Το ουκρανικό δίλημμα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το ουκρανικό δίλημμα

Μπορεί η Δύση να σώσει το Κίεβο χωρίς να αρχίσει έναν πόλεμο με την Ρωσία;

Τους μήνες που προηγήθηκαν της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, καθώς οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ προειδοποιούσαν ότι ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, σχεδίαζε επίθεση, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους επιδίωξαν δύο διαδοχικές στρατηγικές. Πρώτα, προσπάθησαν να ελέγξουν την κλιμάκωση. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, δεσμεύτηκε έγκαιρα και σταθερά να μην στείλει δυνάμεις των ΗΠΑ στην Ουκρανία προκειμένου να μειωθεί η πιθανότητα ενός ολοκληρωτικού πολέμου με την Ρωσία. Στην συνέχεια, στράφηκε σε μια στρατηγική διπλωματίας καταναγκασμού, συνδυάζοντας τις απειλές με τα κίνητρα. Ο Μπάιντεν προειδοποίησε για σοβαρές οικονομικές συνέπειες εάν ο Πούτιν επιτίθετο και προσφέρθηκε να διαπραγματευθεί με την Ρωσία για τις ανησυχίες ασφαλείας της.

10032022-1.jpg

Μαχητές στην [πόλη] Zhytomyr, στην Ουκρανία, τον Μάρτιο του 2022. ViacheslavRatynskyi / Reuters
--------------------------------------------------

Αυτή η στρατηγική απέτυχε την στιγμή που τα ρωσικά τανκς διέσχισαν τα ουκρανικά σύνορα. Τώρα, καθώς οι ρωσικές δυνάμεις επιτίθενται, πλησιάζοντας στο Κίεβο, οι Δυτικοί πολιτικοί έχουν δύο ανταγωνιστικούς στόχους. Από τη μια πλευρά, θέλουν να κάνουν τα πάντα εκτός από τo να δεσμεύσουν στρατιωτική ισχύ για να βοηθήσουν την Ουκρανία να επιβιώσει από την βάναυση και αναιτιολόγητη επίθεση της Ρωσίας. Από την άλλη πλευρά, θέλουν να αποτρέψουν έναν πόλεμο πλήρους κλίμακας μεταξύ της Ρωσίας και του ΝΑΤΟ. Αυτό που κάνει την πρόκληση τόσο δύσκολη είναι ότι όσα περισσότερα κάνουν για να επιτύχουν τον έναν στόχο, τόσο λιγότερο πιθανό είναι να επιτύχουν τον άλλο. Τα ανταλλάγματα είναι ο κανόνας στην εξωτερική πολιτική, αλλά σπανίως η επιλογή είναι τόσο ξεκάθαρη όσο στην Ουκρανία. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι τα μέλη του ΝΑΤΟ αγωνίζονται να βρουν μια ισορροπία.

Αναλογιστείτε το ζήτημα μιας ζώνης απαγόρευσης πτήσεων, την οποία ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ζήτησε επειγόντως να επιβάλλει το ΝΑΤΟ πάνω από την χώρα του. Μια ζώνη απαγόρευσης πτήσεων θα βοηθούσε σημαντικά τις καταπολεμούμενες δυνάμεις της Ουκρανίας, αλλά θα αύξανε, επίσης, τις πιθανότητες οι ρωσικές δυνάμεις να επιτίθεντο ακούσια ή εσκεμμένα σε αεροσκάφη του ΝΑΤΟ, ο οποίος είναι ο λόγος που τα μέλη της συμμαχίας την έχουν αποκλείσει. Με άλλα λόγια, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους αντιμετωπίζουν ένα σκληρό δίλημμα: πώς μπορούν να προστατεύσουν την Ουκρανία και να απωθήσουν την ρωσική επιθετικότητα, αλλά να αποφύγουν έναν πόλεμο με την Ρωσία, μια χώρα που διαθέτει το μεγαλύτερο οπλοστάσιο πυρηνικών όπλων του κόσμου;

