Αντιμετωπίζοντας τον νέο πυρηνικό κίνδυνο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Αντιμετωπίζοντας τον νέο πυρηνικό κίνδυνο

Πώς μια παγκόσμια δικλείδα ασφαλείας μπορεί να αποτρέψει την καταστροφή

Στα τέλη Μαρτίου, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, ανακοίνωσε ότι η Ρωσία προτίθεται να ξαναφέρει τακτικά πυρηνικά όπλα μικρού βεληνεκούς στην Λευκορωσία, υπογραμμίζοντας για άλλη μια φορά την τρομακτική προοπτική της χρήσης τέτοιων όπλων στον πόλεμο στην Ουκρανία. Εν τω μεταξύ, η Βόρεια Κορέα συνεχίζει ένα επιταχυνόμενο πρόγραμμα πυραυλικών δοκιμών, συμπεριλαμβανομένων διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων που μπορούν να πλήξουν τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Κίνα φαίνεται να έχει δεσμευτεί σε μια σημαντική επέκταση του προγράμματος πυρηνικών όπλων της. Και το μέλλον του ελέγχου των πυρηνικών όπλων μοιάζει δυσοίωνο, μετά την ανακοίνωση της Ρωσίας νωρίτερα φέτος ότι αναστέλλει την εφαρμογή ορισμένων υποχρεώσεων στο πλαίσιο της Νέας Συνθήκης για τη Μείωση των Στρατηγικών Όπλων (New Strategic Arms Reduction Treaty -New START) με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

06042023-1.jpg

Ένα σύστημα διηπειρωτικού βαλλιστικού πυραύλου σε στρατιωτική παρέλαση, στη Μόσχα, τον Απρίλιο του 2022. Maxim Shemetov / Reuters
-------------------------------------------------

Ενόψει αυτών των ανησυχητικών εξελίξεων, η εξεύρεση νέων προσεγγίσεων για την πρόληψη της χρήσης πυρηνικών όπλων δεν ήταν ποτέ πιο επείγουσα. Οι διαθέσιμες οδοί για τη μείωση της πυρηνικής απειλής, στρατηγικές που έχουν οικοδομηθεί από την κρίση των πυραύλων της Κούβας το 1962, συνεχίζουν να κλείνουν. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι οποιαδήποτε νέα συνθήκη για τα πυρηνικά όπλα μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας και να επικυρωθεί από την Γερουσία των ΗΠΑ, όταν η εμπιστοσύνη μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας είναι στο μηδέν και ο διάλογος έχει παγώσει. Ο απεριόριστος πυρηνικός ανταγωνισμός μεταξύ Ουάσινγκτον και Μόσχας θα επικαλύπτεται πλέον όχι μόνο με το διευρυνόμενο πυρηνικό οπλοστάσιο της Κίνας και τις αυξανόμενες απειλές από την Βόρεια Κορέα και το Ιράν, αλλά και με τις προσπάθειες της Ινδίας και του Πακιστάν να προωθήσουν τις πυρηνικές τους ικανότητες και ακόμη και με ορισμένους συμμάχους των ΗΠΑ που εξετάζουν το ενδεχόμενο να αποκτήσουν τα δικά τους πυρηνικά όπλα. Τα προειδοποιητικά καμπανάκια είναι εκκωφαντικά.

Κι όμως μια αποτελεσματική μορφή μείωσης των παγκόσμιων απειλών είναι εφικτή και εφαρμόσιμη: η αποτροπή της μη εξουσιοδοτημένης ή ακούσιας χρήσης πυρηνικών όπλων. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ήδη ξεκινήσει αυτήν την προσπάθεια στο εσωτερικό τους -ένα κρίσιμο βήμα από μόνο του- με την ελπίδα ότι και άλλα κράτη με πυρηνικά όπλα θα ακολουθήσουν το παράδειγμά τους. Υπάρχει ένας αυξανόμενος κίνδυνος να χρησιμοποιηθούν πυρηνικά όπλα με βάση εσφαλμένη κρίση, ψευδείς προειδοποιήσεις για επίθεση, ή άλλους λανθασμένους υπολογισμούς. Με την βοήθεια των ταχέων αλλαγών στην τεχνολογία, οι αντίπαλοι των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων των μη κρατικών δρώντων, θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν κυβερνοεπιθέσεις για να διαταράξουν την διοίκηση και τον έλεγχο των πυρηνικών όπλων και των συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης -τα συστήματα που μπορούν να εκκινήσουν το ρολόι μιας πιθανής πυρηνικής αντίδρασης αφήνοντας στις κυβερνήσεις μόνο λίγα λεπτά για να αποφασίσουν αν θα προχωρήσουν.

