογραφικών και πολιτικών αλλαγών στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο τερματισμός αυτής της βοήθειας είναι πιθανό να έρθει στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον. Μια συμφωνία για την σταδιακή κατάργησή της με προγραμματισμένο και προβλέψιμο τρόπο θα έδινε στους Ισραηλινούς κάποιον λόγο στο πώς θα εξελιχθεί η διαδικασία και θα αποφευχθεί ένα εναλλακτικό σενάριο στο οποίο η αμερικανική βοήθεια καθίσταται υπό όρους -μια μορφή τροποποίησης συμπεριφοράς. Ακόμη και χωρίς στρατιωτική βοήθεια, η συνεργασία ΗΠΑ-Ισραήλ θα παραμείνει ισχυρή. Οι δύο χώρες θα επωφεληθούν αμοιβαία από την συνεχιζόμενη συνεργασία στους τομείς της άμυνας, της ασφάλειας και της τεχνολογίας. Οι αντίπαλοι του Ισραήλ θα αγωνιστούν να δημιουργήσουν απόσταση μεταξύ Ουάσιγκτον και Ιερουσαλήμ

ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΤΗΣ ΑΔΡΑΝΕΙΑΣ

Έτσι μοιάζει με μια ρεαλιστική πολιτική των ΗΠΑ για τη Μέση Ανατολή: να περιορίζει το Ιράν, να επανεξοπλίζει τον αγώνα κατά της τρομοκρατίας για να μειώνει τις αντιπαραγωγικές του παρενέργειες, να αναδιοργανώσει στρατιωτικές εγκαταστάσεις για να δώσει έμφαση στην προστασία των θαλάσσιων διαύλων, και να αποκλιμακώσει την σχέση ΗΠΑ-Ισραήλ ώστε να αντικατοπτρίζει τη σχετική ισχύ του Ισραήλ. Μια τέτοια προσέγγιση θα αφήσει ανεκπλήρωτες τις υψηλές φιλοδοξίες που έχουν επιδιώξει οι Αμερικανοί: την εξάπλωση της δημοκρατίας, την ανατροπή της θεοκρατίας του Ιράν, την επίλυση της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης. Αλλά θα αποφύγει επίσης τις καταστροφές που θα προκύψουν εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες αποχωρήσουν. Για να δούμε πώς θα μοιάζει η περιοχή σε αυτό το σενάριο, πρέπει απλώς να δούμε τα πρόσφατα επεισόδια στα οποία η αδράνεια των ΗΠΑ συνέβαλε σε καταστροφικά αποτελέσματα.

Ας πάρουμε, για παράδειγμα, την στρατιωτική παρέμβαση υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας [6] στην Υεμένη, η οποία ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2015. Το κόστος αυτής της αναποδιάς ήταν υψηλό, ειδικά για τους πολίτες της Υεμένης: αμέτρητοι αριθμοί [ατόμων] τραυματίστηκαν και περίπου 13.500 έχασαν την ζωή τους, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, πολλοί λόγω της εκδήλωσης χολέρας που έγινε δυνατή από την έντονη καταστροφή που προκλήθηκε από τους σαουδαραβικούς βομβαρδισμούς. Ο πόλεμος έχει επίσης αποσταθεροποιήσει την Αραβική Χερσόνησο, καθιστώντας πιο δύσκολο για την Ουάσιγκτον να αντιμετωπίσει τον εξτρεμισμό και να προστατεύσει την ελεύθερη ροή ενέργειας. Κανένα από αυτά τα αποτελέσματα δεν ήταν προκαθορισμένο και ορισμένα από αυτά ενδέχεται να είχαν μετριαστεί ή να είχαν αποφευχθεί εντελώς εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είχαν σηματοδοτήσει την επιθυμία τους να εγκαταλείψουν τη Μέση Ανατολή.

