Πώς θα σπάσει ο κύκλος της σύγκρουσης με την Ρωσία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς θα σπάσει ο κύκλος της σύγκρουσης με την Ρωσία

Η αναζήτηση συναίνεσης δεν είναι κατευνασμός –είναι πραγματισμός
Περίληψη: 

Στη μετασοβιετική Ευρασία, υπάρχει μεγάλος γεωπολιτικός ανταγωνισμός, αλλά όχι συμφωνηθέντες θεσμοί ή κανόνες που διέπουν αυτόν τον ανταγωνισμό. Έως ότου η Ρωσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρώπη, και τα κράτη που είναι εγκλωβισμένα ανάμεσά τους καταλήξουν σε συναίνεση για μια αναθεωρημένη περιφερειακή τάξη, η μετασοβιετική Ευρασία θα παραμείνει πηγή αστάθειας και σύγκρουσης.

Ο SAMUEL CHARAP είναι Ανώτερος Πολιτικός Επιστήμονας στην RAND Corporation και συν-συγγραφέας με τον Timothy J. Colton του βιβλίου με τίτλο Everyone Loses: The Ukraine Crisis and the Ruinous Contest for Post-Soviet Eurasia [1].

Κρίνοντας από τις πρόσφατες εξελίξεις γύρω από την Ουκρανία, η μεταψυχροπολεμική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών όσον αφορά τους γείτονες της Ρωσίας ίσως φαίνεται σαν αποτυχία. Η Μόσχα έχει αναπτύξει περισσότερους από 100.000 στρατιώτες στα ουκρανικά σύνορα και οι προσπάθειες των ΗΠΑ να αποκλιμακώσουν την κατάσταση μέχρι στιγμής έχουν αποτύχει. Όμως, η πιο σοβαρή κρίση ασφάλειας της Ευρώπης εδώ και δεκαετίες δεν είναι το αποτέλεσμα της αποτυχίας της Ουάσιγκτον να επιτύχει τους βασικούς της στόχους στην περιοχή, αλλά, παραδόξως, ένα σύμπτωμα της τεράστιας επιτυχίας της.

08022022-1.jpg

Μια στρατιωτική παρέλαση στη Μόσχα, τον Μάιο του 2014. Dai Tianfang / Xinhua / eyevine / Redux
-------------------------------------

Από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και μετά, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επιχειρήσει να ενισχύσουν την κυριαρχία των κάποτε αποκαλούμενων «νέων ανεξάρτητων κρατών», διασφαλίζοντας έτσι ότι μια νέα ευρασιατική υπερδύναμη δεν θα αναδυθεί από τα συντρίμμια της Σοβιετικής Ένωσης. Ενθαρρύνοντας αυτές τις χώρες να σφυρηλατήσουν βαθύτερους δεσμούς με την Δύση -και να αποδυναμώσουν τους δεσμούς τους με τη Μόσχα- η Ουάσιγκτον ήλπιζε να ενδυναμώσει την ανεξαρτησία τους.

Αλλά η στρατηγική της Ουάσιγκτον ίσως έχει λειτουργήσει υπερβολικά καλά. Πολλές πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, και ειδικά η Ουκρανία, θέλουν τώρα να ενταχθούν στο Δυτικό στρατόπεδο —και η Ρωσία προετοιμάζεται να πάει σε πόλεμο [2] για να τις σταματήσει. Ανεξάρτητα από το πώς θα εξελιχθεί η τρέχουσα κρίση για την Ουκρανία, η Ρωσία είναι προορισμένη να συγκρουστεί ξανά με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους για το καθεστώς αυτών των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών, εκτός εάν όλα τα μέρη μπορέσουν να συμφωνήσουν σε μια αμοιβαίως αποδεκτή ρύθμιση για την περιφερειακή τάξη.

Αυτό μπορεί να ακούγεται δύσκολο, ειδικά καθώς όλες οι πλευρές φαίνονται διατεθειμένες να [παραμείνουν] αμετακίνητες. Όμως μια πρόσφατη πρωτοβουλία της RAND Corporation και του Ιδρύματος Friedrich Ebert (Friedrich Ebert Foundation) προσφέρει περιορισμένους λόγους αισιοδοξίας. Οι δεξαμενές σκέψεις συγκέντρωσαν μια ομάδα μη κυβερνητικών εμπειρογνωμόνων από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ρωσία, και πέντε μετασοβιετικές ευρασιατικές χώρες και τους ανέθεσαν να χαράξουν μια αμοιβαία αποδεκτή διευθέτηση. Το έγγραφο [3] που παρήγαγαν υποδηλώνει ότι θα μπορούσε να υπάρχει αρκετό κοινό έδαφος για να ξεφύγουμε από τον κύκλο της σύγκρουσης [4].

ΠΡΟΣΕΧΕΤΕ ΤΙ ΕΥΧΕΣΤΕ

Στον άμεσο απόηχο της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης, ήταν κάθε άλλο παρά σαφές ότι οι πρώην δημοκρατίες θα παρέμεναν κυρίαρχα κράτη. Πολλές μονάδες του Κόκκινου Στρατού [που ήταν] ανεπτυγμένες σε αυτές τις χώρες έγιναν ρωσικές στρατιωτικές μονάδες εν μια νυκτί, και αρκετές από αυτές πολέμησαν πλάι στα αυτονομιστικά κινήματα που πήραν τα όπλα ενάντια στις προσφάτως ανεξάρτητες κυβερνήσεις. Οι πρώην δημοκρατίες ήταν επίσης σε μεγάλο βαθμό οικονομικά εξαρτημένες από τη Μόσχα, χάρη στην κληρονομιά της συγκεντρωτικής σοβιετικής οικονομίας. Η Ρωσία ήλεγξε αρχικά όλους τους αγωγούς εξαγωγής υδρογονανθράκων της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που οδηγούσαν στην επικερδή ευρωπαϊκή αγορά. Και οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων στη Μόσχα δυσκολεύτηκαν να προσαρμοστούν στην πραγματικότητα ότι οι ομόλογοί τους στα γειτονικά κράτη ήταν πλέον ισότιμοι κυρίαρχοι βάσει του διεθνούς δικαίου, όχι υποτελή περιφερειακά αφεντικά του κόμματος.

Οι επιπτώσεις για τις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν σαφείς: εκτός και αν επιχειρούσαν να ενδυναμώσουν τους Δυτικούς δεσμούς με την Ουκρανία, την Λευκορωσία, την Γεωργία, το Καζακστάν και τις άλλες επτά μη Βαλτικές δημοκρατίες (η προς δυσμάς τροχιά των δημοκρατιών της Βαλτικής ήταν ήδη σαφής), η Μόσχα θα μπορούσε, με τον καιρό, να ανακατασκευάσει κάποιου τύπου ένωση σε όλο το ευρασιατικό έδαφος. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον, ανέλαβε τα καθήκοντά του, το 1993, σύμφωνα με τον κορυφαίο σύμβουλό του για την Ρωσία, Strobe Talbott, με την πεποίθηση ότι «πρέπει να πείσουμε τους πάντες στην περιοχή ότι “η Ρωσία δεν είναι ο μοναδικός παίκτης στην περιοχή” και ότι οι ΗΠΑ έχουν δεσμευτεί να βοηθήσουν αυτά που αποκαλούσαμε νέα ανεξάρτητα κράτη να επιβιώσουν ώστε να γίνουν παλιά ανεξάρτητα κράτη». Γράφοντας στο Foreign Affairs το επόμενο έτος, ο πρώην Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, Zbigniew Brzezinski, διατύπωσε [6] την πνευματική αρχιτεκτονική αυτής της προσέγγισης: «Ο κεντρικός στόχος μιας ρεαλιστικής και μακροπρόθεσμης μεγάλης στρατηγικής πρέπει να είναι η εδραίωση του γεωπολιτικού πλουραλισμού μέσα στην πρώην Σοβιετική Ένωση».

Διαδοχικές κυβερνήσεις των ΗΠΑ, μαζί με συμμάχους των ΗΠΑ στην Ευρώπη, έκαναν ακριβώς αυτό. Η Ουάσιγκτον πίεσε για νέους αγωγούς που θα έσπαγαν τελικά το εξαγωγικό μονοπώλιο ενέργειας της Ρωσίας και έτσι θα παρείχαν στις χώρες παραγωγής και διέλευσης ανεξάρτητες ροές εσόδων. Παρείχε πολιτική [7] και οικονομική [8] υποστήριξη σε περιφερειακές ομαδοποιήσεις των πρώην δημοκρατιών, όπως η GUAM (Γεωργία, Ουκρανία, Αζερμπαϊτζάν, και Μολδαβία), που απέκλειαν την Ρωσία. Έφερε μια νέα γενιά αξιωματικών του στρατού από αυτά τα κράτη για σπουδές στα στρατιωτικά εκπαιδευτικά ιδρύματα των ΗΠΑ, με την ελπίδα ότι θα επέστρεφαν στην πατρίδα τους με μια λιγότερο ρωσοκεντρική κοσμοθεωρία από τους μεγαλύτερούς τους που είχαν σπουδάσει στη Μόσχα. Υποστήριξε τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ενθαρρύνει αυτά τα κράτη να υιοθετήσουν τα ρυθμιστικά και τεχνικά πρότυπα του μπλοκ, τουλάχιστον για να εκτοπίσουν εν μέρει τα πρότυπα που χρησιμοποιήθηκαν από περιφερειακούς οργανισμούς υπό την ηγεσία της Ρωσίας. Και πάει λέγοντας.