Εάν ο κόσμος πρόκειται να επιβιώσει σε μια νέα εποχή πυρηνικού ανταγωνισμού, κάθε χώρα που διαθέτει πυρηνικά όπλα πρέπει να ενισχύσει την άμυνά της έναντι των απειλών στον κυβερνοχώρο και της πιθανότητας χρήσης πυρηνικού όπλου από μη εξουσιοδοτημένους δρώντες, κατά λάθος, ή τυχαία. Ευτυχώς, μπορούν να το κάνουν αυτό ακόμη και ελλείψει διμερών ή πολυμερών συνθηκών, προωθώντας μια παγκόσμια πυρηνική ασφάλεια -ένα σύστημα αυτοεπιβαλλόμενων διασφαλίσεων που λαμβάνει κάθε μέλος της λέσχης των πυρηνικών όπλων. Η ευθύνη που συνοδεύει την ικανότητα χρήσης πυρηνικών όπλων θα πρέπει να αναγκάσει τα κράτη αυτά να επικεντρωθούν ενεργά στην αποφυγή μιας πυρηνικής καταστροφής.

ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ ΟΠΛΟΣΤΑΣΙΟ

Η έννοια της πυρηνικής δικλείδας ασφαλείας χρονολογείται από την δεκαετία του 1950, όταν επικεντρώθηκε στα συστήματα μεταφοράς των πυρηνικών βομβαρδιστικών. Τις επόμενες δεκαετίες, εφαρμόστηκε ευρύτερα στους βαλλιστικούς πυραύλους. Ωστόσο, έχουν περάσει 30 χρόνια από τότε που οι Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν την τελευταία ολοκληρωμένη αναθεώρηση της πυρηνικής ασφάλειας. Η επιτροπή που διορίστηκε το 1990 από τον υπουργό Άμυνας, Dick Cheney, και υπό την προεδρία της πρώην πρέσβειρας των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη, Jeane Kirkpatrick, συνέστησε περισσότερα από 50 συγκεκριμένα μέτρα για την αποτροπή τυχαίας, λανθασμένης, ή μη εξουσιοδοτημένης χρήσης πυρηνικού όπλου. Έκτοτε, μια σειρά παραγόντων έχουν συνδυαστεί για να αυξήσουν τον κίνδυνο πυρηνικής γκάφας: ταχύτερα και ισχυρότερα συστήματα εκτόξευσης, η άνοδος των απειλών στον κυβερνοχώρο, η αυξανόμενη εξάρτηση των συστημάτων εκτόξευσης από την ψηφιακή τεχνολογία, η μικρότερη επικοινωνία μεταξύ πυρηνικών αντιπάλων, ο μειωμένος χρόνος λήψης αποφάσεων για τους ηγέτες των πυρηνικά εξοπλισμένων χωρών, και οι νέες αμυντικές προκλήσεις που προκύπτουν από την πρόοδο των πυρηνικών συστημάτων.

