Οι επαναλαμβανόμενες αποτυχίες της Ρωσίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι επαναλαμβανόμενες αποτυχίες της Ρωσίας

Η νέα στρατηγική της Μόσχας στην Ουκρανία είναι εξίσου κακή με την παλιά

Η Ρωσία [5] έχει θέσει τις διοικητικές βάσεις για μια τέτοια κίνηση. Έχει εγκαταστήσει Ρώσους πολίτες ή αξιωματούχους για την διαχείριση των κατεχομένων ουκρανικών εδαφών, έχει διορίσει εκπαιδευτές για να διδάξουν ένα παραμορφωμένο φιλορωσικό πρόγραμμα σπουδών στα σχολεία, έχει αλλάξει τους ουκρανικούς παρόχους υπηρεσιών Διαδικτύου και τους τηλεφωνικούς κωδικούς σε ρωσικούς, και έχει κατασχέσει ουκρανικά διαβατήρια για να υποχρεώσει τους Ουκρανούς πολίτες να αποκτήσουν ρωσικά έγγραφα. Οι πρόσφατα εγκατεστημένες κυβερνήσεις-μαριονέτα των κατεχόμενων περιοχών έχουν ανακοινώσει τις αποκαλούμενες εκλογικές επιτροπές που θα μπορούσαν να διεξαγάγουν ψευδή δημοψηφίσματα για την ένωση με την Ρωσία. Η Μόσχα έχει δημιουργήσει προσωρινά γραφεία υπηρεσιών ασφαλείας στην Χερσώνα και στην Ζαπορίζια, θεωρητικά για να συμβάλουν στην διαχείριση ετούτων των νότιων περιοχών, αλλά πιθανότατα για να διαλύσουν τα δίκτυα των ανταρτών που θα μπορούσαν να παρέμβουν στην διαδικασία της προσάρτησης.

Για το Κρεμλίνο, η προσάρτηση θα ήταν ένα μέσο για την επίτευξη ενός μεγαλύτερου σκοπού. Εάν η Μόσχα ανακηρύξει αυτά τα εδάφη ως μέρος της Ρωσίας, θα μπορούσε στην συνέχεια να κηρύξει την κατάπαυση του πυρός και να περιγράψει τις συνεχιζόμενες ουκρανικές αντεπιθέσεις ως επιθέσεις σε αυτό που ορίζει ως Ρωσία. Οι αξιωματούχοι του Κρεμλίνου ίσως δήλωναν επίσης ότι οι πυρηνικές εγγυήσεις της χώρας τους ισχύουν για όλο αυτό που θεωρούν ότι είναι η Ρωσική Ομοσπονδία, όπως έκανε ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν [6], μετά την προσάρτηση της Κριμαίας [7] το 2014. Ένα τέτοιο σχέδιο υποθέτει ότι οι απειλές θα απέτρεπαν τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη από το να υποστηρίξουν την Ουκρανία, ωθώντας τις να περιορίσουν ή ακόμα και να διακόψουν τις ροές όπλων προς το Κίεβο λόγω των φόβων για κλιμάκωση. Το Κρεμλίνο ελπίζει ότι με την πάροδο του χρόνου το Δυτικό ενδιαφέρον και η υποστήριξη για την Ουκρανία θα ξεθωριάσουν, επιτρέποντας στην Ρωσία να ορίσει τους όρους της διευθέτησης της σύγκρουσης.

Η Ουκρανία είναι ιδιαίτερα απίθανο να αποδεχθεί οποιαδήποτε προσάρτηση ή κατάπαυση του πυρός. Ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, έχει δηλώσει ότι «το πάγωμα της σύγκρουσης με την Ρωσική Ομοσπονδία σημαίνει μια παύση που δίνει στην Ρωσική Ομοσπονδία ένα διάλειμμα για ξεκούραση». Επίσης, το Κίεβο [8] σχεδόν σίγουρα θα συνεχίσει να ζητά αρωγή από την Δύση. Ως εκ τούτου, οι ουκρανικοί και οι ρωσικοί στόχοι έως το τέλος του 2022 βρίσκονται σε τροχιά σύγκρουσης: η μια πλευρά εργάζεται για να αποτρέψει την παγίωση της σύγκρουσης κατά μήκος μιας παγωμένης γραμμής επαφής, ενώ η άλλη εργάζεται για να επιτύχει ακριβώς αυτό το αποτέλεσμα.

