Πώς θα σπάσει ο κύκλος της σύγκρουσης με την Ρωσία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς θα σπάσει ο κύκλος της σύγκρουσης με την Ρωσία

Η αναζήτηση συναίνεσης δεν είναι κατευνασμός –είναι πραγματισμός

Κρίνοντας από τις πρόσφατες εξελίξεις γύρω από την Ουκρανία, η μεταψυχροπολεμική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών όσον αφορά τους γείτονες της Ρωσίας ίσως φαίνεται σαν αποτυχία. Η Μόσχα έχει αναπτύξει περισσότερους από 100.000 στρατιώτες στα ουκρανικά σύνορα και οι προσπάθειες των ΗΠΑ να αποκλιμακώσουν την κατάσταση μέχρι στιγμής έχουν αποτύχει. Όμως, η πιο σοβαρή κρίση ασφάλειας της Ευρώπης εδώ και δεκαετίες δεν είναι το αποτέλεσμα της αποτυχίας της Ουάσιγκτον να επιτύχει τους βασικούς της στόχους στην περιοχή, αλλά, παραδόξως, ένα σύμπτωμα της τεράστιας επιτυχίας της.

08022022-1.jpg

Μια στρατιωτική παρέλαση στη Μόσχα, τον Μάιο του 2014. Dai Tianfang / Xinhua / eyevine / Redux
-------------------------------------

Από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και μετά, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επιχειρήσει να ενισχύσουν την κυριαρχία των κάποτε αποκαλούμενων «νέων ανεξάρτητων κρατών», διασφαλίζοντας έτσι ότι μια νέα ευρασιατική υπερδύναμη δεν θα αναδυθεί από τα συντρίμμια της Σοβιετικής Ένωσης. Ενθαρρύνοντας αυτές τις χώρες να σφυρηλατήσουν βαθύτερους δεσμούς με την Δύση -και να αποδυναμώσουν τους δεσμούς τους με τη Μόσχα- η Ουάσιγκτον ήλπιζε να ενδυναμώσει την ανεξαρτησία τους.

Αλλά η στρατηγική της Ουάσιγκτον ίσως έχει λειτουργήσει υπερβολικά καλά. Πολλές πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, και ειδικά η Ουκρανία, θέλουν τώρα να ενταχθούν στο Δυτικό στρατόπεδο —και η Ρωσία προετοιμάζεται να πάει σε πόλεμο [2] για να τις σταματήσει. Ανεξάρτητα από το πώς θα εξελιχθεί η τρέχουσα κρίση για την Ουκρανία, η Ρωσία είναι προορισμένη να συγκρουστεί ξανά με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους για το καθεστώς αυτών των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών, εκτός εάν όλα τα μέρη μπορέσουν να συμφωνήσουν σε μια αμοιβαίως αποδεκτή ρύθμιση για την περιφερειακή τάξη.

Αυτό μπορεί να ακούγεται δύσκολο, ειδικά καθώς όλες οι πλευρές φαίνονται διατεθειμένες να [παραμείνουν] αμετακίνητες. Όμως μια πρόσφατη πρωτοβουλία της RAND Corporation και του Ιδρύματος Friedrich Ebert (Friedrich Ebert Foundation) προσφέρει περιορισμένους λόγους αισιοδοξίας. Οι δεξαμενές σκέψεις συγκέντρωσαν μια ομάδα μη κυβερνητικών εμπειρογνωμόνων από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ρωσία, και πέντε μετασοβιετικές ευρασιατικές χώρες και τους ανέθεσαν να χαράξουν μια αμοιβαία αποδεκτή διευθέτηση. Το έγγραφο [3] που παρήγαγαν υποδηλώνει ότι θα μπορούσε να υπάρχει αρκετό κοινό έδαφος για να ξεφύγουμε από τον κύκλο της σύγκρουσης [4].