Η Ουάσινγκτον έχει αναγνωρίσει την ανάγκη να αντιμετωπιστούν αυτές οι αυξανόμενες απειλές. Κατόπιν σύστασης των επιτροπών ενόπλων υπηρεσιών της Βουλής των Αντιπροσώπων και της Γερουσίας, οι νομοθέτες συμπεριέλαβαν διάταξη στον νόμο για την Εξουσιοδότηση της Εθνικής Άμυνας (National Defense Authorization Act) του 2022, ο οποίος απαιτεί από τον υπουργό Άμυνας να «προβλέψει την διεξαγωγή ανεξάρτητης επανεξέτασης της ασφάλειας, της προστασίας, και της αξιοπιστίας» των πυρηνικών συστημάτων. Αυτή η εξουσιοδότηση του Κογκρέσου έδωσε στον Λευκό Οίκο μια σπάνια διακομματική βάση για την προώθηση της πυρηνικής ασφάλειας στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει επίσης δώσει προτεραιότητα στην πυρηνική ασφάλεια, μεταξύ άλλων με την δέσμευση για επανεξέταση της δικλείδας ασφαλείας στην Αναθεώρηση της Πυρηνικής Στάσης (Nuclear Posture Review) του Οκτωβρίου 2022. Η κυβέρνηση ανέθεσε στην RAND Corporation και στην MITRE Corporation να ηγηθούν της προσπάθειας αυτής υπό την καθοδήγηση του Υπουργείου Άμυνας.

Ο ευρύτερος στόχος της αναθεώρησης των πρωτοκόλλων πυρηνικής ασφάλειας από τις ΗΠΑ θα πρέπει να είναι η μείωση και, όπου είναι δυνατόν, η εξάλειψη του κινδύνου της λανθασμένης πυρηνικής χρήσης. Ειδικότερα, η αναθεώρηση θα πρέπει να επιδιώξει να αποτρέψει την χρήση πυρηνικών όπλων λόγω ατυχήματος, λανθασμένου υπολογισμού, λανθασμένης προειδοποίησης, τρομοκρατίας, ή εσκεμμένης πράξης από έναν διαταραγμένο ηγέτη. Η αναθεώρηση θα πρέπει να αξιολογήσει τους τρόπους με τους οποίους η κυβέρνηση θα μπορούσε να βελτιώσει τις τεχνολογίες, τις διαδικασίες, και τις πολιτικές που σχετίζονται με το πυρηνικό οπλοστάσιο, διατηρώντας παράλληλα τα απαιτούμενα επίπεδα διοίκησης και ελέγχου για την αποτροπή. Για παράδειγμα, η αναθεώρηση θα μπορούσε να προτείνει ένα σύστημα που θα επέτρεπε την καταστροφή των πυρηνικών όπλων ή των συναφών συστημάτων μεταφοράς τους μετά την εκτόξευση πριν φτάσουν στο στόχο τους, σε περίπτωση που η εκτόξευση γίνει κατά λάθος. Η αναθεώρηση θα πρέπει επίσης να ζητήσει νέα καθοδήγηση που θα ενημερώνει την απόφαση του προέδρου να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα, περιλαμβανομένου του καθορισμού διαβουλεύσεων με τους αρμόδιους αξιωματούχους του εκτελεστικού κλάδου και του Κογκρέσου, όταν ο χρόνος λήψης αποφάσεων το επιτρέπει. Είναι σημαντικό ότι μια μελλοντική πολιτική των ΗΠΑ για την ασφάλεια των πυρηνικών όπλων πρέπει να υπερβαίνει την τρέχουσα αναθεώρηση της πυρηνικής στάσης και να προβλέπει τακτικές αναθεωρήσεις, ίσως κάθε πέντε χρόνια, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι ταχέως μεταβαλλόμενες τεχνολογικές και πολιτικές πραγματικότητες.