Οι Σαουδάραβες προχώρησαν στην [στρατιωτική] παρέμβαση αφότου οι αμερικανικές ενέργειες σηματοδοτούσαν μια προτίμηση της οπισθοχώρησης έναντι μιας κρίσης στην περιοχή. Πρώτον, παρακολούθησαν καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες αποχώρησαν από το Ιράκ, ανοίγοντας τον δρόμο ώστε το Ιράν να γίνει η κυρίαρχη δύναμη στην ιρακινή πολιτική˙ επέτρεψαν στο καθεστώς Άσαντ στην Συρία να συντρίψει μια εξέγερση ευρείας βάσης, με την βοήθεια των προστατών του στην Τεχεράνη και τη Μόσχα˙ και διαπραγματεύτηκαν μια πυρηνική συμφωνία με το Ιράν. Αυτό ήταν πολύ ανησυχητικό για τους Σαουδάραβες, τροφοδοτώντας τους φόβους τους ότι αφέθηκαν στο έλεος του ιρανικού καθεστώτος και στην προσπάθειά του για περιφερειακή ηγεμονία. Στην συνέχεια, το 2014, μια ομάδα που ονομάζεται Ansar Allah (κοινώς γνωστή ως Χούθι) ανέτρεψε την κυβέρνηση της Υεμένης στην Sanaa. Οι Σαουδάραβες -αντιμέτωποι με αυτό που θεωρούσαν ότι ήταν η υποστήριξη της Τεχεράνης προς τους Χούθι και η αμερικανική αδιαφορία για την αυξανόμενη ισχύ του Ιράν- ένιωσαν υποχρεωμένοι να πάνε σε πόλεμο.

Οι φόβοι των Σαουδαράβων ότι δεν θα μπορούσαν πλέον να βασίζονται στους Αμερικανούς προστάτες τους ενισχύθηκαν αφού η κυβέρνηση Τραμπ αρνήθηκε να ανταποκριθεί με βία σε μια σειρά από ιρανικές προκλήσεις το καλοκαίρι του 2019, συμπεριλαμβανομένης της επίθεσης σε πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της Σαουδικής Αραβίας. Εάν το Ριάντ φθάσει να αισθανθεί ότι η Ουάσινγκτον αποδεσμεύθηκε πραγματικά, θα μπορούσε να λάβει μέτρα για την προστασία του που κάποτε φαίνονταν αδιανόητα, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης των δικών του πυρηνικών όπλων. Αν ο Σαουδάραβας πρίγκιπας Mohammed bin Salman είναι τόσο ορμητικός, θεληματικός και αλαζονικός όσο πιστεύεται ευρέως, μπορεί να αποφασίσει ότι μόνο ένα πυρηνικό οπλοστάσιο μπορεί να προσφέρει στην Σαουδική Αραβία την ασφάλεια που χρειάζεται και το περιθώριο ελιγμών που επιζητεί στην σύγκρουση με Ιράν. Εάν οι Σαουδάραβες έπαιρναν αυτή την πορεία, τα αποτελέσματα θα ήταν καταστροφικά.

Το Ιράκ είναι ένα άλλο μέρος όπου η έξοδος των ΗΠΑ θα έκανε πολύ περισσότερη ζημιά παρά καλό -παρόλο που, για τους υποστηρικτές της απόσυρσης, το Ιράκ αντιπροσωπεύει την αρχική αμαρτία της λανθασμένης πολιτικής της Ουάσιγκτον στη Μέση Ανατολή των τελευταίων δύο δεκαετιών και ως εκ τούτου είναι ένα από τα πρώτα μέρη στην περιοχή από τα οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να αποσυρθούν. Σήμερα, το Ιράκ βρίσκεται σε τελική κατάρρευση και βαρύνεται με στρώματα σύνθετων πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων. Η πολιτική τάξη και οι θεσμοί της χώρας είναι εντελώς διεφθαρμένοι. Ακόμα κι έτσι, θα ήταν λάθος μια αποχώρηση τώρα. Η εισβολή του 2003 ήταν μια στρατηγική γκάφα -αλλά το ίδιο θα ήταν να αφήνονταν οι Ιρακινοί στις ορέξεις των τρομοκρατών και του καθεστώτος που βρίσκεται δίπλα.