ΚΑΤΑΦΕΡΝΟΝΤΑΣ ΤΑ ΟΠΩΣ - ΟΠΩΣ

Ο ουκρανικός και ο ρωσικός στρατός εισέρχονται σε μια κρίσιμη περίοδο τις επόμενες εβδομάδες και μήνες, αν και για διαφορετικούς λόγους. Σε κάποιες περιοχές, οι ουκρανικές δυνάμεις υπολείπονται σε οπλισμό και σε εμβέλεια, και έχουν άμεση ανάγκη για πυρομαχικά και συγκεκριμένα όπλα —εν μέρει εξαιτίας των προσπαθειών της Ρωσίας να απενεργοποιήσει την αμυντική βιομηχανία της Ουκρανίας. Αλλά βραχυπρόθεσμα, η Ουκρανία ίσως έχει μια πιο διατηρήσιμη θέση. Η χώρα έχει επαρκές προσωπικό, Δυτική υποστήριξη [9], και ισχυρή θέληση να πολεμήσει. Η Ρωσία, εν τω μεταξύ, έχει υποστεί [απώλειες] στρατιωτών και υλικές απώλειες που θα είναι δύσκολο να ξεπεράσει. Σύμφωνα με Δυτικούς υπολογισμούς, η Ρωσία έχει υποστεί μεταξύ 45.000 και 75.000 τραυματίες και σκοτωμένο προσωπικό, από κατώτερους στρατεύσιμους έως στρατηγούς. Έχει χάσει περισσότερα από 5.000 τεμάχια εξοπλισμού. Ο στρατός της Ρωσίας έχει διδαχθεί και έχει προσαρμοστεί σε επιχειρησιακό και τακτικό επίπεδο από τις αρχικές ήττες του, μετατοπιζόμενος σε νέες τακτικές που ευνοούν την ανώτερη δύναμη πυρός του. Αλλά τέτοιες προσαρμογές στο πεδίο της μάχης δεν είναι αρκετές για να ξεπεράσει τις αρχικές και σοβαρές απώλειες.

Αυτά τα ελλείμματα θα καταστήσουν δύσκολο για την Ρωσία να διατηρήσει με επιτυχία τις περιοχές που ίσως προσπαθήσει να προσαρτήσει. Κατ’ ελάχιστον, εάν το Κρεμλίνο τις προσαρτήσει αυτό το φθινόπωρο, θα το έκανε σε μια εποχή μεγάλης ευαλωτότητας. Για να επιτύχει, η Μόσχα θα πρέπει να αναπληρώσει προσωπικό και εξοπλισμό σε [μεγάλη] κλίμακα —αποστολές που θα αποδειχθούν εξαιρετικά δύσκολες.

Αναλογιστείτε, για παράδειγμα, την έλλειψη στρατιωτών της Ρωσίας. Μέχρι στιγμής, η Ρωσία αναλαμβάνει μια ad hoc προσέγγιση για την αναπλήρωση του προσωπικού, αντλώντας από τουλάχιστον εννέα πληθυσμούς: τα ενεργά στρατεύματα που είναι σταθμευμένα έξω από την Ουκρανία, τους έφεδρους, τις ομάδες μισθοφόρων, τους Kadyrovtsy (τους μαχητές που είναι πιστοί στον Τσετσένο ηγέτη, Ραμζάν Καντίροφ), τα τάγματα των στρατιωτικών φυλακών, τους ξένους μαχητές, την Εθνική Φρουρά, τους άμεσους εθελοντές, και τις ακροδεξιές νεοναζιστικές ομάδες όπως η Rusich [10]. Αυτό το σύστημα είναι κάθε άλλο παρά ιδανικό. Ο ρωσικός στρατός και οι ομάδες μισθοφόρων μπορεί να διαφημίζουν αξιοπρεπείς μισθούς μάχης -πάνω από 3.000 δολάρια τον μήνα- αλλά προσφέρουν βραχυχρόνιες συμβάσεις, ρίχνουν τα επίπεδα [ποιότητας] στρατολόγησης, και παρέχουν μόνο λίγες εβδομάδες βασικής εκπαίδευσης.