Η αναθεώρηση των δικλείδων ασφαλείας των ΗΠΑ το 1990-92 έγινε σε μια κρίσιμη στιγμή: ο Ψυχρός Πόλεμος τελείωνε και νέες τεχνολογίες αναδύονταν με ταχείς ρυθμούς. Νέα μέτρα ασφαλείας χρειάζονταν επειγόντως, και η αναθεώρηση οδήγησε σε σημαντικές βελτιώσεις στην ασφάλεια των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για την ενίσχυση των εγγυήσεων κατά της λανθασμένης εκτόξευσης πυρηνικών βαλλιστικών πυραύλων. Τριάντα χρόνια αργότερα, με τον κυβερνοπόλεμο να έχει ήδη αναπτυχθεί για τα καλά και με μια νέα επικίνδυνη πυρηνική εποχή να ξεκινά, η νέα επανεξέταση των δικλείδων ασφαλείας των ΗΠΑ είναι ακόμη πιο επείγουσα. Εν μέσω της διάβρωσης των συμφωνιών ελέγχου των εξοπλισμών και άλλων παγκόσμιων και περιφερειακών μηχανισμών ασφαλείας, η αμερικανική αναθεώρηση θα είναι κρίσιμη για τη μείωση των πυρηνικών κινδύνων. Άλλες πυρηνικά εξοπλισμένες χώρες πρέπει να κάνουν τα δικά τους παράλληλα βήματα.

ΜΙΑ ΑΣΦΑΛΕΣΤΕΡΗ ΠΥΡΗΝΙΚΗ ΛΕΣΧΗ

Στην σημερινή επικίνδυνη εποχή, κάθε κράτος με πυρηνικά όπλα έχει ζωτικό εθνικό συμφέρον να χρησιμοποιήσει όλα τα διαθέσιμα εργαλεία για να αποτρέψει τη μετατροπή ενός λάθους ή μιας παραβίασης της ασφάλειας σε καταστροφή. Οι ίδιες επικίνδυνες και δυνητικά θανατηφόρες δυναμικές που ώθησαν την Ουάσινγκτον να επιδιώξει μια αναθεώρηση της ασφάλειας είναι σχεδόν βέβαιο ότι υπάρχουν και σε άλλες πυρηνικές πρωτεύουσες. Ανεξάρτητα από το πόσο πρόσφατα τέτοια μέτρα έχουν ενσωματωθεί στον πυρηνικό σχεδιασμό, η υπόθεση των συχνών, επικαιροποιημένων επισκοπήσεων ασφαλείας δεν ήταν ποτέ ισχυρότερη. Η απουσία τέτοιων περιοδικών αναθεωρήσεων στο μεγαλύτερο μέρος της λέσχης των πυρηνικών όπλων αυξάνει τον παρόντα και μελλοντικό κίνδυνο για όλους.

Δεδομένου ότι ένα πυρηνικό ατύχημα, μια πράξη δολιοφθοράς, ή ένας τρομερός λανθασμένος υπολογισμός θα είχε σίγουρα παγκόσμιες επιπτώσεις, κάθε χώρα με πυρηνικά όπλα θα πρέπει να διεξάγει την δική της εσωτερική επανεξέταση των πρωτοκόλλων ασφαλείας. Όταν ολοκληρωθούν αυτές οι αναθεωρήσεις, τα αποχαρακτηρισμένα τμήματα θα μπορούσαν να κοινοποιηθούν σε άλλες πυρηνικές δυνάμεις. Τα πέντε αναγνωρισμένα κράτη με πυρηνικά όπλα στην Συνθήκη για τη Μη Διάδοση των Πυρηνικών Όπλων (Nuclear Nonproliferation Treaty -NPT) -η Κίνα, η Γαλλία, η Ρωσία, και το Ηνωμένο Βασίλειο, μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες- θα μπορούσαν να μοιραστούν τις αποχαρακτηρισμένες αναθεωρήσεις τους στο πλαίσιο της Διαδικασίας P5, του φόρουμ που συγκεντρώνει τις χώρες αυτές για να συζητήσουν τις υποχρεώσεις τους στην NPT. Άλλες πυρηνικά εξοπλισμένες δυνάμεις, όπως η Ινδία και το Πακιστάν, ίσως να θεωρήσουν ότι είναι προς το συμφέρον της ασφάλειάς τους να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν επίσης να ενθαρρύνουν την διεθνή συνεργασία στο πλαίσιο της δικής τους αναθεώρησης της πυρηνικής ασφάλειας. Για παράδειγμα, θα μπορούσαν να καλέσουν άλλα πυρηνικά κράτη να συνεργαστούν με την κυβέρνηση των ΗΠΑ για την θέσπιση κυβερνοπυρηνικών «οδικών κανόνων» -βήματα που θα πρέπει να κάνουν οι κυβερνήσεις για να βοηθήσουν στον καθορισμό κανόνων για την προστασία των πυρηνικών τους οπλοστασίων από κυβερνοεπιθέσεις. Και θα μπορούσε να επιδιώξει τον καθορισμό σαφών κόκκινων γραμμών, συμπεριλαμβανομένων των κυβερνοεπιθέσεων σε ζωτικής σημασίας πυρηνικές υποδομές, όπως τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης και διοίκησης και ελέγχου. Η αμερικανική αναθεώρηση θα πρέπει επίσης να ζητήσει την δημιουργία ενός κοινού κέντρου των πυρηνικά εξοπλισμένων κρατών -και ίσως και των κρατών μελών του ΝΑΤΟ- για την ανταλλαγή δεδομένων από τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης και για τις κοινοποιήσεις εκτοξεύσεων πυραύλων. Ένα τέτοιο βήμα θα μπορούσε να αποτελέσει ένα κρίσιμο προστατευτικό ανάχωμα για την αποτροπή μιας λανθασμένης πυρηνικής αντίδρασης.