ΒΓΑΙΝΟΝΤΑΣ ΕΚΤΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ

Καθώς οι επιθέσεις στην Ουκρανία συνεχίζονται, είναι πολύ εύκολο να φανταστούμε σενάρια στα οποία το ΝΑΤΟ και η Ρωσία βρίσκονται σε μια άμεση σύγκρουση που καμία πλευρά δεν θέλει. Ένας δρόμος προς την κλιμάκωση περιλαμβάνει τα κονβόι που εισέρχονται από την Πολωνία και την Ρουμανία για να ανεφοδιάσουν τις ουκρανικές δυνάμεις με αντιαρματικά και αντιαεροπορικά όπλα. Η Ρωσία θα μπορούσε να επιτεθεί σε αυτά τα κονβόι προκειμένου να εμποδίσει την ροή στρατιωτικών προμηθειών που κάνουν σημαντική διαφορά στο πεδίο της μάχης. Μολονότι δεν είναι το ίδιο το ΝΑΤΟ που οργανώνει αυτές τις αποστολές, αλλά μάλλον μεμονωμένα μέλη, το ΝΑΤΟ είναι ένας οργανισμός συλλογικής ασφάλειας. Μια επίθεση εναντίον οποιουδήποτε μέλους του ΝΑΤΟ είναι επίθεση εναντίον όλων. Φανταστείτε [τι [θα συνέβαινε] εάν ένα ρωσικό μαχητικό βομβάρδιζε γαλλικό στρατιωτικό εξοπλισμό που εκφορτώνετο σε μια βάση στην Ρουμανία. Θα δικαιολογούσε μια τέτοια επίθεση την επίκληση του Άρθρου 5, της δέσμευσης για συλλογική άμυνα στην Χάρτα του ΝΑΤΟ; Αυτή η υπόθεση δεν έχει δοκιμαστεί, αλλά αν οι ηγέτες του ΝΑΤΟ συμπέραιναν ότι μια τέτοια επίθεση αιτιολογούσε την συλλογική άμυνα, τότε το ΝΑΤΟ και η Ρωσία θα βρίσκονταν σε πόλεμο.

Ακόμη πιο ανησυχητικά είναι τα σενάρια στα οποία η τρέχουσα κρίση θα μπορούσε να οδηγήσει στην χρήση πυρηνικών όπλων. Τις ημέρες αμέσως πριν από την επίθεση και πολλές φορές έκτοτε, οι Ρώσοι ηγέτες έχουν μιλήσει για τα πυρηνικά όπλα. Ο Πούτιν [1] έχει αυξήσει [τα επίπεδα] ετοιμότητας των στρατηγικών πυρηνικών δυνάμεων της Ρωσίας δύο φορές και ο Υπουργός Εξωτερικών του, Σεργκέι Λαβρόφ, προειδοποίησε στις 2 Μαρτίου ότι οποιοσδήποτε πόλεμος με το ΝΑΤΟ θα ήταν πυρηνικός. Μέχρι στιγμής, οι ρωσικές δυνάμεις δεν έχουν αυξήσει την ετοιμότητά τους ως απάντηση σε αυτούς τους συναγερμούς, και ορισμένοι υποστηρίζουν ότι οι ρωσικές πυρηνικές απειλές δεν είναι τίποτα άλλο από επιδείξεις ισχύος που είναι σχεδιασμένες για να αποτρέψουν το ΝΑΤΟ από το να παράσχει την κρίσιμη στρατιωτική υποστήριξη στον αέρα και στο έδαφος που χρειάζεται η Ουκρανία. Αλλά κανένα μέλος του ΝΑΤΟ, ιδίως αυτά στην Ευρώπη, δεν είναι διατεθειμένο να απορρίψει τις ρωσικές πυρηνικές απειλές ως μπλόφα και να ανοίξει την πόρτα σε μια φονική κλιμάκωση.

Μέχρι στιγμής, η Δύση έχει σημειώσει μικρή πρόοδο στον έλεγχο της κλιμάκωσης. Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Ουκρανών και Ρώσων αξιωματούχων προχωρούν με σπασμωδικό ρυθμό. [Οι δύο πλευρές] έχουν συμφωνήσει μόνο στο να δημιουργήσουν ανθρωπιστικούς διαδρόμους για τους πρόσφυγες και ασφαλείς ζώνες γύρω από τους πυρηνικούς σταθμούς, και οι ρωσικές δυνάμεις παραβίασαν αμφότερες τις συμφωνίες σχεδόν αμέσως μετά την ανακοίνωσή τους. Το Πεντάγωνο και το ρωσικό Υπουργείο Άμυνας έχουν επίσης δημιουργήσει μια νέα ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας για την αποφυγή σύγκρουσης των αμερικανικών και των ρωσικών δυνάμεων. Αλλά όλα αυτά τα μέτρα μπορούν να φρενάρουν μόνο λίγο την κλιμάκωση.

Η αποτροπή με το τρέχον επίπεδο τιμωρίας δεν φαίνεται επίσης να λειτουργεί. Οι κυρώσεις χρειάζονται πάντα χρόνο για να λειτουργήσουν˙ δεν σταματούν τα τανκς που κινούνται. Οι ηγέτες της Ρωσίας δεν έχουν δώσει ακόμη καμία ένδειξη ότι ενδιαφέρονται ειλικρινά για κατάπαυση του πυρός ή για διαπραγματεύσεις. Αντιθέτως, εντείνουν τις επιθέσεις τους. Μετά την συνομιλία του με τον Πούτιν, στις 3 Μαρτίου, ο Γάλλος πρόεδρος, Εμμανουέλ Μακρόν, είπε ότι είχε συμπεράνει πως ο Ρώσος πρόεδρος προτίθετο να καταλάβει ολόκληρη την Ουκρανία. Οι πιέσεις στο πεδίο της μάχης μπορεί να ωθήσουν τον Πούτιν να κάνει μια προσφορά, αλλά έχει καταστήσει σαφείς τις μακροπρόθεσμες προθέσεις του.

ΔΥΟ ΑΠΟΚΛΙΝΟΝΤΕΣ ΔΡΟΜΟΙ

Καθώς η δημόσια κατακραυγή για την εισβολή μεγαλώνει και οι απώλειες αμάχων αυξάνονται, οι χώρες του ΝΑΤΟ θα υποχρεωθούν να βαδίσουν σε μια λεπτή γραμμή μεταξύ της αποτροπής [2] της Ρωσίας και της κλιμάκωσης της σύγκρουσης. Υπάρχουν δύο τρόποι να σκεφτεί κάποιος αυτό το πρόβλημα.

Ο πρώτος βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε καθιερωμένες θεωρίες ορθολογισμού και αποτροπής. Ο μόνος τρόπος για να εμποδίσει κάποιος έναν επιθετικό ηγέτη, λένε αυτά τα επιχειρήματα, είναι να αυξήσει το κόστος της στρατιωτικής δράσης και να επιδείξει ακλόνητη αποφασιστικότητα, τόσο με λόγια όσο και με έργα. Έτσι είδε ο οικονομολόγος Thomas Schelling την κρίση των πυραύλων της Κούβας. Ο Schelling υποστήριξε ότι η αντιπαράθεση με την Σοβιετική Ένωση ήταν ένα παίγνιο της «κότας» (game of chicken), στο οποίο δύο οδηγοί κατευθύνονται ο ένας προς τον άλλο σε έναν στενό δρόμο. Όταν παίζετε «κότα» υποστήριξε ο Schelling, η καλύτερη στρατηγική είναι να αφήσετε το τιμόνι, έτσι ώστε ο άλλος οδηγός να δει ότι δεν μπορείτε πλέον να στρίψετε. Εκείνος ο οδηγός δεν έχει πλέον άλλη επιλογή από το να στρίψει για να αποφύγει μια σύγκρουση.

Από την έναρξη του πολέμου και μετά, οι ηγέτες του ΝΑΤΟ έχουν ενισχύσει την αποτροπή. Έχουν προειδοποιήσει ξανά και ξανά ότι οποιαδήποτε επίθεση σε ένα μέλος της συμμαχίας θα θεωρείτο επίθεση εναντίον όλων. Έχουν αναπτύξει πρόσθετες δυνάμεις στα μέλη του ΝΑΤΟ που συνορεύουν με την Ρωσία —στην Εσθονία, στην Λετονία και στην Λιθουανία— και στα μεγαλύτερα μέλη του ΝΑΤΟ, την Πολωνία και την Ρουμανία. Και έχουν ενεργοποιήσει την δύναμη ταχείας αντίδρασης της συμμαχίας, μια πολυεθνική μονάδα 40.000 στρατιωτών που είναι σχεδιασμένη για να αναπτύσσεται γρήγορα εάν φαίνεται να επίκειται μια επίθεση εναντίον ενός μέλους του ΝΑΤΟ. Εν τω μεταξύ, οι Δυτικές χώρες συνεχίζουν να εμβαθύνουν τις οικονομικές κυρώσεις που έχουν επιβάλει στην Ρωσία, οι οποίες προκαλούν τεράστια ζημιά στην ρωσική οικονομία.

Η δεύτερη προσέγγιση είναι λιγότερο γνωστή στους αναλυτές της διεθνούς πολιτικής, αλλά υποστηρίζεται καλά από αποδείξεις της γνωσιακής επιστήμης. Ο βραβευμένος με Νόμπελ οικονομολόγος Daniel Kahneman και ο ψυχολόγος Amos Tversky έδειξαν επανειλημμένα με πειράματα ότι όταν οι άνθρωποι αναμένουν ή βιώνουν μια σοβαρή απώλεια, είναι περισσότερο διατεθειμένοι να μεγαλοποιήσουν την πιθανότητα της απώλειας που θα αντιμετωπίσουν και να λάβουν πιο ριψοκίνδυνες [3] αποφάσεις. Ο Πούτιν σίγουρα ταιριάζει σε αυτή την κατηγορία. Έχει χαρακτηρίσει την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης «τη μεγαλύτερη γεωπολιτική καταστροφή του αιώνα» και θεωρεί την Ουκρανία μέρος του ιστορικού εδάφους της Ρωσίας. Έχει επανειλημμένα διαμαρτυρηθεί για την προδοσία της Ρωσίας από την Δύση και για αυτές που θεωρεί αθετημένες υποσχέσεις της. Και τώρα, μετά την απρόκλητη και βάναυση επιθετικότητα εναντίον της Ουκρανίας που [ο ίδιος] ξεκίνησε, ο Πούτιν έχει διαμαρτυρηθεί για τον στραγγαλισμό της ρωσικής οικονομίας που προέκυψε ως αποτέλεσμα των κυρώσεων που επιβλήθηκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους. Όπως καθιστούν σαφές οι ομιλίες του Πούτιν κατά την διάρκεια της κρίσης, αυτός είναι ένας άνθρωπος του οποίου η αίσθηση της απώλειας έχει μόνο βαθύνει.

Ακριβώς υπό αυτές τις συνθήκες οι ψυχολόγοι αναμένουν από τους ανθρώπους να πάρουν ριψοκίνδυνες αποφάσεις. Εάν έχουν δίκιο, τότε ο Πούτιν είναι πιο πιθανό να επιλέξει τον επικίνδυνο δρόμο της περαιτέρω κλιμάκωσης, αντί να αποσυρθεί εν μέσω μιας εκστρατείας που αποδεικνύεται πολύ πιο δύσκολη από όσο περίμενε. Τα μέλη του ΝΑΤΟ προσπαθούν απεγνωσμένα να αποφύγουν την κλιμάκωση, αλλά η στρατηγική τους να εντείνουν την αποτροπή θα μπορούσε να αυξήσει την πιθανότητα ότι ο Πούτιν, ένας θυμωμένος ηγέτης που αισθάνεται εγκλωβισμένος, να κλιμακώσει. Παραδόξως, μια στρατηγική σχεδιασμένη για να προκαλέσει αυτοσυγκράτηση θα μπορούσε να προκαλέσει κλιμάκωση.

ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΤΙ;

Αυτοί οι δύο ανταγωνιστικοί οδικοί χάρτες προτείνουν πολύ διαφορετικές στρατηγικές. Πώς μπορούν οι Δυτικοί ηγέτες να διαχειριστούν την αντίφαση; Μια σύγκριση ιστορικών περιπτώσεων υποδηλώνει ότι η αλληλουχία των στρατηγικών μπορεί να κάνει την διαφορά. Επιδείξετε πρώτα σκληρότητα και αποφασιστικότητα, και μόνο αφότου το ΝΑΤΟ έχει αποδείξει την δέσμευσή του, στραφείτε στην προσφορά κινήτρων στον Πούτιν ώστε να του δημιουργήσετε κίνητρα για να αποκλιμακώσει και να διαπραγματευτεί. Υπάρχει αδιάσειστη λογική σε αυτό το είδος στρατηγικής, αλλά περιλαμβάνει ένα μεγάλο στοίχημα όσον αφορά τον συγχρονισμό. Εάν το ΝΑΤΟ περιμένει πάρα πολύ για να προσφέρει κίνητρα, τότε ο Πούτιν θα κλιμακώσει. Και κανείς, εκτός από τον ίδιο τον Πούτιν, δεν ξέρει πόσος καιρός είναι πάρα πολύς.

Ένας άλλος τρόπος διαχείρισης αυτών των αντιφάσεων είναι να χρησιμοποιηθούν παρασκηνιακοί δίαυλοι προς τον Πούτιν για να εξερευνηθούν ευκαιρίες για αποκλιμάκωση [4]. Οι λογικοί υποψήφιοι για αξιόπιστους συνομιλητές περιλαμβάνουν είτε άλλες χώρες, όπως η Κίνα, το Ισραήλ, ή η Τουρκία, είτε έναν ιδιώτη, κάποιον που έχει μακροχρόνια προσωπική σχέση με τον Πούτιν. Η δημιουργία ενός ιδιωτικού διαύλου όχι μόνο θα έστελνε στον Πούτιν ένα μήνυμα ότι το ΝΑΤΟ είναι ανοιχτό σε διαπραγμάτευση εάν σταματήσει τις μάχες, αλλά θα έδινε επίσης στους ηγέτες μια [δυνατότητα] εύλογης άρνησης εάν οι προσπάθειές τους αποκρούονταν. Όσο επώδυνο κι αν είναι να το σκεφτεί κάποιος, αυτές οι προσφορές θα πρέπει να σηματοδοτούν την προθυμία για άρση ορισμένων κυρώσεων, ως απάντηση στην αποκλιμάκωση. Ακριβώς όπως οι απειλές πρέπει να συνδέονται με την συμπεριφορά που προσπαθούν να αποτρέψουν οι ηγέτες, έτσι και τα κίνητρα πρέπει να βαθμονομούνται [ανάλογα] με την συμπεριφορά που προσπαθούν να προωθήσουν.

Υπάρχουν βέβαια κίνδυνοι στην σηματοδότηση της ανοικτότητας για διαπραγμάτευση. Είναι πάντα πιθανό ότι ο Πούτιν θα μπορούσε να το ερμηνεύσει αυτό ως ένδειξη αδυναμίας και να κλιμακώσει. Αυτό ακριβώς θα υποστήριζαν οι υποστηρικτές της αποτροπής. Αλλά η κυβέρνηση Μπάιντεν μπορεί να είναι πρόθυμη να αναλάβει αυτό το ρίσκο. Ο Λευκός Οίκος έχει υποδηλώσει ότι ανησυχεί για την ανεξέλεγκτη κλιμάκωση -για παράδειγμα, ακυρώνοντας σκόπιμα μια πυρηνική δοκιμή που είχε προγραμματιστεί για την πρώτη εβδομάδα του Μαρτίου, προκειμένου να αποφευχθεί οποιαδήποτε παρερμηνεία από την Ρωσία. Θα ήταν, λοιπόν, αναπάντεχο εάν η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν ενθάρρυνε ήδη σιωπηρά τις προσεγγίσεις μέσω παρασκηνιακών διαύλων.

Υπάρχουν σοβαροί πολιτικοί κίνδυνοι για τους ηγέτες που επιδιώκουν να ελέγξουν την κλιμάκωση. Η βάρβαρη εισβολή του Πούτιν έχει προκαλέσει ένα κύμα κατακραυγής σε όλο τον κόσμο. Ο δικαιολογημένος θυμός για τους βομβαρδισμούς αμάχων στενεύει τον πολιτικό χώρο που έχουν οι ηγέτες να διερευνήσουν το πώς θα τερματίσουν αυτόν τον πόλεμο. Θα χρειαστεί θάρρος από τους ηγέτες να μιλήσουν δημοσίως για τους κινδύνους της κλιμάκωσης, όχι μόνο στους Ουκρανούς, που έχουν υποστεί ήδη χιλιάδες θύματα, αλλά και στους πολλές χιλιάδες άλλους που θα υποφέρουν εάν αυτός ο πόλεμος κλιμακωθεί και εξαπλωθεί στα μέλη του ΝΑΤΟ. Κάποιοι αναπόφευκτα θα χαρακτηρίσουν τους ηγέτες που επιχειρηματολογούν [για τους κινδύνους της κλιμάκωσης] ως κατευναστές [5]. Αλλά το να προσπαθεί κάποιος να ελέγξει την κλιμάκωση σε μια κατάφωρα άνιση μάχη, όπου η κυρίαρχη δύναμη έχει πυρηνικά όπλα, δεν είναι κατευνασμός.

Υπάρχουν μόνο λίγοι πιθανοί τρόποι που μπορεί να τελειώσει η ρωσική επίθεση. Η Ουκρανία θα μπορούσε να συγκρατήσει περαιτέρω ρωσικές προωθήσεις, με κόστος τρομερές απώλειες αμάχων, αλλά και πάλι να παραμείνει γεωγραφικά διαιρεμένη. Ο Πούτιν θα μπορούσε επίσης να διαπραγματευτεί μια κατάπαυση του πυρός και να αφήσει μια Ουκρανία–απομεινάρι στο δυτικό τμήμα της χώρας. Εναλλακτικά, θα μπορούσε να υποτάξει όλη την Ουκρανία και στην συνέχεια να αντιμετωπίσει μια διαρκή εξέγερση. Είναι ακόμη δυνατόν (αν και πολύ απίθανο) να απομακρυνθεί με παλατιανό πραξικόπημα. Τέλος, ο Πούτιν, [όντας] εγκλωβισμένος, θα μπορούσε να κλιμακώσει και να διευρύνει τον πόλεμο.

Τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες, οι ηγέτες θα πρέπει να εξισορροπήσουν τους κινδύνους τού να εντείνουν την αποτροπή με τους κινδύνους της φονικής κλιμάκωσης. Κανείς δεν πρέπει να είναι σίγουρος ότι ξέρει τι θα κάνει ο Πούτιν. Η σύνεση υπαγορεύει πως οι Ηνωμένες Πολιτείες και τα άλλα μέλη του ΝΑΤΟ θα προσπαθήσουν πάνω απ' όλα να αποτρέψουν την κλιμάκωση ενός πολέμου που θα μπορούσε να σκοτώσει ανείπωτο αριθμό αμάχων πολύ πέρα από τα σύνορα της Ουκρανίας, εκτός από τους δεκάδες χιλιάδες Ουκρανούς αμάχους. Το ΝΑΤΟ έχει ήδη αναγνωρίσει ότι υπάρχει ένα ανώτατο όριο στην υποστήριξη που μπορεί να προσφέρει στην Ουκρανία, δεδομένου ότι η αποφυγή της κλιμάκωσης είναι τόσο σημαντική˙ η συμμαχία δεν μπορεί να ξεπεράσει αυτό το ανώτατο όριο και [ταυτόχρονα] να αποφύγει έναν επικίνδυνο πόλεμο με την Ρωσία. Αυτό δεν είναι δίκαιο για την Ουκρανία, μια χώρα που, ενάντια σε όλες τις πιθανότητες, έχει αποκρούσει μια απρόκλητη και βάναυση επίθεση από την Ρωσία. Δεν είναι η πρώτη φορά που η διεθνής πολιτική επιβάλλει σκληρές επιλογές.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-01-27/putin-doctrine
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-03-04/what-if-russi...
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-02-18/what-if-russi...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-03-05/america-must-...
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2021-12-10/dont-sell-out...
Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/russia-fsu/2022-03-09/ukraine-di...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition