Η κρίση νομιμοποίησης του Ιράν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η κρίση νομιμοποίησης του Ιράν

Ένα πολεμούμενο καθεστώς αντιμετωπίζει μαζικές διαδηλώσεις –και έναν ασθενή ανώτατο ηγέτη

Για να προετοιμαστούν για την επερχόμενη διαδικασία διαδοχής, οι ηγέτες της Συνέλευσης των Εμπειρογνωμόνων ανακοίνωσαν το 2016 ότι είχαν συγκεντρώσει μια επιτροπή για να οριοθετήσει τα προσόντα του ιδανικού υποψηφίου και να προσδιορίσει μια λίστα των επικρατέστερων διεκδικητών. Αλλά δεν υπήρξε δημόσια διανομή ή συζήτηση ετούτης της λίστας. Ο Χαμενεΐ έχει πει στο παρελθόν ότι ο επόμενος υποψήφιος δεν πρέπει να είναι τίποτα λιγότερο από «επαναστάτης»· το Σύνταγμα παραθέτει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: «δίκαιος, ευσεβής, με επίγνωση της ηλικίας του, θαρραλέος, εφευρετικός και με διοικητική ικανότητα».

Το 1989, πριν ξεκινήσει η διαδικασία της ψηφοφορίας, η Συνέλευση των Εμπειρογνωμόνων συζήτησε πρώτα την δυνατότητα εκλογής ενός συμβουλίου ηγεσίας αντί της επιλογής ενός μοναδικού διαδόχου. Εκείνη την εποχή, η συνέλευση καταψήφισε αυτό το αποτέλεσμα, πιστεύοντας ότι ένα συμβούλιο θα ενσωμάτωνε περαιτέρω τον φραξιονισμό στο πολιτικό σύστημα του Ιράν. Το σύνταγμα τροποποιήθηκε για να αφαιρεθεί η δυνατότητα ενός κοινού συμβουλίου ηγεσίας από τις μελλοντικές συζητήσεις για την διαδοχή. Ωστόσο, το Σύνταγμα καθιστά σαφές ότι μέχρι να ολοκληρωθεί η εκλογή, ένα συμβούλιο αποτελούμενο από τον πρόεδρο του Ιράν, τον επικεφαλής της δικαστικής εξουσίας του Ιράν και έναν εκπρόσωπο από το Συμβούλιο των Φυλάκων (Guardian Council), το όργανο που διατηρεί το δικαίωμα του βέτο στη νομοθεσία, θα αναλάβει προσωρινά τα καθήκοντα της ηγεσίας.

Και κατά την εξέταση των μελλοντικών σεναρίων, η ιδέα ενός συμβουλίου ηγεσίας αναφέρεται συχνά ως μια δυνητική εξέλιξη μετά τον Χαμενεΐ. Μολονότι ένα συμβούλιο ηγεσίας θα μπορούσε να προσφέρει μια συμβιβαστική λύση που θα έφερνε κοντά σημαντικές προσωπικότητες των φατριών για να διαχειριστούν το διασπασμένο πολιτικό σύστημα του Ιράν, χρειάζονται συνταγματικές αναθεωρήσεις για να γίνει αυτό το σενάριο μια πραγματική πιθανότητα. Προς το παρόν, χωρίς συναίνεση για την οδό προς τα εμπρός, ο συναγωνισμός φαίνεται πιο πιθανό να παραγάγει έναν υποψήφιο που θα είναι αποδεκτός τόσο από το κατεστημένο των κληρικών όσο και από το «βαθύ κράτος» του Ιράν, το οποίο έχει αποκτήσει σημαντική ισχύ υπό τον Χαμενεΐ.

Στην πραγματικότητα, πέρα από το επίσημο προσωπείο, το βαθύ κράτος του Ιράν καθοδηγεί ανεπίσημα την διαδικασία της διαδοχής. Μολονότι το Σώμα των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης (Islamic Revolutionary Guard Corps, IRGC), η στρατιωτική οντότητα που είναι εξουσιοδοτημένη να προστατεύει την εθνική ασφάλεια του Ιράν, θεωρείται συχνά συνώνυμο με το βαθύ κράτος του Ιράν, υπάρχει και κάτι περισσότερα από αυτό. Μια περίπλοκη υπερ-διάρθρωση ασφαλείας, υπηρεσιών πληροφοριών και οικονομικών φέρνει κοντά άτομα και θεσμούς ο στόχος των οποίων είναι να διατηρήσουν τη θεμελιώδη επαναστατική φύση, το όραμα και την ασφάλεια της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Το βαθύ κράτος περιλαμβάνει το δικαστικό σώμα, κάποια μέλη της θρησκευτικής γραφειοκρατίας, φιλανθρωπικά παρακρατικά ιδρύματα, διάφορες ημι-ιδιωτικές οντότητες που είναι κρίσιμης σημασίας για την χρηματοδότηση και το πιο σημαντικό, το πανίσχυρο γραφείο του ανώτατου ηγέτη, μια οντότητα που ασκεί λεπτομερή εποπτεία σε όλα τα πολιτικά συστήματα και τις διαδικασίες του Ιράν.

Το γραφείο του Χαμενεΐ ελέγχει τους υπουργούς Εξωτερικών, Πληροφοριών, Εσωτερικών και Άμυνας -καθώς και τους πρέσβεις του Ιράν στο Ιράκ, στην Ρωσία, στην Συρία και σε άλλους σημαντικούς συμμάχους- προτού μπορέσουν να σταλούν τα ονόματά τους στο κοινοβούλιο για έγκριση. Η Οργάνωση Πληροφοριών του IRGC βρίσκεται επίσης στο γραφείο του ανώτατου ηγέτη και έχει δικαιοδοσία να αστυνομεύει κατά της παρείσφρησης. Αυτή η φιλική διευθέτηση έχει δώσει την εξουσία στο IRGC να θέτει υπό κράτηση πολίτες και δεκάδες πολίτες με διπλή υπηκοότητα για αντιληπτές παραβιάσεις της εθνικής ασφάλειας.

Το βαθύ κράτος ενισχύθηκε υπό την ηγεσία του Χαμενεΐ, στην αρχή της θητείας του, για να αντισταθμίσει τις αντιληπτές αδυναμίες του ως θρησκευτική εξουσία και να ενισχύσει έτσι την δύναμή του εντός του φραξιονιστικού πολιτικού συστήματος του Ιράν. Με τα χρόνια, ο Χαμενεΐ πέτυχε να περιθωριοποιήσει πολιτικούς αντιπάλους, όπως τον άλλοτε υποστηρικτή του, πρόεδρο Ακμπάρ Χασεμί Ραφσαντζάνι, ο οποίος έπαιξε έναν κρίσιμης σημασίας ρόλο στην εκλογή του Χαμενεΐ, καθώς και μέλη του κατεστημένου των κληρικών που δεν υποστήριξαν την ηγεσία του. Το βαθύ κράτος έγινε πιο ορατό κατά την διάρκεια της μεταρρυθμιστικής προεδρίας του Μοχάμεντ Χαταμί, από το 1997 έως το 2005, όταν θεώρησε την μεταρρύθμιση εκ των έσω ως απειλή παρόμοια με τις ιδέες του προέδρου Μιχαήλ Γκορμπατσόφ [3] για την γκλάσνοστ και την περεστρόικα στην Σοβιετική Ένωση. Καθ' όλη την διάρκεια της προεδρίας του Χαταμί, το βαθύ κράτος άρχισε να επιβάλλεται πέρα από την [βάση] της ασφάλειας και την οικονομική του βάση, παρεμβαίνοντας σταδιακά στην πολιτική για να παρεμποδίσει την εσωτερική διαφωνία, όπως αυτή που παρατηρήθηκε κατά την διάρκεια των διαδηλώσεων με επικεφαλής τους φοιτητές το 1999. Μετά τον Χαταμί, η κυβέρνηση του Ιράν χρησιμοποίησε την ίδια στρατηγική για να καταπνίξει τις διαδηλώσεις του Πράσινου Κινήματος του 2009 και τις οικονομικές διαδηλώσεις του 2017–19, καθώς και να περιορίσει τις ατζέντες των διαδοχικών προέδρων. Σήμερα, χωρίς αμφιβολία, το βαθύ κράτος ηγείται και πάλι της επίθεσης για να συντρίψει τις διαδηλώσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη.

Προετοιμάζοντας την διαδοχή ενός νέου ανώτατου ηγέτη, το βαθύ κράτος επιδιώκει, πάνω απ' όλα, να διατηρήσει το status quo. Οι δυνητικοί υποψήφιοι αναμένεται να προέλθουν μέσα από τον κύκλο των έμπιστων. Και αναμένεται από αυτούς να έχουν συντηρητικές ιδεολογικές τάσεις και να έχουν απολαύσει μια στενή σχέση με τον Χαμενεΐ.

ΟΙ ΠΡΟΠΟΡΕΥΟΜΕΝΟΙ ΔΙΕΚΔΙΚΗΤΕΣ