Οι σημερινές γεωπολιτικές εντάσεις δεν πρέπει να εμποδίσουν αυτόν τον διάλογο. Μετά την εισβολή της στην Ουκρανία, η Ρωσία έχει κάνει απερίσκεπτες δηλώσεις σχετικά με την ετοιμότητά της να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα, και πολλές Δυτικές δυνάμεις είναι κατανοητό ότι διστάζουν να διατηρήσουν επικοινωνία με τη Μόσχα. Όμως η ρωσική κυβέρνηση, όχι λιγότερο από κάθε άλλο πυρηνικά εξοπλισμένο κράτος, έχει ζωτικό συμφέρον για την ασφάλεια και την προστασία του δικού της οπλοστασίου και των οπλοστασίων των άλλων πυρηνικών δυνάμεων. Η Μόσχα και η Ουάσινγκτον έχουν συζητήσει το θέμα στο παρελθόν: κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, φυσικά, αλλά και μόλις τον Ιούνιο του 2021, όταν η Ρωσία και οι Ηνωμένες Πολιτείες δημιούργησαν έναν διμερή διάλογο στρατηγικής σταθερότητας, αμφότερες οι πλευρές δεσμεύτηκαν να θέσουν τις βάσεις για μελλοντικά μέτρα ελέγχου των εξοπλισμών και μείωσης των κινδύνων. Παρόλο που η προοπτική ανάληψης δράσης από την Ρωσία σε συντονισμό με τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλα πυρηνικά εξοπλισμένα κράτη μπορεί να φαίνεται τώρα μακρινή, είναι ακόμη δυνατό να οραματιστεί κανείς την συμβολή της Ρωσίας στη μείωση του παγκόσμιου πυρηνικού κινδύνου με την εμπλοκή της σε μια σοβαρή επανεξέταση της ασφάλειας των δικών της πυρηνικών όπλων. Το ίδιο θα μπορούσε εύλογα να αναμένεται και από το Πεκίνο. Παράλληλα με τον διάλογο μεταξύ των πέντε μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, οι εσωτερικές αναθεωρήσεις ασφαλείας θα μπορούσαν επίσης να οδηγήσουν σε προτάσεις για διμερή και πολυμερή μέτρα μείωσης του κινδύνου από τα κράτη με πυρηνικά όπλα.

Για να επιτευχθεί ουσιαστική πρόοδος, μια ευρύτερη προσπάθεια περί δικλείδων ασφαλείας θα ωφεληθεί από ισχυρή υποστήριξη σε διεθνή φόρουμ. Η σύνοδος του G-7 που έχει προγραμματιστεί να πραγματοποιηθεί στην Χιροσίμα τον Μάιο προσφέρει μια σημαντική ευκαιρία για την αντιμετώπιση του ζητήματος. Για παράδειγμα, μια κοινή δήλωση της Γαλλίας, του Ηνωμένου Βασιλείου, και των Ηνωμένων Πολιτειών, στην οποία κάθε χώρα δεσμεύεται να προβεί στην δική της εσωτερική αναθεώρηση ασφάλειας και υποστηρίζει τον διάλογο για τους πυρηνικούς κινδύνους, θα μπορούσε να ανοίξει την πόρτα σε βήματα μείωσης του κινδύνου από όλα τα πυρηνικά εξοπλισμένα κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας και της Κίνας. Με την σειρά τους, τα μη πυρηνικά μέλη του G-7 -ο Καναδάς, η Γερμανία, η Ιταλία, και η Ιαπωνία- έχουν κοινό συμφέρον να προωθήσουν μια παγκόσμια πυρηνική ασφάλεια και θα μπορούσαν επίσης να υποστηρίξουν μια τέτοια πρωτοβουλία.

Ο ΚΟΣΜΟΣ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ

Όσο υπάρχει πόλεμος στην Ουκρανία, θα υπάρχει πραγματικός κίνδυνος πυρηνικής κλιμάκωσης στην περιοχή. Η πιο αποτελεσματική και βιώσιμη λύση για τη μείωση αυτού του κινδύνου θα ήταν μια κατάπαυση του πυρός μέσω διαπραγματεύσεων η οποία θα μεταφέρει την σύγκρουση από το πεδίο της μάχης στο τραπέζι των διασκέψεων. Αλλά μια τέτοια τομή θα συμβεί μόνο όταν το Κίεβο και η Μόσχα καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι είναι προς το συμφέρον τους. Οι Ρώσοι ηγέτες πρέπει να αποδεχθούν ότι ενώ η Ρωσία μπορεί να καταστρέψει την Ουκρανία, δεν μπορεί να την κατέχει ή να την καταλάβει ειρηνικά. Οι ηγέτες της Ουκρανίας πρέπει να είναι βέβαιοι ότι μπορούν να υπερασπιστούν την εδαφική ακεραιότητα, την ανεξαρτησία, και την κυριαρχία τους από οποιαδήποτε μελλοντική ρωσική επίθεση.

Πέρα από την Ουκρανία, είναι σαφές σήμερα ότι η αυξανόμενη εξάρτηση από τα πυρηνικά όπλα για αποτροπή από τα εννέα κράτη που διαθέτουν τέτοια [πυρηνικά όπλα] απειλεί το μέλλον της ανθρωπότητας. Χρειάζεται επειγόντως ένα νέο παγκόσμιο πρότυπο ασφάλειας. Το απόλυτο μέτρο πυρηνικής ασφάλειας, φυσικά, θα ήταν η επαληθεύσιμη εξάλειψη των πυρηνικών όπλων, μια για πάντα. Αυτό το ιστορικό βήμα, ωστόσο, είναι μη ρεαλιστικό βραχυπρόθεσμα, δεδομένων των αυξανόμενων εντάσεων μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων και της παρακμής των καθεστώτων ελέγχου των εξοπλισμών. Πράγματι, φαίνεται τώρα πιο πιθανό ότι ο κόσμος θα μπορούσε να δει τα παγκόσμια αποθέματα πυρηνικών όπλων να αυξάνονται σημαντικά τα επόμενα χρόνια. Ακόμη και αν ο στόχος του αφοπλισμού παραμένει άπιαστος, υπάρχουν ακόμη πολλά που μπορούν να κάνουν τώρα τα πυρηνικά εξοπλισμένα κράτη για να αποτρέψουν μια πιθανή καταστροφή. Ο κόσμος δεν έχει την πολυτέλεια να περιμένει πιο ειρηνικούς καιρούς για να μειώσει τους κινδύνους της πυρηνικής χρήσης.

Copyright © 2023 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/ukraine/confronting-new-nuclear-peril

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition