Το δίλημμα της Κίνας με το Αφγανιστάν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το δίλημμα της Κίνας με το Αφγανιστάν

Αυτό που είναι κακό για την Ουάσινγκτον δεν είναι απαραίτητα καλό για το Πεκίνο

Η βιαστική και ταραχώδης απομάκρυνση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν και η μετέπειτα στρατιωτική νίκη των Ταλιμπάν προκάλεσαν κάτι περισσότερο από λίγη χαιρεκακία από την Κίνα. Σύμφωνα με κινεζικά κρατικά μέσα ενημέρωσης, η αποχώρηση των ΗΠΑ σηματοδότησε «το τελευταίο δειλινό της αυτοκρατορίας». Το Υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας δήλωσε ότι η εμπειρία του πολέμου στο Αφγανιστάν θα πρέπει να δώσει ένα μάθημα στην Ουάσινγκτον για τις «απερίσκεπτες στρατιωτικές περιπέτειες». Κάποιοι στο Πεκίνο μάλιστα ισχυρίστηκαν ότι η Κίνα θα πετύχει εκεί που οι ΗΠΑ έχουν αποτύχει. «Το Αφγανιστάν θεωρείται από καιρό νεκροταφείο για κατακτητές -ο Μέγας Αλέξανδρος, η Βρετανική Αυτοκρατορία, η Σοβιετική Ένωση, και τώρα οι Ηνωμένες Πολιτείες. Τώρα η Κίνα μπαίνει -οπλισμένη όχι με βόμβες αλλά με κατασκευαστικά σχέδια και μια ευκαιρία να αποδείξει ότι η κατάρα μπορεί να σπάσει», δήλωσε ο Zhou Bo, ένας ανώτερος αξιωματικός εν αποστρατεία του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού, στους New York Times.

14092021-1.jpg

Φέρετρα που περιέχουν τις σορούς θανόντων Κινέζων εργαζομένων σε οδικά έργα, στην Καμπούλ, στο Αφγανιστάν, τον Ιούνιο του 2004. Reuters
---------------------------------------------------------

Η θριαμβολογία του Πεκίνου έχει προκαλέσει φόβους στις Ηνωμένες Πολιτείες ότι η Κίνα θα αξιοποιήσει το μεταβαλλόμενο στρατηγικό τοπίο στην Κεντρική Ασία. Όπως προειδοποίησε τον περασμένο μήνα ο Τζον Μπόλτον, ο οποίος ήταν σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, «η Κίνα και η Ρωσία, οι κύριοι αντίπαλοί μας παγκοσμίως, ήδη επιδιώκουν να αποκομίσουν πλεονεκτήματα».

Όμως, παρ' όλη τη μεγαλαυχία τους, οι ηγέτες της Κίνας ανησυχούν βαθιά για την αναδυόμενη τάξη στο Αφγανιστάν, η οποία θα μπορούσε να απειλήσει την σταθερότητα της περιοχής και να επιτρέψει στην τζιχαντιστική τρομοκρατία να διαχυθεί στις ταραχώδεις δυτικές περιοχές της Κίνας, όπου φιλοξενούνται μεγάλοι μουσουλμανικοί πληθυσμοί. Μαζί με τους άλλους γείτονες του Αφγανιστάν, η Κίνα πρέπει τώρα να εξαρτάται από τους Ταλιμπάν για να σταθεροποιήσουν μια κατακερματισμένη και βίαιη χώρα. Ωστόσο, όπως το Πεκίνο γνωρίζει καλά, το ιστορικό της ομάδας είναι ζοφερό, ακόμη και στις αγροτικές περιοχές που ελέγχει τα τελευταία χρόνια. Και για να γίνουν τα πράγματα χειρότερα, η οικονομία του Αφγανιστάν έχει βουλιάξει και θα αγωνιστεί να ανακάμψει χωρίς μια τεράστια έγχυση διεθνούς βοήθειας, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας.

