Η ιστορία δύο βιομηχανικών πολιτικών | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ιστορία δύο βιομηχανικών πολιτικών

Πώς η Αμερική και η Ευρώπη μπορούν να μετατρέψουν τις εμπορικές εντάσεις σε κλιματική πρόοδο
Περίληψη: 

Οι κρατικές επενδύσεις είναι απαραίτητες για να κατευθύνουν τον ιδιωτικό τομέα και να απομακρύνουν ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία από την κοσμική στασιμότητα και την αυξανόμενη ανισότητα που μάστιζε μεγάλο μέρος των δύο τελευταίων δεκαετιών.

Η FELICIA WONG είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Ινστιτούτου Roosevelt.
Ο TODD N. TUCKER είναι διευθυντής Βιομηχανικής Πολιτικής και Εμπορίου στο Ινστιτούτο Roosevelt.

Εντάσεις αναστάτωσαν τις ετήσιες συνεδριάσεις του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός νωρίτερα αυτόν τον μήνα. Ανήσυχοι διπλωμάτες και επιχειρηματικοί ηγέτες αναρωτήθηκαν αν η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να αποκλιμακώσουν την αντιπαράθεσή τους και να συμφιλιωθούν. Ενώ συνεχίζουν να υπομένουν μια πανδημία που έχει αναστατώσει την καθημερινή ζωή εδώ και χρόνια, οι Ευρωπαίοι έχουν αντιμετωπίσει τις συνέπειες της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία με τη μορφή μιας άνευ προηγουμένου κρίσης κόστους ζωής.

30012023-1.jpg

Ανεμογεννήτριες κοντά στην Σαραγόσα, στην Ισπανία, τον Δεκέμβριο του 2005. Gustau Nacarino / Reuters
---------------------------------------------------

Αλλά το φόρουμ έγινε επίσης μάρτυρας μιας πιο αναπάντεχης αντιπαράθεσης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους βρέθηκαν σε αντιπαράθεση σχετικά με την πρόσφατη οικονομική νομοθεσία των ΗΠΑ. Οι ευρωπαίοι φορείς χάραξης πολιτικής επιτίμησαν τον γερουσιαστή Joe Manchin, Δημοκρατικό της Δυτικής Βιρτζίνια, για τον ρόλο του στην οριστικοποίηση του νόμου του προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, για τη Μείωση του Πληθωρισμού (Inflation Reduction Act, IRA). Εκτός από την επέκταση της ικανότητας είσπραξης φόρων της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και την έγκριση ορισμένων ελέγχων στις τιμές των φαρμάκων, ο IRA ενέκρινε τουλάχιστον 369 δισεκατομμύρια δολάρια σε επιδοτήσεις για έργα και προϊόντα καθαρής ενέργειας. Οι Ευρωπαίοι αντιτίθενται στα ψιλά γράμματα του νόμου, ο οποίος απαιτεί από τις εταιρείες που λαμβάνουν πολλές από αυτές τις επιδοτήσεις να παράγουν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Manchin απάντησε επιπλήττοντας τους Ευρωπαίους για τους ήδη υψηλούς δασμούς στα αυτοκίνητα των ΗΠΑ και για την προνομιακή ρύθμιση και την φορολόγηση των ρυπογόνων βιομηχανιών έναντι της παροχής κινήτρων για την ανάπτυξη καθαρότερων βιομηχανιών.

Η διαμάχη αντικατόπτριζε πολύ βαθύτερο χάσμα. Οι υποστηρικτές του IRA στις Ηνωμένες Πολιτείες εξυμνούν το νομοσχέδιο για την παροχή δημόσιων επενδύσεων για την ενίσχυση ολόκληρων τομέων μιας νέας πράσινης οικονομίας. Οι ευρωπαϊκές αντιδράσεις σε αυτόν τον αμερικανικό εναγκαλισμό ενός πιο ενεργητικού ρόλου της κυβέρνησης στην οικονομία είναι, στην καλύτερη περίπτωση, διχασμένες.

Από τότε που το Κογκρέσο των ΗΠΑ ενέκρινε τον IRA, στα τέλη του 2022, ορισμένοι Ευρωπαίοι κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, κατηγορώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι ξεκίνησαν έναν νέο εμπορικό πόλεμο. Αυτή η αντίδραση ήταν λίγο περίεργη, δεδομένης της μακροχρόνιας επιθυμίας της Ευρώπης να αντιμετωπίσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες πιο σοβαρά την κλιματική αλλαγή. Αλλά οι Ευρωπαίοι επικριτές του νομοσχεδίου φοβήθηκαν ότι η μέθοδος που επέλεξε ο Μπάιντεν για να απαλλάξει την οικονομία των ΗΠΑ από τις εκπομπές άνθρακα θα απειλούσε τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις που έχουν ήδη πληγεί σκληρά από τον πόλεμο της Ουκρανίας. Τον Δεκέμβριο, ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, προειδοποίησε με πάθος για την απώλεια θέσεων εργασίας στην Ευρώπη, λέγοντας ότι ο IRA θα «κατακερματίσει την Δύση».

Άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν από τότε ακολουθήσει το ίδιο ρεύμα. Κυρίως, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δεσμεύτηκε να συνδυάσει τις προσπάθειες των ΗΠΑ με ένα σχέδιο σε επίπεδο ΕΕ που θα ενθαρρύνει την παραγωγή και χρήση καθαρής ενέργειας στην ήπειρο. Αλλά αυτή η πρόταση αντιμετωπίζει πολλά εμπόδια, καθώς οι μικρότερες χώρες εντός της ΕΕ ανησυχούν ότι οι δικές τους επιχειρήσεις και οι εργαζόμενοι δεν θα επωφεληθούν από το πρόγραμμα και ότι η Γερμανία, το πλουσιότερο κράτος-μέλος της ΕΕ, δεν θέλει να αναλάβει μια ηπειρωτική προσπάθεια. Άλλοι, όπως η Ολλανδία, αντιτίθενται επί της αρχής σε περισσότερες δαπάνες της ΕΕ.

Ορισμένοι παρατηρητές μπορεί να δουν σε αυτές τις εντάσεις και τις υποβόσκουσες συγκρούσεις την παρακμή της διεθνούς οικονομικής τάξης, που προκλήθηκε από τα σοκ της προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ, την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, και την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Αλλά η εικόνα δεν χρειάζεται να είναι τόσο ζοφερή. Οι δημοκρατίες και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού μπορούν να αντιμετωπίσουν τις σημερινές διαμάχες, συνδυάζοντας τη μεγαλύτερη κρατική συμμετοχή στις αγορές του εσωτερικού με νέες μορφές συνεργασίας στο εξωτερικό. Δεν θα είναι εύκολο, αλλά οι Ευρωπαίοι θα μπορούσαν να κάνουν πράξη την δέσμευση της φον ντερ Λάιεν στο να ανταποκριθούν στο είδος των φιλο-πράσινων επενδύσεων για τις οποίες έχουν δεσμευτεί οι Ηνωμένες Πολιτείες, και οι χώρες του G-7 θα μπορούσαν να αρχίσουν να συνεργάζονται για τη μετάβαση σε πράσινες οικονομίες, δίνοντας προτεραιότητα στις ανάγκες των εργαζομένων και την οικοδόμηση οικονομικής ανθεκτικότητας σε όλες τις συμμαχικές δημοκρατίες.

Η ΑΡΕΤΗ ΤΟΥ ΝΑ ΞΟΔΕΥΕΙΣ

Οι πολιτικοί σε όλο τον κόσμο έχουν μάθει με τον δύσκολο τρόπο ότι η παγκοσμιοποίηση δεν λειτούργησε. Τα τελευταία 30 χρόνια, το βιοτικό επίπεδο αυξήθηκε για πολλούς ανθρώπους, αλλά οι ανισότητες διευρύνθηκαν εντός των χωρών. Οι νεοφιλελεύθεροι φαντάζονταν ότι οι δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις θα εξαπλώνονταν στα όρια του ελεύθερου εμπορίου και ότι χώρες όπως η Κίνα, η Ρωσία, και άλλες αυταρχικές χώρες θα γίνονταν πιο δημοκρατικές και θα ενσωματώνονταν καλύτερα στην φιλελεύθερη διεθνή τάξη. Αντί γι’ αυτό, συνέβη το αντίθετο: οι αυταρχικοί έχουν ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια και τώρα επιδιώκουν να αναθεωρήσουν την [παγκόσμια] τάξη προς όφελός τους. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης, καθώς και σε αναπτυσσόμενες δημοκρατίες όπως η Βραζιλία και η Ινδία, οι δημοκρατικές δομές έχουν καταρρεύσει. Ο νεοφιλελευθερισμός επέτρεψε στο κεφάλαιο να οργιάσει και παρήγαγε μια εκτεταμένη περίοδο αυξανόμενης ανισότητας, απώλειας θέσεων εργασίας στην βιομηχανία, και αυξανόμενου θυμού και πολιτικής πόλωσης που έχουν τροφοδοτήσει και ενδυναμώσει την ακροδεξιά παντού.