Οι εισβολές δεν είναι μεταδοτικές | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι εισβολές δεν είναι μεταδοτικές

Ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία δεν προμηνύει μια κινεζική επίθεση στην Ταϊβάν

Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους ήταν επιφυλακτικοί στην απάντησή τους στην Ρωσία, είναι πιθανό να είναι ακόμη πιο συγκρατημένοι όταν θα απαντήσουν στην Κίνα —και το Πεκίνο το γνωρίζει. Η ικανότητα της Κίνας να ανταποδώσει στην Δύση με δικές της οικονομικές κυρώσεις είναι πολύ μεγαλύτερη από εκείνη της Ρωσίας. Η Σιγκαπούρη, η οποία ανακοίνωσε εμπορικούς και τραπεζικούς περιορισμούς κατά της Μόσχας, εμπορεύεται αγαθά περίπου 2,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων με την Ρωσία κάθε χρόνο —αλλά αγαθά αξίας 57 δισεκατομμυρίων δολαρίων με την Κίνα. Οι ηγέτες της Κίνας πιθανώς δεν φοβούνται οικονομικές κυρώσεις υπό την ηγεσία των ΗΠΑ σε περίπτωση κατάληψης της Ταϊβάν, επειδή μάλλον πιστεύουν ότι η παραγωγική ικανότητα, οι πόροι, και οι φιλικοί εταίροι της Κίνας θα τους επιτρέψουν να επιβιώσουν από μόνοι τους, ειδικά καθώς η Κίνα σύντομα θα γίνει η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Μάλλον έχουν δίκιο. Η Κίνα θα μπορούσε να απορροφήσει τα είδη των κυρώσεων που επιβάλλονται στην Ρωσία. Και δεδομένης της ικανότητας της Κίνας να προκαλεί πόνο στις Δυτικές χώρες, οποιαδήποτε μέτρα επιβληθούν κατά του Πεκίνου θα ήταν πιθανώς πιο ήπια από εκείνα που επιβλήθηκαν στη Μόσχα.

Η ΤΑΪΒΑΝ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΥΚΡΑΝΙΑ

Η Δυτική στρατιωτική απάντηση στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία θα έχει ακόμη μικρότερο αντίκτυπο από τις κυρώσεις στο σκεπτικό της Κίνας για την Ταϊβάν. Είναι αλήθεια ότι ούτε οι Ηνωμένες Πολιτείες ούτε το ΝΑΤΟ έχουν αναπτύξει στρατεύματα για να πολεμήσουν για λογαριασμό της Ουκρανίας. Και η στρατιωτική αρωγή των ΗΠΑ στην Ουκρανία ήταν περιορισμένη: στα τέλη του περασμένου μήνα, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έδωσε οδηγίες στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ να απελευθερώσει για την Ουκρανία επιπλέον [4] όπλα αξίας 350 εκατομμυρίων δολαρίων από τα αμερικανικά αποθέματα.

Αλλά η Ρωσία θα έπρεπε να εισβάλει σε έναν σύμμαχο του ΝΑΤΟ χωρίς να προκαλέσει μια στρατιωτική απάντηση των ΗΠΑ, ώστε οι Κινέζοι ηγέτες να αμφισβητήσουν σοβαρά την δέσμευση της Ουάσιγκτον να υπερασπιστεί την Ταϊβάν. Ο Μπάιντεν έχει καταστήσει σαφές από την αρχή της κρίσης ότι η κυβέρνησή του δεν θα στείλει ποτέ στρατεύματα στην Ουκρανία -μια έντονη αντίθεση με την ρητορική του για την Ταϊβάν. Μόλις την περασμένη εβδομάδα, ο Μπάιντεν δήλωσε [5] κατηγορηματικά ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα υπερασπίζονταν την Ταϊβάν σε περίπτωση κινεζικής επίθεσης. Ως ένδειξη υποστήριξης, έστειλε επίσης στο νησί μια αντιπροσωπεία [6] πρώην αξιωματούχων των ΗΠΑ με επικεφαλής τον Mike Mullen, πρώην Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου.

Σε κάθε περίπτωση, οι Κινέζοι σχεδιαστές υποθέτουν σε μεγάλο βαθμό [7] ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επενέβαιναν στρατιωτικά για λογαριασμό της Ταϊβάν. Εκείνο που μερικοί από αυτούς αμφισβητούν είναι εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να συσσωρεύσουν αρκετές δυνάμεις αρκετά γρήγορα για να αμβλύνουν μια κινεζική επίθεση στο νησί. Κατά ειρωνικό τρόπο, εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν εξαπολύσει μια στρατιωτική επιχείρηση ως απάντηση στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι Κινέζοι ηγέτες θα είχαν περαιτέρω λόγους να αμφισβητήσουν την ικανότητα της Ουάσιγκτον να αποτρέψει μια κινεζική επίθεση στην Ταϊβάν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν τους πόρους για να πολεμήσουν τους Ρώσους στην Ευρώπη και να προετοιμαστούν επαρκώς για έναν πόλεμο μεγάλων δυνάμεων στην Ασία.

Φυσικά, αυτά τα γεγονότα δεν έχουν εμποδίσει την Κίνα να προσπαθήσει να χειραγωγήσει το αφήγημα για να υπονομεύσει την αποφασιστικότητα της Ταϊβάν. Τα κινεζικά κρατικά media έχουν πληθώρα ρεπορτάζ [8] σχετικά με το πώς οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν προσέτρεξαν για βοήθεια στην Ουκρανία και ως εκ τούτου δεν θα προστρέξουν [ούτε για βοήθεια] στην Ταϊβάν. Όπως πολλά από όσα εμφανίζονται στα κινεζικά κρατικά media, ωστόσο, ετούτα τα ρεπορτάζ αντικατοπτρίζουν αυτό που οι Κινέζοι ηγέτες θέλουν να πιστέψει ο κόσμος -όχι αυτό που πιστεύουν οι ίδιοι.

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΣΤΙΓΜΗ

Χωρίς αμφιβολία, οι Κινέζοι ηγέτες εξετάζουν μια επίθεση στην Ταϊβάν, αλλά τώρα δεν είναι η κατάλληλη στιγμή. Ο στρατός της Κίνας εξακολουθεί να τελειοποιεί τις ικανότητες που θα χρειαζόταν για να καταλάβει και να κρατήσει το νησί. Και ο Σι είναι απίθανο να βάλει ένα επικίνδυνο στοίχημα για την Ταϊβάν πριν από το επόμενο Συνέδριο του Κόμματος (Party Congress) στα τέλη του 2022, όταν αναμένεται ευρέως να εξασφαλίσει μια τρίτη θητεία ως γενικός γραμματέας του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Ο Σι εργάζεται επίσης σκληρά [9] για να μειώσει την τεχνολογική εξάρτηση της Κίνας από την Δύση, ελαχιστοποιώντας έτσι τον αντίκτυπο από οποιαδήποτε περαιτέρω αποσύνδεση, μετά από έναν πιθανό πόλεμο. Για όλους αυτούς τους λόγους, μια επίθεση στην Ταϊβάν πριν από το 2025 είναι απίθανη.

Αν μη τι άλλο, η κρίση στην Ουκρανία δημιουργεί ένα επιπλέον κίνητρο για την Κίνα να περιμένει. Το Πεκίνο δεν θέλει να εξισώσει ο κόσμος τα δύο σενάρια. Από την οπτική γωνία της Κίνας [10], η Ουκρανία είναι μια ανεξάρτητη χώρα που εμπλέκεται σε μια συνοριακή διαμάχη με την Ρωσία. Η Ταϊβάν, αντίθετα, «ήταν πάντα απαράγραπτο μέρος του εδάφους της Κίνας», όπως το έθεσε στα τέλη του περασμένου μήνα ο πρεσβευτής της Κίνας στην Ένωση Εθνών της Νοτιοανατολικής Ασίας (Association of Southeast Asian Nations), DengXijun [11]. Με άλλα λόγια, η σύνδεση των δύο ζητημάτων θα υπονόμευε τις αξιώσεις της Κίνας στο νησί.

Η Κίνα κατανοεί επίσης ότι το να κινηθεί τώρα εναντίον της Ταϊβάν θα παγίωνε τους φόβους στην Δύση για έναν άξονα αυταρχικών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ίσως να μην έχουν την αποφασιστικότητα να πολεμήσουν έναν παρατεταμένο πόλεμο για να υπερασπιστούν την Ταϊβάν. Αλλά [αν ευρίσκετο] ξαφνικά αντιμέτωπη με την ανάγκη να υπερασπιστεί την ελευθερία και την δημοκρατία εναντίον μιας αυταρχικής συμμαχίας, η Ουάσιγκτον θα μπορούσε να συγκεντρώσει μεγαλύτερη στρατιωτική απάντηση και να πείσει τους συμμάχους της να κάνουν το ίδιο. Εν μέρει γι’ αυτόν τον λόγο, η Κίνα προσπάθησε απεγνωσμένα να διατηρήσει κάποιο ίχνος ουδετερότητας κατά την διάρκεια της ουκρανικής κρίσης.