Μια τέτοια αβεβαιότητα θα επιδεινώσει τους μακροχρόνιους φόβους του Πεκίνου για διακρατικούς εξτρεμιστικούς δεσμούς μεταξύ Αφγανιστάν και Σιντζιάνγκ, της αυτόνομης περιοχής στην δυτική Κίνα, όπου η κυβέρνηση έχει εγκλείσει περισσότερους από ένα εκατομμύριο Μουσουλμάνους Ουιγούρους υπό το πρόσχημα της αντιτρομοκρατίας και της εσωτερικής τάξης. Θα αυξήσει επίσης τις ανησυχίες για την περιφερειακή σταθερότητα, ειδικά ενόψει του 20ού Συνεδρίου του Κόμματος της Κίνας το επόμενο φθινόπωρο, όταν ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ θα παγιώσει το σχέδιό του να υπηρετήσει μια τρίτη θητεία ως γενικός γραμματέας του ΚΚΕ (ΚΚΚ). Τέλος, η κρίση στο Αφγανιστάν θα μπορούσε να δοκιμάσει τις σχέσεις της Κίνας με την Ρωσία και το Πακιστάν, καθώς και οι τρεις χώρες διαγκωνίζονται για επιρροή προς τους Ταλιμπάν και αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν ένα καταρρέον κράτος και μια ανθρωπιστική κρίση στην γειτονιά τους.

Καθώς το Πεκίνο αξιολογεί το μετα-αμερικανικό τοπίο στην περιοχή, οι κίνδυνοι που συνδέονται με την έξοδο των ΗΠΑ υπερτερούν των πιθανών οφελών. Αν η Κίνα φαίνεται να αγκαλιάζει τους Ταλιμπάν, αυτό συμβαίνει γιατί δεν έχει άλλη επιλογή. Το Πεκίνο αντιμετωπίζει τώρα ένα αποτυχημένο κράτος στο Αφγανιστάν στα δυτικά του, αυξανόμενες εντάσεις με την Ινδία στα νοτιοδυτικά, έναν ασταθή και άγριο εταίρο στη Βόρεια Κορέα στα βορειοανατολικά του, και κλιμακούμενο ανταγωνισμό με τις Ηνωμένες Πολιτείες -κυρίως στο στενό της Ταϊβάν. Η κυβέρνηση του Σι επιθυμεί σταθερότητα και προβλεψιμότητα, αλλά μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν, πιθανότατα δεν θα έχει κανένα από τα δύο.

ΚΛΗΡΟΝΟΜΩΝΤΑΣ ΕΝΑ ΧΑΟΣ

Οι βραχυπρόθεσμοι στόχοι του Πεκίνου στο Αφγανιστάν είναι σχετικά σαφείς. Στην κορυφή της λίστας είναι οι Ταλιμπάν να δημιουργήσουν μια διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση που να μπορεί να αρχίσει να πληροί τις θεμελιώδεις απαιτήσεις οποιουδήποτε κυρίαρχου κράτους: ένα μονοπώλιο στην χρήση βίας. Μόνο όταν ελέγχουν όλο το Αφγανιστάν, οι Ταλιμπάν μπορούν να ανταποκριθούν στις προσδοκίες του Πεκίνου ότι «θα αποκοπούν ξεκάθαρα από όλες τις τρομοκρατικές ομάδες και θα ζουν με καλές σχέσεις με άλλες χώρες, ειδικά με τους γείτονές τους», όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος του κινεζικού Υπουργείου Εξωτερικών, Wang Wenbin, νωρίτερα αυτόν τον μήνα. Οι ηγέτες της Κίνας τόνισαν ότι αναμένουν από τη νέα κυβέρνηση να είναι «χωρίς αποκλεισμούς», αλλά ο πιο θεμελιώδης στόχος τους είναι η ενοποιημένη διακυβέρνηση, ο νόμος και η τάξη στο εσωτερικό [της χώρας], και η ασφάλεια των συνόρων, ανεξάρτητα από τον τρόπο με τον οποίο οι Ταλιμπάν θα επιτυγχάνουν αυτούς τους στόχους.

Το Πεκίνο μπορεί επίσης να καλοβλέπει τα κοιτάσματα ορυκτών του Αφγανιστάν που εκτιμώνται σε 1 τρισεκατομμύριο δολάρια, και συμπεριλαμβάνουν σίδηρο, χαλκό, και λίθιο. Οι ΗΠΑ και οι Δυτικές εταιρείες παρέμειναν κυρίως μακριά από τις προσπάθειες εξόρυξης λόγω του κινδύνου, αλλά η Κίνα ίσως να είναι σε θέση να αξιοποιήσει την τεράστια στρατιά της από κρατικές επιχειρήσεις και οντότητες κυβερνητικής χρηματοδότησης για να αντλήσει αυτούς τους πόρους.

Αλλά προτού το Πεκίνο πραγματοποιήσει οποιονδήποτε από αυτούς τους στόχους, θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις απειλές που προέρχονται από το Αφγανιστάν. Η κυριότερη από αυτές είναι ένα πιθανό καταφύγιο τζιχαντιστών στα δυτικά σύνορα της Κίνας, όπου το Πεκίνο είναι ήδη ευαίσθητο σε τρομοκρατικές απειλές. Όπως έγραψε πρόσφατα ο Zhao Huasheng, ένας από τους κορυφαίους ειδικούς της Κίνας για το Αφγανιστάν, «σε μεγάλο βαθμό, η ασφάλεια και η σταθερότητα της [επαρχίας] Xinjiang είναι η αφετηρία για την πολιτική της Κίνας για το Αφγανιστάν». Πράγματι, οι ανησυχίες για τον διακρατικό εξτρεμισμό είχαν ήδη οδηγήσει το Πεκίνο να εξαπολύσει μια εκστρατεία καταστολής που η κυβέρνηση των ΗΠΑ χαρακτηρίζει πλέον επίσημα ως γενοκτονία.

Ιδιαίτερα ανησυχητική για το Πεκίνο είναι η παρουσία στο Αφγανιστάν αρκετών εκατοντάδων μαχητών από το Ισλαμικό Κίνημα του Ανατολικού Τουρκεστάν (Eastern Turkistan Islamic Movement, ETIM), το οποίο επιδιώκει να δημιουργήσει ένα κράτος Ουιγούρων στην Σιντζιάνγκ. Με επικεφαλής τον Abdul Haq, το ETIM επιχειρεί σε περιοχές όπως η Badakhshan, μια απομακρυσμένη επαρχία της οποίας το ορεινό έδαφος θα δυσκολέψει την Κίνα ή τους Ταλιμπάν να διεξάγουν στρατιωτικές επιχειρήσεις εκεί. Σύμφωνα με μια εκτίμηση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, στελέχη του ETIM έχουν συνεργαστεί με ένα ευρύ φάσμα οργανώσεων τζιχαντιστών, συμπεριλαμβανομένης της Αλ Κάιντα, της Jamaat Ansarullah, και της Jamaat al-Tawhid Wal-Jihad. Και οι τρεις αυτές ομάδες πιθανότατα θα παραμείνουν ενεργές στο Αφγανιστάν, παρέχοντας στο ETIM πολλούς τοπικούς συμμάχους.

Το Πεκίνο έχει ήδη ζητήσει διαβεβαιώσεις από τους Ταλιμπάν ότι δεν θα επιτραπεί στο ETIM να δραστηριοποιηθεί μέσα στο Αφγανιστάν ή από το Αφγανιστάν. Αλλά οι Ταλιμπάν μπορεί να μην είναι σε θέση να το εγγυηθούν αυτό εν μέσω πολέμου και ανθρωπιστικής κρίσης -και οι στενές σχέσεις τους με άλλες τζιχαντιστικές ομάδες θα μπορούσαν να μειώσουν την προθυμία και την ικανότητά τους να το προσπαθήσουν. Οι τζιχαντιστές σε όλο τον κόσμο γιόρτασαν τη νίκη των Ταλιμπάν, αυξάνοντας την προσδοκία ότι το Αφγανιστάν θα προσελκύσει την επόμενη γενιά τρομοκρατών. Οι Ταλιμπάν έχουν ήδη ισχυρούς δεσμούς με την κεντρική ηγεσία της Αλ Κάιντα, καθώς και με το τοπικό της υποκατάστημα, την «Αλ Κάιντα στην Ινδική Υποήπειρο». Ο υπηρεσιακός υπουργός Εσωτερικών των Ταλιμπάν, Sirajuddin Haqqani, έχει ιδιαίτερα ισχυρή σχέση με την Αλ Κάιντα και οι δύο ομάδες [στμ: δηλ. η Αλ Κάιντα και το Δίκτυο Haqqani] συνδέονται μεταξύ τους με μακροχρόνιες προσωπικές σχέσεις, ενδογαμίες, συμπαθητικές ιδεολογίες, και κοινή ιστορία αγώνων. Οι Ταλιμπάν έχουν επίσης στενές σχέσεις με άλλες μαχητικές ομάδες στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένων των Tehrik-i-Taliban Pakistan, Lashkar-e-Islam, και Ισλαμικού Κινήματος του Ουζμπεκιστάν. Αυτό το συνονθύλευμα των ομάδων ανησυχεί το Πεκίνο επειδή το ETIM και άλλες εξτρεμιστικές οργανώσεις που απειλούν την Κίνα μπορεί να είναι σε θέση να ευδοκιμήσουν σε ένα αποτυχημένο αφγανικό κράτος.

Το Ισλαμικό Κράτος Χορασάν, γνωστό ως IS-K, επίσης απείλησε να επιτεθεί στην Κίνα. Ούσα εχθρός των Ταλιμπάν, η ομάδα διατηρεί σημαντικές στρατιωτικές δυνατότητες, όπως αποδεικνύεται από την επίθεσή της στο αεροδρόμιο της Καμπούλ τον περασμένο μήνα που σκότωσε 13 Αμερικανούς στρατιώτες και περισσότερους από 170 άλλους. Οι Ταλιμπάν αντιμετωπίζουν επίσης αντίσταση από άλλες ομάδες, όπως αυτή με επικεφαλής τον διοικητή Αχμάντ Μασούντ από την επαρχία Παντσίρ και τον πρώην αρχηγό των αφγανικών υπηρεσιών πληροφοριών Amrullah Saleh, που θα μπορούσαν να εμποδίσουν την ικανότητά τους να φέρουν τον νόμο και την τάξη στο Αφγανιστάν με αντάλλαγμα την κινεζική αναγνώριση και χρηματοδότηση της ανάπτυξης.

ΑΠΙΑΣΤΗ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ

Παρόλο που οι υπηρεσίες πληροφοριών της Κίνας έχουν γίνει πιο εξελιγμένες και ικανές, το Πεκίνο εξακολουθεί να μην διαθέτει τις επιτόπου δυνατότητες και τα δίκτυα που απαιτούνται για να επιχειρεί αποτελεσματικά στο Αφγανιστάν. Καθώς ωθεί τους Ταλιμπάν να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους, το Πεκίνο θα πρέπει επίσης να ωθήσει το Πακιστάν να πάρει το πληρεξούσιό του [κράτος] υπό έλεγχο, να σταθεροποιήσει το Αφγανιστάν, και να διεξάγει μια πιο αποτελεσματική αντιτρομοκρατική εκστρατεία εναντίον ομάδων όπως το ETIM. Αλλά η ικανότητα του Πακιστάν να ελέγχει τους Ταλιμπάν είναι περιορισμένη και η περιβόητη Δι-υπηρεσιακή Υπηρεσία Πληροφοριών θα αγωνιστεί για να φέρει σταθερότητα στο Αφγανιστάν.

Η επιδείνωση της οικονομικής εικόνας του Αφγανιστάν θα εμποδίσει επίσης τις προσπάθειες σταθεροποίησης της Κίνας. Η οικονομία της χώρας κατρακυλούσε ακόμη και πριν από την ανάκτηση της εξουσίας από τους Ταλιμπάν, και η άνοδος της οργάνωσης [στην εξουσία] ώθησε την διεθνή κοινότητα να παγώσει τα περιουσιακά στοιχεία του Αφγανιστάν και να διακόψει την κρίσιμη εξωτερική βοήθεια. Οι Δυτικές χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών και της Γερμανίας, ανέβαλαν την βοήθεια στην χώρα. Η Παγκόσμια Τράπεζα ανέστειλε την χρηματοδότηση δεκάδων έργων, επικαλούμενη ερωτήματα σχετικά με τη νομιμότητα της κυριαρχίας των Ταλιμπάν, και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ανακοίνωσε ότι το Αφγανιστάν δεν θα είναι επιλέξιμο για δάνεια μέχρι να αποκτήσει μια διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση. Το χειρότερο είναι ότι οι τιμές για τα βασικά είδη όπως το σιτάρι, τα αυγά, το αλεύρι, και το μαγειρικό λάδι έχουν αυξηθεί, και οι Αφγανοί αναγκάστηκαν να σταθούν σε μεγάλες ουρές στις τράπεζες για να αποσύρουν χρήματα.

Το Πεκίνο έχει υποσχεθεί -και οι Ταλιμπάν αναμένουν- σημαντικά ποσά ανθρωπιστικής και αναπτυξιακής βοήθειας. Τον Σεπτέμβριο, ο εκπρόσωπος των Ταλιμπάν, Zabiullah Mujahid, σημείωσε ωμά ότι «η Κίνα είναι ο σημαντικότερος εταίρος μας και αντιπροσωπεύει μια θεμελιώδη και εξαιρετική ευκαιρία για εμάς, επειδή είναι έτοιμη να επενδύσει [και] να ανοικοδομήσει την χώρα μας». Ωστόσο, δεδομένης της τρομερής κατάστασης της οικονομίας, ακόμη και η Κίνα δεν έχει αρκετά χρήματα για να στηρίξει το Αφγανιστάν.

Η Κίνα αναπόφευκτα θα επιδιώξει νέα έργα στο Αφγανιστάν στο πλαίσιο του τεράστιου επενδυτικού προγράμματος υποδομών, γνωστό ως Πρωτοβουλία Ζώνης και Οδού (Belt and Road Initiative, BRI). Ωστόσο, οι δυσμενείς συνθήκες πολιτικής και ασφάλειας έχουν ματαιώσει προηγούμενες κινεζικές επενδυτικές προσπάθειες, συμπεριλαμβανομένης μιας προσφοράς ύψους 3 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την δημιουργία ορυχείου χαλκού κάτω από έναν αρχαίο οικισμό κοντά στην Καμπούλ που ονομάζεται Mes Aynak. Τέτοιες αποτυχίες υπογραμμίζουν τον γρίφο που αντιμετωπίζει το Πεκίνο στο Αφγανιστάν: οι μεγάλες επενδύσεις δεν μπορούν να επιτύχουν έως ότου η χώρα έχει σταθερή διακυβέρνηση, αλλά δεν μπορεί να προκύψει σταθερή διακυβέρνηση έως ότου η χώρα λάβει περισσότερες επενδύσεις -είτε από την Κίνα είτε από άλλους παρόχους βοήθειας. Πράγματι, αυτό το δίλημμα εξηγεί γιατί, παρά την παγωμένη σχέση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας, ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών, Wang Yi, είπε πρόσφατα στον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Antony Blinken, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να συνεργαστούν με την διεθνή κοινότητα για να παράσχουν υποστήριξη και ανθρωπιστική βοήθεια στο Αφγανιστάν.

Η κατάρρευση του Αφγανιστάν έρχεται σε μια ακατάλληλη στιγμή για τον Σι, ο οποίος επιδιώκει μια τρίτη θητεία ως γενικός γραμματέας του ΚΚΚ, αψηφώντας έναν μακροχρόνιο κανόνα που περιορίζει τους ηγέτες σε δύο πενταετείς θητείες. Αν και ο Σι δεν αντιμετωπίζει πραγματική αντιπολίτευση, η πορεία του προς μια τρίτη θητεία θα μπορούσε να περιπλακεί από μια αστάθεια (πραγματική ή αντιληπτή) στα δυτικά σύνορα της Κίνας. Αυτό που θέλει ο Σι από τώρα έως το 20ο Συνέδριο του Κόμματος είναι ένα περιβάλλον που να μπορεί να ελέγξει ή τουλάχιστον να φαίνεται ότι το ελέγχει. Ωστόσο, η αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν δημιουργεί νέες αβεβαιότητες. Και είναι ασαφές εάν ο Xi έχει τα κατάλληλα μέσα για να διαχειριστεί αποτελεσματικά την κατάσταση, καθώς η ανοικοδόμηση του Αφγανιστάν υπό την κυριαρχία των Ταλιμπάν θα απαιτήσει έναν βαθμό διπλωματικής φινέτσας, πραγματισμού, και υπομονής που ο Xi δεν έχει επιδείξει κάπου αλλού στον κόσμο.

ΜΙΚΡΟΣ ΜΗΝΑΣ ΤΟΥ ΜΕΛΙΤΟΣ

Το γεγονός ότι το Πεκίνο αντιμετωπίζει νέες προκλήσεις ως αποτέλεσμα της αποχώρησης των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν δεν σημαίνει απαραίτητα ότι η Ουάσινγκτον θα ωφεληθεί. Η Ινδία, ένας από τους σημαντικότερους εταίρους των Ηνωμένων Πολιτειών στον Ινδο-Ειρηνικό, βλέπει τη νίκη των Ταλιμπάν ως μια σημαντική απειλή που πιθανότατα θα επιδεινώσει την ήδη άθλια σχέση της με το Πακιστάν. Έχοντας χάσει τον σύμμαχό της στην Καμπούλ, η Ινδία ανησυχεί ότι το Αφγανιστάν θα γίνει καταφύγιο για αντι-ινδικές τρομοκρατικές ομάδες όπως οι Jaish-e-Mohammed και Lashkar-e-Taiba. Ως αποτέλεσμα, θα πρέπει να επικεντρώσει περισσότερο την διπλωματική και στρατιωτική ενέργειά της στα βορειοδυτικά σύνορά της, περιορίζοντας έτσι την ικανότητά της να αντιμετωπίσει την Κίνα.

Η έξοδος των Ηνωμένων Πολιτειών από το Αφγανιστάν έχει επίσης ταλαιπωρήσει τις σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, αφού πολλοί σύμμαχοι των ΗΠΑ απογοητεύθηκαν από τον μονομερή και ανοργάνωτο χαρακτήρα της αποχώρησης. Αυτά τα παραπατήματα θα περιπλέξουν αναμφίβολα τις προσπάθειες της κυβέρνησης Μπάιντεν να εντάξει την Ευρώπη στην στρατηγική της για την Κίνα.

Ακόμα κι έτσι, είναι η Κίνα, κι όχι οι Ηνωμένες Πολιτείες, που αντιμετωπίζουν τον μεγαλύτερο βαθμό αβεβαιότητας μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν. Στην Ανατολική Ασία, οι Ηνωμένες Πολιτείες ετοιμάζονται να αυξήσουν την στρατιωτική τους στάση και να εμβαθύνουν τις σχέσεις τους με την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, και την Ταϊβάν στο πλαίσιο της παγκόσμιας αναθεώρησης της στάσης του Υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ. Καθώς η Κίνα αντιμετωπίζει νέες και παλαιότερες προκλήσεις προς κάθε κατεύθυνση, θα μπορούσε σύντομα να βρεθεί υπερβολικά εκτεταμένη και κατακλυσμένη. Μακράν του να προσφέρει οποιοδήποτε απτό όφελος, η έξοδος των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν θα μπορούσε να τελματώσει το Πεκίνο ακριβώς την στιγμή που πρέπει να επικεντρωθεί στον κλιμακούμενο ανταγωνισμό στην Ανατολή. Με άλλα λόγια, ο μετα-αμερικανικός μήνας του μέλιτος της Κίνας στο Αφγανιστάν, μπορεί να τελειώσει πριν ξεκινήσει.

Copyright © 2021 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2021-09-13/chinas-afghanis...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition