Πώς μπορεί να λειτουργήσει η στρατηγική του Μπάιντεν για τον ελεύθερο κόσμο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς μπορεί να λειτουργήσει η στρατηγική του Μπάιντεν για τον ελεύθερο κόσμο

Δεν είναι τόσο απλό όσο το να αντιπαρατεθεί η δημοκρατία εναντίον της απολυταρχίας
Περίληψη: 

Μια στρατηγική για τον ελεύθερο κόσμο μπορεί να βοηθήσει την Ουάσιγκτον να αποτρέψει τη μετατροπή αυτού του αιώνα σε μια εποχή απολυταρχικού πλεονεκτήματος -αλλά εγείρει δηκτικά ερωτήματα σχετικά με το ποιος θα είναι μέσα, ποιος θα είναι έξω, και πώς θα πλοηγηθεί κάποιος σε έναν κόσμο που γίνεται ολοένα και πιο διαιρεμένος και, ταυτόχρονα, πεισματικά αλληλοεξαρτώμενος.

O HAL BRANDS είναι διακεκριμένος καθηγητής Παγκόσμιων Υποθέσεων στην έδρα Henry A. Kissinger στην Σχολή Προωθημένων Διεθνών Σπουδών στο Johns Hopkins University, ανώτερος συνεργάτης στο American Enterprise Institute. Είναι συν-συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο The Danger Zone: The Coming Conflict with China [1] το οποίο θα εκδοθεί τον Αύγουστο.

Οι κρίσεις φωτίζουν τα περιγράμματα των παγκόσμιων ζητημάτων και ο πόλεμος στην Ουκρανία είχε μια διευκρινιστική επίδραση στην προσέγγιση του κόσμου από την κυβέρνηση Μπάιντεν. Από την ανάληψη των καθηκόντων του και μετά, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, έχει υποστηρίξει ότι ο αγώνας μεταξύ της δημοκρατίας και της απολυταρχίας είναι η καθοριστική σύγκρουση της εποχής μας, ακόμη και όταν οι επικριτές και κάποια μέλη της κυβέρνησής του δεν συμφωνούσαν πάντα. Για τον Μπάιντεν, τουλάχιστον, η ρωσική εισβολή και η απάντηση του κόσμου σε αυτήν έχει αποδείξει ότι είχε δίκιο από την αρχή.

25052022-1.jpg

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, στον Λευκό Οίκο, στην Ουάσιγκτον, τον Δεκέμβριο του 2021. Leah Millis / Reuters
----------------------------------------------

Στην ομιλία του για την Κατάσταση της Ένωσης (State of the Union) στις αρχές Μαρτίου, ο Μπάιντεν περιέγραψε τον πόλεμο στην Ουκρανία ως μια μάχη μεταξύ της ελευθερίας και της τυραννίας. Στην Βαρσοβία, λίγες εβδομάδες αργότερα, σε μια άλλη ομιλία [που ήταν] γεμάτη από αντηχήσεις του Ψυχρού Πολέμου, ο πρόεδρος ανακοίνωσε ότι η Ουάσιγκτον θα οδηγούσε τον ελεύθερο κόσμο στη νίκη, σε έναν μεγάλο αγώνα «μεταξύ της δημοκρατίας και της απολυταρχίας, μεταξύ της ελευθερίας και της καταπίεσης, μεταξύ μιας βασισμένης σε κανόνες τάξης και μιας [τάξης ] που διέπεται από την ωμή βία».

Ο Μπάιντεν έχει καλό λόγο να δίνει έμφαση σε αυτά τα θέματα. Η ρωσική εισβολή έχει δείξει πόσο βαθιά έχει ριζώσει ο αγώνας για την διαμόρφωση της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων στις αντίπαλες συλλήψεις για την εσωτερική τάξη [2]. Έχει ξεκαθαρίσει και εντείνει τον αγώνα μεταξύ των προηγμένων δημοκρατιών και των ευρασιατικών απολυταρχιών. Και έχει δώσει στην εξωτερική πολιτική του Μπάιντεν, η οποία φαινόταν να πηγαίνει προς την απογοήτευση, αν όχι προς την πλήρη αποτυχία μόλις πριν από λίγους μήνες, μια νέα πνοή ζωής. Ωστόσο, οι επικριτές της θεωρίας «δημοκρατία–απολυταρχία» δεν έχουν άδικο να υποστηρίζουν ότι ο κόσμος δεν είναι τόσο απλός. Η νίκη σε αυτόν τον ανταγωνισμό συστημάτων θα απαιτήσει την επινόηση μιας στρατηγικής που θα λαμβάνει υπόψη αυτές τις πολυπλοκότητες.

Ο Μπάιντεν πρέπει πρώτα να διευκρινίσει σε τι αντιτίθεται η Ουάσιγκτον -όχι στην ύπαρξη της απολυταρχίας αλλά σε ετούτο τον συνδυασμό τυραννίας, ισχύος και εχθρότητας που απειλεί τόσο πολύ τις Ηνωμένες Πολιτείες και την διεθνή τάξη που έχουν οικοδομήσει. Πρέπει, στην συνέχεια, να εμπλουτίσει την ιδέα του για τον «ελεύθερο κόσμο», έναν οικείο όρο που μπορεί να είναι πιο ευπροσάρμοστος από όσο ακούγεται. Τέλος, η κυβέρνησή του πρέπει να αντιμετωπίσει τέσσερα βασικά προβλήματα που συνεπάγεται αυτό το πλαίσιο. Μια στρατηγική για τον ελεύθερο κόσμο μπορεί να βοηθήσει την Ουάσιγκτον να αποτρέψει τη μετατροπή αυτού του αιώνα σε μια εποχή απολυταρχικού πλεονεκτήματος -αλλά εγείρει δηκτικά ερωτήματα σχετικά με το ποιος θα είναι μέσα, ποιος θα είναι έξω, και πώς θα πλοηγηθεί κάποιος σε έναν κόσμο που γίνεται ολοένα και πιο διαιρεμένος και, ταυτόχρονα, πεισματικά αλληλοεξαρτώμενος.

ΔΕΥΤΕΡΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ

Η εξωτερική πολιτική του Μπάιντεν έχει ξεδιπλωθεί σε τρία στάδια. Οι πρώτοι έξι μήνες της κυβέρνησης προέβαλλαν τολμηρές ιδέες και μεγάλα σχέδια. Ο Μπάιντεν ανέλαβε τα καθήκοντα του, τονίζοντας τις ιδεολογικές ρίζες του ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων και την ανάγκη να ενδυναμωθεί η συνοχή και η ανθεκτικότητα του δημοκρατικού κόσμου [3]. Η κυβέρνησή του κατεύνασε τις συμμαχίες που ήταν τεταμένες την εποχή του Τραμπ˙ καλλιέργησε την δημοκρατική συνεργασία, σε ζητήματα από τις εφοδιαστικές αλυσίδες των ημιαγωγών έως την σταθερότητα στον δυτικό Ειρηνικό. Ο Μπάιντεν εστίασε το ΝΑΤΟ και την Ομάδα των 7 στην πρόκληση της Κίνας˙ ανέδειξε τις φιλοδοξίες και επέκτεινε τις δραστηριότητες της Quad, μιας ομάδας που περιλαμβάνει την Αυστραλία, την Ινδία, την Ιαπωνία, και τις Ηνωμένες Πολιτείες˙ επιδίωξε νέα προγράμματα, όπως το σύμφωνο ασφαλείας AUKUS μεταξύ της Αυστραλίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και των Ηνωμένων Πολιτειών, που συνέδεσαν τους δημοκρατικούς συμμάχους με δημιουργικούς τρόπους. «Η Αμερική επέστρεψε», ισχυρίστηκε ο Μπάιντεν: μια υπερδύναμη με αυτοπεποίθηση επαναβεβαίωνε την βασισμένη σε αρχές διεθνή ηγεσία.

Στην συνέχεια, οι επόμενοι έξι μήνες έγιναν πολύ άσχημοι. Η απόσυρση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν, η διαχείριση της οποίας ήταν κακή, παρέδωσε τους πολίτες εκείνης της χώρας σε μια βάναυση τυραννία. Η ατζέντα του Μπάιντεν για την Κίνα παρέμεινε στάσιμη, απούσας οποιασδήποτε πειστικής εμπορικής πολιτικής για τον Ινδο-Ειρηνικό· η «πρώτα η Ασία» προσέγγιση του κατέρρευσε εν μέσω επιδεινούμενων εντάσεων με το Ιράν και την Ρωσία. Η μεγάλη πρωτοβουλία με θέμα την δημοκρατία —η Σύνοδος Κορυφής για τη Δημοκρατία (Summit for Democracy)— ήταν μια δυσλειτουργική, απογοητευτική συνάντηση μέσω Zoom. Εν τω μεταξύ, μεγάλο μέρος της εγχώριας ατζέντας του Μπάιντεν -που προοριζόταν να οικοδομήσει μια «κατάσταση ισχύος» στο εσωτερικό μέσω φιλόδοξων μεταρρυθμίσεων- «κόλλησε» στο Κογκρέσο, ενώ, αντίθετα, ο καλπάζων πληθωρισμός δημιούργησε εγχώρια εξασθένηση.