ΠΡΟΣΕΧΕΤΕ ΤΙ ΕΥΧΕΣΤΕ

Στον άμεσο απόηχο της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης, ήταν κάθε άλλο παρά σαφές ότι οι πρώην δημοκρατίες θα παρέμεναν κυρίαρχα κράτη. Πολλές μονάδες του Κόκκινου Στρατού [που ήταν] ανεπτυγμένες σε αυτές τις χώρες έγιναν ρωσικές στρατιωτικές μονάδες εν μια νυκτί, και αρκετές από αυτές πολέμησαν πλάι στα αυτονομιστικά κινήματα που πήραν τα όπλα ενάντια στις προσφάτως ανεξάρτητες κυβερνήσεις. Οι πρώην δημοκρατίες ήταν επίσης σε μεγάλο βαθμό οικονομικά εξαρτημένες από τη Μόσχα, χάρη στην κληρονομιά της συγκεντρωτικής σοβιετικής οικονομίας. Η Ρωσία ήλεγξε αρχικά όλους τους αγωγούς εξαγωγής υδρογονανθράκων της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που οδηγούσαν στην επικερδή ευρωπαϊκή αγορά. Και οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων στη Μόσχα δυσκολεύτηκαν να προσαρμοστούν στην πραγματικότητα ότι οι ομόλογοί τους στα γειτονικά κράτη ήταν πλέον ισότιμοι κυρίαρχοι βάσει του διεθνούς δικαίου, όχι υποτελή περιφερειακά αφεντικά του κόμματος.

Οι επιπτώσεις για τις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν σαφείς: εκτός και αν επιχειρούσαν να ενδυναμώσουν τους Δυτικούς δεσμούς με την Ουκρανία, την Λευκορωσία, την Γεωργία, το Καζακστάν και τις άλλες επτά μη Βαλτικές δημοκρατίες (η προς δυσμάς τροχιά των δημοκρατιών της Βαλτικής ήταν ήδη σαφής), η Μόσχα θα μπορούσε, με τον καιρό, να ανακατασκευάσει κάποιου τύπου ένωση σε όλο το ευρασιατικό έδαφος. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον, ανέλαβε τα καθήκοντά του, το 1993, σύμφωνα με τον κορυφαίο σύμβουλό του για την Ρωσία, Strobe Talbott, με την πεποίθηση ότι «πρέπει να πείσουμε τους πάντες στην περιοχή ότι “η Ρωσία δεν είναι ο μοναδικός παίκτης στην περιοχή” και ότι οι ΗΠΑ έχουν δεσμευτεί να βοηθήσουν αυτά που αποκαλούσαμε νέα ανεξάρτητα κράτη να επιβιώσουν ώστε να γίνουν παλιά ανεξάρτητα κράτη». Γράφοντας στο Foreign Affairs το επόμενο έτος, ο πρώην Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, Zbigniew Brzezinski, διατύπωσε [6] την πνευματική αρχιτεκτονική αυτής της προσέγγισης: «Ο κεντρικός στόχος μιας ρεαλιστικής και μακροπρόθεσμης μεγάλης στρατηγικής πρέπει να είναι η εδραίωση του γεωπολιτικού πλουραλισμού μέσα στην πρώην Σοβιετική Ένωση».

Διαδοχικές κυβερνήσεις των ΗΠΑ, μαζί με συμμάχους των ΗΠΑ στην Ευρώπη, έκαναν ακριβώς αυτό. Η Ουάσιγκτον πίεσε για νέους αγωγούς που θα έσπαγαν τελικά το εξαγωγικό μονοπώλιο ενέργειας της Ρωσίας και έτσι θα παρείχαν στις χώρες παραγωγής και διέλευσης ανεξάρτητες ροές εσόδων. Παρείχε πολιτική [7] και οικονομική [8] υποστήριξη σε περιφερειακές ομαδοποιήσεις των πρώην δημοκρατιών, όπως η GUAM (Γεωργία, Ουκρανία, Αζερμπαϊτζάν, και Μολδαβία), που απέκλειαν την Ρωσία. Έφερε μια νέα γενιά αξιωματικών του στρατού από αυτά τα κράτη για σπουδές στα στρατιωτικά εκπαιδευτικά ιδρύματα των ΗΠΑ, με την ελπίδα ότι θα επέστρεφαν στην πατρίδα τους με μια λιγότερο ρωσοκεντρική κοσμοθεωρία από τους μεγαλύτερούς τους που είχαν σπουδάσει στη Μόσχα. Υποστήριξε τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ενθαρρύνει αυτά τα κράτη να υιοθετήσουν τα ρυθμιστικά και τεχνικά πρότυπα του μπλοκ, τουλάχιστον για να εκτοπίσουν εν μέρει τα πρότυπα που χρησιμοποιήθηκαν από περιφερειακούς οργανισμούς υπό την ηγεσία της Ρωσίας. Και πάει λέγοντας.

Από τις περισσότερες πλευρές, αυτές οι προσπάθειες ήταν υπερβολικά επιτυχημένες. Μολονότι το φιλορωσικό αίσθημα επιβιώνει σε συγκεκριμένες γωνιές συγκεκριμένων πρωτευουσών, η προοπτική οποιαδήποτε πρώην σοβιετική δημοκρατία να εκχωρήσει εκουσίως την κυριαρχία της πίσω στη Μόσχα είναι περισσότερο από μακρινή. Η Ρωσία δεν είναι ένα ελκυστικό πολιτικό ή οικονομικό μοντέλο για τους ηγέτες της περιοχής. Το μερίδιό της στις εισαγωγές και τις εξαγωγές των περισσότερων πρώην σοβιετικών δημοκρατιών είναι στάσιμο ή σταθερά μειούμενο και το εξαγωγικό μονοπώλιό της στους υδρογονάνθρακες έσπασε πριν από δεκαετίες. Το ταξίδι στην Ευρώπη γίνεται πλέον χωρίς βίζα για τους πολίτες της Γεωργίας, της Μολδαβίας, και της Ουκρανίας. Και η Λευκορωσία, ο κατ’ όνομα στενότερος σύμμαχος της Ρωσίας, έλαβε περισσότερες κατά κεφαλήν βίζες για την ζώνη Σένγκεν της ΕΕ από οποιαδήποτε άλλη μεγάλη χώρα το 2019.

Αλλά οι προσπάθειες που στόχευαν στην ενίσχυση της κυριαρχίας και της ανεξαρτησίας αυτών των κρατών ήταν μερικές φορές δύσκολο να διακριθούν από τις προσπάθειες μείωσης της επιρροής της Ρωσίας στην περιοχή. Είτε έτσι είτε αλλιώς, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν προέβλεψαν την σφοδρότητα με την οποία η Ρωσία θα αντιστεκόταν στην προς δυσμάς στροφή των γειτόνων της. Όπως επέδειξε για πρώτη φορά η Μόσχα, εισβάλλοντας στην Γεωργία το 2008, αυτό που δεν μπορεί να επιτύχει μέσω της πειθούς είναι προετοιμασμένη να το επιβάλει με την βία.

Η προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία το 2014 και η εισβολή στην ανατολική Ουκρανία, και η τρέχουσα κινητοποίηση δυνάμεων στα σύνορα της Ουκρανίας, έχουν καταστήσει σαφές ότι ο ρωσογεωργιανός πόλεμος του 2008 δεν ήταν μια παρέκκλιση. Δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία ότι η Μόσχα είναι πρόθυμη να χρησιμοποιήσει την στρατιωτική της ισχύ για να αποφύγει να περικυκλωθεί από κράτη που συνδέονται στενά με το ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Σε ορισμένες χώρες, όπως η Μολδαβία, το Κρεμλίνο έχει συμβιβαστεί με ένα αποτελεσματικό βέτο για την δυνητική ένταξη [τους] στην ΕΕ ή στο ΝΑΤΟ, υποστηρίζοντας φιλορωσικές αυτονομιστικές περιοχές και πυροδοτώντας εδαφικές διαμάχες που εμποδίζουν την προσχώρηση σε Δυτικά κλαμπ. Σε άλλες [χώρες], όπως η Λευκορωσία, και μόνο η πιθανότητα [των] κάπως πιο φιλοδυτικών δυνάμεων της αντιπολίτευσης να εκδιώξουν το σχετικά ενδοτικό καθεστώς του προέδρου Αλεξάντερ Λουκασένκο, τον Αύγουστο του 2020, ήταν αρκετή για να πυροδοτήσει πτήσεις ρωσικών βομβαρδιστικών πάνω από την χώρα και, σύμφωνα με τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν [9] , κινητοποίηση της εφεδρικής αστυνομίας ταραχών για να συντρίψει τις διαδηλώσεις σε περίπτωση που το Μινσκ έχανε τον έλεγχο. Και φυσικά στην Ουκρανία, ο Πούτιν έχει συγκεντρώσει τώρα τη μεγαλύτερη στρατιωτική συσσώρευση στην Ευρώπη από τον Ψυχρό Πόλεμο και μετά, για να βάλει τέλος στην προσπάθεια του Κιέβου να ενταχθεί στο Δυτικό στρατόπεδο.

Εν ολίγοις, η επιδίωξη του γεωπολιτικού πλουραλισμού αποδείχθηκε ότι είχε κόστος αλλά και οφέλη. Η στρατηγική των ΗΠΑ βοήθησε στην αποτροπή της επανεμφάνισης μιας νεο-Σοβιετικής Ένωσης, αλλά δεν δημιούργησε μια εναλλακτική περιφερειακή αρχιτεκτονική που τόσο η Ρωσία όσο και οι γείτονες της θα μπορούσαν να αποδεχτούν. Ούτε έλαβε υπόψη την προθυμία της Ρωσίας να χρησιμοποιήσει στρατιωτική βία για να σταματήσει τους γείτονές της από το να πλησιάσουν πολύ την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. (Φυσικά, η ωμή προσέγγιση της Ρωσίας προς αυτά τα κράτη τα έκανε ακόμη πιο πρόθυμα να το βάλουν στα πόδια). Η τρέχουσα κρίση για την Ουκρανία είναι η τελευταία και πιο προφανής ένδειξη ότι η συνεχιζόμενη επιδίωξη του γεωπολιτικού πλουραλισμού στη μετασοβιετική Ευρασία θα δημιουργήσει σημαντικούς κινδύνους για τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους —και ειδικά για τους γείτονες της Ρωσίας

Κάποιοι ίσως αντιτείνουν ότι το βασικό πρόβλημα δεν είναι η Δυτική πολιτική αλλά ο ρωσικός νεο-ιμπεριαλισμός. Εάν η Μόσχα μπορούσε να αποδεχτεί ότι οι γείτονές της είναι πλήρως κυρίαρχα κράτη και να τους επιτρέψει να ευθυγραμμιστούν όπως επιλέξουν, δεν θα υπήρχε ζήτημα. Αυτό είναι σίγουρα αλήθεια. Αλλά η Μόσχα σαφώς δεν το βλέπει έτσι [10] και είναι απρόθυμη να αφήσει τους γείτονές της να κάνουν τις δικές τους επιλογές. Αντίθετα, είναι πρόθυμη να πάει σε πόλεμο, να προσαρτήσει εδάφη, και να στηρίξει αυτονομιστές πληρεξούσιους για να διασφαλίσει ότι οι επιλογές αυτών των κρατών είναι περιορισμένες. Κάποιος μπορεί να ελπίζει ότι ο επόμενος ηγέτης της Ρωσίας θα έχει διαφορετική προσέγγιση από αυτή του Πούτιν. Αλλά η ελπίδα δεν αποτελεί στρατηγική, και εν τω μεταξύ, ο ρωσικός στρατός μπορεί κάλλιστα να αναλάβει ενέργειες στην Ουκρανία που θα δένουν τα χέρια του διαδόχου του Πούτιν.

ΦΑΝΤΑΖΟΜΕΝΟΙ ΜΙΑ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ

Ανεξάρτητα από το πώς θα επιλυθεί αυτή η τρέχουσα κρίση, η άμεση γειτονιά της Ρωσίας θα συνεχίσει να είναι ένα σημείο ανάφλεξης, εκτός και αν η Ρωσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, και οι χώρες της μετασοβιετικής Ευρασίας —ιδίως αυτές οι έξι που στριμώχνονται μεταξύ Ρωσίας και Ευρώπης: η Ουκρανία, η Λευκορωσία, η Μολδαβία, η Αρμενία, η Γεωργία, και το Αζερμπαϊτζάν— μπορέσουν να καταλήξουν σε μια ευρεία συμφωνία σχετικά με τις νόρμες, τους θεσμούς, και τους κανόνες που θα πρέπει να διέπουν τις αλληλεπιδράσεις των κρατών στην περιοχή. Ακόμα κι αν η ΕΕ και το ΝΑΤΟ ήταν προετοιμασμένοι να προσφέρουν πλήρη ένταξη στα μετασοβιετικά κράτη -και δεν είναι- το να συνεχίζουν με την τρέχουσα προσέγγιση διακινδυνεύει [την εκδήλωση] επανειλημμένων ρωσικών επιθέσεων εναντίον τους με τη μια ή την άλλη μορφή. Μια αμοιβαίως συμφωνηθείσα εναλλακτική λύση θα ωφελούσε όλα τα μέρη. Η πρόκληση είναι να φανταστεί κάποιος ποια θα μπορούσε να είναι αυτή η εναλλακτική.

Σε μια προσπάθεια να κάνουν ακριβώς αυτό, η RAND Corporation και το Ίδρυμα Friedrich Ebert ζήτησαν από μια ομάδα μη κυβερνητικών εμπειρογνωμόνων από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρώπη, την Ρωσία, και πέντε μετασοβιετικές ευρασιατικές χώρες να διευθετήσουν μια αμοιβαία αποδεκτή περιφερειακή συμφωνία. Όλοι οι συμμετέχοντες, συμπεριλαμβανομένου εμού, ενεργούσαν με την ιδιότητα των ιδιωτών και έτσι είχαν την δυνατότητα να τολμήσουν να πάνε πέρα από τα όρια των πολιτικών της χώρας τους. Ωστόσο, όλοι έπρεπε ακόμη να λάβουν υπόψη την δυνητική υποδοχή οποιασδήποτε προτεινόμενης συμφωνίας στην πατρίδα. Το έγγραφο [11] που συντάξαμε ήταν εξ ορισμού ένας συμβιβασμός που δεν αντικατόπτριζε πλήρως τις απόψεις κανενός μεμονωμένου συγγραφέα ή δεν ικανοποιούσε πλήρως τους μαξιμαλιστικούς στόχους οποιασδήποτε χώρας, αλλά θα μπορούσε επομένως να υποδείξει το πού θα μπορούσε να οδηγήσει μια πολυμερής διαπραγμάτευση.

Δεν ήταν εύκολο να ενώσουμε μια ομάδα που περιελάμβανε συγγραφείς από χώρες όπως η Ρωσία και η Ουκρανία, που ουσιαστικά βρίσκονται σε πόλεμο. Αλλά τελικά καταλήξαμε σε μια συνολική πρόταση για μια αναθεωρημένη περιφερειακή τάξη [πραγμάτων] που καλύπτει την ασφάλεια, τις περιφερειακές συγκρούσεις, και την οικονομική ολοκλήρωση. Η πρότασή μας θα δημιουργούσε ένα νέο συμβουλευτικό σώμα για την εμπλοκή των μεγάλων δυνάμεων στην περιφερειακή ασφάλεια, νέους κανόνες για την συμπεριφορά του ΝΑΤΟ και του, υπό την ηγεσία της Ρωσίας, Οργανισμού της Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας (Collective Security Treaty Organization) προς τα μη μέλη (όπως η μη αμφισβήτηση της νομιμοποίησης του άλλου και των σημερινών μελών του), και την προσφορά πολυμερών εγγυήσεων ασφάλειας και άλλων μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης σε αδέσμευτα κράτη. Θα διευκόλυνε το αυξημένο πολυκατευθυντικό εμπόριο εντός της περιοχής˙ θα καθιέρωνε τον τακτικό διάλογο μεταξύ της ΕΕ, της, υπό την ηγεσία της Ρωσίας, Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης (Eurasian Economic Union, ΕΑΕU) και των μη μελών αυτών των εμπορικών μπλοκ˙ και θα θέσπιζε νέους κανόνες για την αποφυγή μελλοντικών κρίσεων. Τέλος, το σχέδιό μας θα παρείχε μηχανισμούς και διαδικασίες για την άμεση βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των ανθρώπων που ζουν σε ζώνες περιφερειακών συγκρούσεων και τελικά την πρόοδο προς αμοιβαία συμφωνηθείσες διευθετήσεις.

Η προσέγγισή μας αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι οι διαφωνίες για την ασφάλεια, τις περιφερειακές συγκρούσεις, και την περιφερειακή ολοκλήρωση είναι όλες αλληλένδετες. Για παράδειγμα, οι αυτονομιστικές συγκρούσεις της Γεωργίας θα έπρεπε να αντιμετωπιστούν με έναν αμοιβαία αποδεκτό τρόπο, εάν η Τιφλίδα επρόκειτο να εξετάσει ένα καθεστώς αδεσμεύτου. Και αντιστρόφως, αυτές οι συγκρούσεις θα παραμείνουν ανεπίλυτες αν δεν υπάρξει κίνηση προς μια κοινή προσέγγιση για το περιφερειακό καθεστώς ασφάλειας. Οι διαφωνίες για αυτά τα ζητήματα δεν μπορούν να διαχωριστούν, και επομένως οι λύσεις πρέπει να συνδυαστούν.

Για να δείτε πώς μπορεί να λειτουργήσει αυτό στην πράξη, αναλογιστείτε την δυσκολότερη και πιο σχετική περίπτωση για σήμερα: την Ουκρανία. Σε αντάλλαγμα για την οικειοθελή υιοθέτηση ενός καθεστώτος αδεσμεύτου, το Κίεβο θα μπορούσε να λάβει τόσο πολυμερείς εγγυήσεις ασφάλειας όσο και ρωσικές δεσμεύσεις για στρατιωτική αυτοσυγκράτηση, συμπεριλαμβανομένης της περιοχής των συνόρων. Η Ρωσία και η Δύση θα πραγματοποιούσαν τακτικές διαβουλεύσεις για θέματα ασφάλειας και, κυρίως, θα δεσμεύονταν να επιδιώξουν αμοιβαία συναίνεση πριν κάνουν αλλαγές στην περιφερειακή αρχιτεκτονική ασφάλειας. Θα δεσμεύονταν να σεβαστούν το αδέσμευτο της Ουκρανίας. Οι τρέχουσες διαπραγματεύσεις για την περιοχή της Ντονμπάς, στη νοτιοανατολική Ουκρανία, θα είχαν επιταχυνθεί σημαντικά ως μέρος μιας νέας διεθνούς δέσμευσης για την διευθέτηση της σύγκρουσης. Και εκτός από την τρέχουσα συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την ΕΕ, η Ουκρανία θα επωφελείτο από την αποκατάσταση του εμπορίου με την Ρωσία (που τώρα παρεμποδίζεται από τις τιμωρητικές κυρώσεις της Μόσχας) και την δημιουργία ενός μηχανισμού τριμερούς διαβούλευσης με την ΕΕ και την EAEU. Αυτές οι διευθετήσεις θα παρείχαν πολύ μεγαλύτερη ασφάλεια, σταθερότητα, και ευημερία στην Ουκρανία από το status quo -ακόμα κι αν η Ρωσία δεν απειλούσε με επικείμενη εισβολή.

ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΜΕ ΠΑΡΩΠΙΔΕΣ

Φυσικά, δεν θα καλωσόριζαν όλοι μια τέτοια εναλλακτική ρύθμιση, και αυτή η κρίση το έχει κάνει ακόμη λιγότερο πιθανό. Πολλοί θεωρούν την αναζήτηση αμοιβαίας συμφωνίας για μια σταθερή περιφερειακή τάξη [πραγμάτων] ως ισοδύναμη με κατευνασμό. Αυτή η άποψη έχει ως αποτέλεσμα να καταπνίγεται ο διάλογος και να τερματίζονται οι συζητήσεις για εναλλακτικές. Δεν είναι ίσως αναπάντεχο ότι η πρότασή μας δεν αντιμετωπίζει ανταγωνισμό στην αγορά των ιδεών. Ωστόσο, τόσο οι Ρώσοι όσο και οι Δυτικοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι με τους οποίους συζητήσαμε την πρότασή μας —η οποία γράφτηκε πριν από την τρέχουσα κρίση— έδειξαν ότι είχαν μικρό κίνητρο για συμβιβασμό. Κάθε πλευρά πίστευε ότι είχε το μακροπρόθεσμο πλεονέκτημα έναντι της άλλης στην περιοχή. Οι πρώτοι μπορούσαν να βασιστούν στην ευνοϊκή ισορροπία στρατιωτικής ισχύος, ενώ οι δεύτεροι θεωρούσαν την δύναμη έλξης τους ως ασταμάτητη. Όσοι ήταν από κράτη που βρίσκονται στο ενδιάμεσο ήταν τρομοκρατημένοι από την πόλωση των συζητήσεων στις χώρες τους για αυτά τα ζητήματα και από την αντιληπτή αδυναμία τους να επηρεάσουν τις αποφάσεις των μεγάλων δυνάμεων. Ένας πρώην ανώτερος Ουκρανός αξιωματούχος μάς είπε ότι φοβόταν ότι η πρότασή μας θα εξεταζόταν μόνο «μετά από μια μεγάλη καταστροφή». Ωστόσο, συναντήσαμε πολλούς -τόσο εντός όσο και εκτός κυβέρνησης- που αναγνώρισαν ότι το status quo δεν εξυπηρετεί κανέναν και ήταν πρόθυμοι να εξετάσουν εναλλακτικές όπως η δική μας.

Η Ευρώπη μπορεί κάλλιστα να βρίσκεται στο χείλος μιας μεγάλης καταστροφής. Ανεξάρτητα από το τι κάνει η ρωσική κυβέρνηση με την τεράστια δύναμη που έχει συγκεντρώσει γύρω από την Ουκρανία, ο Πούτιν έχει καταστήσει σαφές ότι η φθίνουσα επιρροή της Ρωσίας στην αυλή της είναι πλέον πρόβλημα για όλους τους άλλους. Η προθυμία της Μόσχας να χρησιμοποιήσει βία για να εμποδίσει τους γείτονές της να παρασυρθούν στην Δυτική τροχιά, σημαίνει ότι η συνεχιζόμενη επιδίωξη του γεωπολιτικού πλουραλισμού στη μετασοβιετική Ευρασία από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους, θα μπορούσε κάλλιστα να οδηγήσει σε μεγαλύτερη ανασφάλεια και δυστυχία για τα κράτη της περιοχής ή ακόμα και σε περαιτέρω διαμελισμούς τους. Ο πλουραλισμός λειτουργεί στο εσωτερικό μιας χώρας όταν υπάρχουν θεσμοί και κανόνες που διέπουν τον ανταγωνισμό μεταξύ διαφορετικών συμφερόντων. Στη μετασοβιετική Ευρασία, υπάρχει μεγάλος γεωπολιτικός ανταγωνισμός, αλλά όχι συμφωνηθέντες θεσμοί ή κανόνες που διέπουν αυτόν τον ανταγωνισμό. Έως ότου η Ρωσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρώπη, και τα κράτη που είναι εγκλωβισμένα ανάμεσά τους καταλήξουν σε συναίνεση για μια αναθεωρημένη περιφερειακή τάξη [πραγμάτων], η μετασοβιετική Ευρασία θα παραμείνει πηγή αστάθειας και σύγκρουσης. Η πρότασή μας δείχνει ότι μια τέτοια συναίνεση μπορεί ακόμη να είναι πιθανή.

Σύνδεσμοι:
[1]https://www.routledge.com/Everyone-Loses-The-Ukraine-Crisis-and-the-Ruinous-Contest-for-Post-Soviet/Charap-Colton/p/book/9781138633087
[2]https://www.foreignaffairs.com/articles/russia-fsu/2021-04-01/vladimir-putin-russias-weak-strongman
[3]https://www.rand.org/pubs/conf_proceedings/CF410.html
[4]https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-09-27/kremlins-strange-victory
[5]https://www.amazon.com/Russia-Hand-Memoir-Presidential-Diplomacy/dp/0812968468
[6]https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/1994-03-01/premature-partnership
[7]https://guam-organization.org/en/guam-us-framework-program-of-trade-and-transport-facilitation-ensuring-border-and-customs-control-combating-terrorism-organized-crime-and-drug-trafficking/
[8]https://2009-2017.state.gov/p/eur/rls/rpt/eurasiafy07/116185.htm
[9]https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2020-06-09/pinning-down-putin
[10]https://www.foreignaffairs.com/articles/russia-fsu/2021-06-14/how-biden-should-deal-putin
[11]https://www.rand.org/pubs/conf_proceedings/CF410.html

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/russia-fsu/2022-02-07/how-break-...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition